Ο Όλαφ Σολτς στραβοκοιτάει τον Φρίντριχ Μερτς, στην τελευταία συνεδρίαση της Bundestag. AP Photo Ebrahim Noroozi

ΓΙΑΤΙ Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΓΥΡΝΑΕΙ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΣΤΟΥΣ ΠΡΟΣΦΥΓΕΣ

Από τον Χίτλερ και τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, στην πολιτική καλωσορίσματος των προσφύγων της Μέρκελ και την επιστροφή στο ένοχο παρελθόν.

Το μεταναστευτικό εξελίσσεται στο πιο δύσκολο τεστ της ήδη ασταθούς κυβερνητικής συμμαχίας της Γερμανίας. Φαίνεται να υπάρχει ένας πανικός που την οδηγεί σε πρακτικές, οι οποίες καταργούν εν πολλοίς, την πολιτική της Άνγκελα Μέρκελ που έκανε τη χώρα ηγέτιδα στην προάσπιση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

H κεντρική οδηγία είναι «να επιλέγουμε ποιος μπαίνει στη χώρα», όπως είπε στο Κοινοβούλιο ο Όλαφ Σολτς. Παράλληλα, θα γίνονται και άλλα που είναι πιο σύνθετα έως και παράνομα και υπονομεύουν τον Κώδικα Συνόρων του Σένγκεν.

Όπως επισημαίνουν πολιτικοί αναλυτές, θα μπορούσαν να αποσταθεροποιήσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση στο σύνολό της.

O υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Μιχάλης Χρυσοχοΐδης είπε σήμερα στην EΡΤ ότι «αυτά που θέλει να εφαρμόσει η Γερμανία είναι κόντρα στο Σύμφωνο Μετανάστευσης».

Το πιθανότερο είναι να εννοούσε τη Σύμβαση για το Καθεστώς των Προσφύγων, γνωστή ως Σύμβαση για τους Πρόσφυγες.

Σε αυτήν απαγορεύεται η επαναπροώθηση «στα σύνορα εδαφών όπου η ζωή ή η ελευθερία του θα απειλούνταν εξαιτίας του φυλή, θρησκεία, εθνικότητα, συμμετοχή σε μια συγκεκριμένη κοινωνική ομάδα ή πολιτική άποψη».

Υπάρχουν δυο εξαιρέσεις:

α) αν ο πρόσφυγας αποτελεί κίνδυνο για την ασφάλεια της χώρας υποδοχής και

β) αν έχει καταδικαστεί με τελεσίδικη απόφαση για ένα ιδιαίτερα σοβαρό έγκλημα και αποτελεί κίνδυνο για τη χώρα.

Η κυβέρνηση λοιπόν, της Γερμανίας αποφάσισε να εντείνει τους ελέγχους στα σύνορά της και να επαναπροωθεί όποιον κρίνει πως δεν πρέπει να μπει στα εδάφη της. Η αντιπολίτευση απαιτεί ακόμα πιο αυστηρά μέτρα, επιμένοντας πως οι απελάσεις είναι νομικά εφικτές εφόσον δεν μπορεί να διασφαλιστεί η ασφάλεια και η τάξη στη χώρα.

Συνταγματολόγοι υποστηρίζουν ότι ενδεχόμενη σχετική νομική υπόθεση θα έφτανε στα Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Η ΓΕΡΜΑΝΙΑ ΘΑ ΕΠΑΝΑΠΡΟΩΘΕΙ ΟΠΟΙΟΝ ΘΕΛΕΙ

Σε πρώτο πλάνο λοιπόν, των νέων μέτρων της Γερμανίας τίθεται η δυνατότητα απέλασης προσφύγων, κάτι που ζητούσαν επί χρόνια οι ακροδεξιοί και εσχάτως πιο επίσημα και έντονα το AfD (Alternative für Deutschland), που τώρα απαιτεί την κατάργηση του δικαιώματος του ασύλου.

Ο κυβερνητικός συνασπισμός (SPD, Πράσινοι, FDP) αποφάσισε να εφαρμόσει πιο αυστηρά τους κανόνες επί των αιτούντων ασύλου από την ερχόμενη εβδομάδα.

Υπό το προτεινόμενο πλάνο, περισσότεροι άνθρωποι θα απορρίπτονται σε όλα τα χερσαία σύνορα της χώρας και θα στέλνονται πίσω στις χώρες της ΕΕ, από τις οποίες πέρασαν πριν φτάσουν στη Γερμανία.

Θα διευρυνθεί η λίστα των εγκλημάτων που οδηγούν σε απέλαση ή απόρριψη αίτησης ασύλου και οι διαδικασίες θα είναι πιο γρήγορες. Οι αιτήσεις από ανθρώπους που δεν έχουν ποινικό μητρώο και προέρχονται από ‘ασφαλείς χώρες’ (safe countries of origin), όπως τα Δυτικά Βαλκάνια θα ολοκληρώνονται σε λίγες ημέρες.

Η Γερμανία συνορεύει βόρεια με τη Δανία, βορειοδυτικά με την Ολλανδία, δυτικά με τη Γαλλία, το Λουξεμβούργο και το Βέλγιο, νότια με την Αυστρία, νοτιοδυτικά με την Ελβετία και ανατολικά με την Πολωνία και την Τσεχία.

Όλοι αντέδρασαν, όπως και η Κομισιόν, όπως και όλες οι χώρες στις οποίες πατούν πρώτα το πόδι τους οι πρόσφυγες και ως εκ τούτου, κάνουν εκεί αίτηση ασύλου.

Να σημειωθεί επίσης, ότι η ανακοίνωση περί απορρίψεων προέκυψε μια ημέρα μετά την ενημέρωση του Βερολίνου πως θα ενισχύσει τους ελέγχους σε όλα τα σύνορα της Γερμανίας από την ερχόμενη εβδομάδα. Ήδη γίνονται τυχαίοι έλεγχοι στα σύνορα με Πολωνία, Ελβετία και Τσεχία.

Οι αξιωματούχοι της κυβέρνησης επικαλέστηκαν ως λόγο των νέων, πιο αυστηρών, μέτρων την προστασία του κοινού από την απειλή βίας Ισλαμιστών και τον περιορισμό της ακανόνιστης μετανάστευσης.

Η υπουργός εσωτερικών της χώρας, Νάνσι Φάζερ είπε ότι «χρειαζόμαστε την ικανότητα να γυρίζουμε ανθρώπους πίσω στα σύνορα και για αυτό πιστεύουμε ότι πρέπει να λάβουμε ειδικά μέτρα για εκείνα τα σημεία. Είναι κάτι απόλυτα απαραίτητο, ώστε να μειώσουμε περισσότερο την ακανόνιστη μετανάστευση».

Πώς η χώρα έκαναν την αναστροφή από το καλωσόρισμα των μεταναστών της εποχής της Άνγκελα Μέρκελ (2005-2021) στις καταδικαστέες πρακτικές και νοοτροπίες περασμένων εποχών -για τις οποίες απέφευγαν και να μιλούν για αυτές οι Γερμανοί μέχρι πρότινος;

Όπως πάντα, όλα γίνονται για μια καρέκλα.

Οι Γερμανοί φιλοξενούν 3.2 εκατομμύρια πρόσφυγες (πάνω από 1.000.000 είναι Ουκρανοί). Τελευταία έχει καταγραφεί σειρά επιθέσεων που αποδίδονται σε Ισλαμιστές. Ένα από τα πιο πρόσφατα περιστατικά ήταν η επίθεση με μαχαίρι, στο Ζόλινγκεν.

Έχασαν τη ζωή τους 3 άνθρωποι. Ύποπτος ήταν Σύρος που είχε ζητήσει άσυλο, ο οποίος απελάθηκε στη Βουλγαρία, όπου ήταν ήδη εγγεγραμμένος για άσυλο.

Την ίδια ώρα, η Γερμανία έχει τις περισσότερες αιτήσεις για άσυλο από κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης (+3.000.000) από ανθρώπους που ήδη ζουν στη χώρα. Μόνο πέρυσι αυξήθηκαν σε ποσοστό μεγαλύτερο του 50% (300.000 -ο μεγαλύτερος αριθμός μετά το 2015 και τη μεταναστευτική κρίση). Στην πλειοψηφία είναι Σύροι, Τούρκοι και Αφγανοί.

Το σύστημα αποδοχής αποδείχθηκε ανεπαρκές για να διαχειριστεί την αθρόα προσέλευση, με την κυβέρνηση να επιστρατεύει ξενοδοχεία, αεροδρόμια και άλλα μέρη για να ανταποκριθεί σε πρώτη φάση.

Έπειτα τίθεται το θέμα ένταξης και κάπως έτσι, αυξάνονται οι πολίτες που νιώθουν πως έχει χαθεί ο έλεγχος. Συγκεκριμένα κέντρα φροντίζουν να γιγαντώνουν την ανασφάλεια τους, βάζοντας στη μέση και τις οικονομικές δυσκολίες.

Τώρα ίσως να γίνεται πιο κατανοητή η ιστορική αλλαγή των πολιτικών από το Wir schaffen das (Μπορούμε να τα καταφέρουμε) της Merkel, στις απελάσεις.

Μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου, η Άνγκελα Μέρκελ θα εγκαταλείψει την καγκελαρία, έπειτα από 16 χρόνια AP

ΤΙ ΕΙΧΕ ΚΑΝΕΙ Η ΑΝΓΚΕΛΑ ΜΕΡΚΕΛ -ΚΑΙ ΔΙΑΛΥΕΤΑΙ ΤΩΡΑ

Να θυμίσουμε κάπου εδώ πως το καλωσόρισμα των μεταναστών και δη στην μεταναστευτική κρίση του 2015-16 έγινε ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της κυβέρνησης της Μέρκελ.

Εν αντιθέσει με πολλές ευρωπαϊκές χώρες που έκλεισαν τα σύνορα τους, τον Αύγουστο του 2015 η Γερμανία είχε επιτρέψει την είσοδο σε εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες και μετανάστες που είχαν εγκλωβιστεί στην Ουγγαρία.

Εκτιμάται πως σε ένα χρόνο πέρασαν στη χώρα περισσότεροι από 1.000.000 πρόσφυγες.

Η πολιτική είχε στη βάση της ανθρωπιστικές αρχές, εξ ου και η Γερμανία ανέλαβε την ευθύνη να παρέχει ασφάλεια και άσυλο. Επίσης, έγιναν μεγάλες επενδύσεις σε πολιτικές ένταξης (πχ μαθήματα γλώσσας και προγραμμάτων απασχόλησης), με στόχο να διασφαλιστεί πως τα νέα μέλη της χώρας θα μπορούσαν να συνεισφέρουν οικονομικά και κοινωνικά.

Το αποτέλεσμα ήταν να οφείλεται και σε αυτούς τους ανθρώπους η οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

Ό,τι έκανε η Μέρκελ επηρεάστηκε από τη δέσμευση της Γερμανίας με τους διεθνείς νόμους για τα ανθρώπινα δικαιώματα, αλλά -κυρίως- από την ιστορία της χώρας. Έκανε τη χώρα της ηγέτιδα στη διαχείριση ανθρωπιστικών κρίσεων.

Είχε προτείνει -και πιέσει- για τη συντονισμένη απάντηση της μεταναστευτικής κρίσης από όλη την ΕΕ, αλλά έπεσε στον τοίχο της Ανατολικής Ευρώπης.

Προφανώς και η καγκελάριος είχε αντιμετωπίσει έντονη κριτική εντός και εκτός συνόρων και οδήγησε σε άνοδο των ακροδεξιών στοιχείων. Χαρακτηριστική ήταν η δημιουργία του κόμματος «Εναλλακτική για τη Γερμανία» (ναι, του AfD) που λίγα χρόνια νωρίτερα θα ήταν αδύνατη.

Η πρώτη χάραξη πολιτικής του AfD αφορούσε ό,τι και σήμερα: τις μεταναστευτικές πολιτικές. Οι υλικοτεχνικές προκλήσεις που αντιμετώπισε η Μerkel στην ευόδωση του πλάνου της ήταν… βούτυρο στο ψωμί του ΑfD και ο λόγος που εισήχθησαν πιο περιοριστικά μέτρα. Για παράδειγμα, οι αυξημένοι συνοριακοί έλεγχοι.

«Η οικονομία της Γερμανίας είναι δυνατή και χάριν των μεταναστών»

Οι Συντηρητικοί, η ακροδεξιά και η ακροαριστερά χαρακτήρισαν την κυβέρνηση ως ‘διστακτική’ και ‘αδρανή’ σε ό,τι αφορά τη διαχείριση του μεταναστευτικού. Ζήτησαν περισσότερο αυστηρά μέτρα, με τον έλεγχο του μεταναστευτικού να εξελίσσεται σε ένα από τα πιο δύσκολα τεστ της ήδη ασταθούς κυβερνητικής συμμαχίας.

Πράγμα που αποδείχθηκε και κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Bundestag, του ομοσπονδιακού Κοινοβουλίου. Ενώ συνήθως όλα κυλούν ήρεμα ή τουλάχιστον πολύ πιο ήρεμα από ό,τι σε άλλα κοινοβούλια της Ευρώπης, αυτήν τη φορά υπήρχε παλμός και ένταση.

Η Deutsche Welle χαρακτήρισε αυτήν τη ‘συνάντηση’ ως το «πολυαναμενόμενο debate της χρονιάς». Είναι το highlight των ετήσιων διαπραγματεύσεων για το μπάτζετ.

Προφανώς και οι βουλευτές διαφώνησαν και επί άλλων μεγάλων θεμάτων, όπως η επίθεση της Ρωσίας στην Ουκρανία και η άνοδος της ακροδεξιάς. Στην κορυφή όμως, της πολιτικής ατζέντας ήταν το μεταναστευτικό.

Κατά παράδοση, η αντιπολίτευση άνοιξε τη συζήτηση, με επίθεση σε πολιτικές συμπεριλαμβανομένων αυτών για τη διαχείριση της μετανάστευσης.

Ο καγκελάριος Όλαφ Σολτς, υπερασπίστηκε την ολοένα και πιο μη δημοφιλή κυβερνητική συμμαχία. Κατά τη διάρκεια της ομιλίας του βγήκε εκτός ‘σεναρίου’, όπως τόνιζε ότι η γερμανική οικονομία έγινε δυνατή και χάριν της συνεισφοράς μεταναστών και πως το 25% των Γερμανών έχει μεταναστευτικό παρελθόν.

«Το γεγονός ότι είχαμε οικονομική ανάπτυξη την τελευταία 20ετια και πως καταφέραμε να κάνουμε τη χώρα μας οικονομικά επιτυχημένη οφείλεται και στους πολλούς ανθρώπους από χώρες από όλον τον κόσμο, που πρόσφεραν σε εμάς το ταλέντο τους».

Διασφάλισαν πως η οικονομία μας θα συνεχίσει να αναπτύσσεται. Δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο με συρρικνούμενο εργαζόμενο πληθυσμό που να έχει οικονομική ανάπτυξη. Αυτή είναι η αλήθεια με την οποία βρισκόμαστε αντιμέτωποι».

Αποσαφήνισε ότι εν αντιθέσει με ό,τι λέει η αντιπολίτευση (περί οκνηρίας) η κυβέρνηση έχει κάνει και συνεχίζει να κάνει πολλά για τη διαχείριση της μετανάστευσης, με την επιβολή πιο αυστηρών κανόνων που επιτρέπουν τις απελάσεις ατόμων των οποίων η αίτηση ασύλου απορρίπτεται.

Σε ό,τι αφορά την πρόσφατη επιτυχία της ακροδεξιάς (AfD) που για πρώτη φορά μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο κέρδισε σε εκλογές κρατιδίου, ο καγκελάριος είπε ότι «το AfD είναι παντρεμένο με το παρελθόν και προσπαθεί να κλέψει τη χώρα από το μέλλον της».

Ο Σολτς κατέληξε στο ότι «αυτό που θέλουμε είναι να κάνουμε σοβαρές πολιτικές και όχι θεατρικές παραστάσεις», φωτογραφίζοντας τον ηγέτης της αντιπολίτευσης, Φρίντριχ Μερτς που απέρριψε πρόταση για συζήτηση επί του μεταναστευτικού.

O ηγέτης του CDU, Φρίντριχ Μερτς. Ebrahim Noroozi AP Photo

Η αντιπολίτευση ξεκαθάρισε πως δεν θέλει να συνεργαστεί με την κυβέρνηση

Ένα από τα πιο σταθερά μέσα που χρησιμοποιεί ο Μερτς για να ‘χτυπάει’ την κυβέρνηση τους τελευταίους μήνες είναι το μεταναστευτικό.

Στην ομιλία του στο Κοινοβούλιο είπε ότι «μεταξύ 150.000 και 200.000 ικανοί εργαζόμενοι εγκαταλείπουν την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας κάθε χρόνο. Έχουμε έξοδο ικανών εργαζομένων, οι οποίοι απλά συνειδητοποιούν πως δεν έχουν πια στη χώρα τους επαρκείς ευκαιρίες.

Πριν μιλήσουμε για τη συνεισφορά των μεταναστών στην αγορά εργασίας, ας μιλήσουμε γιατί φεύγουν από τη χώρα τόσοι πολλοί ικανοί Γερμανοί. Αυτό είναι κάτι που επίσης, έχει να κάνει με τις πολιτικές της κυβέρνησης σας».

Στη συνέχεια τόνισε πως ενώ αυτή η κυβέρνηση υποτίθεται πως θα μεταμόρφωνε τη Γερμανία, αποδεικνύεται κυβέρνηση τελμάτωσης.

Σε ό,τι αφορά το κάλεσμα του Σολτς, ο Μερτς απάντησε ότι δεν βρίσκει λόγο να γίνει «αφού οι προτάσεις τις κυβέρνησης δεν είναι ικανοποιητικές για εμάς και ως εκ τούτου δεν θέλουμε να δουλέψουμε μαζί της επ’ αυτού του θέματος».

Και ενώ μετρούν τις δυνάμεις τους κυβέρνηση και αντιπολίτευση στη Γερμανία, διακυβεύονται τα σύνορα (μαζί με πολλά άλλα σημαντικά) όλης της Ευρώπης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα