- Getty Images

ΠΩΣ ΜΙΑ ΜΠΑΓΚΕΤΑ ΣΚΟΤΩΣΕ ΤΟΝ ΠΡΩΤΟ ΜΑΕΣΤΡΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ

Ο Ζαν Μπατίστ Λυλί ήταν ο πρώτος μουσικός που στάθηκε απέναντι στην ορχήστρα. Χτυπούσε τόσο δυνατά την μπαγκέτα που αυτό του κόστισε την ίδια του τη ζωή.

Το Tar, εκτός από μία έξοχη ταινία στην οποία η Κέιτ Μπλάνσετ δίνει ένα πραγματικό ρεσιτάλ ερμηνείας -και δικαίως είναι το απόλυτο φαβορί για το Όσκαρ Α’ Γυναικείου Ρόλου και σαρώνει στις υπόλοιπες κινηματογραφικές βραβεύσεις- είναι και μία ταινία που προκαλεί τον θεατή να βουτήξει μέσα στα βαθιά νερά της κλασικής μουσικής και δη των ορχηστρών, των μουσικών και των μαέστρων.

Στα πρώτα 15 λεπτά της ταινίας, βλέπουμε την Κέιτ Μπλάνσετ να δίνει μια μακροσκελή βιογραφική συνέντευξη στον (πραγματικό) δημοσιογράφο των New Yorker, Άνταμ Γκρόπνικ και να του αναλύει την πορεία της σαν μαέστρος, αλλά και την ιστορία των ορχηστρών.

Αυτό το τελευταίο παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον: το πώς δηλαδή οι ορχήστρες από μικρά μουσικά σύνολα που ήταν τον 17ο αιώνα και διευθύνονταν από το πρώτο βιολί ή το πρώτο τσέλο, έφτασαν στο σημερινό τους επιβλητικό μέγεθος με προεξάρχοντα τον μαέστρο.

Τι σημαίνει διεύθυνση ορχήστρας;

Διεύθυνση ορχήστρας ονομάζεται η τέχνη της διευθύνσεως της εκτέλεσης ενός μουσικού έργου από μία ορχήστρα ή και χορωδία. Ο διευθυντής ορχήστρας ή μαέστρος διευθύνει την ταυτόχρονη και συγχρονισμένη απόδοση του έργου από αρκετούς μουσικούς ή χορωδία χρησιμοποιώντας κινήσεις των χεριών του. Τα κυριότερα καθήκοντά του είναι η απόδοση του έργου ενός συνθέτη με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις εξειδικευμένες οδηγίες της παρτιτούρας, ο καθορισμός του tempo, η έναρξη του παιξίματος από τα διαφορετικά μέλη του συνόλου και η «διαμόρφωση» των μουσικών φράσεων, όπου αυτό χρειάζεται.

Οι διευθυντές ορχήστρας επικοινωνούν τις οδηγίες τους στους μουσικούς τους κυρίως με κινήσεις των χεριών τους, με ένα μικρό ραβδί, την μπαγκέτα, αλλά ακόμη και με το βλέμμα. Σχεδόν πάντοτε τα παραπάνω ενισχύονται και συμπληρώνονται με την προφορική επικοινωνία του μαέστρου με τους μουσικούς του σε πρόβα που προηγείται της συναυλίας.

Ο Ζαν Μπατίστ Λυλί κι ο Λουδοβίκος

Ο Γάλλος συνθέτης Ζαν Μπατίστ Λυλί (Jean-Baptiste Lully, 1632-1687) θεωρείται ο πρόδρομος των μαέστρων και ο πατέρας του γαλλικού ύφους της Μπαρόκ μουσικής, καθώς είχε αποκηρύξει κάθε ιταλική επιρροή στη γαλλική μουσική του 18ου αιώνα.

Γιος ενός μυλωνά, ο Λυλί γεννήθηκε στη Φλωρεντία της Ιταλίας κι έχοντας μια βασική εκπαίδευση, προχώρησε στην εκμάθηση της κιθάρας από κάποιον φραγκισκανό μοναχό της Φλωρεντίας. Αργότερα, στη Γαλλία, έλαβε μαθήματα βιολιού και χορού. Το 1646 τον ανακάλυψε ο Ροζέ ντε Λορέν, ιππότης της Γκιζ, ο οποίος τον πήγε στη Γαλλία. Εκεί, τέθηκε στην υπηρεσία της δούκισσας του Μονπανσιέ ως διδάσκαλος ιταλικών. Χάρη στη βοήθεια αυτής της πριγκίπισσας, ο Λυλί αξιοποίησε το μουσικό του ταλέντο, σπουδάζοντας θεωρία της μουσικής με τον Νικολά Μετρύ.

unsplash

Περί το 1653 τέθηκε στην υπηρεσία του Λουδοβίκου ΙΔ΄ ως χορευτής. Η μουσική που συνέθεσε για το νυχτερινό μπαλέτο ικανοποίησε σε τέτοιο βαθμό τον βασιλιά, που τον διόρισε αυλικό συνθέτη οργανικής μουσικής. Από τη θέση αυτή διηύθυνε τα λεγόμενα είκοσι τέσσερα βιολιά του βασιλιά (Les Vingt-Quatre Violons du Roi ή La Grande Bande des Violons du Roi), μια ορχήστρα εγχόρδων για αυλική μουσική. Η επίδραση της μουσικής του είναι επίσης εμφανής στην Αυλή αυτή καθαυτή: αντί για τις αργές και επιβλητικές κινήσεις που είχαν επικρατήσει μέχρι τότε, εισήγαγε ζωντανούς χορούς με γρήγορους και εύθυμους ρυθμούς.

Ο Λυλί αργότερα ίδρυσε και ένα μικρότερο σύνολο γνωστό ως La Bande des Petits Violons (Τα μικρά βιολιά), για το οποίο έγραψε πολλά από τα έργα του μουσικής δωματίου.

Μέχρι τα τέλη του 1660 είχε συνθέσει πολλά μπαλέτα, στα οποία χόρευε ο ίδιος καθώς και ο βασιλιάς. Γνώρισε μεγάλη επιτυχία γράφοντας μουσική για τις κωμωδίες του Μολιέρου, συμπεριλαμβανομένων των “Γάμος με το στανιό” (1664), “Ο έρωτας γιατρός” (1665), και “Ο αρχοντοχωριάτης” (1670). Άλλωστε, γνωρίζοντας προσωπικά τον Μολιέρο δημιούργησαν από κοινού το κωμικό μπαλέτο, ένα είδος θεατρικής κωμωδίας που πλαισιώνεται με χορευτικά. Εντούτοις, εγκατέλειψε το είδος αυτό, καθώς εξασθένησε το ενδιαφέρον του βασιλιά, αλλά και οι χορευτικές ικανότητες του ιδίου.

Πατέρας της γαλλικής όπερας

Το 1670, ο Λυλί στράφηκε στην όπερα: απόκτησε το προνόμιο να εκδίδει όπερες από τον Πιέρ Περρέν (Pierre Perrin) και με την υποστήριξη του Ζαν Μπατίστ Κολμπέρ και του βασιλιά, δημιουργήθηκε ένα νέο προνόμιο που έδωσε στον Λυλί πλήρη έλεγχο όλης της μουσικής που εκτελείτο στη Γαλλία, μέχρι τον θάνατό του το 1687. Πλάι στο κωμικό μπαλέτο, ο Λυλί θεωρείται πατέρας της γαλλικής όπερας, αφού θεωρούσε την ιταλική όπερα ακατάλληλη για τη γαλλική γλώσσα. Ειδικότερα, επέλεξε τον συνδυασμό άριας και ρετσιτατίβου (αντί του ιταλικού προτύπου που τα ήθελε χωριστά) καθώς επίσης και την ταχύτερη ανάπτυξη της πλοκής, κατά την προτίμηση του γαλλικού κοινού.

unsplash

Έθεσε τις βάσεις για την ορχήστρα και τον “σκότωσε” η μπαγκέτα

Ο Λυλί ήταν ο πρώτος Ευρωπαίος συνθέτης που επιμελήθηκε με περισσή λεπτομέρεια ό,τι αφορούσε την ορχήστρα: έδωσε ιδιαίτερη έμφαση στην πειθαρχία των μουσικών και στην τήρηση του ρυθμού. Απαιτητικός καθώς ήταν, εκπαίδευε ο ίδιος τους μουσικούς και τους τραγουδιστές και διηύθυνε το θέατρό του μέχρι την παραμικρή λεπτομέρεια. Μπορούμε να πούμε ότι ο Λυλί έθεσε τις βάσεις για την ορχήστρα, με την σύγχρονη έννοια του όρου, γράφοντας για συγκεκριμένο αριθμό οργάνων και χωροθετώντας τα σε συγκεκριμένες θέσεις.

Ήταν ένας από τους πρώτους που κάθισε απέναντι από την ορχήστρα και κρατούσε το ρυθμό χτυπώντας μια ξύλινη ράβδο με μυτερή απόληξη στο πάτωμα, πρόδρομο της σημερινής μπαγκέτας.

Στις 8 Ιανουαρίου 1687, ο Λυλί διηύθυνε ένα Te deum προς τιμήν της πρόσφατης ανάκαμψης του Λουδοβίκου από μια ασθένεια. Εκ παραδρομής χτύπησε με την ράβδο πολύ δυνατά ένα δάχτυλο του ποδιού του, δημιουργώντας απόστημα. Επακολούθησε γάγγραινα, και καθώς αρνήθηκε να ακρωτηριαστεί το δάχτυλο του ποδιού του, κατέληξε στις 22 Μαρτίου. Άφησε την τελευταία του όπερα, “Αχιλλέας και Πολυξένη” ημιτελή.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα