ΠΑΤΙ ΜΠΟΙΝΤ: Η ΓΥΝΑΙΚΑ ΠΟΥ ΠΑΝΤΡΕΥΤΗΚΕ ΔΥΟ ΦΙΛΟΥΣ ΡΟΚΣΤΑΡΣ
Και για χάρη της γράφτηκαν μερικά από τα πιο κλασικά τραγούδια.
Μοντέλο, φωτογράφος, περσόνα που βρέθηκε στο επίκεντρο της ροκ σκηνής των ‘60s και των ‘70s, η Πάτι Μπόιντ μόλις έκανε μία χάρη στον κόσμο κυκλοφορώντας το βιβλίο “My life in pictures”, με ανέκδοτες μέχρι σήμερα φωτογραφίες -προφανώς-, σελίδες ημερολογίων, artworks, γράμματα και πολλά ακόμη “δώρα”, κατευθείαν από το προσωπικό της αρχείο.
Εντελώς αναμενόμενα βέβαια, οι σελίδες του βιβλίου που θα ξεφυλλίσει κανείς περισσότερο θα έχουν να κάνουν με τις δύο μεγάλες ροκ μορφές των οποίων υπήρξε σύζυγος: του Τζορτζ Χάρισον, πρώτα, και του Έρικ Κλάπτον στη συνέχεια.
Γεννημένη στις 17 Μαρτίου του 1944, η Πάτι Μπόιντ ξεκίνησε την καριέρα της στο μόντελινγκ το 1962, ποζάροντας για τα μεγαλύτερα βρετανικά περιοδικά της εποχής. Δύο χρόνια αργότερα, θα πάρει μέρος στο “A Hard Day’s Night”, λέγοντας μόνο μία ατάκα και εξαιρετικά αγχωμένη, καθώς όπως θα έλεγε στον ατζέντη της, “δεν είμαι ηθοποιός”.
Πριν λίγες ημέρες, σε συνέντευξη της στην Telegraph, η Μπόιντ θυμήθηκε την πρώτη φορά που συνάντησε τους Beatles σε ένα τρένο για τις ανάγκες του φιλμ, μαζί με κάποια ακόμη μέλη του καστ της ταινίας.
“Ήμασταν σε ένα βαγόνι, εμείς τα κορίτσια”, είπε, “και κάπως γλίστρησαν πίσω από την πόρτα και παρουσιάστηκαν, σφίγγοντας τα χέρια μας. Και ήταν τόσο ευγενικοί και γοητευτικοί”.
Ο Χάρισον δεν άργησε να της ζητήσει να πάνε για φαγητό αλλά η Μπόιντ του είπε “όχι”, καθώς ήδη έβγαινε με τον φωτογράφο Έρικ Σουέιν εκείνη την εποχή.
“Ο Τζορτζ Χάρισον μου ζήτησε να βγούμε!” διαβάζει κανείς στο ημερολόγιό της στη σελίδα που γράφει “2 Μαρτίου 1964”.
Την επόμενη εβδομάδα, σε ένα γύρισμα, και ενώ η Μπόιντ ήταν πια μόνη, είπε “ναι” στη νέα πρόσκληση που της έκανε ο Χάρισον. Ήταν το ίδιο καλοκαίρι που ο Χάρισον αγόρασε ένα σπίτι στην αγγλική ύπαιθρο, θέλοντας να ξεφύγει απ’ την Beatlemania και τη δημοσιότητα. Σύντομα, η Μπόιντ θα μετακομίσει μαζί του και σε λιγότερο από δύο χρόνια, στις 21 Ιανουαρίου 1966, το ζευγάρι θα παντρευόταν -με κουμπάρο τον Πολ Μακάρτνεϊ.
“Είμαστε τέλειοι ο ένας για τον άλλον”, θα πει ο Χάρισον στην Evening Standard τη χρονιά που παντρεύτηκαν. “Οι άνθρωποι πρέπει να γνωρίζουν τα πάντα ο ένας για τον άλλον πριν παντρευτούν. Θα ήθελα να το βάλεις αυτό στο άρθρο. Όχι σχεδόν τα πάντα, αλλά πραγματικά τα πάντα. Πρέπει να τα πεις όλα και να τα βγάλεις από μέσα σου σαν να πηγαίνεις στον ψυχίατρο. Αυτό είναι το σπουδαίο με το να έχεις μία σύζυγο. Είναι η καλύτερή σου φίλη”.
Θα μοιραστούν την ίδια αγάπη για τις ανατολικές θρησκείες, τον ινδουϊσμό, θα γίνουν χορτοφάγοι και με την ενθάρρυνση του Χάρισον, η Μπόιντ θα αρχίσει να ασχολείται πιο σοβαρά με τη φωτογραφία. Καθώς όμως οι σχέσεις μεταξύ των Beatles άρχισαν να χαλάνε στα τέλη της δεκαετίας του ’60, το ίδιο άρχισε να συμβαίνει και ανάμεσα στον Χάρισον και την Μπόιντ.
“Οι Beatles τον έκαναν δυστυχισμένο με τις συνεχείς διαφωνίες τους”, θα πει η Μπόιντ στον συγγραφέα του βιβλίου “George Harrison: Behind the Locked Door”. “Ήταν πολύ κακοί ο ένας με τον άλλον. Αυτό ήταν κάτι που πραγματικά τον έκανε να νιώθει χάλια”.
Ο γάμος τους περνούσε δύσκολα κυρίως λόγω των καταχρήσεων του Χάρισον αλλά και των επαναλαμβανόμενων απιστιών του. Ήταν την ίδια περίοδο όπου ο Έρικ Κλάπτον θα γινόταν στενός φίλος με τον “ήσυχο Beatle” και θα άρχιζε να κάνει όλο και περισσότερη παρέα με το ζευγάρι.
Και τότε, μια ταραχώδη μέρα του 1970, η Πάτι Μπόιντ θα μάθαινε τι πραγματικά αισθανόταν ο Κλάπτον για την ίδια. Θα της πει ότι ήθελε να της παίξει λίγη μουσική και εντελώς ανύποπτη θα πάει στο σπίτι του. Ο Κλάπτον θα βάλει μια κασέτα και αυτή θα γινόταν η πρώτη φορά που η Μπόιντ θα άκουγε τη ‘Layla”, το θρυλικό τραγούδι που ετοίμασε ο Κλάπτον για τη βραχύβια μπάντα του, Derek and the Dominos.
“Ήταν εκπληκτικά όμορφο και δυνατό. Και το έπαιξε μερικές φορές ακόμη, και κάποια στιγμή συνειδητοποίησα ότι αφορούσε εμένα”, θα πει η ίδια χρόνια αργότερα. “Πανικοβλήθηκα λίγο. Ήταν πολύ δύσκολο να το διαχειριστώ”.
Το ίδιο βράδυ, εκείνη και ο Χάρισον θα βρεθούν σε ένα πάρτι στο σπίτι του μάνατζερ του Κλάπτον.
“Θυμάμαι κάποια στιγμή ήμουν έξω στον κήπο με τον Έρικ”, θα πει η Μπόιντ, “και τότε ο Τζορτζ εμφανίστηκε από το πουθενά και είπε στον Έρικ: ‘τι κάνεις; Τι συμβαίνει;’. Και τότε ήταν που ο Έρικ είπε: ‘Είμαι ερωτευμένος με τη γυναίκα σου’. Το μόνο που ήθελα ήταν απλώς να ανοίξει η γη και να με καταπιεί”.
Ο Χάρισον τη ρώτησε με ποιον από τους δύο θα έφευγε από εκεί εκείνο το βράδυ, και η Μπόιντ θα διάλεγε τον άντρα της.
Ο Κλάπτον όμως δεν το έβαλε κάτω. Την επόμενη φορά που τη συνάντησε, της έδειξε ένα φιαλίδιο γεμάτο ηρωίνη, και ορκίστηκε να το πάρει όλο αν δεν το έσκαγε μαζί του. Και πάλι όμως του αρνήθηκε.
Εν τω μεταξύ, ο Χάρισον είχε αρχίσει σιγά σιγά να “φεύγει” από τη σχέση τους. Μετά το τέλος των Beatles, γινόταν όλο πιο απόμακρος και αποστασιοποιημένος.
“Ήμασταν πολύ δυσαρεστημένοι ο ένας με τον άλλον. Και νομίζω ότι όταν είσαι δυστυχισμένος… συμπεριφέρεσαι άσχημα”, θα πει η ίδια.
Σύμφωνα με την Μπόιντ “άσχημα” σήμαινε απιστία, αλκοόλ και ναρκωτικά, για να μην αναφέρουμε μια ιδιαίτερα αποτρόπαια σκηνή, όταν ο Χάρισον “συνελήφθη” να έχει σχέση με την τότε σύζυγο του Ρίνγκο Σταρ, τη Μορίν. Και τελικά, το 1974, ένα από τα πιο πολυσυζητημένα ζευγάρια της Μεγάλης Βρετανίας θα χώριζε.
“Ήταν εξαιρετικά δύσκολη η απόφασή που είχα να πάρω”, θα πει η ίδια στην Telegraph. “Ένιωθα ότι έπρεπε να φύγω από τον Τζορτζ γιατί τα πράγματα είχαν ξεφύγει από κάθε έλεγχο. Ήταν απλώς ένας διαφορετικός Τζορτζ. Βασικά, είχαμε πάει σε διαφορετικές κατευθύνσεις αλλά ακόμα αγαπούσαμε ο ένας τον άλλον. Απλώς νομίζω ότι ήθελε να ανοίξει τα φτερά του και να εκμεταλλευτεί το ότι ήταν ο όμορφος, διάσημος, πλούσιος τύπος -που όντως ήταν- και να δει πώς νιώθουν τα κορίτσια γι ‘αυτόν. Ένα θερμόαιμο αγόρι. Και γιατί όχι, υποθέτω”.
Ο Κλάπτον δεν σταμάτησε ποτέ να την κυνηγά, και λίγο μετά τον οριστικό χωρισμό της με τον Χάρισον, οι δυο τους ξεκίνησαν να βγαίνουν.
Θα μείνουν μαζί για 14 ταραχώδη χρόνια. Το 1979 θα παντρευτούν και θα χωρίσουν το 1989, όταν ο Κλάπτον θα της αποκαλύψει ότι μια άλλη γυναίκα ήταν έγκυος στο παιδί του.
“Αυτή η σχέση νομίζω ότι ήταν μονίμως στα άκρα. Πολλή στενοχώρια, πολλή διασκέδαση, και πολλές ευτυχισμένες στιγμές”, θα πει.
Σε κάποιες απ’ αυτές τις πολύ ευτυχισμένες στιγμές, ο Κλάπτον θα εμπνευστεί ένα ακόμη τραγούδι από εκείνη, το “Wonderful Tonight”. Ήταν ένα βράδυ που την περίμενε να ετοιμαστεί για να βγουν, και όταν τον ρώτησε πώς του φαίνεται, της απάντησε αυτό το πολύ απλό: “wonderful”. Μεγάλο τραγούδι, διαχρονικό, αλλά από τη στιγμή που ο Χάρισον είχε εμπνευστεί εξαιτίας της το “Something”, ο πήχης ήταν ήδη ψηλά, σχεδόν απλησίαστος.
“Με κάνει να νιώθω κολακευμένη που τόσο όμορφα τραγούδια γράφτηκαν για μένα”, θα πει η ίδια χρόνια αργότερα, μάλλον με μια δόση σεμνότητας.
Πριν από μερικές ημέρες, μιλώντας στο People, η Πάτι Μπόιντ θυμήθηκε την τελευταία φορά που συνάντησε το Τζορτζ Χάρισον. Ήταν μόλις λίγους μήνες πριν από το θάνατό του, τον Νοέμβριο του 2001. Αν και δεν της είπε και τόσα πολλά, όπως θυμάται, ήταν προφανώς μία ευκαιρία για εκείνον να της πει ένα τελευταίο “αντίο”.
“Ήρθε με μερικά δωράκια, παίξαμε μουσική και ήπιαμε λίγο τσάι”, θυμάται. “Ήταν υπέροχο να τον βλέπω, αλλά ήξερα ότι δεν ήταν καλά. Ένιωσα ότι ήθελε να με δει τώρα και να μην το αφήσει για όταν θα ήταν πολύ αργά”.
Καθώς μιλούσαν στον κήπο της, ο Χάρισον παρατήρησε μερικά μοναχικά λουλούδια να τρυπώνουν μέσα στη βρωμιά και να τρέμουν στο αεράκι. “‘Τα λουλούδια τρέμουν’. Μόνο ο Τζορτζ θα σκεφτόταν το ρίγος των λουλουδιών. Ήταν τόσο γλυκό”.
Ήταν η τελευταία φορά που είδαν ο ένας τον άλλον. “Επειδή τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα είχαμε σχεδιάσει, αυτό δεν μείωσε την αγάπη που είχε ο ένας για τον άλλον”, θα πει στον δημοσιογράφο του People.