Η ΜΑΧΗ ΤΗΣ ΦΤΩΧΟΜΕΣΑΙΑΣ ΤΑΞΗΣ ΤΩΝ 700 ΕΥΡΩ
Με τους μισθούς στα τάρταρα και το κόστος ζωής στα ύψη, οι εργαζόμενοι καλούνται να ισορροπήσουν σε μια λεπτή γραμμή οικονομικής επιβίωσης.
Το κόστος ζωής αυξάνεται διαρκώς, οι μισθοί παραμένουν εξαιρετικά χαμηλοί και η αύξηση του κατώτατου μισθού από 1η Απρίλη είναι όντως …ανέκδοτο, αφού η τροποποίηση αυτή μοιάζει με σταγόνα βοήθειας στον ωκεανό των προβλημάτων των πολιτών.
Μέσα σε αυτό το δύσκολο σκηνικό, πολλοί εργαζόμενοι, αν και δεν ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας, βιώνουν στο πετσί τους την οικονομική πίεση, η οποία τους φέρνει αντιμέτωπους με μια αίσθηση αβεβαιότητας και ανασφάλειας. Η αύξηση του περίπου 6%, είναι μεν καλοδεχούμενη από τους εργαζόμενους, αλλά αδυνατεί να καλύψει τη θεαματική αύξηση των τιμών σε ενοίκια και βασικά αγαθά. Επιπλέον, ακόμα και αν συνυπολογιστεί η αύξηση από το 2019, το εισόδημα παραμένει πίσω από την καθημερινή οικονομική πραγματικότητα.
Αξιοσημείωτο είναι το γεγονός ότι για πολλούς, η αύξηση σημαίνει και άνοδο στη φορολογική κλίμακα από το 9% στο 22%, με αποτέλεσμα το “ψαλίδισμα” του επιπλέον των 10.000 ευρώ ετησίου εισοδήματος. Αυτές οι αυξήσεις, λοιπόν, δεν επιφέρουν πραγματική ανακούφιση, αλλά παραμένουν περιορισμένες μπροστά στην αυξανόμενη οικονομική αδυναμία των πολιτών.
Δεν είναι κοινό μυστικό ότι το μεγαλύτερο μέρος του μισθού καταναλώνεται σε ενοίκιο, λογαριασμούς, τρόφιμα και μετακινήσεις, αφήνοντας ελάχιστο περιθώριο για αποταμιεύσεις ή οποιαδήποτε άλλη ανάγκη στο τέλος του μήνα.
Απευθυνθήκαμε σε τέσσερις νέους ανθρώπους που ζουν στην Αθήνα και εργάζονται σε διαφορετικά επαγγέλματα, οι οποίοι μιλούν για το πώς προσπαθούν διαρκώς να διαχειριστούν την καθημερινότητά τους με αυτούς τους χαμηλούς μισθούς. Πώς αντιμετωπίζουν τη συνεχιζόμενη οικονομική πίεση και πώς βλέπουν το μέλλον τους κάτω από αυτές τις συνθήκες;
ΚΑΤΕΡΙΝΑ, 24 ΕΤΩΝ – ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΣΕ ΜΙΝΙ ΜΑΡΚΕΤ
Η Κατερίνα ανήκει σε αυτή τη μεγάλη ομάδα εργαζομένων που στηρίζουν τη λειτουργία των μικρών επιχειρήσεων στην Αθήνα. Πιο συγκεκριμένα, εργάζεται σε μίνι μάρκετ στη Νέα Σμύρνη και ο μισθός της είναι 740 ευρώ. Η δουλειά της είναι απαιτητική εξαιτίας του ωραρίου και της αστάθειας που αυτό φέρνει στην καθημερινότητά της. «Εργάζομαι σε μίνι μάρκετ τα τελευταία δύο χρόνια. Η δουλειά είναι απαιτητική, όχι τόσο σωματικά, αλλά κυρίως ψυχολογικά. Οι βάρδιες αλλάζουν πολύ συχνά, κάτι που σημαίνει ότι δεν έχω σταθερό πρόγραμμα ύπνου και ξεκούρασης. Άλλες φορές δουλεύω πρωί, άλλες βράδυ. Η αλήθεια είναι ότι δεν είναι εύκολο να έχεις προσωπική ζωή με τέτοιο ωράριο», τονίζει η ίδια.
Με μισθό 740 ευρώ, η Κατερίνα προσπαθεί να ισορροπήσει τα έξοδά της, έχοντας ελάχιστα περιθώρια για κάτι παραπάνω από τα βασικά. «Ο μισθός είναι 740 ευρώ τον μήνα. Από αυτά, τα 400 πάνε στο ενοίκιο για ένα μικρό δυάρι. Το ρεύμα κυμαίνεται μεταξύ 60-70 ευρώ τον μήνα, αν και προσπαθώ να κάνω οικονομία σε αυτό. Το ίντερνετ και το κινητό μου κοστίζουν άλλα 35 ευρώ, ενώ για τις μετακινήσεις μου ξοδεύω περίπου 40 ευρώ τον μήνα.»
Όπως πολλοί νέοι εργαζόμενοι, έτσι και η Κατερίνα έχει αναγκαστεί να προσαρμόσει τις διατροφικές της συνήθειες σε ένα αυστηρό budget. «Το σούπερ μάρκετ είναι άλλο μεγάλο ζήτημα. Προσπαθώ να κρατήσω ένα αυστηρό budget, γύρω στα 200 ευρώ τον μήνα. Αγοράζω κυρίως βασικά προϊόντα –όσπρια, ρύζι, μακαρόνια, λαχανικά, και αποφεύγω τα πιο ακριβά είδη. Δεν βγαίνω συχνά. Αν συναντήσω φίλους, συνήθως πάμε για έναν καφέ που κοστίζει λιγότερο από το να φάμε έξω. Όταν θέλω να δω μια ταινία ή να διασκεδάσω, ψάχνω δωρεάν ή οικονομικές επιλογές –ένα θερινό σινεμά με φοιτητικό εισιτήριο, μια βόλτα στο πάρκο.»
Η έλλειψη οικονομικής ασφάλειας είναι ένας από τους μεγαλύτερους φόβους της. «Το μεγαλύτερό μου άγχος είναι τα απρόοπτα. Αν χρειαστώ έναν γιατρό ή αν χαλάσει κάτι στο σπίτι, ξέρω ότι θα πιεστώ πολύ οικονομικά. Προσπαθώ να βάζω στην άκρη έστω 20-30 ευρώ τον μήνα, αλλά δεν είναι πάντα εφικτό. Οι τιμές ανεβαίνουν παντού, αλλά οι μισθοί μένουν ίδιοι. Δεν νιώθω ότι πεινάω ή ότι στερούμαι τα πάντα, αλλά σίγουρα δεν νιώθω ασφαλής. Και αυτό είναι που με κουράζει περισσότερο –το ότι ζω διαρκώς στην αβεβαιότητα, χωρίς προοπτική να αλλάξει κάτι.»
ΓΙΩΡΓΟΣ, 25 ΕΤΩΝ – ΥΠΑΛΛΗΛΟΣ ΣΕ CALL CENTER
Ο Γιώργος εργάζεται σε ένα από τα πολλά call centers που έχουν αναπτυχθεί στην Αθήνα τα τελευταία χρόνια. Είναι μια δουλειά που δεν απαιτεί μεγάλη εξειδίκευση, αλλά χρειάζεται υπομονή. Ο ίδιος περιγράφει την καθημερινότητά του, τονίζοντας πόσο απαιτητική μπορεί να γίνει η δουλειά του, για την οποία παρεμπιπτόντως αμείβεται με 760 ευρώ τον μήνα, ενώ υπάρχουν και πιθανότητες για μηνιαία μπόνους. «Η δουλειά μου σε call center είναι κάπως απαιτητική, περισσότερο ψυχολογικά. Κάθε μέρα απαντώ σε εκατοντάδες τηλεφωνήματα και πολλά από αυτά δεν πάνε και τόσο καλά… Κάποιοι πελάτες είναι συνεργάσιμοι, άλλοι αγχωμένοι, αλλά υπάρχουν και εκείνοι που ξεσπούν πάνω σου, λες και φταις προσωπικά για το πρόβλημά τους ή τα ζητήματα που αντιμετωπίζουν στις ζωές τους. Το πιο δύσκολο κομμάτι είναι ότι, εκτός από την εξυπηρέτηση, έχω και στόχους πωλήσεων. Πρέπει να προτείνω επιπλέον υπηρεσίες ή να πείσω τον πελάτη να κάνει αναβάθμιση, αλλιώς χάνω το μπόνους. Αν τα πάω καλά, μπορώ να φτάσω τα 800 ή, σπάνια, τα 850 ευρώ. Αν όμως μια περίοδος είναι δύσκολη και δεν πιάνω τους στόχους, μένω στα 760.»
Ο μισθός του Γιώργου είναι χαμηλός και το ενοίκιο αποτελεί το μεγαλύτερο βάρος. «Το μεγαλύτερο μου έξοδο είναι το ενοίκιο, 400 ευρώ κάθε μήνα για ένα μικρό διαμέρισμα στον Κολωνό. Το σπίτι δεν είναι σε τέλεια κατάσταση. Το ρεύμα μου κοστίζει περίπου 70-80 ευρώ τον μήνα. Χρησιμοποιώ ελάχιστα τη θέρμανση τον χειμώνα και το καλοκαίρι αναγκαστικά έχω έναν ανεμιστήρα αντί να χρησιμοποιώ το κλιματιστικό. Το ίντερνετ και το κινητό μου κοστίζουν περίπου 30 ευρώ τον μήνα. Οι μετακινήσεις μου είναι κυρίως με το μετρό, οπότε υπολογίζω γύρω στα 40 ευρώ.»
Οι αυξημένες τιμές στα είδη διατροφής έχουν κάνει ακόμα πιο δύσκολη την καθημερινότητά του. Ο ελεύθερος χρόνος του είναι περιορισμένος και οι έξοδοί του μετρημένες. «Το φαγητό είναι ένας τομέας όπου προσπαθώ να κάνω σωστή διαχείριση. Στη δουλειά παίρνω πάντα φαγητό από το σπίτι, γιατί αν αρχίσω να τρώω απ’ έξω, δεν θα μπορώ να βγάλω τον μήνα. Συνήθως μαγειρεύω δύο φορές την εβδομάδα και φροντίζω να έχω πάντα κάτι έτοιμο στο ψυγείο. Οι αγορές μου από το σούπερ μάρκετ είναι πολύ προσεκτικές– κοιτάζω προσφορές, αποφεύγω προϊόντα που έχουν ακριβύνει πολύ και προσπαθώ να κρατήσω το μηνιαίο κόστος στα 180-250 ευρώ. Όσον αφορά την ψυχαγωγία, κάνω κι εκεί πολλές περικοπές. Βγαίνω για έναν καφέ ή μια μπίρα, άντε και μια ταινία σε σινεμά. Αν πρόκειται να φάω έξω, θα το κάνω υπολογισμένα, γιατί ένα γεύμα μπορεί να μου κοστίσει 20-30 ευρώ, ποσό που για μένα είναι σημαντικό.»
Η μεγαλύτερη ανησυχία του δεν είναι τόσο η τρέχουσα κατάσταση, όσο η έλλειψη προοπτικής. «Αυτό που με προβληματίζει περισσότερο είναι ότι, όσο κι αν προσπαθώ να κάνω σωστή διαχείριση, δεν υπάρχει προοπτική να πάω μπροστά για κάτι καλύτερο. Οι περισσότερες δουλειές σε αυτόν τον τομέα πληρώνουν σχεδόν το ίδιο, οπότε αν αποφασίσω να φύγω, δεν ξέρω αν θα βρω κάτι καλύτερο ή αν θα πέσω σε κάτι χειρότερο από άποψη συνθηκών εργασίας. Η σκέψη αυτή με κρατάει διστακτικό. Θα ήθελα να μπορώ να σχεδιάσω το μέλλον μου, αλλά με αυτά τα δεδομένα, το μόνο που κάνω είναι να προσπαθώ να τα φέρω βόλτα κάθε μήνα.»
ΖΩΗ-ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ, 28 ΕΤΩΝ – ΠΩΛΗΤΡΙΑ ΣΕ ΚΑΤΑΣΤΗΜΑ ΕΝΔΥΣΗΣ
Η Ζωή-Αναστασία είναι πωλήτρια σε ένα μικρό κατάστημα ένδυσης στο κέντρο της Αθήνας. Ο μισθός της είναι 740 ευρώ τον μήνα. «Εργάζομαι ως πωλήτρια σε ένα μικρό κατάστημα ένδυσης εδώ και τρία χρόνια. Η δουλειά μου είναι ευχάριστη, μ’ αρέσει να μιλάω με τον κόσμο, αλλά δεν έχει καμία προοπτική εξέλιξης. Ο μισθός είναι σταθερά χαμηλός, 740 ευρώ τον μήνα, χωρίς κάτι έξτρα ή μπόνους. Κάποιες μέρες η κίνηση είναι μηδαμινή, άλλες τρέχουμε όλη μέρα, αλλά η αμοιβή παραμένει η ίδια.»
Αν και η δουλειά της είναι σχετικά ευχάριστη, χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα, η ίδια αντιμετωπίζει το πρόβλημα της στασιμότητας, όπου ο μισθός δεν αναπροσαρμόζεται με βάση τις συνθήκες της αγοράς. «Το μεγαλύτερό μου έξοδο είναι το ενοίκιο, 380 ευρώ για ένα μικρό διαμέρισμα. Το σπίτι δεν είναι καινούριο, αλλά τουλάχιστον είναι κοντά στη δουλειά, οπότε γλιτώνω πολλά σε μετακινήσεις. Το ρεύμα μου κυμαίνεται από 60 έως 70 ευρώ, ενώ το ίντερνετ και το κινητό μου κοστίζουν περίπου 35 ευρώ τον μήνα.»
Η Ζωή-Αναστασία προσπαθεί να διαχειριστεί το μηνιαίο προϋπολογισμό της όσο το δυνατόν καλύτερα, και τα έξοδα της διατροφής είναι επίσης σημαντική προτεραιότητα για εκείνη. «Όταν ψωνίζω στο σούπερ μάρκετ, πάντα έχω λίστα και budget, προσπαθώ να μην ξεπερνάω τα 250 ευρώ τον μήνα. Κοιτάζω προσφορές, προτιμώ πιο οικονομικές μάρκες και μαγειρεύω σχεδόν πάντα στο σπίτι. Το φαγητό απ’ έξω είναι πολυτέλεια, γι’ αυτό και αν τύχει να παραγγείλω, το κάνω με μέτρο.»
«Το πιο δύσκολο κομμάτι είναι ότι δεν έχω οικονομική ευελιξία. Αν προκύψει μια ξαφνική ανάγκη, ένα ιατρικό έξοδο, μια επισκευή στο σπίτι, ξέρω ότι θα δυσκολευτώ να το καλύψω. Αναγκαστικά θα ζητήσω χρήματα από τους δικούς μου, πράγμα που κάνω σπάνια. Οι περισσότερες αγγελίες που βλέπω προσφέρουν είτε τον ίδιο χαμηλό μισθό είτε απαιτούν εξειδίκευση που δεν έχω. Έτσι, μένω εδώ, ελπίζοντας ότι κάτι θα αλλάξει είτε προς το καλύτερο, είτε τουλάχιστον να μην γίνει χειρότερο.»
ΕΛΕΑΝΑ, 32 ΕΤΩΝ – ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΣΕ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΟ
Η καθημερινότητα της Ελεάνας στο φροντιστήριο που εργάζεται ως γραμματέας είναι αρκετά απαιτητική. Η δουλειά της ταιριάζει, όπως λέει, αλλά η πραγματικότητα του μισθού των 750 ευρώ τη φέρνει συχνά αντιμέτωπη με οικονομικές δυσκολίες. «Εργάζομαι ως γραμματέας σε φροντιστήριο εδώ και 2 χρόνια. Η καθημερινότητά μου περιλαμβάνει τη διαχείριση προγραμμάτων, τις εγγραφές μαθητών, τις πληρωμές, αλλά και την επικοινωνία με γονείς που συχνά έχουν απορίες. Παρόλο που η δουλειά είναι σταθερή, ο μισθός των 750 ευρώ δεν αφήνει πολλά περιθώρια για άνετη διαβίωση.»
Όπως παραδέχεται, τα οικονομικά της είναι πολύ περιορισμένα. Για να τα βγάλει πέρα, έχει μάθει να διαχειρίζεται αυστηρά τον μηνιαίο προϋπολογισμό της, προσπαθώντας να καλύψει τα βασικά της έξοδα με προσοχή. «Τα έξοδά μου, θέλοντας και μη, είναι προγραμματισμένα. Το ενοίκιο είναι 420 ευρώ για ένα διαμέρισμα 45τ.μ στα Πατήσια. Το ρεύμα κυμαίνεται από 70 έως 100 ευρώ, ανάλογα με την εποχή. Το ίντερνετ και το κινητό μου κοστίζουν 35 ευρώ τον μήνα, ενώ για μετακινήσεις ξοδεύω περίπου 60 ευρώ, και προσπαθώ να χρησιμοποιώ κυρίως μέσα μαζικής μεταφοράς.»
Η δυσκολία στον προγραμματισμό της επόμενης μέρας είναι κάτι που την επηρεάζει αρκετά. Οι τιμές ανεβαίνουν συνεχώς, και για να βγει, κάνει θυσίες ακόμα και στα καθημερινά έξοδα. «Το σούπερ μάρκετ είναι ένα από τα πιο δύσκολα κομμάτια του προϋπολογισμού του κάθε μήνα. Προσπαθώ να ξοδεύω περίπου 220-250 ευρώ τον μήνα, αγοράζοντας μόνο τα απαραίτητα. Αποφεύγω τα ακριβά προϊόντα και ψωνίζω στις προσφορές»
Τα έξοδα καθημερινότητας και το χαμηλό εισόδημα επηρεάζουν και την κοινωνική της ζωή, καθώς οι έξοδοι και οι επιλογές σε διασκέδαση είναι πλέον είδη πολυτελείας. «Η κοινωνική μου ζωή είναι αρκετά μαζεμένη. Εννοείται πως θα βγω, αλλά δεν γίνεται να σπαταλώ πολλά χρήματα στις εξόδους μου. Η μεγάλη μου αγάπη, τα ταξίδια, αυτό το διάστημα είναι πολύ περιορισμένα. Θα κάνω ίσως ένα με δύο ταξίδια τον χρόνο στο εξωτερικό, σε οικονομικούς προορισμούς αναγκαστικά.»
Όπως λέει η Ελεάνα, το μεγάλο πρόβλημα που αντιμετωπίζει είναι η αδυναμία αποταμίευσης. Η ίδια καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια για να διαχειριστεί τις υποχρεώσεις της, αλλά ταυτόχρονα αισθάνεται εγκλωβισμένη σε μια κατάσταση χωρίς πολλές επιλογές. Η έλλειψη ευελιξίας, η αβεβαιότητα και η καθημερινή πίεση για να φτάσει το τέλος του μήνα είναι τα ζητήματα που την ανησυχούν περισσότερο. «Το μεγαλύτερό μου άγχος είναι ότι δεν μπορώ να αποταμιεύσω. Όσο κι αν προσπαθώ να διαχειριστώ τα οικονομικά μου, τα χρήματα φεύγουν σχεδόν αμέσως και δεν μένει τίποτα για να βάλεις στην άκρη. Είναι δύσκολο να βάλεις χρήματα στο πλάι για μια σημαντική επένδυση, όπως ένα αυτοκίνητο. Για δικό σου σπίτι, ούτε λόγος. Η αβεβαιότητα αυτή είναι που με βαραίνει περισσότερο, γιατί νιώθω ότι, όσο κι αν προσπαθώ, δεν μπορώ να δημιουργήσω ένα δίχτυ ασφαλείας για τη ζωή μου.»