“ΟΙ ΓΥΝΑΙΚΕΣ ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΝ ΓΙ’ ΑΥΤΑ”
Στις 13 περιφέρειες μόνο μια γυναίκα υποψήφια περνά στον επόμενο γύρο, παρόμοια είναι η εικόνα και στους μεγάλους δήμους της χώρας. Ποιοι είναι οι λόγοι, όμως, που στην Ελλάδα δεν προκρίνονται οι γυναίκες σε θέσεις ευθύνης;
Έχω το κουσούρι να παρατηρώ πάντα τις συνθέσεις διαφόρων πραγμάτων που αφορούν στην κοινωνική/ καλλιτεχνική/επιστημονική/ πολιτική ζωή. Βλέπω για παράδειγμα τα πάνελ στα media, σε εκδηλώσεις, σε συνέδρια, τα άτομα που υπογράφουν σκηνοθεσία στο θέατρο και τον κινηματογράφο, τις λίστες με τα άτομα που είναι υποψήφια για τα βραβεία βιβλίου. Έχω την ακλόνητη πεποίθηση πως θα έπρεπε να έχουν ισορροπία ώστε να πιστοποιούν την ισότιμη πρόσβαση των γυναικών στους θεσμούς, στην τέχνη, στην εργασία. Σπανίως, όμως, συμβαίνει. Με μια τέτοια έμφυλη ματιά κοίταξα και τον χάρτη των αυτοδιοικητικών εκλογών με την ολοκλήρωση του α’ γύρου για να διαπιστώσω όχι εμβρόντητη μα απηυδισμένη, εκτός των άλλων αποκαρδιωτικών που έχουν σχολιαστεί, ότι αυτός είναι απολύτως εφάμιλλος της τελευταίας θέσης που κατέχει η Ελλάδα στον ευρωπαϊκό δείκτη ισότητας των φύλων.
Συγκεκριμένα στις 13 περιφέρειες βρίσκεις μόλις μια γυναίκα υποψήφια που πέρασε ως δεύτερη στον δεύτερο γύρο. Υπάρχει δηλαδή ένα αρκετά ισχυρό ενδεχόμενο και οι 13 άνθρωποι που θα διοικούν τις περιφέρειες να είναι άνδρες. Σχεδόν σε όλους τους μεγάλους δήμους της χώρας εκλέγονται ή περνάνε στο δεύτερο γύρο άνδρες. Στους 66 δήμους της Αττικής – αν τους μέτρησα σωστά, μόλις σε τρεις δήμους προηγούνται γυναίκες υποψήφιες και σε άλλους οχτώ γυναίκες περνάνε στον δεύτερο γύρο έχοντας τερματίσει δεύτερες. Σαφώς τα στατιστικά δείχνουν πως δεν ζούμε σε μια κοινωνία που νοιάζεται και κοπιάζει για να αρθούν τα έμφυλα στερεότυπα που τόσο μας έχουν ταλαιπωρήσει. Κι αυτό αφορά σε όλες τις βαθμίδες, από τα πολιτικά κόμματα που δεν προκρίνουν γυναίκες για θέσεις ευθύνης, από το εκλογικό σώμα που δεν ψηφίζει γυναίκες υποψήφιες, από την ίδια την Πολιτεία που δεν διαμορφώνει το πλαίσιο ώστε οι γυναίκες να έχουν τον χρόνο, την ασφάλεια, την αυτοπεποίθηση, τις ευκαιρίες που χρειάζονται για να διεκδικήσουν ενεργό συμμετοχή στη διοίκηση. Έτσι ο χάρτης δεν είναι μόνο γαλάζιος με μαύρες κηλίδες σε κάποιες περιπτώσεις αλλά είναι και ανδροκρατούμενος, χωρίς να είναι ασύνδετο το ένα από το άλλο.
Δεν ασπάζομαι καθόλου την αντίληψη πως αρκεί να δούμε κάποιες γυναίκες σε θέσεις ευθύνης για να λυθούν τα ακανθώδη ζητήματα της έμφυλης βίας, της έμφυλης ανισότητας και της σεξιστικής κουλτούρας. Ούτε απαραίτητα το να βρεθεί μια γυναίκα ψηλά στην πολιτική ιεραρχία συνεπάγεται ότι θα ασκήσει φεμινιστική πολιτική, πολιτική υπέρ της χειραφέτησης των θηλυκοτήτων. Το μάθαμε αυτό καλά από τη Τζόρτζια Μελόνι και τη Μαρίν Λεπέν, από αρκετές γυναίκες υπουργούς του κυβερνητικού σχήματος που κάθε άλλο παρά υποστηρίζουν τις σύγχρονες φεμινιστικές διεκδικήσεις. Συχνά βρίσκονται απέναντι τους. Θέλει πολύ πιο ριζικές τομές και πολύπλευρες δράσεις για μια ειλικρινή και ουσιαστική αντιμετώπιση των έμφυλων περιφράξεων και του μισογυνισμού.
Όχι μόνο οι γυναίκες δεν εκλέχτηκαν αλλά δε βρέθηκε κανένας θεσμικός παράγοντας να το στηλιτεύσει ή έστω να το προσέξει.
Ωστόσο, κάτι αποτυπώνει αυτός ο χάρτης στο πεδίο των έμφυλων δικαιωμάτων. Κάτι βροντοφωνάζει για τις απόψεις που κυριαρχούν ως προς τους έμφυλους ρόλους. Κάτι άσχημο και απογοητευτικό. Ότι ένα τμήμα του πολιτικού κόσμου και των ψηφοφόρων αναδιπλώνεται στις πιο αναχρονιστικές νοοτροπίες ή δεν απαγκιστρώθηκε ποτέ από αυτές. Ότι οι έμφυλοι καταμερισμοί είναι πιο κραταιοί απ’ ότι ενδεχομένως πιστεύαμε. Ότι – με απλά λόγια – υπάρχουν πολλοί εκεί έξω που στο πίσω μέρος του κεφαλιού τους, ενίοτε και σε ολόκληρο το κεφάλι τους, κρίνουν τις γυναίκες ως λιγότερο άξιες και ικανές για να αναλάβουν την διοίκηση ενός δήμου ή μιας περιφέρειας. Ότι τέλος πάντων «οι γυναίκες δεν κάνουν γι’ αυτά». Γι’ αυτά κάνει μάλλον ο Μπέος, ο κάθε μάτσο τύπος που επιβάλλεται με τη φωνή του, με το σώμα του, με το προνόμιο του, που δεν κωλώνει να βρίσει, να ρίξει κανένα χαστούκι, να πετάξει περιττώματα στην οικία του αντιπάλου του, να κάνει σεξιστικό και ομοφοβικό χιούμορ, να ρίχνει κι ένα ζεϊμπέκικο όταν βρεθεί σε μεγάλα σεκλέτια. Γιατί ανάμεσα σε αυτούς που εκλέχτηκαν υπάρχουν και τέτοιες προσωπικότητες που επιβραβεύτηκαν επιτελώντας την τοξική αρρενωπότητα περήφανα και αναπολογητικά.
Δεν είναι άσχετη η έλλειψη γυναικών στις δημαρχίες και τις περιφέρειες από το κλίμα συντηρητικοποίησης που αποκρυσταλλώθηκε στα αποτελέσματα και των αυτοδιοικητικών εκλογών. Συνιστά μια ακόμα θλιβερή επισφράγιση του. Όχι μόνο οι γυναίκες δεν εκλέχτηκαν αλλά δε βρέθηκε κανένας θεσμικός παράγοντας να το στηλιτεύσει ή έστω να το προσέξει. Σα να είναι αυτονόητο ότι η θέση τους δεν είναι εκεί. Η κανονικότητα ως εμπεδωμένη ανισότητα. Η Σάρα Αχμεντ γράφει κάτι εξαιρετικά χρήσιμο για όλα αυτά: «Αν το να μιλάμε για ρατσισμό και σεξισμό μπορεί να μοιάζει καταστροφικό για τους θεσμούς, τότε πρέπει να καταστρέψουμε τους θεσμούς».