ΣΤΗ ΣΥΖΗΤΗΣΗ “ΜΕΝΟΥΜΕ ΕΥΡΩΠΗ;” ΑΝΑΔΕΙΧΘΗΚΕ Η ΤΗΡΗΣΗ ΤΗΣ ΝΟΜΙΜΟΤΗΤΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΧΡΗΣΤΟ ΡΑΜΜΟ
Στην ΑΔΑΕ ως μοναδικό φωτεινό σημείο του σκανδάλου των υποκλοπών στάθηκαν οι ομιλητές της χθεσινής εκδήλωσης στο Ινστιτούτο Γκαίτε, επισημαίνοντας πως ο πρωθυπουργός χρωστάει απαντήσεις που δεν έχει δώσει και πως το σκάνδαλο θα μολύνει για χρόνια τη ζωή της χώρας.
Οι παλινωδίες της κυβέρνησης και οι χειρισμοί της στο θέμα των υποκλοπών τέθηκαν επί τάπητος στην χθεσινή πολυσυζητημένη εκδήλωση που διοργάνωσε η Ελληνική Ένωση για τα δικαιώματα του Ανθρώπου, μαζί με το Τμήμα Πολιτικών Επιστημών του Παντείου Πανεπιστημίου και την Πρωτοβουλία Ώρα μηδέν.
Ομιλητές ήταν οι καθηγητές Συνταγματικού Δικαίου Ευάγγελος Βενιζέλος, Νίκος Αλιβιζάτος, Ξενοφών Κοντιάδης και η καθηγήτρια Ιφιγένεια Καμτσίδου. Την εισαγωγική προσφώνηση έκανε ο Κοσμήτορας της Σχολής Πολιτικών Επιστημών του Παντείου, Δημήτρης Χριστόπουλος. Συντόνιζε ο καθηγητής και Πρόεδρος της Ελληνικής Ένωσης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, Ανδρέας Τάκης
«Το ΠΑΣΟΚ και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ πρότεινε τον λαμπρό δικαστικό Χρήστο Ράμμο»
Η συζήτηση ανέδειξε τις συνεχείς παραλείψεις της κυβέρνησης, την «οργανωμένη εκστρατεία αποτροπής των ελέγχων από την ΑΔΑΕ» όπως είπε ο Ευάγγελος Βενιζέλος αλλά και την «εκστρατεία κατασυκοφάντησης ενός λαμπρού δικαστικού λειτουργού, του Χρήστου Ράμμου». Για τον πρόεδρο της ΑΔΑΕ μάλιστα, ο Ευάγγελος Βενιζέλος υπενθύμισε στην κυβέρνηση πως τον πρότεινε το ΠΑΣΟΚ και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ και πως μάλιστα «τηλεφώνησα τότε εγώ ο ίδιος για να προτείνω την ιδέα της επιλογής του».
Ο κ. Βενιζέλος, υπογράμμισε πως είναι ανυπόστατος ο ισχυρισμός ότι με τον νέο νόμο η ΑΔΑΕ δεν μπορεί να ασκεί ελέγχους στην ΕΥΠ και τους τηλεφωνικούς παρόχους για να ενημερωθεί ο η Βουλή και ο εισαγγελέας, εφόσον διαπιστώνεται η τέλεση εγκλήματος που πρέπει να αναγγελθεί. Υπενθύμισε τη διάταξη του νόμου, την οποία άλλωστε έχει επικαλεστεί και ο ίδιος ο Χρήστος Ράμμος στην επιστολή του προς τη Βουλή.
Είπε ο κ. Βενιζέλος: «Ο ν. 5002/2022 προβλέπει στην παρ. 6 του άρθρου 8 ότι o Πρόεδρος της Α.Δ.Α.Ε. ενημερώνει για θέματα άρσεων απορρήτου επικοινωνιών τον Πρόεδρο της Βουλής, τους αρχηγούς των κομμάτων που εκπροσωπούνται στη Βουλή και τον Υπουργό Δικαιοσύνης. Πρόκειται για ρητή και προσωπική αρμοδιότητα του Προέδρου της ΑΔΑΕ, η παράλειψη άσκησης της οποίας θα συνιστούσε παράβαση καθήκοντος. Επιπλέον οι αρμοδιότητες της ΑΔΑΕ που προβλέπονται στον ιδρυτικό της νόμο διατηρούνται αλώβητες, πλην της αρμοδιότητας της σχετικής με την ενημέρωση του παρακολουθηθέντος».
Συμπλήρωσε ακόμη πως ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου, Ισίδωρος Ντογιάκος, εξέδωσε την γνωμοδότηση του καθ’ υπέρβαση των αρμοδιοτήτων του: «Η 1/2023 Γνωμοδότηση του Εισαγγελέα του ΑΠ, όπως είχα την ευκαιρία να αναλύσω, χορηγήθηκε κάθ´υπέρβαση της γνωμοδοτικής αρμοδιότητας του Εισαγγελέα του ΑΠ και, όπως κατέστη αντιληπτό, δεν μπορούσε να στερήσει την ΑΔΑΕ από τις ελεγκτικές της αρμοδιότητες. Επεσήμανε απλώς ότι ενημέρωση των θιγόμενων μπορεί πλέον να γίνει από την τριμελή επιτροπή».
Η τοποθέτηση Βενιζέλου για το θέμα, ήρθε σε μια στιγμή που η κυβέρνηση και τα φιλικά σε εκείνη μέσα, έχουν οργανώσει μια επιχείρηση συκοφάντησης του Χρήστου Ράμμου, επιχειρώντας να τον βαφτίσουν κομματικό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, ορισμένα ΜΜΕ έφτασαν στο σημείο να μιλούν μέχρι και για συμμετοχή του στο ψηφοδέλτιο Επικρατείας, παρά το γεγονός πως είναι γνωστό τοις πάσι ότι υπάρχει κώλυμα εκλογιμότητας για τα μέλη των Ανεξαρτήτων Αρχών και συνεπώς κάτι τέτοιο δεν θα ήταν Συνταγματικά δυνατό να συμβεί. Την επίθεση που δέχονται ο πρόεδρος και τα μέλη της Αρχής αναφέρθηκαν, καταδικάζοντάς την, όλοι οι ομιλητές.
Ο πρώην υπουργός, στάθηκε ιδιαίτερα στην κριτική που του ασκήθηκε για το γεγονός ότι συμμετείχε στην εκδήλωση που ο τίτλος της ήταν «Μένουμε Ευρώπη; Υποκλοπές, δικαιώματα και κράτος δικαίου, λέγοντας πως: «Θα κατανοούσα τις αντιδράσεις στο ερωτηματικό του «Μένουμε Ευρώπη» υπό την προϋπόθεση ότι όποιος έσπευσε να υπερασπιστεί το «Μένουμε Ευρώπη» τελεία και παύλα, έβρισκε να πει δυο λέξεις και για το απόστημα των υποκλοπών. Ποιος έχει άραγε στα χέρια του το πρωτότυπο του μέτρου της φιλοευρωπαϊκής και αντί – συριζικής συνέπειας; Οφείλω εγώ με το δικό μου «πολεμικό μητρώο» να δώσω διαβεβαιώσεις ή να αποδείξω τίποτα; Πρέπει να σιωπώ επιστημονικά για τις υποκλοπές προκειμένου να μη «επωφεληθεί» ο ΣΥΡΙΖΑ; Το ΠΑΣΟΚ, ο πρόεδρος του οποίου είναι θύμα υποκλοπών, δικαιούται να επικαλείται αυτά που λέω ή είναι ύποπτη και η σχέση με το κόμμα του οποίου υπήρξα αρχηγός και το οποίο ακρωτηριάστηκε σηκώνοντας τραγικά δυσανάλογο βάρος για την αντιμετώπιση της κρίσης;
«Μένουμε Ευρώπη» τελεία, αλλά και άνω και κάτω τελεία. Δεν υπάρχει Ευρώπη χωρίς δημοκρατικές αξίες, χωρίς κράτος δικαίου, χωρίς θεμελιώδη δικαιώματα, χωρίς ανεξάρτητη δικαιοσύνη, χωρίς ανεξάρτητες αρχές, χωρίς τη νομολογία του ΔΕΕ και του ΕΔΔΑ, χωρίς το κεκτημένο του θεσμικού και νομικού πολιτισμού της ευρωπαϊκής φιλελεύθερης δημοκρατίας. Αν μετρούσα εχθρούς και φίλους και επιδίωκα να έχω ανά πάσα στιγμή περισσότερους φίλους δεν θα «Μέναμε Ευρώπη». Ήδη από το 2011. Οπότε θα περίττευε και η συζήτηση περί ερωτηματικού ή τελείας» πρόσθεσε ο κ.Βενιζέλος.
«Ο Κυριάκος Μητσοτάκης χρωστάει απαντήσεις»
Ακόμη, υποστήριξε πως προκύπτει «μείζον ζήτημα αφενός εθνικής ασφάλειας, αφετέρου λειτουργίας του κράτους δικαίου και σεβασμού του Συντάγματος».
«Αυτές οι παρακολουθήσεις ήταν νόμιμες ή παράνομες; Μια πράξη δεν καθίσταται νόμιμη όταν φέρει τα εξωτερικά στοιχεία της νόμιμης πράξης αλλά παραβιάζει το Σύνταγμα και τον νόμο, στερείται αιτιολογίας και δεν σέβεται την αρχή της αναλογικότητας. Συνεπώς οι παρακολουθήσεις των ηγετών του στρατεύματος ήταν παράνομες. Αν ήταν νόμιμες, δεν έπρεπε τα συγκεκριμένα πρόσωπα να παραμένουν και μάλιστα επί μα-κρόν στην ηγεσία του στρατεύματος.Ποιος άκουσε ή διάβασε το υλικό των παρακολουθήσεων; Ποιος ήταν αποδέκτης των ενημερωτικών δελτίων; Ποιος έδωσε και ποιες εξηγήσεις στα πρόσωπα αυτά; Ποιο ήταν το κίνητρο και το ζητούμενο της μακράς παρακολούθησης;» διερωτήθηκε ο κ. Βενιζέλος για να καταλήξει:
«Δεν μπορεί η θεσμική αντιμετώπιση του ζητήματος των υποκλοπών να είναι αυτή. Δεν αρκεί η απάντηση, «γινόντουσαν και πριν παράνομες ή αμφίβολης νομιμότητας παρακολουθήσεις, ακόμη και υπουργών». Δεν αρκεί η απάντηση ότι «δημοσκοπικά το ζήτημα έχασε το ενδιαφέρον του και δεν επηρεάζει τις εκλογικές συμπεριφορές». Δεν αρκεί η απάντηση, «παραιτήθηκαν οι κκ. Δημητριάδης και Κοντολέων και ανέλαβαν την ευθύνη». Ποια ευθύνη και σε ποιο θεσμικό επίπεδο. Δεν αρκεί η παραπομπή στις προκαταρκτικές εξετάσεις που επί μήνες διενεργεί η Εισαγγελία Πρωτοδικών Αθηνών χωρίς εμφανές αποτέλεσμα και γνωστό χρονοδιάγραμμα. Δεν αρκεί η ΑΔΑΕ που υπονομεύεται και συκοφαντείται με ακραίο τρόπο. Δεν αρκεί η ΑΠΔΠΧ που ήδη εξέδωσε την πρώτη απόφασή της για το Predator. Δεν αρκεί ο κοινοβουλευτικός έλεγχος στο επίπεδο του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου ή της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης του Συμβουλίου της Ευρώπης . Δεν θα αρκούσε ούτε η ομαλή και εντατική λειτουργία της Επιτροπής Θεσμών και Διαφάνειας. Το ζήτημα της ηγεσίας των Ενόπλων Δυνάμεων, του κύρους της και του απορρήτου των επικοινωνιών της που είναι ουσιαστικά στρατιωτικές επικοινωνίες απαιτεί να διαμορφώσει άμεσα μια εύλογη τεκμηριωμένη απάντηση ο ίδιος ο Πρωθυπουργός και να ενημερώσει αξιόπιστα τουλάχιστον τους αρχηγούς των κομμάτων».
«Όταν τα θες όλα δικά σου κινδυνεύεις να πέσεις στις παγίδες που στήνεις»
Από την πλευρά του, ο Νίκος Αλιβιζάτος, εντόπισε το πραγματικό πρόβλημα της χώρας στην έλλειψη θεσμικών αντιβάρων: «Σήμερα στην Ευρώπη έχουμε τρεις κατηγορίες κρατών με κριτήριο την ελευθερία της έκφρασης -δηλαδή το να μη συλλαμβάνεσαι επειδή άσκησες οξεία κριτική κατά της κυβέρνησης- τη γνησιότητα των εκλογών, την λογοδοσία των κυβερνώντων στη Βουλή και τέταρτον την ύπαρξη θεσμικών αντιβάρων με σημαντικότερα τη Δικαιοσύνη και τις ανεξάρτητες Αρχές» είπε μεταξύ άλλων ο κ. Αλιβιζάτος.
«Οι τρεις κατηγορίες κρατών λοιπόν, είναι: Οι δικτατορίες, όπως η Ρωσία, η Τουρκία και η Λευκορωσία, οι ανελεύθερες δημοκρατίες, όπως η Ουγγαρία, η Πολωνία και στο όριο κατά καιρούς βρίσκονται η Τσεχία, η Σλοβακία και η Ρουμανία και οι φιλελεύθερες δημοκρατίες στις οποίες ανήκει και η Ελλάδα. Επιμένω πως η Ελλάδα δεν ανήκει στην κατηγορία της Ουγγαρίας».
Και συμπλήρωσε: «Αν έπρεπε κανείς να περιγράψει το πρόβλημα σε δύο λέξεις, αυτές θα ήταν η διαχρονική και όχι σημερινή ατροφία και η απουσία θεσμικών αντιβάρων. Ανεξάρτητων Αρχών εξοπλισμένων με τα αναγκαία μέσα που να λειτουργούν υπεύθυνα και με επαγγελματική συνείδηση ώστε να μπορούν να λένε όχι στις κραυγαλέες παρανομίες. Τέτοιοι θεσμοί σήμερα δεν υπάρχουν στη χώρα μας. Τουναντίον είτε πρόκειται για τον αποδυναμωμένο Πρόεδρο της Δημοκρατίας, είτε για την καταθλιπτικά υποβαθμισμένη θέση της αντιπολίτευσης στη Βουλή, είτε για μια Δικαιοσύνη που οι πολιτικοί μας τη θέλουν άτολμη, είτε για τις ανεξάρτητες Αρχές με το παράδειγμα της αδιανόητης δήλωσης του κυβερνητικού εκπροσώπου για τον κ. Ράμμο και την ΑΔΑΕ, όλα συντείνουν στο να θεωρείται επαρκής εγγύηση για σωστή διακυβέρνηση το μαγικό 151. Δηλαδή 151 κουκιά στη Βουλή. Σήμερα εμείς, αύριο εσείς. Αυτό είναι το κυρίαρχο σύνθημα.
Η υπόθεση των υποκλοπών έδειξε κατά τρόπο κραυγαλέο τα αδιέξοδα αυτής της νοοτροπίας που είναι διαχρονική. Ενόσω η τεχνολογία των κακόβουλων λογισμικών κάλπαζε, οι εγγυήσεις για να περιοριστεί αυτό το κακό αποδυναμώνονταν. Οι κυβερνώντες ήθελαν να χρησιμοποιήσουν την τεχνολογία αυτή για λογαριασμό τους. Έτσι κάποιοι αδίστακτοι εκμεταλλεύτηκαν την ευκαιρία χωρίς να ορρωδούν προ ουδενός. Όμως, από τη στιγμή που τα θες όλα δικά σου κινδυνεύεις να παγιδευτείς ο ίδιος στους μηχανισμούς που στήνεις για να παγιδεύσεις τους αντιπάλους σου».
«Μόνη φωτεινή στιγμή του σκανδάλου η λειτουργία της ΑΔΑΕ»
Ο Ξενοφών Κοντιάδης χαρακτήρισε ως μοναδική φωτεινή στιγμή του σκανδάλου των παρακολουθήσεων, την λειτουργία της ΑΔΑΕ: «Να εκφράσω βαθιά αναγνώριση και τιμή στην ΑΔΑΕ για το σημαντικό έργο που έχει επιτελέσει μέσα σε ένα ακραία αντίξοο περιβάλλον. Και να εκφράσω αμέριστη στήριξη προσωπικά στον πρόεδρό της, Χρήστο Ράμμο για την έντιμη στάση του. Χωρίς να το επιδιώξει, έγινε σύμβολο για την υπεράσπιση της Δημοκρατίας. Το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων αποδείχθηκε χάρη στην ΑΔΑΕ, παρά τα πενιχρά μέσα που διαθέτει με ευθύνη της κυβέρνησης. Παρά την αδιανόητη παρέμβαση του εισαγγελέα του Αρείου Πάγου. Η ΑΔΑΕ διέσωσε την τιμή της ελληνικής Δημοκρατίας».
Ο Ξενοφών Κοντιάδης, υποστήριξε πως το σκάνδαλο των παρακολουθήσεων θα μπορούσε να παρουσιαστεί ως θεατρικό δράμα: «Θέλω να επισημάνω πως από όλες αυτές τις παρακολουθήσεις δεν προέκυψε ούτε ένας φάκελος ποινικής δικογραφίας, άρα δεν επιβεβαιώθηκε σε καμία από τις περιπτώσεις η υποψία που οδήγησε στο να γίνει άρση απορρήτου. Εκτός αν οι πληροφορίες που υπεκλάπησαν χρησιμοποιούνται εκτός των νομίμων ορίων. Οι διατάξεις για την άρση απορρήτου ήταν αναιτιολόγητες και υπγράφονταν από μια ιδρυματοποιημένη εισαγγελέα. Αφιέρωνε περίπου 5 λεπτά σε κάθε φάκελο υπογράφοντας κάθε εργάσιμη ημέρα 70 άρσεις απορρήτου. Αγνοείται εδώ και δύο χρόνια η τύχη της κοινής υπουργικής απόφασης για το ηλεκτρονικό αρχείο της ΑΔΑΕ. Η υπογραφή της, εκκρεμεί από τον υπουργό Δικαιοσύνης και τον υπουργό Ψηφιακής Διακυβέρνησης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, είχαμε πριν λίγες ημέρες τον κυβερνητικό εκπρόσωπο, να κατηγορήσει τον κ. Ράμμο επειδή κάνει ελέγχους».
«Τα 5 βήματα του αυταρχισμού πραγματοποιήθηκαν by the book»
Ο Δημήτρης Χριστόπουλος, από την πλευρά του, επέλεξε να σταθεί στον «σύγχρονο αυταρχισμό» όπως τον χαρακτήρισε που έχει πέντε σκέλη.
«Όλα ξεκίνησαν από ένα λάθος. Ήταν μέγα λάθος ότι η κυβέρνηση, θέλοντας να εμποδίσει το αίτημα του Θανάση Κουκάκη, νομοθέτησε σε ευθεία αντίθεση με τη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, σύμφωνα με την οποία ο άνθρωπος που έχει πέσει θύμα υποκλοπών δικαιούται να το μάθει. Ο τρόπος της κυβέρνησης ήταν νομικά προβληματικός και πολιτικά ύποπτος.Από τότε η κυβέρνηση έκανε απανωτά λάθη στους χειρισμούς, προϊόντα ανεπίγνωστης έπαρσης και καθ’ έξιν αυθαιρεσίας των κρατούντων, που έλεγε και ο Αριστόβουλος Μάνεσης τον οποίο προσφάτως τιμήσαμε. Μια κινέζικη παροιμία λέει «κάνε το κακό αλλά τουλάχιστον κάντο σωστά». Η κυβέρνηση έκανε πολύ κακό, πολύ λάθος.
Οι υποκλοπές θα επιδρούν για χρόνια. Είναι πρόβλημα μακράς διάρκειας για την Ελλάδα. Αυτό δεν μπορούν να καταλάβουν κάποιοι. Είναι πρόβλημα για την Ελλάδα το μη ανιχνεύσιμο αποτύπωμα των υποκλοπών στις ανθρώπινες συμπεριφορές. Θα καταγράφονται πράξεις και παραλείψεις, των οποίων το κίνητρο δεν θα μπορούμε να διακρίνουμε. Θα το αποδίδουμε στην ελεύθερη βούληση εκείνων που μιλούν αλλά θα κάνουμε λάθος, διότι η βούλησή τους θα έχει φαλκιδευτεί από την απειλή και τον εκβιασμό που βιώνει εκείνος που έχασε την ιδιωτικότητά του. Δικαστές, πολιτικοί, στρατιωτικοί, δημοσιογράφοι και άλλοι θα κατευθύνουν και θα κόβουν τον λόγο τους επειδή παρακολουθούνται και φοβούνται μη βγουν κουβάδες με άπλυτα στη φόρα. Άπλυτα τα οποία δεν σχετίζονται με την εθνική ασφάλεια, αλλά την προσωπική ζωή, μέχρι οικονομικές δοσοληψίες. Άνθρωποι έρμαια της διάλυσης της ιδιωτικότητάς τους. Διάβασα σήμερα στο διαδίκτυο ότι «υπάρχει ένα είδος αναξιοπρέπειας στο οποίο μπορούν να σε οδηγήσουν μόνο η εξουσία και ο έρωτας».
Ας μην ξεχνάμε ότι το μεγαλύτερο ακορντεόν του πολιτεύματός μας, η εθνική ασφάλεια, κυρίως έγινε αντικείμενο επίκλησης για οικονομικές δοσοληψίες. Στη σύγχρονη πολιτική ανάλυση, η πορεία προς τον αυταρχισμό χαρακτηρίζεται από πέντε βήματα:
-Τον ασφυκτικό έλεγχο των μυστικών υπηρεσιών.
-Την αδρανοποίηση του κοινοβουλευτικού ελέγχου.
-Την χειραγώγηση σημαντικού τμήματος των ΜΜΕ
-Την τιθάσευση των Ανεξαρτήτων Αρχών
-Την χειραγώγηση της Δικαιοσύνης
Τα πέντε αυτά βήματα πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα by the book τα τελευταία χρόνια. Και μάλιστα με ταχύτητα πρωτοφανή. Μόνο στο τέταρτο βήμα σκόνταψε η κυβέρνηση και συνεχίζει να σκοντάφτει ακόμα. Σε μια ανεξάρτητη Αρχή.
Και αξίζει να παρατηρήσουμε τη στάση του υποδειγματικού Χρήστου Ράμμου στην υπόθεση αυτή και τη στάση άλλων ευτελών. Από τη μία άνθρωποι με σημασία και από την άλλη άνθρωποι χωρίς σημασία».
«Καχεκτική δημοκρατία»
Παίρνοντας τον λόγο, η Ιφιγένεια Καμτσίδου συνόψισε της εξελίξεις στο θέμα των υποκλοπών με την εξής πρόταση: «Μένουμε στην Ευρώπη ως καχεκτική δημοκρατία που δυσκολεύεται να εξασφαλίσει τον σεβασμό του Συντάγματός της και δεν σέβεται τα minima του κράτους δικαίου. Άρα φοβούμαι ότι μένουμε στην Ευρώπη ως περιθωριακοί παράγοντες της νομικής της κοινότητας, ως παρίες των πολιτικών και θεσμικών εξελίξεων».
Η Ιφιγένεια Καμτσίδου υποστήριξε πως οι πολίτες θέλουν την Ευρώπη ως σύστημα θεσμών και κανονιστικών κειμένων που να εξασφαλίζουν δικαιώματα και να εισάγουν εγκλίσεις. «Η Ευρώπη μέσα από τα αρμόδια όργανά της βρέθηκε μπροστά στην εξής ελληνική πραγματικότητα: Εκτεταμένες παράνομες παρακολουθήσεις κατά παράβαση του άρθρου 19 που εγγυάται το απαραβίαστο των ιδιωτικών επικοινωνιών. Η κυβέρνηση και η αρμόδια εισαγγελέας κατήργησαν μια θεμελιώδη αρχή του διοικητικού Δικαίου, την αρχή της αιτιολογίας των διοικητικών πράξεων, ιδίως των δυσμενών. Παρεμποδίστηκε η Βουλή να ασκήσει το ελεγκτικό της έργο. Η κυβέρνηση επέβαλλε σιωπή τόσο στα στελέχη της ΕΥΠ, όσο και του κυβερνητικού επιτελείου. Το υπηρεσιακό απόρρητο αναγορεύτηκε σε ρυθμιστή του πολιτικού βίου. Με τον νόμο 5002 επιχειρήθηκε η συρρίκνωση των αρμοδιοτήτων της ΑΔΑΕ. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μετατράπηκε σε νομικό σύμβουλο ιδιώτη επιχειρώντας να αποτρέψει τον έλεγχο της ρυθμιστικής αρχής. Διενεργείται εκστρατεία σπίλωσης του προέδρου της ΑΔΑΕ»
Και συμπλήρωσε: «Οι υποκλοπές παρέχουν στην κυβέρνηση τη δυνατότητα να ελέγξει τους πολιτικούς αντιπάλους της, νοθεύοντας το πολιτικό παιχνίδι λίγο πριν της εκλογές. Τα ΜΜΕ δεν διαθέτουν πια παρά ελάχιστη αξιοπιστία κυρίως λόγω της επιλεκτικής χρηματοδότησής τους από την κυβέρνηση με το πρόσχημα της πανδημίας» τόνισε.