“ΤΡΕΜΩ ΝΑ ΒΓΕΙ Ο ΜΗΝΑΣ” – ΟΙ ΝΕΟΙ ΚΟΥΡΑΣΤΗΚΑΝ ΝΑ ΖΟΥΝ ΜΕ ΤΟ ΑΓΧΟΣ ΤΗΣ ΕΠΙΒΙΩΣΗΣ
Πέντε νέοι εργαζόμενοι μοιράζονται την αγωνία τους για το πώς θα “βγει” κι αυτός ο μήνας…
Η καθημερινότητα των νέων στην Ελλάδα έχει μετατραπεί σε έναν αδιάκοπο αγώνα επιβίωσης. Ένας διαρκής αγώνας, στον οποίο κάθε μέρα μετράς και ξαναμετράς τα λιγοστά χρήματα, που δεν σου φτάνουν ποτέ. Κόβεις από παντού, υπολογίζεις ακόμα και το ένα ευρώ που θα φύγει από την τσέπη, και πάλι δεν “βγαίνει” ο μήνας.
Πολλοί έχουν μόνιμη εργασία και επιδιώκουν να σταθούν στα πόδια τους οικονομικά, ωστόσο το συνεχώς αυξανόμενο κόστος ζωής δυσκολεύει την κάλυψη ακόμη και των στοιχειωδών αναγκών τους. Τα ενοίκια ακολουθούν ξέφρενη πορεία, οι τιμές των προϊόντων αυξάνονται διαρκώς, ενώ οι μισθοί παραμένουν απελπιστικά καθηλωμένοι.
Στο παρόν ρεπορτάζ, πέντε νέοι εργαζόμενοι εκφράζουν την αγωνία τους για το πώς, παρά τις συνεχείς προσπάθειες και τη σκληρή δουλειά, δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα οικονομικά κάθε μήνα. Οι μαρτυρίες τους αποκαλύπτουν μια κοινωνική πραγματικότητα γεμάτη αδιέξοδα, οικονομική πίεση και απογοήτευση.
ΠΕΝΤΕ ΝΕΟΙ ΕΡΓΑΖΟΜΕΝΟΙ ΜΙΛΟΥΝ ΓΙΑ ΤΗ ΦΑΝΤΑΣΤΙΚΗ ΠΟΙΟΤΗΤΑ ΖΩΗΣ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
«Σε αυτή την καταφανώς ψυχοφθόρα διαδικασία, λίγη σημασία έχει τι μου αρέσει περισσότερο»
Αθανασία, 35 ετών.
«Η συνεισφορά μου εδώ, θα μπορούσε να συνοψιστεί στην εξής διαπίστωση: είμαι 35, εργάζομαι χοντρικά 15 χρόνια και το τελευταίο διάστημα υπάρχουν στιγμές που έχω μείνει με κάτω των 50€, περίπου από τα μισά του μήνα. Να πάω σούπερ μάρκετ; Να βάλω καύσιμο στο αυτοκίνητο; Για το οποιοδήποτε είδος ψυχαγωγίας/διασκέδασης, που να απαιτεί χρηματικό αντίτιμο, ούτε λόγος.
Ζώντας σε αυτή την παράλογη και εξοργιστική πραγματικότητα, όπου για το ενοίκιο μόνο δαπανάται – πάνω κάτω – το 50% του μισθού, η καθημερινότητα είναι γεμάτη διλήμματα και προβληματισμούς, αφού πολύ συχνά πρέπει να διαλέξω ή το ένα ή το άλλο, ανάλογα με το κόστος. Σε αυτή την καταφανώς ψυχοφθόρα διαδικασία, λίγη σημασία έχει τι μου αρέσει περισσότερο. Σημασία έχει τι αντέχει η τσέπη.
Καμιά φορά, ανακαλώ τις σκέψεις που έκανα όταν αποφοίτησα από τη σχολή και με το πρώτο μνημόνιο να είναι ήδη σε ισχύ. “Θα κάνω ό,τι μπορώ, θα το παλέψω αλλά θα ζω πολύ καλύτερα στα 35”, έλεγα τότε, ίσως παρηγορώντας με για την τραγική κατάσταση που βίωνε η γενιά μου εργασιακά και κατ’ επέκταση οικονομικά, πάνω στη μεγάλη νιότη. Πράγματι, έκανα ό,τι μπορούσα, το πάλεψα κι εξακολουθώ. Τα 35 ήρθαν. Ήταν αναπόφευκτο, εξάλλου. Τα πολύ καλύτερα, όχι. Κι είναι τόσο άδικο, γαμώτο».
«Ντρέπομαι που το λέω, αλλά πολλές φορές έχει χρειαστεί να ζητήσω δανεικά από τους γονείς μου»
Χρήστος, 28 ετών.
«Έχω φτάσει σε ένα σημείο που νιώθω απόλυτα εξαντλημένος με την κατάσταση σε αυτή τη χώρα. Δουλεύω ασταμάτητα και παρά τις προσπάθειές μου, δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα. Είμαι φιλόλογος, και η αλήθεια είναι ότι σπούδασα αυτό που αγαπούσα. Όμως η πραγματικότητα είναι διαφορετική. Ο μισθός μου δεν φτάνει ούτε για να καλύψω τα βασικά έξοδα, πόσω μάλλον να σκεφτώ κάτι παραπάνω για το μέλλον μου. Νοικιάζω ένα μικρό διαμέρισμα στο Παγκράτι, και παρόλο που οι συνθήκες εκεί δεν είναι ιδανικές, πληρώνω σχεδόν τον μισό μου μισθό στο ενοίκιο. Και δεν είναι μόνο το ενοίκιο το πρόβλημα. Μετά ακολουθούν οι λογαριασμοί, που κάθε μήνα ανεβαίνουν. Το ρεύμα, το νερό, το φυσικό αέριο… όλα γίνονται αβάσταχτα. Νιώθω συνεχώς αγωνία για το πώς θα τα καταφέρω και αν θα έχω λεφτά για φαγητό στο τέλος του μήνα. Η καθημερινότητα έχει γίνει ένας δύσκολος αγώνας. Και το χειρότερο από όλα είναι το συναίσθημα ταπείνωσης.
Ντρέπομαι που το λέω, αλλά πολλές φορές έχει χρειαστεί να ζητήσω δανεικά από τους γονείς μου. Είναι πραγματικά εξευτελιστικό να δουλεύω τόσες ώρες, και παρά την προσπάθεια, να μην μπορώ να συντηρήσω τον εαυτό μου. Ποτέ δεν πίστευα ότι στα 28 μου θα ήμουν ακόμη εξαρτημένος οικονομικά από την οικογένειά μου, ενώ δουλεύω. Είναι σαν να είμαι παγιδευμένος σε έναν κύκλο από τον οποίο δεν υπάρχει διέξοδος. Οι μισθοί παραμένουν στάσιμοι, η ακρίβεια καλπάζει, και δεν υπάρχει καμία ένδειξη ότι τα πράγματα θα αλλάξουν. Ζούμε σε έναν φαύλο κύκλο, όλοι οι νέοι γύρω μου νιώθουν το ίδιο. Σαν να έχουμε γίνει δούλοι αυτής της κατάστασης. Δεν μπορούμε να ζήσουμε, μόνο να επιβιώσουμε. Και το άγχος αυτό καταστρέφει κάθε χαρά από τη ζωή μας. Πώς να σκεφτείς το μέλλον, όταν δεν μπορείς να καλύψεις το παρόν;
Έχω σκεφτεί πολλές φορές να φύγω από την Ελλάδα, αλλά ακόμη και αυτό φαίνεται αδύνατο. Δεν έχω τα μέσα, δεν έχω τις απαραίτητες οικονομίες για να ξεκινήσω από την αρχή σε μια άλλη χώρα. Αισθάνομαι παγιδευμένος και νιώθω πως βρίσκομαι σε μια χώρα που μας στραγγίζει καθημερινά, χωρίς να υπάρχει κανένα φως στον ορίζοντα. Το πιο απογοητευτικό, όμως, είναι ότι κανείς δεν φαίνεται να ενδιαφέρεται πραγματικά για εμάς. Η κοινωνία, το κράτος, οι πολιτικοί… είναι σαν να μας έχουν ξεχάσει. Σαν να μην έχουμε καμία αξία, σαν να μην υπάρχουμε καν. Όλοι μιλούν για ανάπτυξη και βελτίωση, αλλά δεν βλέπουμε τίποτα από αυτά στην καθημερινότητά μας. Όσο περνάει ο καιρός, το αίσθημα απογοήτευσης μεγαλώνει. Δεν ζητάμε πολλά, απλά να μπορούμε να ζήσουμε με αξιοπρέπεια. Δυστυχώς, αυτό φαίνεται να είναι μακρινό όνειρο για τους περισσότερους νέους».
«Δεν είναι OK να σκέφτομαι συνεχώς αν έχω τη δυνατότητα να βγω για να διασκεδάσω»
Σταυρούλα, 31 ετών.
«Εργάζομαι ως μισθωτή στον τομέα της λογιστικής και παράλληλα είμαι και ελεύθερη επαγγελματίας. Το εισόδημα μου είναι πάνω από τον μέσο όρο του μέσου μισθού στην Ελλάδα πράγμα το οποίο με κάνει πιο “τυχερή” από ανθρώπους που εργάζονται για τον βασικό μισθό, όμως πλέον με την ταχύτητα που ανεβαίνει το κόστος ζωής στην Ελλάδα μπορώ να πω πως ζορίζομαι οικονομικά και πως σκέφτομαι πολύ περισσότερο πού και πώς θα δαπανήσω το εισόδημά μου. Οι σταθερές μηνιαίες δαπάνες μου αφορούν ενοίκιο, τρόφιμα, βενζίνη, συντήρηση αυτοκίνητου, λογαριασμούς ρεύματος, νερού και τηλεφωνίας, συντήρηση σπιτιού, υποχρεώσεις εφορίας και ΕΦΚΑ, συνδρομή γυμναστήριου.
Τα τελευταία χρόνια έχω διαπιστώσει πως μου είναι πολύ πιο δύσκολο να αποταμιεύσω χρήματα στο τέλος του μήνα, κάτι που τα προηγούμενα χρόνια έκανα με περισσότερη ευκολία χωρίς να κάνω περικοπές στις ανάγκες μου, καθώς όσο πάει οι τιμές στα αγαθά και στις υπηρεσίες ανεβαίνουν με ανεξέλεγκτο ρυθμό. Πολλές φορές πιάνω τον εαυτό μου να κυνηγάει προσφορές στα σούπερ μάρκετ ή να κάνει εκπτώσεις στις ανάγκες του αγοράζοντας ένα πιο φθηνό προϊόν από αυτό που αρχικά επιθυμούσε. Έχει συμβεί να σκεφτώ ότι δεν πρέπει να πάρω ένα ζευγάρι παπούτσια που θέλω γιατί η αγορά αυτή θα με ζορίσει στις υποχρεώσεις που πρέπει να πληρώσω στο τέλος του μήνα.
Νιώθω πως στην ηλικία των 31 πλέον, θα έπρεπε να μην με απασχολεί τόσο το βιοποριστικό κομμάτι στην ζωή μου. Νιώθω πως δεν είναι OK να σκέφτομαι συνεχώς αν έχω τη δυνατότητα να βγω για να διασκεδάσω και δεύτερη φορά μέσα στην ίδια εβδομάδα, να σκέφτομαι εάν θα παραγγείλω έναν καφέ απ’ έξω. Είναι άθλος πλέον να ζήσει ένας νέος άνθρωπος μόνος του και να καταφέρνει να καλύπτει τις ανάγκες του αξιοπρεπώς. Θεωρώ πως όλο το πρόβλημα ξεκινάει από την κυβέρνηση η οποία αδιαφορεί πλήρως για τους νέους και το δείχνει καθημερινά μη κάνοντας κάτι για την μείωση ή την σταθεροποίηση του κόστους ζωής στην Ελλάδα. Το μόνο που βλέπω να την νοιάζει είναι η εξαθλίωση της των πολιτών της και η άνοδος των μεγάλων εταιρειών που η τιμολογιακή τους πολιτική πλέον έχει γίνει καρτέλ».
«Κουράστηκα να τρέμω κάθε μήνα αν θα μπορέσω να πληρώσω ενοίκιο, ρεύμα και βενζίνες»
Νικόλας, 32 ετών.
«Νομίζω πώς η κατάσταση στην Ελλάδα για τους νέους είναι σε μια απ’ τις χειρότερες φάσεις. Είμαι 32 ετών και εργάζομαι ως προγραμματιστής. Ζω στο Παγκράτι, σε ένα μικρό διαμέρισμα 42 τετραγωνικών και δίνω 420 ευρώ το μήνα για ενοίκιο. Όταν ξεκίνησα αυτή τη δουλειά, πίστευα ότι ο μισθός μου θα μου επέτρεπε να ζω αρκετά άνετα. Τελικά, βγαίνω τσίμα-τσίμα κάθε μήνα. Με το ενοίκιο που δίνω, τους λογαριασμούς στον Θεό, τις μετακινήσεις και τα καθημερινά έξοδα, δεν μένει τίποτα για αποταμίευση. Το άγχος είναι πλέον καθημερινό, η θλίψη είναι διάχυτη στην πόλη.
Παλιά μπορούσα να κάνω και κανένα ταξίδι, έστω για λίγες μέρες να ξεφύγω. Τώρα αυτό μοιάζει με πολυτέλεια. Ακόμα κι αν βρω φθηνά εισιτήρια, οι τιμές των καταλυμάτων και το κόστος με αποθαρρύνουν. Έχει χαθεί πλέον η χαρά, ο αυθορμητισμός. Πάω στο σούπερ μάρκετ και κοιτάζω προσεκτικά τις τιμές σε κάθε προϊόν, προσπαθώντας να γλιτώσω ακόμα και λίγα λεπτά. Είναι απίστευτο πώς το καθημερινό άγχος για τα οικονομικά έχει αλλάξει τις ζωές μας. Κάθε φορά που βλέπω τον λογαριασμό στο τέλος των αγορών, νιώθω αυτό το βάρος στο στήθος.
Προσπαθώ να βρω μια δουλειά με καλύτερο μισθό, αλλά ο ανταγωνισμός είναι μεγάλος. Νιώθω κολλημένος σε μια πραγματικότητα που με φθείρει ψυχολογικά. Συχνά συζητάω με φίλους μήπως θα ήταν καλύτερα να φύγουμε στο εξωτερικό, αλλά είναι δύσκολο να πάρουμε μια τέτοια απόφαση. Προσωπικά, δεν νιώθω ότι είμαι σε φάση να αλλάξω χώρα για πολλούς λόγους. Όμως, δεν ξέρω αν μπορώ να κάνω για πολύ ακόμα υπομονή. Η ζωή στην Αθήνα γίνεται όλο και πιο ακριβή και νιώθω ότι χάνω τον έλεγχο. Το άγχος για το αν θα καταφέρω ποτέ να αποκτήσω κάτι δικό μου, μεγαλώνει. Δουλεύω συνεχώς, αλλά το τέλος του μήνα πάντα είναι μακριά και αναρωτιέμαι αν θα αλλάξει ποτέ κάτι. Κουράστηκα να τρέμω κάθε μήνα αν θα μπορέσω να πληρώσω το ενοίκιο, το ρεύμα και τις βενζίνες. Νιώθω ότι είμαστε μια γενιά που ζούμε με τον φόβο και τη θλίψη, χωρίς να μπορούμε να φανταστούμε ένα καλύτερο αύριο».
«Πώς να μην εγκαταλείψεις τη χώρα σου, όταν αυτή η χώρα σε τιμωρεί καθημερινά;»
Ζωή, 26 ετών.
«Εργάζομαι σε εταιρεία μάρκετινγκ. Πριν 4 χρόνια, όταν ξεκινούσα να δουλεύω, πίστευα ότι το μέλλον μου θα είναι γεμάτο ευκαιρίες. Πίστευα ότι με σκληρή δουλειά θα μπορέσω να έχω μια καλή ζωή, να φτιάξω κάτι δικό μου, να ταξιδεύω, να απολαύσω τη ζωή όπως τη φαντάστηκα. Όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική. Η ζωή στην Ελλάδα έχει γίνει αφόρητη πλέον. Και τι εννοώ με αυτό: Τα ενοίκια ανεβαίνουν συνεχώς, το κόστος ζωής εκτοξεύεται, και ο μισθός μου δεν φτάνει ούτε για τα βασικά. Κάθε μήνας είναι μια μάχη. Να βγει κι αυτός ο μήνας, να μην αναγκαστώ να ζητήσω δανεικά απ’ τους γονείς μου.
Δεν είναι μόνο η δική μου περίπτωση, είναι ένα γενικότερο φαινόμενο. Η γενιά μας πληρώνει το τίμημα για αποφάσεις που άλλοι πήραν για εμάς. Αντί να ζούμε σε μια κοινωνία που μας στηρίζει, βιώνουμε μια κατάσταση διαρκούς ανασφάλειας. Οι πολιτικές των τελευταίων χρόνων μας έχουν εγκλωβίσει σε ένα σύστημα που λειτουργεί για τους λίγους και αφήνει τους υπόλοιπους να παλεύουν για τα ψίχουλα. Δουλεύουμε ατελείωτες ώρες, χωρίς καμία εγγύηση ότι θα έχουμε την ασφάλεια που μας αξίζει, χωρίς να απολαμβάνουμε τις χαρές της ζωής, τις εξόδους, τις εκδρομές, τα ταξίδια.
Είναι εξοργιστικό να βλέπεις την ανισότητα να μεγαλώνει, την πλειοψηφία των ανθρώπων να αγωνίζεται για τα βασικά ενώ μια μικρή μειοψηφία ευημερεί. Δεν μπορώ συνεχώς να ανησυχώ αν θα έχω να πληρώσω το ενοίκιο ή αν θα μου φτάσουν τα λεφτά για το σούπερ μάρκετ στις 20 του μήνα. Το κράτος φαίνεται να έχει ξεχάσει ότι υπάρχει μια ολόκληρη γενιά που ζει στο περιθώριο, μια γενιά που δεν μπορεί να κάνει όνειρα για το μέλλον. Δεν μας αξίζει αυτή η κατάσταση. Δεν μας αξίζει να ζούμε με το άγχος, χωρίς καμία προοπτική για κάτι καλύτερο. Η χώρα χρειάζεται αλλαγές, ριζικές αλλαγές, κι αν συνεχίσουμε έτσι, φοβάμαι ότι θα χαθεί μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων που θα μπορούσαν να προσφέρουν πολλά. Αλλά πώς να προσφέρεις όταν απλά προσπαθείς να επιβιώσεις; Πώς να μην αναγκαστείς να εγκαταλείψεις τη χώρα σου, όταν αυτή η χώρα σε τιμωρεί καθημερινά;»