ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

ΣΑΪΝΤΟΥ ΚΑΜΑΡΑ: “ΕΥΓΝΩΜΩΝ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΛΛΗΛΕΓΓΥΗ. ΜΑΚΑΡΙ ΝΑ ΤΗ ΔΕΙΞΕΙ Ο ΚΟΣΜΟΣ ΣΕ ΟΛΑ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ”

Μετά την απόρριψη του αιτήματος ασύλου, ένα πρωτοφανές κίνημα αλληλεγγύης βοήθησε ν' αλλάξει η απόφαση και να μείνει στην Ελλάδα. Μας μιλά για την εμπειρία του και πώς από η ιστορία του πρέπει να γίνει η αρχή για ένα καλύτερο μέλλον για τα παιδιά που έχουν βρει καταφύγιο στη χώρα μας.

«Μαζί ξεκινήσαμε, μαζί θα τελειώσουμε, θα κλείσουμε αυτόν τον κύκλο» μου είπε ο Σαϊντού ένα σχεδόν καλοκαιρινό μεσημέρι που ανταμώσαμε στο κέντρο της Αθήνας. Τουλάχιστον είναι ένα τέλος φωτεινό σε μια περίοδο γενικευμένης δυσθυμίας που οι καλές ειδήσεις γίνονται κλωστές ανθεκτικότητας για να γαντζώνονται πάνω τους χιλιάδες άνθρωποι. Όταν τον γνώρισα πριν δύο μήνες ήταν λυπημένος, κακόκεφος και σκυθρωπός. Απολύτως εύλογο. Είχε απορριφθεί το αίτημα ασύλου του σε α’ βαθμό, τορπιλίζοντας την προσπάθεια που κατέβαλε να ανασυγκροτήσει τη ζωή του.

Η προοπτική να επιστρέψει στον τόπο καταγωγής του, στη Γουινέα, εκεί που δεν υπήρχε κανένας άνθρωπος να τον νοιαστεί και να τον προστατέψει, αφού η μητέρα του είχε πεθάνει και ο ίδιος είχε δεχτεί πολλές επιθέσεις, ήταν εφιαλτική.

Ευτυχώς, αποσοβήθηκε χάρη στο πρωτοφανές κίνημα αλληλεγγύης που ζητούσε ο Σαϊντού να μείνει εδώ. Έμεινε εδώ, μαζί μας, και είναι πολύ χαρούμενος.

Δεν το περίμενα με τίποτα, να πάρει τέτοιες διαστάσεις, να δεχτώ τόση συμπαράσταση, να με καλέσουν στο τηλέφωνο ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας.

«Το πρώτο διάστημα μετά την απορριπτική απόφαση ήταν πραγματικά δύσκολο. Είχα κατακλυστεί από το στρες. Φοβόμουν και απελπιζόμουν. Το σχολείο ήθελε να με βοηθήσει και σκεφτόμασταν τι μπορεί να γίνει. Οι φίλοι μου αποφάσισαν να δημιουργήσουν ένα hashtag μήπως μαθευτεί η υπόθεση, το δημοσιοποιήσουν τα media και ενεργοποιηθούν οι αρμόδιες αρχές. Αυτό ήταν το πλάνο. Όλα έγιναν αστραπιαία. Δεν το περίμενα με τίποτα, να πάρει τέτοιες διαστάσεις, να δεχτώ τόση συμπαράσταση, να με καλέσουν στο τηλέφωνο ο Μητσοτάκης και ο Τσίπρας. Ήξερα ότι είχα καλούς φίλους και ισχυρές κοινωνικές σχέσεις αλλά όλο αυτό που συνέβη δεν υπήρχε ούτε σαν υπόνοια στη φαντασία μου, με εξέπληξε εντελώς. Σίγουρα μου έδωσε δύναμη. Έλαβα πολλά σχόλια, τα περισσότερα ήταν ενθαρρυντικά και κάποια λίγα αρνητικά. Εγώ αποφάσισα να ακολουθήσω το κύμα της θετικότητας, τους ανθρώπους που έλεγαν δε μας νοιάζει από πού είσαι και τι χρώμα έχεις, ανήκεις εδώ, σε θέλουμε κοντά μας. Αυτό μου έδωσε ενέργεια, με έκανε να νιώθω δυνατός, να πιστεύω στον εαυτό μου και να συνεχίσω.»

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

Παρακάτω ο Σαϊντού διηγείται εκείνες τις μέρες που το όνομα του τρένταρε ψιλά στο twitter, η φωτογραφία του διέτρεχε τα social media και έβλεπε μπροστά του να αστράφτουν δεκάδες φλας φωτογραφικών μηχανών ενόσω περίμενε να εξεταστεί η υπόθεση του σε δεύτερο βαθμό:

«Στην παρέλαση σοκαρίστηκα. Δεν είμαι διάσημος, δεν είμαι συνηθισμένος στις κάμερες και τα μικρόφωνα. Έπαθα πανικό. Ταυτόχρονα ήταν πολύ έντονη συναισθηματικά η στιγμή που έκανα παρέλαση και ο κόσμος χειροκροτούσε φωνάζοντας το όνομα μου. Όλα αυτά ήταν αναπάντεχα, συγκινητικά και λίγο αγχωτικά. Η απόφαση άργησε λίγο, την περιμέναμε νωρίτερα αλλά ένιωθα σίγουρος για το αποτέλεσμα γιατί πιστεύω ακράδαντα πως ο κόσμος έχει τη δύναμη. Είχα πάρει στήριξη από τους πολιτικούς αρχηγούς αλλά και από χιλιάδες καθημερινούς ανθρώπους, από σχολεία, από influencers. Με πλησίασαν άγνωστα άτομα, μου είπαν ότι τους άγγιξε η ιστορία μου, με προσκάλεσαν ακόμα και να πάω διακοπές μαζί τους στα χωριά τους. Ήταν τρομερό. Νομίζω πως δικαιούμουν να πάρω άσυλο και ανεξάρτητα από αυτά, τελικά όμως η κινητοποίηση του κόσμου υπήρξε καθοριστική. Όταν βγήκε η απόφαση, δεν την πληροφορήθηκα απευθείας εγώ ή η δικηγόρος μου. Το διάβασε ένας φίλος μου στις ειδήσεις και μου το έστειλε. Ήμουν επιφυλακτικός. Όταν είδα να το ανακοινώνει επίσημα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, το πίστεψα. Αισθάνθηκα αληθινά χαρούμενος, πήγα στους φίλους μου, βγήκαμε βόλτα μαζί, πήγαμε να δούμε μπάσκετ που έπαιζε ο Ολυμπιακός με τη Μονακό. Ήπιαμε, μιλήσαμε, κάτσαμε ώρες εκείνο το βράδυ. Ήταν σα γενέθλια για μένα».

Πρόκειται για έναν συνειδητοποιημένο νέο άνθρωπο που αναγκάστηκε να ωριμάσει πολύ απότομα, όταν στα 16 του κι έχοντας μείνει ολομόναχος στον κόσμο, χρειάστηκε να διασχίσει τη μισή υφήλιο για να φτάσει στην Ελλάδα ως ασυνόδευτος ανήλικος πρόσφυγας. Έχει επίγνωση της επωδυνότητας αυτού του βιώματος, γι’ αυτό έχει αναπτύξει μεγάλη ενσυναίσθηση και ξέρει πως αρκετά παιδιά σαν αυτόν, βρίσκονται εγκλωβισμένα σ’ ένα limbo αβεβαιότητας και αναμονής.

Παντού υπάρχουν διακρίσεις, το ξέρω, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Ωστόσο, αν κοιτάξεις καθαρά, μπορείς να τις υπερβείς, να ζήσουμε ειρηνικά.

«Δε μπορεί να υπάρχει άλλη προσέγγιση από τον ανθρωπισμό. Είμαστε άνθρωποι και άρα συνδεδεμένοι μεταξύ μας. Πρέπει οι υπηρεσίες που εξετάζουν τα αιτήματα των ασυνόδευτων ανήλικων, όπως το δικό μου, να έχουν ένα ανθρώπινο βλέμμα. Κανένας δεν αφήνει εύκολα τον τόπο του που είναι συνυφασμένος με την οικογένεια του, με τις μνήμες του, με τις εικόνες χωριών και φύσης, με τα ζώα, με τα κτίρια, δεν ξυπνάς μια μέρα και λες θα φύγω και δεν θα ξαναγυρίσω. Υπάρχει σοβαρός λόγος για να το κάνεις αυτό. Ας το αναλογιστούν και ας δώσουν τη δυνατότητα στα ασυνόδευτα παιδιά να αποκτήσουν μια καλή ζωή. Είμαστε τα παιδιά, είμαστε οι νέοι, μπορούμε να κάνουμε πολλά, να φέρουμε καινούργια πράγματα, μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο. Υπάρχει δυναμική αλλά χρειάζεται υποστήριξη. Ελπίζω ο κόσμος να δείξει αλληλεγγύη σε όλα τα παιδιά. Όταν έχεις ένα νέο άνθρωπο που θέλει να ζήσει εδώ, πρέπει να τον βοηθήσεις χωρίς προκαταλήψεις. Παντού υπάρχουν διακρίσεις, το ξέρω, και στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Ωστόσο, αν κοιτάξεις καθαρά, μπορείς να τις υπερβείς, να ζήσουμε ειρηνικά».

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

Περπατήσαμε στην Αθήνα την πιο πολύβουη και άχαρη ώρα που μόνο ο ήλιος και η πιθανότητα μιας αναγέννησης, την αντισταθμίζουν. Ο Σαϊντού ήταν ανάλαφρος και ευδιάθετος, χαιρετούσε τους φίλους του και κανόνιζε να πάει βόλτα. Μου έλεγε ότι προτιμάει το ποδόσφαιρο από το μπάσκετ. Του αρέσει να γυρίζει την πόλη με τα πόδια. Σε λίγο καιρό τελειώνει το σχολείο. Έχει κάνει αίτηση για μια υποτροφία και παράλληλα θα ψάξει για δουλειά. Δεν έχει βαρύγδουπα σχέδια για το μέλλον, θέλει να είναι καλά, να σπουδάσει, να επιβιώσει σ’ έναν κόσμο που η επιβίωση των μη προνομιούχων υποκειμένων, δεν είναι ούτε δεδομένη, ούτε αυτονόητη.

«Θέλω να είμαι σε ηρεμία, να καταλαγιάσουν μέσα μου αυτά που έγιναν. Προσπαθώ να μείνω συγκεντρωμένος. Τώρα διαβάζω, δεν έχω άλλους προγραμματισμούς. Αυτό που με ενδιέφερε ήταν να μείνω ασφαλής, να μην επιστρέψω σ’ ένα μέρος που είναι σαν φυλακή για μένα και που μου δημιούργησε πολλά προβλήματα. Δεν αποζητούσα τη δημοσιότητα. Μου άρεσε που δε με ήξερε κανείς και περνούσα χρόνο με τους φίλους μου κάνοντας απλά πράγματα που κάνουν οι έφηβοι. Συνέβη, όμως, και θα προσπαθήσω να την τιμήσω, να προσφέρω στην κοινωνία, να μη μετανιώσει κανείς για τη συμπαράσταση που μου έδωσε και να βοηθήσουν κι άλλους πρόσφυγες. Ο στόχος μου είναι να μείνω στην Ελλάδα. Ξεκίνησα από το μηδέν, έκανα φίλους, έμαθα ελληνικά, έχτισα κάτι εδώ, δεν ξέρω πως θα τα φέρει ο χρόνος αλλά η πρόθεση μου είναι να μείνω εδώ. Ο,τι κι αν γίνει, η Ελλάδα θα είναι το σπίτι μου στη συνείδηση μου. Εγώ δεν έχω τίποτα, η οικογένεια μου είναι οι φίλοι μου, οι δάσκαλοι μου, η δικηγόρος μου. Η οικογένεια δεν είναι το dna, είναι οι άνθρωποι που σε παίρνουν τηλέφωνο να ρωτήσουν τι κάνεις. Έφτιαξα, λοιπόν, μια οικογένεια εδώ. Είμαι ευγνώμων σε όλους και όλες που στάθηκαν στο πλευρό μου.»

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

Μέσα στην ατυχία του ο Σαϊντού, στάθηκε λίγο τυχερός. Βρέθηκε σ’ ένα σχολείο που τον αγκάλιασε από την αρχή, τον συντρόφευσε στην ενταξιακή του διαδρομή, τον αποδέχτηκε σαν ένα δικό του πολύτιμο κομμάτι που δεν ήθελε να το χάσει. Η αφετηρία του μαζικού ρεύματος συμπαράστασης ήταν το 1ο ΓΕΛ Αγίου Δημητρίου. Είχε μια οργάνωση που τον πλαισίωσε και μια δικηγόρο που έτρεξε για εκείνον.

«Θεωρώ πως το αποτέλεσμα ήταν αυτό που αντιστοιχούσε. Η υπόθεση ευσταθούσε. Θα έπρεπε από τον α’ βαθμό ο Σαϊντού να πάρει άσυλο. Όταν του επιδόθηκε η απορριπτική απόφαση, δεν είχε ακόμα ενηλικιωθεί και για μένα είναι απορίας άξιο πως ζητάς από ένα ανήλικο παιδί να επιστρέψει στη χώρα καταγωγής του. Το σχολείο παίζει κρίσιμο ρόλο σε τέτοιες περιπτώσεις. Όταν το παιδί νιώσει στο σχολείο αποδοχή, όλα είναι εφικτά, όπως έγινε στην περίπτωση του Σαϊντού. Δυστυχώς δεν έτυχαν όλα τα παιδιά της ίδιας στήριξης κι έχουμε αρκετά ασυνόδευτα που απορρίπτονται με fast track διαδικασίες, χωρίς να δίνεται η δέουσα προσοχή στο αίτημα τους» επισημαίνει η Νικολαια Τριανταφύλλου, δικηγόρος της IRC Hellas που χειρίστηκε την υπόθεση.

Ο,τι κι αν γίνει, η Ελλάδα θα είναι το σπίτι μου στη συνείδηση μου.

Επιπλέον, αναδεικνύει μια πτυχή για το μετά που ενδεχομένως να μην είναι γνωστή στο ευρύ κοινό. Στο καλό σενάριο που ένας/ μια πρόσφυγας/ισσα πάρει άσυλο, θα πρέπει άμεσα να είναι σε θέση να τα βγάλει πέρα μόνος του. Το πενιχρό οικονομικό βοήθημα που δίνεται και η όποια μέριμνα στέγασης κόβονται μέσα σε τρεις μήνες. Ο Σαϊντού, δηλαδή, που τώρα μένει σ’ ένα επιδοτούμενο διαμέρισμα για νέους/ες ηλικίας 18+, μέσα σε τρεις μήνες πρέπει να βρει δουλειά, ώστε να μπορεί να νοικιάσει σπίτι και να καλύπτει τα έξοδα της καθημερινότητας του. Σε μια ξένη χώρα που δεν αποτελεί ακριβώς παράδεισο εργασιακών ευκαιριών, είναι ένας μικρός άθλος.

«Είναι προβληματική η διαχείριση μετά τη χορήγηση διεθνούς προστασίας. Οι άνθρωποι χάνουν οποιαδήποτε αρωγή. Έχει λογική το ότι από τη στιγμή που αναγνωρίζεσαι, θα πρέπει να φτιάξεις τη ζωή σου αλλά όχι έτσι, τόσο βίαια, χωρίς καμία πρόνοια. Θα έπρεπε το ζήτημα της ένταξης να είχε δουλευτεί σφαιρικά για να υπάρχουν εφόδια. Τώρα αν κάποιος μένει σε camp, του λένε μέσα σε τρεις μήνες βρες σπίτι και δουλειά. Είναι απότομο. Και για τον Σαϊντού η βασική του προτεραιότητα είναι να βρει δουλειά για να συντηρήσει τον εαυτό του και τα όνειρα του. Πόσο εύκολο, όμως, είναι;» αναρωτιέται η Νικολαια Τριανταφύλλου.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

Τα ασυνόδευτα ανήλικα προσφυγόπουλα που φτάνουν στην Ελλάδα, όπως ο Σαϊντού, συνιστούν έναν από τους πιο ευαίσθητους κρίκους του προσφυγικού ζητήματος. Φέρουν όλη την ευαλωτότητα της κυνηγημένης εφηβείας, είναι απροστάτευτα γιατί δεν έχουν κανέναν, στις περισσότερες περιπτώσεις έχουν γίνει μάρτυρες συμβάντων αγριότητας. Η μεταχείριση που τους επιφυλάσσει το ελληνικό κράτος από την άφιξη τους, μέχρι την πρόσβαση στο άσυλο, σε αξιοπρεπή στέγαση, σε εκπαίδευση, δεν ευνοεί την ισότιμη ένταξη και τη συμπερίληψη τους στην ελληνική κοινωνία. Σύμφωνα με τα στοιχεία του Εθνικού Κέντρου Κοινωνικής Αλληλεγγύης, στο τέλος του 2021, ο εκτιμώμενος αριθμός των ασυνόδευτων ανηλίκων στη χώρα μας ήταν 2.279 άτομα, εκ των οποίων γύρω στα 300 έμεναν σε δομές τύπου camp, δηλαδή σε συνθήκες που έχουν χαρακτηριστεί από πλήθος φορέων ως ακατάλληλες, απομονωμένα από τον αστικό ιστό και χωρίς ευκαιρία αλληλεπίδρασης με άλλους πληθυσμούς. Ακόμα και τα παιδιά που ζουν σε ξενώνες ή διαμερίσματα ημιαυτόνομης διαβίωσης σε αναμφισβήτητα βελτιωμένο πλαίσιο, αν απορριφθεί το αίτημα ασύλου που έχουν υποβάλλει, είναι σα να χάνουν τη γη κάτω από τα πόδια τους, καθώς ακυρώνεται όλος ο κόπος τους να ενταχθούν και κινδυνεύουν να απελαθούν σε επικίνδυνα για τη ζωή τους περιβάλλοντα.

«Δυστυχώς τα τελευταία δυόμιση χρόνια παρατηρούμε πολύ μεγάλη αλλαγή στο πώς βλέπει και η κοινωνία και το κράτος τα ασυνόδευτα παιδιά, ιδίως μετά την κατάργηση της άδειας διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους που εντασσόταν και το κομμάτι των ασυνόδευτων. Πρόκειται για μια πολύ δύσκολη ομάδα, γιατί έρχονται με βαριές πληγές, τις οποίες καλούμαστε να διαχειριστούμε. Έχουμε στο πρόγραμμα μας διαμερίσματα ημιαυτόνομης διαβίωσης αλλά δεν έχουμε σχολεία, όπως αυτό που πάει ο Σαϊντού, δεν έχουμε καθηγητές, όπως αυτοί που έχει ο Σαϊντού. Άρα, ό,τι κι αν κάνουμε, δεν αρκεί για να βοηθηθεί ένα ασυνόδευτό παιδί. Κάτι άλλο ανησυχητικό που έχει διαπιστωθεί είναι για περιπτώσεις παιδιών που ζουν σε διαμερίσματα και μόλις συμπληρώσουν το 18ο έτος, τους στέλνουν να τοποθετηθούν σε camp.

Δηλαδή λες σ’ ένα παιδί που έχει πάει σχολείο, έχει κάνει παρέες, έχει μάθει να κινείται στην πόλη, πήγαινε τώρα να ζήσεις σ’ ένα camp, σ’ ένα κοντέινερ με άλλους ενήλικες άνδρες μόνους που μπορεί να είναι 40 χρονών. Έχω τέσσερα τέτοια παιδιά που τα στέλνουν σε camp και νιώθουν μεγάλη απογοήτευση. Επίσης, υπάρχουν παιδιά που ζουν σε camp, ενώ είναι διαθέσιμες κενές θέσεις σε ξενώνες και διαμερίσματα. Και, βεβαίως, παιδιά που παίρνουν απορριπτικές αποφάσεις. Έχω στο μυαλό μου μια περίπτωση που είναι ακριβώς σαν τον Σαϊντού, ένα παιδί που βρίσκεται πέντε χρόνια στην Ελλάδα, μιλάει ελληνικά, έχει πάει σχολείο αλλά όχι σ’ ένα σχολείο αλληλέγγυο σαν του Σαϊντού. Η υπόθεση του έχει μπει στο συρτάρι. Θα πρέπει η πολιτεία να δει τα αιτήματα συνολικά και όχι με κριτήριο το αν κάποιος τους φαίνεται συμπαθής. Η απόρριψη είναι κάτι τραγικό γι’ αυτά τα παιδιά, νιώθουν ότι δεν τους θέλει καμία χώρα, ότι δεν υπάρχει τόπος γι’ αυτά» σημειώνει η Γαρυφαλλιά Τσιάρα, υπεύθυνη του προγράμματος παιδικής προστασίας της International Rescue Committee – IRC Hellas.

ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΣΗΣ

Η υπόθεση του Σαϊντού έδειξε πως τα υγιή αντανακλαστικά της κοινωνίας δεν είναι υπνωτισμένα, μπορούν να τιναχτούν, να λειτουργήσουν και να έχουν μια ευεργετική επίδραση, δίνοντας χαρά και αγάπη. Μακάρι ο Σαϊντού να μην είναι εξαίρεση μα αφορμή να ανοίξει ο ορίζοντας για χιλιάδες ακόμα παιδιά. Αυτή είναι άλλωστε και η δική του επιθυμία.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα