“ΣΤΗ ΡΩΣΙΑ ΥΠΑΡΧΟΥΝ ΠΟΛΛΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΠΟΥ ΔΕΝ ΣΤΗΡΙΖΟΥΝ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ”
Εντοπίσαμε Ρωσίδα διαδηλώτρια κατά του πολέμου που είχε συλληφθεί για τη δράση της τις πρώτες ημέρες της ρωσικής εισβολής. Οι έμμεσες απειλές της αστυνομίας και η ελευθερία του Τύπου που έχει πιάσει πάτο.
Από την πρώτη στιγμή της ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία, τα φώτα της δημοσιότητας έπεσαν, όπως ήταν λογικό, στο δράμα του ουκρανικού λαού. Στους νεκρούς αμάχους, στους πρόσφυγες που αναγκάζονται να φύγουν από τη χώρα για να γλιτώσουν από τις βιαιότητες του πολέμου, στις καταστροφές των υποδομών. Στη Ρωσία όμως, τη χώρα-θύτη αυτού του πολέμου, πολλοί από τους πολίτες έχουν τα δικά τους ζόρια.
Πολλοί είναι αυτοί που δεν επιθυμούν σε καμία περίπτωση να βλέπουν τη Ρωσία να σκοτώνει και να λεηλατεί μία γειτονική χώρα με την οποία μοιράζονται, εκτός των άλλων, και ένα κοινό παρελθόν. Πολλοί είναι αυτοί που εκφράζονται ανοιχτά κατά του πολέμου ρισκάροντας τη γαλήνη της επαγγελματικής και προσωπικής τους ζωής. Πολλοί είναι τέλος και αυτοί που διαδηλώνουν στους δρόμους των μεγάλων πόλεων ρισκάροντας την ελευθερία τους.
Η Α., με την οποία συνομίλησε το Magazine, γεύτηκε την πικρή εμπειρία της σύλληψης για τη συμμετοχή της σε αντιπολεμική διαδήλωση στη Μόσχα στις αρχές του πολέμου. Μάς μίλησε ως Α, έβαλε δηλαδή την προϋπόθεση της ανωνυμίας, προκειμένου να αισθάνεται πιο άνετα. Αυτή η επιλογή φυσικά δεν έγινε τυχαία, πάρθηκε, αντιθέτως, για λόγους αυτοπροστασίας. Στη Ρωσία του πολέμου η ελευθερία του λόγου γνωρίζει πρωτοφανή πλήγματα και η ατομική ελευθερία μπορεί ανά πάσα στιγμή να παραβιαστεί αν το κράτος κρίνει ότι μέσα από αυτή τη διαδικασία προστατεύει τα όποια συμφέροντά του αλλά και τη δυνατότητα να διεξάγει ανενόχλητο την πολεμική του προπαγάνδα.
Η συνομιλία έγινε μέσω social media, τα οποία με τη σειρά τους, δοκιμάζουν μία σειρά από περιορισμούς την ίδια ώρα που οι χρήστες πολλές φορές προτιμούν να αυτολογοκρίνονται για να μην αποκτήσουν προβλήματα με τις αρχές οι οποίες δείχνουν να έχουν απεριόριστες δυνατότητες και ελάχιστες υποχρεώσεις. Η Ρωσία, έτσι και αλλιώς, δύσκολα μπορεί να χαρακτηριστεί ως κράτος δικαίου.
“Mε συνέλαβαν κατά τη διάρκεια αντιπολεμικής πορείας στο κέντρο της Μόσχας, συγκεκριμένα στη λεωφόρο Γκογκολέφσκι. Μαζί με εμένα εκείνες τις στιγμές συνελήφθησαν άλλα 15 άτομα περίπου. Οι αστυνομικοί ουδέποτε μας ενημέρωσαν για τους λόγους της κράτησής μας. Μας πήραν τα κινητά μας τηλέφωνα τα οποία και μάς επέστρεψαν μόλις φτάσαμε στο αστυνομικό τμήμα” μάς γράφει σε σχεδόν αψεγάδιαστα αγγλικά η συλληφθείσα.
“Η συμπεριφορά τους στο τμήμα έδειχνε κατανόηση. Ο επικεφαλής μάς επέτρεψε να καπνίσουμε, μάς έδωσε φαγητό και έδειξε ενδιαφέρον έσι ώστε να επιστρέψουμε στα σπίτια μας το συντομότερο δυνατόν. Μάς ρώτησαν βέβαια γιατί συμμετείχαμε στη συγκέντρωση. Του απαντήσαμε με ειλικρίνεια: “Είμαστε κατά του πολέμου”. Το κατάλαβε αλλά μάς ζήτησε να μην ξαναπάρουμε μέρος σε τέτοιες συγκεντρώσεις και πορείες. Η αλήθεια είναι ότι όλοι φοβούνται πάρα πολύ”.
Η παραπάνω αποτελεί συνήθης συμπεριφορά των αξιωματικών της αστυνομίας που υποδέχονται συλληφθέντες των αντιπολεμικών διαδηλώσεων. Προσπαθούν, αρχικά τουλάχιστον, να φανερώσουν κατανόηση, ωστόσο υπογραμμίζουν ρητά ότι στο μέλλον θα πρέπει να αποφεύγεται η συμμετοχή σε παρόμοιου τύπου δράσεις. Μοιάζει σαν μία “ευγενική” αλλά ξεκάθαρη απειλή.
“Μάς πληροφόρησαν ότι πρέπει να δώσουμε δαχτυλικά αποτυπώματα και δείγμα DNA. Μάς είπαν επίσης ότι θα μάς άφηναν ελεύθερους το επόμενο πρωί. Χάρη στους δικηγόρους, υπερασπιστήκαμε το δικαίωμά μας να μην υποβληθούμε σ’ αυτές τις διαδικασίες. Τελικά μάς άφησαν να φύγουμε στις 4 το πρωί περίπου. Πιο πριν ανακριθήκαμε τρεις φορές ο καθένας από διαφορετικά τμήματα. Μας ρώτησαν για τα πρόσφατα ταξίδια μας ενώ ζήτησαν να μάθουν και γενικές πληροφορίες όπως που σπουδάζουμε και που εργαζόμαστε”.
Άλλη μία συνήθης πρακτική, όπως βεβαιώνουν ανεξάρτητες ρωσικές πηγές, είναι και αυτή που περιέγραψε μόλις η Ρωσίδα συνομιλήτριά μας. Οι προσωπικές ερωτήσεις που μπορούν να αφορούν ακόμα και ευαίσθητα προσωπικά δεδομένα δίνουν και παίρνουν. Οι αρχές θέλουν να μαθαίνουν τα πάντα για όσους συλλαμβάνουν. Και φυσικά η ερώτηση για τον τόπο και τη φύση της εργασίας δεν γίνεται τυχαία.
“Μεταξύ των συλληφθέντων” συνεχίζει η Α. “βρέθηκε και ένας πολίτης Ουκρανίας. Η συμπεριφορά απέναντί του ήταν πιο σκληρή. Τον εκφόβισαν, τον απείλησαν με απέλαση καθώς και με ποινική διαδικασία. Κάτω από αυτήν την πίεση του πήραν δαχτυλικά αποτυπώματα”.
Η κράτηση της συνομιλήτριας διήρκησε περίπου επτά ώρες και ολοκληρώθηκε, ως διαδικασία, λίγο πριν το ξημέρωμα. Άλλοι δεν είναι τόσο τυχεροί, καθώς περνούν κάποια μερόνυχτα στα τμήματα, ανάλογα και με τις “κατηγορίες” που τους βαραίνουν. Το σίγουρο είναι, όπως μάς περιγράφει εν συνεχεία η Α. ότι η ρωσική κοινωνία, βρίσκεται σε αναβρασμό καθώς δεν δίνει λευκή επιταγή στον πόλεμο του Πούτιν.
“Στη Ρωσία υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που δεν στηρίζουν τις πολεμικές μεθόδους. Πολλές κοινότητες έχουν απευθύνει ανοιχτές επιστολές στον πρόεδρο Πούτιν (εκπαιδευτικοί, γιατροί, καλλιτέχνες, φοιτητές), υπογράφουν δημόσιες εκκλήσεις και εκφράζονται με τόλμη και θάρρος στα κοινωνικά δίκτυα. Κάποιοι διαδηλώνουν επίσης. Αλλά ο κόσμος φοβάται τη βία, το ξύλο, μήπως χάσει τη δουλειά του. Είναι γεγονός ότι μετά τις συλλήψεις η αστυνομία μεταφέρει δεδομένα στην εργασία του συλληφθέντα με ότι αυτό συνεπάγεται”.
Αυτό που συνεπάγεται, ειδικά αν ο συλληφθείς εργάζεται στον ευρύτερο δημόσιο τομέα, είναι η απόλυση.
“Ακόμα και οι αναρτήσεις στα κοινωνικά δίκτυα φέρνουν φόβο αφού ο νέος νόμος που υποτίθεται ότι θέλει να προστατεύσει τη ρωσική κοινωνία από τα fake news χρησιμοποιείται κατά το δοκούν και ιδιαίτερα όταν γράφονται “δυσάρεστα” πράγματα για τις δράσεις της κυβέρνησης και γενικότερα του κράτους. Εχουν ήδη υπάρξεις διώξεις με τις διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου σε διάφορες περιοχές της χώρας”.
Ο νόμος στον οποίο αναφέρθηκε η συνομιλήτριά μας παραπάνω προφανώς έγινε πιο αυστηρός μετά το ξεκίνημα του πολέμου. Για την ακρίβεια ο ρωσικός τύπος δεν μπορεί να δημοσιεύει τίποτα που αντιτίθεται στο πουτινικό αφήγημα για την εξέλιξη των επιχειρήσεων στην Ουκρανία, γεγονός που έχει ήδη τρομερές συνέπειες στην πολυφωνία.
“Η ελευθερία του Τύπου σ’ αυτή τη χώρα βρίσκεται κοντά στο μηδέν. Μέσα κλείνουν, σταματούν να λειτουργούν. Όπως, για παράδειγμα, το “Echoes of Moscow”, ένας ιστορικός και ανεξάρτητος ραδιοφωνικός σταθμός που αυτοδιαλύθηκε στις 4 Μαρτίου, επειδή δεν του δίνεται πια η ευκαιρία να εκπέμψει. Ήταν στον αέρα για 32 ολόκληρα χρόνια. Άλλη εφημερίδα διέγραψε όσες ειδήσεις είχε γράψει για τον πόλεμο. Κάποιοι από τους δημοσιογράφους συνεχίζουν να ανεβάζουν video στο youtube, ωστόσο και αυτή η πλατφόρμα αναμένεται να περιοριστεί ή και να πάψει να υπάρχει στη Ρωσία τις αμέσως επόμενες ημέρες. Τα πάντα είναι πάρα πολύ ρευστά”.
Θέσαμε στην Α. και το θέμα των κυρώσεων τόσο σε ρωσικά ΜΜΕ όσο και σε ρώσικα έργα πολιτισμού. Ηταν ξεκάθαρη και έβαλε τα ζητήματα στη σωστή τους διάσταση: “Θα μπορούσα να σου πω ότι συμφωνώ με τις κυρώσεις εναντίον των media που κάνουν προπαγάνδα, όμως υπερασπίζομαι πάνω απ’ όλα την ελευθερία του λόγου καθώς και την ευθύνη του αναγνώστη/ακροατή/τηλεθεατή να διακρίνει την ποιότητα και την πραγματική είδηση ανάμεσα στα σκουπίδια”.
Σίγουρα πάντως δεν συμφωνώ καθόλου με τις κυρώσεις στον πολιτισμό. Στη Ρωσία υπάρχουν πάρα πολλοί ταλαντούχοι άνθρωποι που θέλουν να εξελιχθούν και να φύγουν από τη χώρα. Το σινεμά επίσης, αφού έτσι και αλλιώς δεν υπάρχει πολιτικός ανταγωνισμός και πλατφόρμες για ανοιχτή πολιτική κουβέντα, είναι ο μόνος δρόμος να προσεγγίσουμε τα ιδανικά που θέλουμε. Αποτελεί συμβολή στην κριτική σκέψη. Πολλές δυτικές εταιρίες βοηθούν σ’ αυτό. Τυχόν αποχώρησή τους συνιστά μεγάλη απώλεια για πολλούς ανθρώπους”. Κοντολογίς, οι όποιες κυρώσεις στο ρωσικό πολιτισμό, ακόμα και αυτόν που χρηματοδοτείται από το κράτος, έχουν τα αντίθετα, από τα προσδοκώμενα αποτελέσματα, ουσιαστικά πλήττουν τη δημιουργία και όχι τόσο τις στενά κρατικές δομές πολιτισμού.
“Τα πράγματα στον τομέα της εκπαίδευσης είναι επίσης άσχημα” γράφει η Α. “Το καλύτερο πανεπιστήμιο της χώρας (National Research University Higher of Economics) δεν συμπεριλαμβάνεται πλέον στην παγκόσμια κατάταξη των πανεπιστημίων. Η ανοησία αυτής της κυβέρνησης ευτυχώς δεν ακυρώνει το επίπεδο και τα ταλέντα των Ρώσων επιστημόνων και δεν επηρεάζει τη συμβολή τους στην παγκόσμια επιστήμη. Νεαροί φοιτητές λαμβάνουν ποιοτική εκπαίδευση στο εξωτερικό αλλά πλέον ορισμένες χώρες ακυρώνουν τις φοιτητικές βίζες”.
“Οι δυτικές χώρες, πολιτισμένες και ανεπτυγμένες, πρέπει να καταλάβουν ότι όσο υψηλότερο είναι το επίπεδο ανάπτυξης και εκπαίδευσης των Ρώσων, τόσο περισσότερο μειώνεται η πιθανότητα απάνθρωπων συμπεριφορών. Οι δυτικοί χρειάζονται ένα φίλο, όχι έναν εχθρό και ο δυτικός κόσμος, που έχει περισσότερες παραστάσεις, οφείλει να μοιραστεί αυτήν την εμπειρία του”.
Αυτή ήταν και η τελευταία της τοποθέτηση η οποία αποκτά ένα χαρακτήρα μηνύματος προς τη Δύση, αν φυσικά η τελευταία ενδιαφέρεται για το πως βιώνει την πολεμική περιπέτεια ο λαός της χώρας που επιτίθεται αυτή τη στιγμή στην Ουκρανία.
Οι Ρώσοι, παραδοσιακά φιλομαθείς και καλλιεργημένοι, βρίσκονται εσχάτως σε πολύ δύσκολη θέση. Η πατρίδα τους, που στο Β’ παγκόσμιο πόλεμο πήρε δικαίως μεγάλο μέρος της δόξας για την ήττα του ναζισμού στα πεδία των μαχών, έχει μετατραπεί από πολιορκούμενη σε πολιορκητή. Υπάρχει κόσμος που αυτό απλώς δεν μπορεί να το ανεχθεί. Αλλά την ίδια ώρα δυσκολεύεται πολύ να εκφράσει την αντίθεσή του.
Ο ρωσικός λαός, σε αντίθεση με την παρούσα ηγεσία του, αξίζει τον απεριόριστο σεβασμό μας. Το μήνυμα που σας μεταφέραμε από τη Μόσχα δεν αφήνει περιθώρια για άλλες ερμηνείες…