ΠΟΙΟΣ ΕΙΧΕ ΤΗ ΣΑΤΑΝΙΚΗ ΙΔΕΑ ΝΑ ΚΑΝΕΙ ΤΟ ΔΙΑΔΡΟΜΟ ΓΥΜΝΑΣΤΙΚΗΣ “ΕΡΓΑΛΕΙΟ” ΕΞΕΤΑΣΗΣ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ
Δεδομένα το τεστ κοπώσεως δεν είναι ό,τι χειρότερο υπάρχει σε ιατρική εξέταση. Σίγουρα είναι ιδιαίτερη. Τι σκεφτόταν ο άνθρωπος που την πρότεινε ως την ιδανική για την αξιολόγηση της καρδιακής λειτουργίας;
Πρόσφατα έζησα την εμπειρία του τεστ κοπώσεως. Φίλοι που το έκαναν πριν από εμένα, μου είπαν πως δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο και ότι δεν πρόκειται να το ‘βγάλω’. Δηλαδή, να ολοκληρώσω όλα τα στάδια, αφού “αυτό δεν το καταφέρνουν ούτε αθλητές”.
Στο κέντρο που πήγα, ο γιατρός με ενημέρωσε πως εξ όσων έχει εξετάσει, ολοκλήρωσε τη ‘διαδρομή’ μόνο ένας. Τον ρώτησα αν ήταν μαραθωνοδρόμος. Μου είπε πως ναι.
Δεν έχω κληρονομικό χάρισμα. Ήταν η μόνη λογική εξήγηση.
Έβαλα που λες, τα αθλητικά μου παπούτσια, δεν έφαγα και δεν ήπια κάτι μια ώρα πριν το ραντεβού και σε αυτό ο ειδικός με ενημέρωσε πως θα έπρεπε να περάσω τη διαδικασία, φορώντας μάσκα -αφού ο Covid είναι ακόμα ανάμεσα μας.
Παρένθεση: μάσκα δεν φορούσα ούτε στο γυμναστήριο, οπότε αυτομάτως στο μυαλό μου ανέβηκε ο συντελεστής δυσκολίας.
Στα δυο, τρία πρώτα επίπεδα ένιωσα να δοκιμάζεται η υπομονή μου, ώσπου η κλίση του διαδρόμου έγινε λίγο περισσότερο κάθετη και πια δεν αρκούσε να περπατώ. Έπρεπε να τρέχω.
Τίμια έφτασα στο πέμπτο επίπεδο, όπου ένιωσα πως δεν μπορούσα να αναπνεύσω και ζήτησα να σταματήσω.
Έριξα το φταίξιμο στη μάσκα. Ο γιατρός μου είπε πως “διαπιστωμένα περνάει επαρκής αέρας”, εγώ διαφώνησα, εκείνος επέμενε -τέλος πάντων δεν συμφωνήσαμε ποτέ- και με παρέπεμψε σε πυρηνικό τεστ κοπώσεως -καθώς είδε κάτι που αν δεν είχα ιστορικό θα περνούσε ως αδιάφορο, αλλά επειδή έχω ιστορικό πρέπει να ερευνήσω περαιτέρω.
Από εκείνη την ημέρα σκέφτηκα να αναζητήσω τον άνθρωπο που εμπνεύστηκε αυτό το τεστ, ως τον τρόπο να ελέγχουμε τα της καρδιαγγειακής μας λειτουργίας. Το αμέλησα μέχρι που ήλθε στο γραφείο ο Χρήστος Δεμέτης, αφότου προστέθηκε και αυτός στο club και αφηγήθηκε τη δική του εμπειρία.
Ποιος λοιπόν, συνδύασε την εξέταση με το διάδρομο του γυμναστηρίου και πώς μπορεί να του ήλθε η έμπνευση;
Το διαχρονικό δώρο στην ανθρωπότητα
Στην ιατρική δεν υπάρχουν πολλά πράγματα που να αντέχουν στο χρόνο, με τις εξελίξεις να είναι καταιγιστικές -ειδικά αυτήν την εποχή που χιλιάδες ερευνητές αναζητούν τρόπους να επιβραδυνθεί η ανθρώπινη γήρανση. Σε επίπεδο μακροζωίας. Όχι αισθητικής.
Στη μικρή λίστα με τις εξετάσεις που υπάρχουν εδώ και δεκαετίες και σώζουν ζωές, είναι το Pap Test.
Το τεστ τραχήλου της μήτρας -που ανιχνεύει πιθανές προκαρκινικές και καρκινικές διεργασίες της μήτρας ή του παχέος εντέρου- υπάρχει από το ‘20 και είναι η προσφορά του Γιώργου Παπανικολάου και του Aurel Babeș στην ανθρωπότητα.
Το τεστ κοπώσεως (cardiac stress test) το κάνουμε από το ‘80 και είναι το δώρο του Robert Bruce στο είδος μας.
Αρχικά, είχε ονομαστεί Bruce Protocol και ‘διαφημίστηκε’ ως “διαγνωστική εξέταση που χρησιμοποιείται στην αξιολόγηση της καρδιακής λειτουργίας”.
Πώς εξελίχθηκε σε ιατρικό εργαλείο ο διάδρομος γυμναστικής
O Robert Arthur Bruce γεννήθηκε στη Βοστώνη, στις 20/11 του 1916. Εκεί έζησε και όλη του την σχολική ζωή, έως το πτυχίο επιστημών από το Boston University. Αυτό της ιατρικής το πήρε από το University of Rochester, στη Νέα Υόρκη, όπου έκανε την πρακτική και την ειδικότητα (εσωτερικής ιατρικής).
Από τότε προσπαθούσε να πείσει τους συναδέλφους τους πως ένα τεστ αντοχής -μέσω άσκησης- θα μπορούσε να παίξει μια μέρα σημαντικό ρόλο, στην αξιολόγηση των καρδιοπαθών. Τότε άρχισε να χρησιμοποιεί ως εργαλείο διάγνωσης το διάδρομο του γυμναστηρίου.
Βοηθούσε και το γεγονός ότι η μέθοδος που χρησιμοποιούνταν τότε είχε αποδειχθεί ανεπαρκής τρόπος αξιολόγησης της αναπνευστικής και της κυκλοφοριακής λειτουργίας. Το Master’s Two Step αφορούσε ηλεκτροκαρδιογράφημα έδειχνε την κατάσταση της καρδιάς τους, ενώ ανέβαιναν και κατέβαιναν μια μικρή πλατφόρμα, για 90 δευτερόλεπτα.
Συνολικά ο Bruce δημοσίευσε περισσότερα από 300 επιστημονικά άρθρα για την επιδημιολογία της καρδιαγγειακής νόσου, την παρακολούθηση της καρδιαγγειακής λειτουργίας μεταξύ μεγάλων κοορτών και την εξέλιξη της τυπικής άσκησης με διαβαθμίσεις, ως ‘όπλο’ ελέγχου του αντιληπτού μέγιστου φορτίου.
Οι ανακαλύψεις του -επί της φυσιολογίας της άσκησης και της καρδιολογίας- άλλαξαν το πώς ασκείται η καρδιολογία, με τον Bruce να περνάει στην ιστορία ως “ο πατέρας της καρδιολογίας της άσκησης”.
Η πρώτη δημοσίευση επί δοκιμής για την αξιολόγηση της καρδιακής λειτουργίας, μέσω της άσκησης, έγινε το 1949.
Αφορούσε τεστ ενός σταδίου (ένα επίπεδο σε διάδρομο γυμναστικής), με τον Bruce να αναλύει λεπτό προς λεπτό τις αλλαγές στην κυκλοφορική και αναπνευστική λειτουργία ενηλίκων που δεν είχαν πρόβλημα υγείας.
Η δεύτερη είχε δυο στάδια, η τρίτη τρία και τότε κατάλαβε πως τα πολλαπλά στάδια είχαν πλεονεκτήματα που ήταν άγνωστα έως τότε. Το επόμενο βήμα ήταν να πειράζει την ταχύτητα και την κλίση.
Το 1950 ο Bruce μετακόμισε στο Σιάτλ, καθώς έγινε ομότιμος καθηγητής καρδιολογίας στην ιατρική σχολή του University of Washington. Τότε ανέπτυξε το ενδιαφέρον για τη χρήση υπολογιστών στην καρδιολογία -ίδρυσε σχετικό τομέα στο τμήμα του.
Εκεί τροποποίησε τις δοκιμές του, περιλαμβάνοντας στο τεστ και τέταρτο -προοδευτικό- στάδιο.
Το 1963 συνέλαβε και επικύρωσε το πρωτόκολλο άσκησης πολλαπλών σταδίων. Μετά χρησιμοποίησε εκτεταμένη βάση δεδομένων, για την ανάπτυξη κανονικών προτύπων με βάση την ηλικία, το φύλο και το συνηθισμένο πρότυπο δραστηριότητας.
Έτσι ‘γεννήθηκε’ το Bruce Protocol, με τον δημιουργό του να λέει ότι μπορούσε να ανιχνεύσει ενδεικτικά σημάδια καταστάσεων -όπως η στηθάγχη, η ανάπτυξη πόνου στο στήθος ή δυσφορίας λόγω στεφανιαίας νόσου, προηγούμενη καρδιακή προσβολή ή κοιλιακό ανεύρυσμα.
“Δεν θα αγοράζατε ποτέ ένα μεταχειρισμένο αυτοκίνητο χωρίς να το κάνετε μια βόλτα και να δείτε την απόδοση του κινητήρα, ενώ είναι το όχημα σε λειτουργία. Το ίδιο ισχύει στην αξιολόγηση της λειτουργίας της καρδιάς”.
Η διάρκεια της άσκησης έγινε η κύρια μέτρηση που στο μυαλό του επιστήμονα, μπορούσε να εκτιμήσει αυτό που είχε ονομάσει ως “λειτουργική αερόβια βλάβη”.
Το σκεπτικό του ήταν διαφορετικό από αυτό που ζούμε σήμερα και εστιάζει στα όσα αποκαλύπτει η καταγραφή ηλεκτρικής δραστηριότητας της καρδιάς, κατά τη διάρκεια της άσκησης.
Ο Bruce εστίαζε στην απόδοση της άσκησης και στις αλλαγές του καρδιακού ρυθμού και της αρτηριακής πίεσης, σε συνδυασμό με την στοχευμένη εξέταση του ασθενούς, κατά τη διάρκεια του τεστ και αμέσως μετά το τέλος του.
Σε κάθε περίπτωση, το Bruce Protocol (το οποίο έφτιαξε με τον Κινέζο συνάδελφο του, Paul Yu) των επτά, τρίλεπτων, σταδίων έγινε το κλινικό πρότυπο στην καρδιολογία με ευρεία αναγνώριση.
Ο εκ των ιδρυτικών μελών και πρόεδρος της Association of University Cardiologists (Ένωση Πανεπιστημιακών Καρδιολόγων), ήταν και μεταξύ αυτών που ‘έφτιαξαν’ το πρόγραμμα Seattle Heart Watch (το 1971), που ανέπτυξε βάση δεδομένων με αποτελέσματα από +10.000 άτομα που έκαναν τεστ κοπώσεως μια δεκαετία.
Ο πρωταγωνιστής της ιστορίας δεν ήταν μόνο λόγια -ως προς τη σημασία της άσκησης στην υγεία. Απολάμβανε υγιεινό τρόπο ζωής και περπατούσε κάθε μέρα 1.6 χιλιόμετρα, μαζί με τη σύζυγο του, έως το θάνατο του. Άφησε την τελευταία του πνοή στα 87, μετά 13 χρόνια μάχης με τη χρόνια λεμφοκυτταρική λευχαιμία.
Το σκεπτικό πίσω από το τεστ
Σύμφωνα με το αρχικό Bruce Protocol, ο ασθενής περπατά σε ανηφορικό διάδρομο σε μια διαβαθμισμένη δοκιμασία άσκησης -φορώντας ηλεκτρόδια στο στήθος, για την παρακολούθηση των καρδιακών σημάτων.
Κάθε 3 λεπτά η ταχύτητα και η κλίση του διαδρόμου αυξάνονται.
Υπάρχουν 7 τέτοια στάδια.
Συνήθως είναι οι αθλητές μεγάλων αποστάσεων αυτοί που ολοκληρώνουν και τα 7 στάδια.
Στο τροποποιημένο -σημερινό- Bruce Protocol ο διάδρομος είναι αρχικά οριζόντιος (και όχι ανηφορικός), με τις αλλαγές των πρώτων σταδίων να αφορούν μόνο την κλίση του διαδρόμου.
Καθώς αυξάνονται η κλίση και η ταχύτητα, όταν υπάρχει πρόβλημα, εμφανίζεται στην οθόνη του γιατρού. Επίσης, χρησιμοποιείται νεότερη τεχνολογία -ανάλυση με υπερήχους που βοηθούν στις πιο ακριβείς διαγνώσεις.
Η εξέλιξη ‘πάτησε’ πάνω στην έμπνευση του Bruce: αν δεν υπάρχουν οριστικά αποτελέσματα από το τεστ κοπώσεως ή είναι αδύνατη η συμβατική εξέταση, λόγω αρρυθμίας ή εγκεφαλικού επεισοδίου ή πνευμονικής νόσου (κ.α.) ακολουθεί πυρηνικό τεστ κοπώσεως.
Ο ασθενής ανεβαίνει πάλι, στο διάδρομο, αλλά οι οι εικόνες συνήθως λαμβάνονται με τομογραφία εκπομπής φωτονίου (SPECT): μια κάμερα που καταγράφει εικόνες ακτίνων Χ, περιβάλλει την καρδιά και τη φωτογραφίζει από διάφορες γωνίες. Υπολογιστής ‘παίρνει’ αυτές τις πληροφορίες και ‘δίνει’ μια πιο λεπτομερή εικόνα της καρδιάς.