Χειρόγραφο στο Άγιο Όρος AP Photo Thanassis Stavrakis

Η ΣΥΓΓΝΩΜΗ ΠΟΥ ΔΕΝ ΖΗΤΗΣΕ ΠΟΤΕ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ

Πώς ο ελληνοχριστιανισμός και το Βυζάντιο διαστρέβλωσαν την ελληνικότητα.

Η “Οφειλόμενη Συγγνώμη” αποτελεί μια τεκμηριωμένη μελέτη γία ένα θέμα που ξεφεύγει από τα ιστορικά-επιστημονικά τεκμήρια και είθισται να χάνεται μέσα στις ιδεοληψίες και τον θρησκευτικό δογματισμό. Η νέα έκδοση της σειράς βιβλίων Lux Orbis των εκδόσεων iWrite, αποτελεί μια αναλυτική έρευνα του Τάσου Ζαχαρίου που θέτει καίρια ερωτήματα με ψυχραιμία, καλώντας την Εκκλησία να επανεξετάσει τον ρόλο και τη στάση της.

Στο βιβλίο αναλύονται τα εξής:

Με ποια µέσα επιβλήθηκε ο χριστιανισµός στον ελλαδικό χώρο; Πώς διαµορφώθηκε η κυρίαρχη ιδεολογία του Βυζαντίου; Ποιο είναι το βαθύτερο αίτιο της συρρίκνωσης και εντέλει της καταστροφής του; Τι σχέση έχει η Ορθόδοξη Εκκλησία µε την επιβολή της µονοδοξίας και µε την ανάπτυξή της στην Ανατολή; Γιατί η Αναγέννηση έλαβε χώρα στη Δύση; Ποιοι λόγοι ευνόησαν την εγκαθίδρυση του «ελληνοχριστιανικού» ιδεολογήµατος στη νεότερη Ελλάδα; Και τέλος, γιατί οι σύγχρονοι Έλληνες δυσκολεύονται αφάνταστα να εκσυγχρονίσουν το κράτος τους, προσαρµοζόµενοι στις απαιτήσεις ενός συνεχώς µεταβαλλόµενου κόσµου;

Το τολμηρό εγχείρημα του Τάσου Ζαχαρίου σκύβει πάνω από τη διαχρονική σύγκρουση ελληνισµού και χριστιανισµού, την εδραίωση της Ορθόδοξης Εκκλησίας στον ελλαδικό χώρο, τη διαµόρφωση της εθνικής µας ταυτότητας και την ιδεολογική σχέση του νεοέλληνα µε την έννοια της ελληνικότητας.

Το The Magazine είχε την ευκαιρία να συζητήσει με τον συγγραφέα και μελετητή σε μια κουβέντα που σκιαγραφεί το ίδιο το βιβλίο αλλά την ταυτότητα της Εκκλησίας όπως λειτουργεί σήμερα στη χώρα μας.

Mπορείτε να μας περιγράψετε εν συντομία τα βασικότερα σημεία στα οποία στέκεται το συγγραφικό σας έργο “Η Οφειλόμενη Συγγνώμη”;

Το βιβλίο συνοπτικά αναφέρεται στον τρόπο επικράτησης της Εκκλησίας κατά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες, στη σχέση της με τις άλλες θεωρήσεις της εποχής αλλά και με το βυζαντινό κράτος, στην αρνητική επίδραση που αυτή η σχέση είχε στην κοινωνία, στην παιδεία, στην φιλοσοφία και γενικά στην ελευθερία της έκφρασης, δηλαδή οδήγησε σε αυτό που λέμε σήμερα “Μεσαίωνας”. Εξετάζει επίσης τα προβλήματα που αυτή η κατάσταση συσσώρευσε, τα οποία συρρίκνωσαν και τελικά κατέστρεψαν το Βυζάντιο, καθώς επίσης και το γιατί η Αναγέννηση δεν έγινε στην Ανατολή. Ερχόμενοι περισσότερο κοντά στην εποχή μας, αναλύεται η σχέση της Εκκλησίας με την έννοια του έθνους και αν έχει κάποια ουσία ο όρος “ελληνοχριστιανισμός”.

Πώς ξεκινήσατε να γράφετε το εν λόγω σύγγραμμα και με ποιο ερέθισμα; Ποια είναι δηλαδή η ιστορία του ίδιου του βιβλίου;

Ξεκίνησε σαν μια συλλογή βιβλιογραφίας, μια τράπεζα δεδομένων για προσωπική χρήση που διήρκεσε μία δεκαετία. Με αφορμή την προκήρυξη ενός διαγωνισμού της Σειράς Βιβλίων Lux Orbis από τις εκδ. iWrite, και με την προτροπή και βοήθεια του εκδότη, φάνηκε ότι η συλλογή αυτή μπορούσε άνετα να αξιοποιηθεί για ένα ολοκληρωμένο βιβλίο.

Η σταδιακή επικράτηση του χριστιανισμού με την κυριαρχία της μονοδοξίας γράφετε πως πράγματι έγινε κυρίως στην Ανατολή. Τούτο έχει να κάνει μόνο με το γεγονός ότι εκεί επικράτησαν αυτοκράτορες που έφεραν μονοθεϊστικά στοιχεία στα βασίλειά τους ή σχετίζεται και με την κοινωνικο-οικονομική παρακμή αυτών των περιοχών; Κοινώς, επικράτησε το υπερφυσικό ως υπόσχεση για μια μετά θάνατον ευδαιμονία σε κοινωνίες που βίωναν συνθήκες ένδειας, σε αντίθεση με τον αρχαιοελληνικό πολυθεϊσμό που ήθελε θεότητες “πιο κοντά” στην εικόνα και τις συνήθειες του μέσου πολίτη;

Υπάρχει μία δέσμη αιτιών αλλά αυτή είναι ίσως η σημαντικότερη. Τελείως συνοπτικά, πριν από την έλευση των Ελλήνων στην Ανατολή, υπήρχε μία τάση ολιγοθεϊσμού που προφανώς είχε σχέση με την κυριαρχία σε αυτήν μεγάλων αυτοκρατοριών. Στην Περσία ξεχώρισε από τον ολιγοθεϊσμό ο μονοθεϊσμός, για λόγους καθαρά αυτοκρατορικούς. Εδώ δεν φαίνεται να υπάρχει Μεσαία Τάξη και η μεγάλη διάκριση των τάξεων φαίνεται να βοήθησε. Μάλιστα φαίνεται ότι με την περσική κατάκτηση της περιοχής υπήρξε επηρεασμός των Εβραίων, και φαίνεται ο εβραϊκός μονοθεϊσμός να τονίστηκε και να εδραιώθηκε από αυτή την κατάκτηση.

Με την έλευση των Ελλήνων και στη συνέχεια των Ρωμαίων, τα ελληνορωμαϊκά ήθη κυριάρχησαν στις μεγάλες πόλεις τις περιοχής, αλλά ταυτόχρονα και τα ανατολίτικα ήθη διασκορπίστηκαν στις μεγάλες πόλεις της αυτοκρατορίας. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο χριστιανισμός είναι παιδί αυτής της συνάντησης και της αντίδρασης της Ανατολής στον Λόγο, που είχε την δύναμη να διαλύει τους μύθους. Από την πλευρά τώρα της Ρώμης, η ελίτ της άρχισε να παρακμάζει σε δυναμικότητα. Έτσι τον τρίτο αιώνα όλοι σχεδόν οι αυτοκράτορες είναι ξένοι από αυτήν και αντίστοιχα ξένοι ως προς τα ρωμαϊκά ιδεώδη.

Αυτό μας δείχνει την ανάδειξη μιας νέας αριστοκρατίας με στρατιωτικό υπόβαθρο που προέρχεται από τα την Ιλλυρία, την Ανατολή και την Βόρεια Αφρική, που δεν έχει βαθιά σχέση με τα ελληνορωμαϊκά ήθη και βλέπει θετικά τη νέα θρησκεία ως πιο θελκτική και “συμφέρουσα”. Εδώ οι μάζες της Ανατολής έπαιξαν σημαντικό ρόλο, γιατί ευκολότερα μπορούσαν να προσχωρήσουν σε οικείες για αυτούς θεωρήσεις που τους έταζαν μεταθανάτια δικαίωση, από τους πιο ορθολογιστές Ελληνορωμαίους που απαιτούσαν κάτι πιο απτό. Το ενδιαφέρον είναι ότι αν και αρχικά ο χριστιανισμός απευθύνθηκε και δείχνει να είχε επιτυχία στους απόκληρους της τότε κοινωνίας, πολύ σύντομα μπήκαν στο παιχνίδι και τα εύπορα στρώματα. Χαρακτηριστικά όλοι σχεδόν οι πρώτοι πάπες της Ρώμης, ήταν γόνοι πλούσιων οικογενειών.

Η οφειλόμενη συγγνώμη
Η οφειλόμενη συγγνώμη Εκδόσεις iWrite, Lux Orbis

Έχει χυθεί πολύ μελάνι τις τελευταίες δεκαετίες σχετικά με το αν χριστιανισμός και ελληνισμός υπήρξαν (και εξακολουθούν να είναι) συμβατές ή ασύμβατες έννοιες. Τι συνέβη κατά τους πρώτους μεταχριστιανικούς αιώνες και ποιο το αποτέλεσμα της σύγκρουσης των δύο αυτών κόσμων;

Ο χριστιανισμός συνάντησε τον ελληνισμό σαν την πνευματικά κυρίαρχη κουλτούρα της εποχής, η οποία όπως φαινόταν από τους Εβραίους, επιβουλευόταν τον εβραϊκό τρόπο, τα ήθη και έθιμα. Οι ίδιοι οι Εβραίοι κατάφεραν παρά τις επαναστάσεις και τη διασπορά τους να διατηρήσουν κάπως τα έθιμά τους σαν μια ιδιαιτερότητα μέσα στο ελληνορωμαϊκό πάνθεον. Για τους χριστιανούς υπάρχουν πολλές θεωρίες. Για άλλους ολόκληρος ο χριστιανισμός προήλθε από μία όσμωση ελληνικών και ιουδαϊκών μύθων, κάτι που ίσως είναι το πιθανότερο, για άλλους προήλθε καθαρά μέσα από την ιουδαϊκή μόνο παράδοση.

Το τελικό, όμως, αποτέλεσμα δεν έχει σχέση με τον ελληνισμό, γιατί ο τελευταίος είχε ήδη προχωρήσει από τον μύθο στον Λόγο, ενώ ο χριστιανισμός απέβλεπε ξεκάθαρα στην πίστη με βάση τον μύθο. Παρόλα αυτά κάποιοι μορφωμένοι χριστιανοί προσπάθησαν να χρησιμοποιήσουν τον ελληνικό φιλοσοφικό λόγο για να τεκμηριώσουν και να επενδύσουν την δική τους θεολογία. Αυτό ήταν και το έναυσμα για να διατηρηθούν μέσα στον χρόνο τα κείμενα κάποιων επιλεγμένων φιλοσόφων και να χρησιμοποιηθούν τελικά στην παιδεία του Βυζαντίου που ακολούθησε. Φυσικά η χρήση ενός ωραίου ελληνικού ενδύματος δεν αναιρεί την απέχθεια για τον ελεύθερο λόγο των Ελλήνων και υπάρχουν πάρα πολλά κείμενα αγίων της Εκκλησίας, που δείχνουν αυτή την απέχθεια, την απαξίωση, ακόμα και λοιδορία προς τους Έλληνες διανοητές.

Ένα άλλο ερώτημα που τίθεται είναι το γιατί οι γυναίκες περιθωριοποιήθηκαν τελικά στα χριστιανικά τελετουργικά, παρά το γεγονός ότι κατά την επικράτηση του χριστιανισμού είχαν όπως γράφετε, καίριο ρόλο.

Αν και αναφέρομαι ελάχιστα στο ρόλο της γυναίκας γιατί το θέμα είναι μεγάλο, βλέποντας το αποτέλεσμα μπορούμε ίσως να πούμε ότι επικράτησαν οι πλέον συντηρητικές απόψεις και όταν μπεις στον συντηρητισμό συχνά γίνεσαι βασιλικότερος του βασιλέως. Αυτό το βλέπουμε και σήμερα με τις γυναίκες στο Ισλάμ. Παρ’ όλο που βρίσκονται σε υποδεέστερη μοίρα, οι ίδιες συχνά επιμένουν στην θέση αυτή, σαν θέσφατο.

Φυσικά παίζει ρόλο και το ανδροκρατικό μοντέλο, αφού κυριάρχησε στην τελική καθόριση του ποιος είναι ο θεός. Μιλάμε για δύο ανδρικές φιγούρες ή πρόσωπα όπως ονομάζονται και ένα ουδέτερου φύλλου. Η γυναικεία αυτή έλλειψη φάνηκε αργότερα, και έτσι έχουμε σταδιακή αναβάθμιση και τελικά θέωση της Μαρίας (Παναγίας), Μητέρας του Ιησού, που ξεκινάει από τον Ιουστίνο, τον Ειρηναίο με την Ανακεφαλαίωση, το ψευδεπίγραφο Ευαγγέλιο του Ιακώβου που κυκλοφόρησε εκείνη την εποχή (τέλη 2ου αρχές 3ου αι.) και τον Επιφάνιο Κύπρου. Οι προηγούμενοι τόνιζαν το αειπάρθενο, θέση που θα επικυρωθεί κατά την 6η Οικουμενική τον 7ο μεταχριστιανικό αιώνα. Πρακτικά μετά το τέλος του 4ου αιώνα και τις διαμάχες με τους Νεστοριανούς, πληθαίνουν τα κείμενα που αγιοποιούν την Μαρία, κάτι που δεν υπάρχει στα κείμενα της Καινής Διαθήκης.

Όλα αυτά, όμως, δεν βελτίωσαν ιδιαίτερα την θέση της γυναίκας που περιορίστηκε από μία ηθική που υποβάθμιζε το σώμα και το σεξ, οδηγώντας την σταδιακά σε κατώτερο επίπεδο σε σχέση με την προγενέστερη εποχή. Σε αυτό το πλαίσιο, θεωρώ ότι συμβολικά μπαίνει και η φθίνουσα συμμετοχή της στο τελετουργικό της Εκκλησίας, με την κατάργηση των διακονισσών που ισχύει ακόμα στην Ανατολή. Πρόσφατα – φέτος μάλιστα- είχαμε μια σχετική προσπάθεια στη χώρα μας να χρησιμοποιήσει ως παπαδάκια κορίτσια ένας ιερέας, γεγονός που δημιούργησε αμέσως έντονες αντιδράσεις.

Ψηφιωτό που φιλοτεχνήθηκε το 1118. Η Θεοτόκος Βρεφοκρατούσα με τον Αυτοκράτορα Ιωάννη Β’ Κομνηνό και την αυτοκράτειρα Ειρήνη της Ουγγαρίας (Αγιά Σοφιά)
Ψηφιωτό που φιλοτεχνήθηκε το 1118. Η Θεοτόκος Βρεφοκρατούσα με τον Αυτοκράτορα Ιωάννη Β’ Κομνηνό και την αυτοκράτειρα Ειρήνη της Ουγγαρίας (Αγιά Σοφιά) ISTOCK

Κεφάλαιο Βυζάντιο. Πόσο ελληνικό θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε; Ποια ήταν η αντιμετώπιση των ελληνικών ιδεών κατά τους αιώνες κυριαρχίας των αυτοκρατόρων και των Πατέρων της Εκκλησίας για τους οποίους πολλοί συμπολίτες και συμπολίτισσές μας αισθάνονται σήμερα υπερήφανοι/ες;

Αρχικά πρέπει να καθορίσουμε τι είναι “ελληνικό”, και στο βιβλίο έχω ένα υποκεφάλαιο που αναφέρονται οι αξίες των Ελλήνων, αυτές που θαυμάζουμε σήμερα και καθόρισαν τελικά τον σύγχρονο δυτικό πολιτισμό. Το Βυζάντιο είχε μικρή σχέση με αυτές, αφού σαν μοναρχία και σαν θεοκρατούμενη πολιτεία, δεν μπορούσε να δεχτεί το δημοκρατικό και δημιουργικό πνεύμα που σκέπτεται ελεύθερα χωρίς δεσμεύσεις, ένα πνεύμα που σχολιάζει, κρίνει και διακωμωδεί τα πάντα και ψάχνει σε όλα να βρει λογική εξήγηση. Το μόνο θετικό για την ελληνικότητα του Βυζαντίου είναι ότι διατήρησε για λόγους εκπαίδευσης κάποιες από αυτές τις αξίες με τη μορφή κειμένων, αλλά σε ένα ποσοστό σαφώς μικρότερο του 10% των όσων τουλάχιστον γνωρίζουμε ότι υπήρξαν. Δηλαδή κείμενα κατά κανόνα αβλαβή για το δόγμα, που χρησιμοποιούνταν κυρίως για την ορθή εκμάθηση της γλώσσας και των φιλοσοφικών όρων που εκμεταλλεύθηκε η θεολογία.

Ποια μορφή θα είχε η νέα ελληνική ταυτότητα αν είχαν επικρατήσει περισσότερο οι ιδέες των Ελλήνων Διαφωτιστών μετά την Επανάσταση του 1821; Κατά τη δική σας γνώμη, υπήρξε κάποια συγκεκριμένη στιγμή στην ιστορία που θα έλεγε κανείς πως χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία για τον νεότερο ελληνικό πολιτισμό;

Η δημιουργία του νέου ελληνικού κράτους ήταν μια σειρά από στιγμές – ευκαιρίες που κερδήθηκαν και άλλη μία αντίστοιχη που χάθηκαν. Στην ιστορία δεν είναι εύκολο να κάνουμε τέτοιες υποθέσεις και δεν έχει και νόημα. Προσωπικά θα ήθελα να είχαν επιτύχει περισσότερα οι Διαφωτιστές και είναι προφανές ότι και οι ίδιοι θα ήθελαν κάτι τέτοιο. Το κλίμα όμως εδώ ήταν σε μεγάλο βαθμό αρνητικό. Σε πολλές περιπτώσεις δημιουργήθηκαν αντιδράσεις στις περιοχές που δίδασκαν οι Έλληνες Διαφωτιστές, εξαιτίας της εμπλοκής του Πατριαρχείου και των τοποτηρητών του.

Εξίσου σημαντικά γεγονότα καταγράφηκαν και μετά την δημιουργία του κράτους και παρά την βαυαρική κοσμική επίδραση, δηλαδή από την ενηλικίωση του Όθωνα και μετά. Με την βοήθεια του φιλορωσικού κόμματος, η Εκκλησία πήρε τα πάνω της, με αντίστοιχη υποβάθμιση των δυνατοτήτων των προοδευτικών δυνάμεων της χώρας για περισσότερη εκκοσμίκευση, η δε Μεγάλη Ιδέα θα έλεγα εμμέσως πως καταβαράθρωσε μια τέτοια προοπτική. Είναι μια περίοδος για την οποία επίσης κάνω σχετικές αναφορές στο τελευταίο κεφάλαιο του βιβλίου.

Πόση ελληνικότητα έχει εντέλει εντός του ο ελληνοχριστιανισμός, η ιδεολογία που επικράτησε κατά τα τα τέλη του 19ου αιώνα και διαμορφώνει την ελληνική κοινωνία μέχρι και τις μέρες μας;

Ο ελληνοχριστιανισμός δείχνει μια διαστρεβλωμένη άποψη της ελληνικότητας, που έχει μικρή έως καθόλου σχέση με τις αξίες των αρχαίων Ελλήνων. Όσα σχετικά κείμενα υπάρχουν, αλλά και με όσους από τους σύγχρονους υποστηρικτές του έχω μιλήσει ή μελετήσει, φαίνεται να στηρίζονται μόνο στη γλώσσα και σε εξωτερικά μορφολογικά στοιχεία. Ποτέ στην ουσία της σκέψης, της πνευματικής ελευθερίας, της αναζήτησης και της αμφισβήτησης που η έννοια της ελληνικότητας περιελάμβανε.

Για αυτούς στην ελληνικότητα, εκτός από τη γλώσσα εντάσσονται χονδρικά: οι ένδοξοι πολεμιστές και οι νίκες τους ως αρχαίο κλέος, ο Πλάτωνας που εμφάνιζε τάσεις μονισμού που θυμίζουν κάτι από χριστιανισμό, ο Αριστοτέλης που είναι θρησκευτικά αδιάφορος και κάποια πανάρχαια έθιμα που διείσδυσαν μέσα στα αντίστοιχα χριστιανικά, με διαφορετική πάντως σημασία. Από την άλλη φροντίζουν ταυτόχρονα να αναφέρονται στη λατρεία των αρχαίων στους θεούς και τους ήρωές τους, ως παράδειγμα για να στηλιτεύσουν τη σημερινή μειωμένη θρησκευτικότητα και ο σκοπός τους είναι ο ελληνισμός να είναι υποταγμένος στην ορθοδοξία.

Είναι ιδιαίτερα εντυπωσιακό το γεγονός ότι οι σύγχρονοι ελληνιστές Ευρωπαίοι, όσοι δηλαδή έχουν κλασική παιδεία, παρουσιάζουν μεγαλύτερη σχέση με την ελληνικότητα και το ελληνικό πνεύμα από ότι οι συνειδητοί ελληνοχριστιανοί. Κι αυτό γιατί τους ενδιαφέρει η ουσία του Πολιτισμού και μελετούν τις ιδέες των αρχαίων απαλλαγμένες από νεότερα ιδεολογικά παραμορφωτικά φίλτρα.

Στις πρώτες σελίδες του έργου αναφέρετε πως στόχος του συγγράμματός σας είναι να παρακινήσει την ίδια την Εκκλησία να δει το παρόν της με έναν τρόπο διαφορετικό, πιο αυτοκριτικό. Πόσο ρεαλιστική είναι μια τέτοια πρόταση αφενός, και αφετέρου, τι πρέπει να γίνει εντός των εκκλησιαστικών κόλπων για να αλλάξουν οι συσχετισμοί; Υπάρχει πρόσφορο έδαφος εντός του Κλήρου κατά τη δική σας άποψη και βάσει της έρευνάς σας;

Δεν το γνωρίζω. Στην πραγματικότητα όπως νομίζω, δεν έχει πλέον άλλο δρόμο γιατί θα αντιμετωπίζει σταδιακά όλο και περισσότερα προβλήματα. Νομίζω ότι σε κοινωνικό επίπεδο διαμορφώνεται σταδιακά μια όλο και πιο ρευστή κατάσταση, που απαιτεί γρήγορες αντιδράσεις ή προσαρμογές. Η Εκκλησία χαρακτηρίζεται από τεράστια μονολιθικότητα και εκ των πραγμάτων είναι δυσκίνητη. Το κακό είναι ότι επηρεάζει αρκετό ακόμα κόσμο. Αν δεν αλλάξει αυτή η κατάσταση, η πραγματικότητα θα την ξεπεράσει τόσο πολύ, που θα καταλήξει εκ των πραγμάτων ως ένα από τα ενδιαφέροντα φολκλόρ της χώρας. Είμαι σίγουρος ότι αρκετοί μέσα στην Ιεραρχία έχουν επίγνωση αυτής της κατάστασης και ανησυχούν. Ελάχιστοι, όμως, από αυτούς εκφράζουν προς τα έξω τέτοιου είδους σκέψεις.

Υπάρχει ένα πρόβλημα· όταν εκτρέφεις για αιώνες το τέρας του ανορθολογισμού, αυτό δεν είναι εύκολο να μαζευτεί. Αυτό φάνηκε για παράδειγμα με την ξεκάθαρη αποκάλυψη για το πως ανάβει το Άγιο Φως. Πόσο εύκολο είναι να βγουν και να πουν στο ποίμνιο ότι μέχρι τώρα και για αιώνες το κορόιδευαν; Το ίδιο το ποίμνιο δεν θα τους πιστέψει, γιατί έτσι έχει μάθει: να επιζητεί τα θαύματα.

Στον πρόλογο της έκδοσης ο διευθυντής της Σειράς Lux Orbis, Μηνάς Παπαγεωργίου, θέτει το καίριο ερώτημα: Είναι η ελληνική κοινωνία έτοιμη να καταδυθεί στις σελίδες ενός τέτοιου βιβλίου; Ποια είναι η άποψή σας για το βαθμό επηρεασμού της κοινής γνώμης στη χώρα μας από εκπροσώπους της Ιεράς Συνόδου και του Κλήρου γενικότερα;

Η ελληνική κοινωνία, αν και στις τελευταίες εκλογές ανέβασε τρία κόμματα με έντονη θρησκευτικο-πατριωτική χροιά σε ποσοστό 14%, σαν σύνολο είναι σαφώς σε καλύτερη κατάσταση από την Εκκλησία και πιο εκκοσμικευμένη. Είναι σαφές ότι οι περιορισμοί στον τρόπο πρόσληψης του θείου που επιβάλλει η Εκκλησία, δεν επηρεάζουν τους πολίτες (δεν έχει πλέον την δυνατότητα να τους επιβάλει τη βούλησή της όπως παλαιότερα).

Αντίθετα η πράξη έδειξε ότι οι θέσεις της Ιεραρχίας σε μία σειρά από ζητήματα κατά τις τελευταίες δεκαετίες, μας κράτησαν αρκετά πίσω. Στον αιώνα της ελεύθερης πληροφόρησης, η κοινωνία το καταλαβαίνει αυτό σταδιακά, όλο και περισσότερο. Ενδεικτικά, το 2015 σε σχετική δημοσκόπηση, επτά στους δέκα συμπολίτες μας δήλωσαν υπέρ του διαχωρισμού κράτους Εκκλησίας, κατανοώντας ότι αυτή η αφύσικη σύζευξη δεν είναι πλέον θετική για το κράτος και στην πραγματικότητα και για την Εκκλησία, αν αυτή είναι -όπως ισχυρίζεται- ένας πνευματικός οργανισμός και όχι ένας φορέας κέρδους και εξουσίας. Η πανδημία επίσης έδειξε το μεσαιωνικό υπόβαθρο της Εκκλησίας και έφερε διχασμό στους πιστούς ως προς τη σημασία και την αποδοχή των επιστημονικών ανακοινώσεων και των προτροπών των ιατρών. Αντίστοιχη δημοσκόπηση για τον ρόλο της Εκκλησίας και τον δημόσιο λόγο της κατά την πανδημία, έδειξε σε ποσοστό 74% την αρνητική εικόνα που είχαν για αυτήν οι πολίτες. Να θυμίσω ότι η ίδια η Εκκλησία ώθησε τους πιστούς επίσης σε παρανομία στα Θεοφάνεια του 2021, πάντα σε σχέση με τα μέτρα κατά του Covid 19.

Αν και συνήθως τέτοιου είδους γεγονότα ξεχνιούνται εύκολα, είναι γεγονός πως η ελληνική κοινωνία εμπιστεύεται όλο και λιγότερο την Εκκλησία γιατί κατανοεί ότι η βαθύτερη αιτία που την κινεί διαχρονικά, είναι στην πραγματικότητα οπισθοδρομική.

Info:

Το βιβλίο η “Οφειλόμενη Συγγνώμη” κυκλοφορεί σε όλα τα βιβλιοπωλεία από τη σειρά βιβλίων Lux Orbis των εκδόσεων iWrite

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα