ΤΙ ΙΣΧΥΕΙ ΤΕΛΙΚΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΜΕΤΑΛΛΑΓΜΕΝΟΥΣ ΛΥΚΟΥΣ ΤΟΥ ΤΣΕΡΝΟΜΠΙΛ
Οι μεταλλαγμένοι λύκοι που περιφέρονται στους ερημικούς δρόμους του Τσερνόμπιλ φαίνεται να έχουν αναπτύξει αντίσταση στον καρκίνο – Πού στρέφονται οι έρευνες.
Η πόλη Πρίπιατ παραμένει μια πόλη – φάντασμα, 38 χρόνια μετά το πυρηνικό δυστύχημα που έγινε σαν σήμερα, στις 26 Απριλίου του 1986. Το Πρίπιατ βρίσκεται στα εδάφη της Ουκρανίας, δίπλα στα σύνορα Λευκορωσίας-Ουκρανίας και αποτέλεσε την ένατη κατά σειρά πυρηνική “εστία” εργαζομένων στη Σοβιετική Ένωση, ώστε να εξυπηρετήσει τον κοντινό σταθμό ενέργειας του Τσερνόμπιλ που βρισκόταν στην ομώνυμη, μικρότερη πόλη.
Από την εκκένωση και μετά, το απόγευμα της 27ης Απριλίου 1986, την επομένης μέρας της καταστροφής δηλαδή, τα πάντα είναι ερημωμένα. Σύμφωνα με έρευνες η πόλη και η ευρύτερη ζώνη θα μπορούν να είναι πλέον κατοικήσιμα εδάφη ξανά μετά τον παρόντα αιώνα, αν και ελάχιστοι κάτοικοι, περίπου 100 ηλικιωμένοι, έχουν επιστρέψει στις πρώην οικίες τους, στην περιοχή.
Από το δυστύχημα που έγινε στη διάρκεια ενός τεστ ασφαλείας έχασαν επί τόπου τη ζωή τους δύο από τους εργάτες του Τσερνόμπιλ.
Μέσα στους επόμενους τέσσερις μήνες πέθαναν 28 πυροσβέστες που έσπευσαν στο χώρο, λόγω της έκθεσης στη ραδιενέργεια και από εγκαύματα λόγω της θερμότητας. Διαπιστώθηκαν επίσης 19 επιπλέον θάνατοι ως το 2004. Οι ποσοστιαίες αυξήσεις των καρκίνων ήταν άνω του 15% στους πληθυσμούς που εκτέθηκαν στη ραδιενέργεια, με χιλιάδες θανάτους από καρκίνο και λευχαιμία να συνδέονται με τα γεγονότα.
Η Greenpeace υπολόγισε ωστόσο το 2006 σε 100.000 τον αριθμό των θανάτων που προκλήθηκαν από την καταστροφή.
Πώς ανακοινώθηκε στην Ελλάδα η έκρηξη από την ΕΡΤ:
Το ραδιενεργό νέφος πέρασε πάνω από τη χώρα μας. Bάσει των επιστημονικών ερευνών φαίνεται πως και στην Ελλάδα υπήρξε αύξηση της σπάνιας βρεφικής λευχαιμίας, ενώ την ίδια περίοδο παρατηρήθηκε κατακόρυφη αύξηση αμβλώσεων λόγω του φόβου επιπτώσεων στα έμβρυα.
Σχεδόν τέσσερις δεκαετίες μετά, τα απομεινάρια της καταστροφής εξακολουθούν να υφίστανται. Μία ζώνη ασφαλείας 30 χιλιομέτρων γύρω από το Τσερνόμπιλ προειδοποιεί τους επίδοξους επισκέπτες, ό,τι δηλαδή δεν έκανε η Σοβιετική Ένωση της εποχής για να προστατέψει εκατομμύρια πολίτες όχι μόνο στην Ουκρανία, αλλά και τις γύρω χώρες.
Οι σοβιετικές αρχές επιχείρησαν άλλωστε να αποκρύψουν το δυστύχημα και ο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ παρενέβη δημόσια για το θέμα μόνο στις 14 Μαΐου του 1986. Πριν την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία πάντως, πραγματοποιούνταν ιδιωτικές επισκέψεις στην περιοχή του Πρίπιατ και του Τσερνόμπιλ από το Κίεβο, με συγκεκριμένες οδηγίες και προφυλάξεις.
Είναι χαρακτηριστικό πως σύμφωνα με τα στοιχεία της Greenpeace, περίπου 5 εκατ. άνθρωποι ζουν ακόμα σε περιοχές εκτεθειμένες σε ραδιενέργεια. Η ποσότητα δε, ραδιενέργειας που απελευθερώθηκε στην ατμόσφαιρα, είναι σχεδόν 200 φορές μεγαλύτερη από τη ραδιενέργεια που απελευθερώθηκε από τις δύο ατομικές βόμβες του Ναγκασάκι και της Χιροσίμα μαζί.
Η ραδιενεργή βροχή έφτασε μέχρι την Ιρλανδία. Η Ουκρανία, η Λευκορωσία και η Ρωσία ήταν οι χώρες που επηρεάστηκαν περισσότερο, αφού απορρόφησαν το 63% της ρύπανσης από το ατύχημα.
ΤΑ ΖΩΑ “ΚΑΤΕΛΑΒΑΝ” ΤΗΝ ΠΟΛΗ
Από τότε που οι κάτοικοί του εγκατέλειψαν το Πρίπιατ και το Τσερνόμπιλ λόγω των υψηλών ποσοστών ραδιενέργειας, λύκοι, άγρια άλογα, κάστορες, αγριογούρουνα και άλλα ζώα “κατοικούν” στις πόλεις και τα γύρω δάση. Σε πολλά εξ αυτών παρατηρήθηκαν υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας, αυξημένες γενετικές μεταλλάξεις και χαμηλό ποσοστό γεννήσεων.
Τα τελευταία χρόνια, στη Ζώνη Αποκλεισμού του Τσερνόμπιλ (CEZ), μια περίμετρο περίπου 1.000 τετραγωνικών μιλίων γύρω από τον πυρηνικό σταθμό, γίνεται ένα από τα μεγαλύτερα επιστημονικά πειράματα στον κόσμο για τη διερεύνηση των μακροπρόθεσμων επιπτώσεων της ιονίζουσας ακτινοβολίας.
Το 2016, μια μελέτη διαπίστωσε ότι οι ανατολικοί δεντροβάτραχοι (Hyla orientalis) που ζουν στη ζώνη αποκλεισμού παρουσιάζουν διαφορετικά χαρακτηριστικά από τα γειτονικά ξαδέλφια τους και το 2023, μια άλλη μελέτη ανακάλυψε διακριτές γενετικές διαφορές μεταξύ των σκύλων του Τσερνόμπιλ και των σκύλων που ζουν 10 μίλια μακριά από την περιοχή. Τα παραπάνω στοιχεία ωστόσο, πρέπει να αναλυθούν περαιτέρω.
Παράλληλα, επιστήμονες του Πανεπιστημίου του Πρίνστον άρχισαν να εξερευνούν ένα άλλο παράδοξο φαινόμενο που αφορά θηλαστικά του CEZ, και συγκεκριμένα τον απροσδόκητα ακμάζοντα πληθυσμό λύκων που έρχεται σε αντίθεση το τι συμβαίνει με άλλα ζώα της περιοχής. Τα αποτελέσματα της δεκαετούς μελέτης τους παρουσιάστηκαν στην Ετήσια Συνάντηση της Εταιρείας Ολοκληρωτικής και Συγκριτικής Βιολογίας τον περασμένο Ιανουάριο.
Η ανάλυση των λύκων στο CEZ έχει ιδιαίτερο ενδιαφέρον καθώς αφορά ζώα που βρίσκονται στην κορυφή της τροφικής αλυσίδας. Πρόκειται δηλαδή για οργανισμούς που βρίσκονται σε προνομιακή θέση σε ένα οικοσύστημα, ωστόσο όταν το οικοσύστημα αυτό κατακλύζεται από ακτινοβολία, αυτά τα ζώα αναγκάζονται να τρώνε θηράματα και φυτά που έχουν εκτεθεί στη ραδιενέργεια.
ΜΙΑ ΑΝΕΥ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟΥ ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ
Η ερευνήτρια Cara Love δήλωσε στο NPR πως οι πληθυσμοί λύκων στο CEZ είναι στην πραγματικότητα επτά φορές μεγαλύτεροι σε αριθμό σε σχέση με εκείνους που ζουν σε προστατευόμενες περιοχές άγριας ζωής στη γειτονική Λευκορωσία.
“Οι γκρίζοι λύκοι μας προσφέρουν μια πραγματικά ενδιαφέρουσα ευκαιρία ώστε να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τις επιπτώσεις της χρόνιας έκθεσης πολλών γενεών σε ιονίζουσα ακτινοβολία”, είπε από τη δική του μεριά ο ερευνητής βιολόγος Campbell-Stanton σε μια συνέντευξη στο NPR.
Πριν δέκα χρόνια, το 2014 συγκεκριμένα, η ομάδα των βιολόγων του Πρίνστον προσάρτησε σε συγκεκριμένους λύκους περιλαίμια με δοσίμετρα ακτινοβολίας με ενσωματωμένο GPS, σε μια προσπάθεια να κατανοήσει την απόκριση του πληθυσμού στην ακτινοβολία που προκαλεί καρκίνο. Ανακάλυψαν πως οι εν λόγω γκρίζοι λύκοι εκτίθεντο διαρκώς σε ακτινοβολία έξι φορές υψηλότερη (11,28 millirem ακτινοβολίας) από το νόμιμο όριο για τους ανθρώπους.
Η θεωρία των ερευνητών είναι πως οι λύκοι αυτοί βιώνουν ένα είδος ταχείας φυσικής επιλογής, που πιθανότατα προκαλείται από την εξίσου γρήγορη αλλαγή στο περιβάλλον τους. Συγκεκριμένα, ορισμένοι λύκοι εντός του CEZ είχαν γονίδια που τους έκαναν πιο ανθεκτικούς στον καρκίνο από άλλους λύκους. Εν προκειμένω, είτε δεν ανέπτυσσαν καρκίνο, είτε επηρεάζονταν λιγότερο από αυτόν ως προς την υγεία τους.
Οι πιο ανθεκτικοί λύκοι έδειξαν πως πέρασαν τα γονίδια αυτά σε μια μελλοντική γενιά.
Η Love βρήκε κατά τη μελέτη της πως οι μεταλλαγμένοι λύκοι έχουν “αλλάξει” το ανοσοποιητικό τους σύστημα με τρόπο που προσομοιάζει με εκείνο των καρκινοπαθών που υποβάλλονται σε θεραπεία με ακτινοβολία.
Γονιδιώματα και απουσία ανθρώπων
“Βρήκαμε ότι οι ταχύτερα εξελισσόμενες περιοχές [γονιδιώματος] των λύκων εντός της ζώνης του Τσερνόμπιλ βρίσκονται μέσα και γύρω από γονίδια που γνωρίζουμε ότι παίζουν κάποιο ρόλο στην ανοσοαπόκριση έναντι του καρκίνου ή στην αντικαρκινική ανοσοαπόκριση στα θηλαστικά”, δήλωσε ακόμη ο Campbell-Staton.
“Πλέον αρχίσαμε να συνεργαζόμαστε με βιολόγους που μελετούν τον καρκίνο στον άνθρωπο και με σχετικές εταιρείες για να μας βοηθήσουν να ερμηνεύσουμε αυτά τα δεδομένα και στη συνέχεια να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε εάν υπάρχουν δεδομένα που θα μπορούσαν να προσφέρουν νέους θεραπευτικούς στόχους για την αντιμετώπιση του καρκίνου στους ανθρώπους”, πρόσθεσε ο ίδιος.
Η Love πρόσθεσε πως στην περιοχή οι μελετητές έχουν εξερευνήσει πολλές διαφορετικές λοιμώξεις από παράσιτα και παθογόνα σε αυτόν τον πληθυσμό λύκων σε σύγκριση με πληθυσμούς αναφοράς, προσπαθώντας να συγκρίνουν τα ποσοστά ασθενειών.
Η έρευνα θα μπορούσε να αποτελέσει κλειδί για την εξέταση του τρόπου με τον οποίο οι γονιδιακές μεταλλάξεις στους ανθρώπους θα ήταν ενδεχομένως σε θέση να αυξήσουν τις πιθανότητες επιβίωσης από τον καρκίνο. Αντιστοίχως, στο “στόχαστρο” της έρευνας αναμένεται να τεθούν και οι σκύλοι της περιοχής ως προς την ανθεκτικότητά τους στη ραδιενέργεια και τις επιπτώσεις της.
Ενώ τα δεδομένα δείχνουν μια σαφή γενετική αιτία πίσω από την ανθεκτικότητα των λύκων του CEZ στον καρκίνο, o Campbell-Stanton ανέφερε πως οι λύκοι αυτοί είναι απαλλαγμένοι από τη μεγαλύτερη βιολογική πίεση που θα μπορούσαν να γνωρίζουν: Δηλαδή τον ίδιο τον άνθρωπο.
Σε κάθε περίπτωση, η ομάδα του Πρίνστον τονίζει πως αυτή τη στιγμή το Τσερνόμπιλ προσφέρει μια άνευ προηγουμένου επιστημονική ευκαιρία για την ανθρωπότητα. Δυστυχώς, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, έχει ανακόψει τη συνέχιση των ερευνών.