ΠΩΣ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΝΕΙ ΕΠΙΘΕΣΗ ΣΕ ΟΛΟ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ
Το Ισραήλ δηλητηριάζει τον πλανήτη, μέσω μαζικών στρατιωτικών επιχειρήσεων.
Ένας χρόνος αδιάκοπου αιματοκυλίσματος στη Γάζα, ένας χρόνος όπου το Ισραήλ ξεδιπλώνει αλύπητα την πολεμική του μηχανή στη Μέση Ανατολή, με τις ευλογίες και την υποστήριξη των ΗΠΑ. Ο θόρυβος των εκρήξεων και το βουητό των μαχητικών αεροσκαφών έχουν γίνει η σκοτεινή μελωδία αυτού του πολέμου, που συνεχίζει να σκορπά θάνατο και οδύνη.
Κι όμως, αυτή η σύγκρουση δεν περιορίζεται μόνο στον ανθρώπινο πόνο και την καταστροφή. Οι πολεμικές “επιχειρήσεις” του Ισραήλ, όπως και κάθε άλλος πόλεμος, ξεπερνούν τα σύνορα του ανθρωπιστικού δράματος. Οι σκιές αυτής της βίας πέφτουν βαριά και στη γη που πατούν τα στρατεύματα, στο νερό που τρέφει τη ζωή, στον αέρα που αναπνέουμε.
Κάθε έκρηξη, κάθε καταστροφή, αφήνει ανεξίτηλο το αποτύπωμά της στο περιβάλλον, επιταχύνοντας την ήδη κρίσιμη πορεία της κλιματικής κρίσης στον πλανήτη.
Η σύγκρουση αυτή δεν φέρνει μόνο ανθρώπινες τραγωδίες. Φέρνει μαζί της την “δηλητηρίαση” του πλανήτη: τα οικοσυστήματα καταρρέουν, οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου αυξάνονται δραματικά, και η γη σπαράζει κάτω από το βάρος της μακροχρόνιας υποβάθμισης.
Στη Γάζα, στη Μέση Ανατολή, ο πόλεμος δεν είναι μόνο μια μάχη για εδάφη και εξουσία. Είναι ένας πόλεμος ενάντια στη φύση, που θρηνεί σιωπηλά κάτω από τα συντρίμμια.
ΠΩΣ ΤΟ ΙΣΡΑΗΛ ΚΑΤΑΣΤΡΕΦΕΙ ΤΟΝ ΠΛΑΝΗΤΗ
Εδώ και έναν χρόνο, το Ισραήλ πραγματοποιεί αιματηρές επιθέσεις στη Γάζα -πλέον και στον Λίβανο, ενώ υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις ότι χρησιμοποιεί παράνομες μεθόδους επίθεσης, όπως η χρήση βομβών λευκού φωσφόρου, προκαλώντας όχι μόνο ανθρωπιστική κρίση αλλά και σοβαρή περιβαλλοντική καταστροφή.
Μέσα σε έναν χρόνο, οι επιθέσεις του Ισραήλ έχουν σκοτώσει περισσότερους από 41.800 ανθρώπους και έχουν τραυματίσει πάνω από 96.800. Χιλιάδες έχουν εκτοπιστεί, αναγκασμένοι να ζουν σε σκηνές ή σε προσωρινά καταλύματα όπως σχολεία και νοσοκομεία που έχουν στηθεί από ανθρωπιστικές οργανώσεις. Εκτός από την ανθρωπιστική κρίση, οι βομβαρδισμοί έχουν αφήσει πίσω τους τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή.
Την 200ή ημέρα των επιθέσεων, το Γραφείο Τύπου της κυβέρνησης της Γάζας δήλωσε ότι το Ισραήλ είχε ρίξει 75.000 τόνους βομβών στην περιοχή, σχεδόν έξι φορές την ποσότητα που ρίχτηκε στη Χιροσίμα κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι επιθέσεις αυτές προκάλεσαν μεταξύ 420.000 και 652.000 τόνους εκπομπών CO2 μόνο κατά τις πρώτες 120 ημέρες του 2024, ξεπερνώντας τις ετήσιες εκπομπές άνθρακα 26 χωρών και περιοχών.
Βόμβες λευκού φωσφόρου
Ένας από τους πιο ανησυχητικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες είναι η χρήση βομβών λευκού φωσφόρου από το Ισραήλ, οι οποίες απαγορεύονται σε συγκρούσεις βάσει του διεθνούς δικαίου. Η Διεθνής Αμνηστία έχει τεκμηριώσει τη χρήση οβίδων λευκού φωσφόρου από τον ισραηλινό στρατό σε πυκνοκατοικημένες περιοχές της Γάζας με ουσιαστικά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων φωτογραφιών που λήφθηκαν από διεθνή πρακτορεία.
Ο λευκός φώσφορος χρησιμοποιείται για τη δημιουργία προπετάσματος καπνού, φωτισμό και εμπρηστικά πυρομαχικά, όπως όλμοι ή χειροβομβίδες. Οι βόμβες φωσφόρου απαγορεύονται ρητά από τη Σύμβαση της Γενεύης του 1980. Το Πρωτόκολλο III της Σύμβασης για την Απαγόρευση της Χρήσης Ορισμένων Συμβατικών Όπλων απαγορεύει τη χρήση εμπρηστικών όπλων εναντίον στρατιωτικών στόχων που βρίσκονται μεταξύ αμάχων, παρότι το Ισραήλ δεν το έχει υπογράψει.
Ο λευκός φώσφορος αναφλέγεται ερχόμενος σε επαφή με τον αέρα. Είναι χημική ουσία που χρησιμοποιείται συνήθως για να φωτίσει τις εχθρικές θέσεις, γιατί, όταν εκρήγνυται, παράγει μεγάλη λάμψη και θερμαντική ενέργεια και όσοι εκτίθενται σε αυτόν καίγονται ολοσχερώς ή υφίστανται σοβαρότατα εγκαύματα.
Τα εγκαύματα από φώσφορο ενέχουν ιδιαίτερα αυξημένο κίνδυνο θνησιμότητας λόγω της απορρόφησης του φωσφόρου στο σώμα, προκαλώντας προβλήματα στο ήπαρ, τα νεφρά, την καρδιά και σε ορισμένες περιπτώσεις πολλαπλή ανεπάρκεια οργάνων. Όταν χρησιμοποιείται στα πυρομαχικά, ο λευκός φώσφορος φτάνει θερμοκρασία έως 800 βαθμών Κελσίου, θερμοκρασία ικανή να λιώσει και μέταλλο. Ο λευκός φώσφορος μπορεί να παραμείνει στο έδαφος και το νερό για χρόνια, σκοτώνοντας ζώα και φυτά που θα έρθουν σε επαφή μαζί του.
Η κρίση του νερού βαθαίνει
Εκτός από στρατιωτικούς στόχους, το Ισραήλ έχει χτυπήσει και κρίσιμες υποδομές στη Γάζα, όπως γραμμές ηλεκτρικής ενέργειας, αφήνοντας την περιοχή στο σκοτάδι. Οι επιθέσεις στις γραμμές υδροδότησης έχουν επίσης προκαλέσει κρίση νερού. Η Υπηρεσία του ΟΗΕ για τους Παλαιστίνιους πρόσφυγες (UNRWA) ανέφερε ότι μέχρι το τέλος των πρώτων οκτώ μηνών της σύγκρουσης, περίπου το 67% των εγκαταστάσεων και υποδομών ύδρευσης και αποχέτευσης είχαν καταστραφεί ή υποστεί εκτεταμένες ζημιές.
Σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούλιο από τη βρετανική μη κυβερνητική οργάνωση Oxfam, ενώ ένας άνθρωπος χρειάζεται 15 λίτρα νερού ημερησίως για επιβίωση κατά τη διάρκεια εκτάκτων αναγκών, οι κάτοικοι της Γάζας έχουν αυτή τη στιγμή πρόσβαση μόνο σε 4,74 λίτρα για φαγητό, υγιεινή και καθαρισμό. Αυτό αντιπροσωπεύει μείωση κατά 94% της διαθεσιμότητας νερού σε σύγκριση με τα προπολεμικά επίπεδα.
Ο αποκλεισμός της ροής του νερού προς τη Γάζα από το Ισραήλ έχει επιδεινώσει την ανθρωπιστική κρίση, αναγκάζοντας τους κατοίκους να χρησιμοποιούν μολυσμένο νερό από πηγάδια, γεγονός που μπορεί να προκαλέσει τη διάδοση ασθενειών, ίσως και πανδημίας.
Συσσώρευση απορριμμάτων και έξαρση ασθενειών
Μια έκθεση που δημοσιεύθηκε τον Ιούνιο από την ολλανδική ΜΚΟ PAX for Peace υπογράμμισε τη συσσώρευση εκατοντάδων χιλιάδων τόνων στερεών αποβλήτων σε όλη την περιοχή λόγω των ζημιών στα οχήματα συλλογής απορριμμάτων και του περιορισμού πρόσβασης στις περιοχές συλλογής απορριμμάτων από τον ισραηλινό στρατό.
Η σύγκρουση έχει εκτοπίσει πάνω από το 85% του πληθυσμού της Γάζας και το 62% των κτιρίων της περιοχής έχει μετατραπεί σε ερείπια. Δεδομένα από τον Δήμο της Γάζας δείχνουν ότι τουλάχιστον 100.000 τόνοι στερεών αποβλήτων έχουν συσσωρευτεί σε όλη την πόλη.
Ιατρικά απόβλητα, χημικές ουσίες και ραδιενεργά υλικά που διεισδύουν στο έδαφος και το υπόγειο νερό έχουν οδηγήσει στην εξάπλωση ασθενειών όπως η ηπατίτιδα Β και η ηπατίτιδα C. Η μόλυνση του εδάφους και του νερού επηρεάζει επίσης την τροφική αλυσίδα, εκθέτοντας ανθρώπους και ζώα σε επιβλαβείς χημικές ουσίες.
Το φορτίο άνθρακα από την καταστροφή
Ο ΟΗΕ έχει προειδοποιήσει ότι μπορεί “να χρειαστούν χρόνια” για την απομάκρυνση των 23 εκατομμυρίων τόνων ερειπίων που προκύπτουν από τις επιθέσεις του Ισραήλ στη Γάζα. Υπολογίζεται ότι 156.000 έως και 200.000 κτίρια, συμπεριλαμβανομένων κατοικιών, νοσοκομείων και σχολείων, έχουν υποστεί ζημιές ή καταστραφεί.
Η ανακατασκευή αυτών των δομών αναμένεται να προκαλέσει 46,8 εκατομμύρια έως 60 εκατομμύρια τόνους εκπομπών CO2 -ποσό ισοδύναμο με τις ετήσιες εκπομπές περισσότερων από 135 χωρών και περιοχών, συγκρίσιμο με τις εκπομπές της Σουηδίας και της Πορτογαλίας μαζί.
ΟΙ ΠΟΛΕΜΟΙ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ “ΧΤΥΠΟΥΝ” ΟΛΟ ΤΟΝ ΚΟΣΜΟ
Η γενοκτονία του Ισραήλ στη Γάζα και οι επιχειρήσεις του στρατού του στη Μέση Ανατολή αποκαλύπτουν τις θανατηφόρες, κλιματικά επιβλαβείς εκπομπές των πολέμων του. Ωστόσο, οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο αγνοούν σε μεγάλο βαθμό τον αντίκτυπο των επιλογών εξωτερικής πολιτικής και άμυνας σε σχέση με το κλίμα.
Σύμφωνα με μια προκαταρκτική εκτίμηση που δημοσιεύθηκε από το Πρόγραμμα Περιβάλλοντος του ΟΗΕ (UNEP), η περιβαλλοντική επίδραση του πολέμου στη Γάζα είναι χωρίς προηγούμενο, εκθέτοντας την κοινότητα σε ταχέως αυξανόμενη ρύπανση του εδάφους, του νερού και του αέρα και σε κινδύνους μη αναστρέψιμης ζημίας στα φυσικά οικοσυστήματα.
Μελέτη αποκαλύπτει ότι οι εκπομπές άνθρακα κατά τους πρώτους δύο μήνες του πολέμου στη Γάζα ήταν μεγαλύτερες από το ετήσιο αποτύπωμα άνθρακα περισσότερων από 20 από τις πιο ευάλωτες χώρες στον κόσμο σχετικά με την κλιματική αλλαγή.
Η υποστήριξη της Δύσης για τη γενοκτονία του Ισραήλ και η αποτυχία της διεθνούς κοινότητας να τερματίσει αυτόν τον καταστροφικό πόλεμο έχουν αναδείξει την καταδικαστική υποκρισία τους σχετικά με την κλιματική κρίση. Από τη μία, συνεχίζουν να μιλούν για τους κινδύνους της κλιματικής κρίσης, από την άλλη αποτυγχάνουν να αναγνωρίσουν την αυξανόμενη ανησυχία για τις μακροπρόθεσμες επιπτώσεις των πολέμων του Ισραήλ στον πλανήτη.
Αλλά δεν είναι μόνο το αποτύπωμα άνθρακα του πολέμου που είναι τρομακτικό. Η ανακατασκευή της Γάζας θα έχει ένα τεράστιο περιβαλλοντικό κόστος. Υπολογίζεται ότι η ανακατασκευή της Γάζας θα παράγει σχεδόν 60 εκατομμύρια τόνους CO2. Οι εκπομπές που σχετίζονται με την ανακατασκευή της Γάζας αναμένεται να είναι υψηλότερες από τις ετήσιες εκπομπές περισσότερων από 135 χωρών.
Ο παλαιστινιακός λαός, το θύμα της ισραηλινής κατοχής, βρίσκεται σε μια περιοχή που είναι πιο ευάλωτη στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής. Η Λωρίδα της Γάζας, η Δυτική Όχθη και οι γύρω περιοχές είναι κυρίως θερμές περιοχές με μεγάλο μέρος της επικράτειας άγονες ή ημι-άγονες. Και με την κλιματική αλλαγή, η αύξηση της θερμοκρασίας και η έλλειψη νερού γίνονται πιο ακραίες. Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, όπως η έλλειψη νερού, η επισιτιστική ανασφάλεια και τα ακραία καιρικά φαινόμενα, επιδεινώνουν περαιτέρω την ανθρωπιστική κρίση στη Γάζα και απειλούν την ευημερία του πληθυσμού της.
Ο πόλεμος στη Γάζα είναι το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα για το πόσο τρομακτικό και επικίνδυνο είναι το στρατιωτικό αποτύπωμα των πολέμων στον πλανήτη και το περιβάλλον. Άλλωστε, οι στρατιωτικές εκπομπές είναι σε ιστορικό υψηλό και πολύ πρόσφατα στοιχεία δείχνουν ότι οι παγκόσμιες εκπομπές CO2 ήταν 182 φορές υψηλότερες το 2022 απ’ ό,τι το 1850.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία μας διδάσκει παρόμοια μαθήματα σχετικά με το αποτύπωμα άνθρακα των πολέμων. Πρόσφατη μελέτη από την EcoAction αποκάλυψε ότι από τον πόλεμο στη χώρα έχουν απελευθερωθεί 175 εκατομμύρια τόνοι CO2 και άλλων αερίων θερμοκηπίου στην ατμόσφαιρα. Στην Υεμένη, τη Σομαλία και το Σουδάν, ο πόλεμος και η κλιματική αλλαγή εντείνουν την ανθρωπιστική κρίση με την αύξηση ενδημικών και επιδημικών ασθενειών, ακραία ξηρασία, πλημμύρες και ελλείψεις τροφίμων. Ευάλωτες χώρες που έχουν υποστεί πόλεμο όπως η Συρία, το Αφγανιστάν και το Ιράκ συνεχίζουν να παλεύουν με τις ακραίες καιρικές συνθήκες που προκαλεί η κλιματική αλλαγή και τις καταστροφές και έχουν αφεθεί να προσαρμοστούν, χωρίς κατάλληλη χρηματοδότηση και υποστήριξη.
Οι Διεθνείς Κλιματικές Συνδιασκέψεις (COP) έχουν επανειλημμένα αποτύχει να θέσουν προ των ευθυνών του το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα για τις τεράστιες εκπομπές που παράγει. Και δεν είναι μόνο οι εκπομπές από τη χρήση ορυκτών καυσίμων που πρέπει να ληφθούν υπόψη, αλλά και η ραδιενεργή μόλυνση που προκαλείται από την πυρηνική ενέργεια, για την οποία οι στρατιωτικές δυνάμεις οφείλουν να λογοδοτούν. Στην πραγματικότητα, στην COP28 πέρυσι, δεν υπήρχε κανένα επίσημο έγγραφο που να αναφέρει τη συμβολή των στρατιωτικών δραστηριοτήτων ή των πολεμικών επιχειρήσεων στην κλιματική κρίση.
Οι ακτιβιστές για το κλίμα απαιτούν οι πλούσιες χώρες να διαθέσουν το 5% των στρατιωτικών προϋπολογισμών τους σε χρηματοδότηση για το κλίμα, ωστόσο αυτά είναι ψιλά γράμματα όταν μπαίνει στη μέση το χρήμα. Ενώ οι στρατιωτικές δαπάνες έχουν αυξηθεί εκθετικά, υπερβαίνοντας τα 2,2 τρισεκατομμύρια δολάρια το 2022, μόνο 90 δισεκατομμύρια δολάρια δαπανήθηκαν για χρηματοδότηση κλίματος το 2021, πολύ κάτω από το απαιτούμενο ποσό για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Χωρίς τη μείωση των περιττών στρατιωτικών δαπανών, ειδικά από τις χώρες-μέλη του ΝΑΤΟ, οι οποίες ευθύνονται για πάνω από το μισό της παγκόσμιας στρατιωτικής δαπάνης και των οποίων οι συνολικές εκπομπές αντιστοιχούν σε πάνω από 233 εκατομμύρια μετρικούς τόνους ισοδύναμου CO2 αερίων θερμοκηπίου, δεν μπορούμε να επιτύχουμε τους κλιματικούς στόχους που έχουν τεθεί.
Τα στοιχεία είναι συγκλονιστικά. Οι πόλεμοι, το ΝΑΤΟ και το στρατιωτικό-βιομηχανικό σύμπλεγμα είναι τρεις από τους μεγαλύτερους παράγοντες που συμβάλλουν στην κατάσταση κλιματικής έκτακτης ανάγκης. Η απροθυμία των κυβερνήσεων και των πολιτικών παραγόντων να εφαρμόσουν εξωτερικές και αμυντικές πολιτικές που θα μειώσουν τις μελλοντικές στρατιωτικές εκπομπές είναι εγκληματική. Μόνο με την οικοδόμηση ενός ισχυρού αντιπολεμικού κινήματος που εστιάζει στις καταστροφικές περιβαλλοντικές επιπτώσεις του στρατιωτισμού μπορούμε να αρχίσουμε να αντιμετωπίζουμε την κλιματική καταστροφή.
Οι περιβαλλοντικές επιπτώσεις του πολέμου στη Γάζα έχουν ξεπεράσει κάθε προηγούμενο, σύμφωνα με προκαταρκτική εκτίμηση που δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούνιο από το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα του ΟΗΕ (UNEP), εκθέτοντας την κοινότητα σε ταχέως αυξανόμενη ρύπανση του εδάφους, του νερού και του αέρα και σε κινδύνους μη αναστρέψιμης ζημιάς στα φυσικά οικοσυστήματα του κόσμου. Ο UNEP επαναλαμβάνει την έκκληση για άμεση κατάπαυση του πυρός προκειμένου να προστατευτούν οι ζωές με στόχο τη μείωση των περιβαλλοντικών επιπτώσεων της σύγκρουσης.
«Οι άνθρωποι της Γάζας δεν υποφέρουν μόνο από ανείπωτο πόνο λόγω του συνεχιζόμενου πολέμου, αλλά η σημαντική και αυξανόμενη περιβαλλοντική ζημιά στη Γάζα κινδυνεύει να τους κλειδώσει σε μια επώδυνη, μακρά ανάκαμψη. Πολλά είναι τα ερωτήματα σχετικά με τον ακριβή τύπο και την ποσότητα των ρύπων που επηρεάζουν το περιβάλλον στη Γάζα, ενώ οι άνθρωποι ήδη βιώνουν τις συνέπειες της ζημιάς που σχετίζεται με τη σύγκρουση στα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης και τη ρύπανση σήμερα. Το νερό και τα συστήματα αποχέτευσης έχουν καταρρεύσει. Οι κρίσιμες υποδομές συνεχίζουν να καταστρέφονται. Οι παράκτιες περιοχές, το έδαφος και τα οικοσυστήματα έχουν υποστεί σοβαρές συνέπειες. Όλα αυτά βλάπτουν βαθιά την υγεία των ανθρώπων, την ασφάλεια τροφίμων και την ανθεκτικότητα της Γάζας», δήλωσε η Inger Andersen, Διευθύντρια του UNEP.
«Χρειαζόμαστε επειγόντως μια κατάπαυση του πυρός για να σώσουμε ζωές και να αποκαταστήσουμε το περιβάλλον, ώστε οι Παλαιστίνιοι να μπορέσουν να αρχίσουν να ανακάμπτουν από τη σύγκρουση και να ξαναχτίσουν τις ζωές και τα μέσα διαβίωσής τους στη Γάζα.»
Για δεκαετίες, το περιβάλλον της Γάζας αντιμετώπιζε υποβάθμιση και πίεση στα οικοσυστήματά της, ως αποτέλεσμα των επαναλαμβανόμενων συγκρούσεων, της ταχείας αστικοποίησης, της υψηλής πυκνότητας πληθυσμού, των πολιτικών συνθηκών και της ευαλωτότητας της περιοχής στην κλιματική αλλαγή.
Η προκαταρκτική εκτίμηση διαπιστώνει ότι:
– Η σύγκρουση στη Γάζα αναιρεί πρόσφατα, -αν και περιορισμένης κλίμακας- βήματα προόδου στα συστήματα περιβαλλοντικής διαχείρισης, συμπεριλαμβανομένης της ανάπτυξης εγκαταστάσεων αφαλάτωσης νερού και επεξεργασίας λυμάτων, της ταχείας ανάπτυξης ηλιακής ενέργειας και επενδύσεων στην αποκατάσταση του παράκτιου υγροτόπου του Γάζα.
– Εκτιμάται ότι 39 εκατομμύρια τόνοι απορριμμάτων έχουν παραχθεί από τη σύγκρουση –για κάθε τετραγωνικό μέτρο στη Λωρίδα της Γάζας υπάρχουν πλέον πάνω από 107 κιλά απορριμμάτων. Αυτό είναι περισσότερο από πέντε φορές η ποσότητα απορριμμάτων που παραγόταν από τη σύγκρουση του 2017 στη Μοσούλη στο Ιράκ. Τα απορρίμματα θέτουν κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία και το περιβάλλον, από σκόνη και ρύπανση με πυρομαχικά που παραμένουν στο έδαφος χωρίς να έχουν εκραγεί, αμίαντο, βιομηχανικά και ιατρικά απόβλητα και άλλες επικίνδυνες ουσίες. Οι ανθρώπινες σοροί που βρίσκονται θαμμένες κάτω από τα απορρίμματα πρέπει να διαχειρίζονται με ασφαλή και κατάλληλο τρόπο (κάτι που εκ των πραγμάτων δεν είναι εφικτό). Η εκκαθάριση των απορριμμάτων θα είναι μια τεράστια και περίπλοκη εργασία, που πρέπει να ξεκινήσει το συντομότερο δυνατό ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν άλλοι τύποι αποκατάστασης και ανασυγκρότησης.
– Τα συστήματα ύδρευσης, αποχέτευσης και υγιεινής είναι σχεδόν εντελώς εκτός λειτουργίας. Οι πέντε εγκαταστάσεις επεξεργασίας λυμάτων της Γάζας έχουν κλείσει, με τα λύματα να ρυπαίνουν τις παραλίες, τα παράκτια ύδατα, το έδαφος και τα γλυκά νερά με μια σειρά από παθογόνους μικροοργανισμούς, θρεπτικά συστατικά, μικροπλαστικά και επικίνδυνες χημικές ουσίες. Αυτό θέτει άμεσους και μακροπρόθεσμους κινδύνους για την υγεία των ανθρώπων, τη θαλάσσια ζωή και τα καλλιεργήσιμα εδάφη.
– Το σύστημα διαχείρισης απορριμμάτων είναι σοβαρά κατεστραμμένο. Πέντε από τις έξι εγκαταστάσεις διαχείρισης απορριμμάτων της Γάζας είναι κατεστραμμένες. Μέχρι τον Νοέμβριο του 2023, 1.200 τόνοι απορριμμάτων συσσωρεύονταν καθημερινά γύρω από καταυλισμούς και καταφύγια. Η έλλειψη μαγειρικού αερίου έχει αναγκάσει τις οικογένειες να καίνε ξύλο, πλαστικά και απορρίμματα, θέτοντας σε κίνδυνο ειδικότερα τις γυναίκες και τα παιδιά. Αυτό, σε συνδυασμό με τις φωτιές και την καύση καυσίμων, πιθανότατα έχει μειώσει δραματικά την ποιότητα του αέρα στη Γάζα, αν και δεν υπάρχουν διαθέσιμα δεδομένα ποιότητας του αέρα.
– Πυρομαχικά που περιέχουν βαρέα μέταλλα και εκρηκτικές χημικές ουσίες έχουν χρησιμοποιηθεί σε πυκνοκατοικημένες περιοχές της Γάζας, μολύνοντας το έδαφος και τις πηγές νερού και θέτοντας σε κίνδυνο την ανθρώπινη υγεία, κάτι που θα συνεχιστεί πολύ μετά τη διακοπή των εχθροπραξιών. Τα μη εκραγμένα πυρομαχικά θέτουν ιδιαίτερα σοβαρούς κινδύνους για τα παιδιά.
– Η καταστροφή ηλιακών πάνελ αναμένεται να διαρρεύσει μόλυβδο και άλλα βαρέα μέταλλα, προκαλώντας έναν νέο τύπο κινδύνου για το έδαφος και το νερό της Γάζας.
– Το σύστημα τούνελ της Χαμάς και οι προσπάθειες του Ισραήλ να τα καταστρέψει μπορεί να συμβάλουν περαιτέρω στην περιβαλλοντική ζημιά. Ανάλογα με τα πρότυπα κατασκευής των τούνελ και την έκταση στην οποία αντλείται νερό σε αυτά, η προκαταρκτική εκτίμηση προειδοποιεί για μακροπρόθεσμους κινδύνους για την ανθρώπινη υγεία από τη ρύπανση των υπόγειων υδάτων και για κτίρια που έχουν κατασκευαστεί σε ενδεχομένως ασταθείς επιφάνειες εδάφους.
– Περιορισμένη από την κατάσταση ασφαλείας και τους περιορισμούς πρόσβασης, η προκαταρκτική εκτίμηση ενημερώνεται από αξιολογήσεις απομακρυσμένης παρακολούθησης, δεδομένα από παλαιστινιακές τεχνικά μέσα, διαβουλεύσεις με πολυμερείς εταίρους, προηγουμένως αδημοσίευτο υλικό από τις δραστηριότητες του ΟΗΕ στο πεδίο και επιστημονική βιβλιογραφία.
Οι συγγραφείς της μελέτης διαπιστώνουν ότι η επίλυση άμεσων και χρόνιων περιβαλλοντικών προκλήσεων στη Γάζα είναι το κλειδί για την υγεία του λαού της και πρέπει να ενσωματωθεί στα σχέδια ανάκαμψης και ανασυγκρότησης. Μια περιβαλλοντική ανάλυση, συμπεριλαμβανομένης της εκτίμησης της ρύπανσης από πυρομαχικά και άλλες ρυπάνσεις που σχετίζονται με τη σύγκρουση, θα πρέπει να είναι αναπόσπαστο μέρος του σχεδιασμού ανάκαμψης και ανασυγκρότησης. Η ανασυγκρότηση της Γάζας θα πρέπει επίσης να αντιμετωπίσει χρόνιες περιβαλλοντικές προκλήσεις.
Μόλις οι συνθήκες ασφαλείας το επιτρέψουν και παραχωρηθεί πρόσβαση, το Περιβαλλοντικό Πρόγραμμα των Ηνωμένων Εθνών UNEP αναμένεται να πραγματοποιήσει μια επιτόπια εκτίμηση της έκτασης και του τύπου της περιβαλλοντικής υποβάθμισης. Επιλογές αποκατάστασης θα αναπτυχθούν σε συνεργασία με την επιστημονική κοινότητα, επαγγελματίες του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και την κοινωνία των πολιτών, συμπεριλαμβανομένων γυναικών και νέων. Αυτή η προκαταρκτική εκτίμηση ανταποκρίνεται σε επίσημο αίτημα από το Κράτος της Παλαιστίνης τον Δεκέμβριο του 2023.