Πάτροκλος Σκαφίδας

ΕΥΔΟΚΙΑ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΗ: Η ΑΓΡΙΟΓΑΤΑ ΜΕ ΤΟ ΑΓΓΕΛΙΚΟ ΠΡΟΣΩΠΟ

Πώς γίνεται μια τόσο, αληθινά, γλυκιά και ευγενική ύπαρξη να μεταμορφώνεται στις πιο τρελές και ακραίες περσόνες;

Στην παράσταση «Η Ορέστεια του Στρίντμπεργκ» της Λένας Κιτσοπούλου, η Ευδοκία τα δίνει όλα κυριολεκτικά. Είναι να απορείς δηλαδή και πώς αντέχει κάθε βράδυ να κάνει αυτό το πράγμα. Τέλος πάντων… δεν είναι η πρώτη φορά που αυτό το κορίτσι-κοπέλα-γυναίκα ξεπερνά τον εαυτό της. Απλώς και μόνον γιατί το αξιαγάπητο ετούτο πλάσμα με τις εσωτερικές αντιστάσεις έχει αποφασίσει πως μέσα από την υποκριτική θα διαχειρίζεται όσους δαίμονες κρύβει – γνωστούς και άγνωστους.

Η πηγαία της καλοσύνη «φωνάζει» και το νοιάξιμο για τους άλλους επίσης. Τι λόγο θα είχε άλλωστε, μετά από μία φορά που μιλήσαμε, να με πάρει τηλέφωνο την επομένη να με ρωτήσει για τα αποτελέσματα μιας σοβαρής εξέτασης που έκανα την ημέρα της συνέντευξης;

Σε μια αναδρομή της ζωής της απαντώνται πολλά από όσα σκεφτόμουν και από όσα, ενδεχομένως, έχετε σκεφτεί κι εσείς για αυτή την εξαιρετικά χαρισματική ηθοποιό που αν δεν την δεις να σαρώνει μια σκηνή, ποτέ δεν θα ξέρεις τι έκρυβε μέσα της.

Πάτροκλος Σκαφίδας

Τι ήθελες να γίνεις όταν μεγαλώσεις;
Ήθελα να ασχοληθώ με τα παιδιά, δηλαδή να γίνω νηπιαγωγός. Είχα μεγάλη τρέλα από την παιδική μου ηλικία. Θυμάμαι ότι όλες μου οι κούκλες γεννούσαν… συνέχεια.

Θυμάμαι κάτι τρομερό που μου είχε πει, προφανώς χωρίς να συνειδητοποιεί τις επιπτώσεις, η γιαγιά μου. Επειδή έσπαγα τα παιχνίδια μου, μου είπε ότι κάθε βράδυ αυτά μαζεύονται, μιλάνε και λένε τα παράπονα τους για μένα. Ότι εγώ είμαι η μαμά τους κανονικά και τα παιχνίδια λένε πως δεν είμαι μια καθόλου καλή μαμά. Τόσο με είχε συγκλονίσει αυτό που μου είχε πει που έπαιρνα όλες μου τις κούκλες και τα λούτρινα ζωάκια που είχα, και ένα τεράστιο λιοντάρι που είχα, και τα έβαζα στη σειρά μέσα στο κρεβάτι μου, τα σκέπαζα προσεκτικά και εγώ κοιμόμουνα σε μία γωνίτσα κουλουριασμένη για να τους φερθώ καλά ώστε να πουν καλά λόγια για μένα τη νύχτα!

Δεν είναι τρομερό το πώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται τα πράγματα που τους λένε οι μεγάλοι;

Πράγματι. Πού μεγάλωσες;
Στην Καισαριανή. Η μαμά μου είχε καταγωγή από την Πρέβεζα, χώρισε πολύ νωρίς και μεγάλωσα με τον πατριό μου, που για μένα ήταν σαν πατέρας μου. Η μαμά μου, λοιπόν, είχε μεγάλη αγάπη με το θέατρο, με είχε γράψει μάλιστα και στο θέατρο του Δήμου Καισαριανής και κάπως έτσι είχα αρχίσει να σκέφτομαι ότι θα ήθελα να ασχοληθώ με κάτι σχετικό. Ποτέ όμως ηθοποιός γιατί ήμουνα πάρα πολύ ντροπαλή – σκεφτόμουν ότι θα μπορούσα να γίνω θεατρολόγος γιατί μ’ αρέσει πάρα πολύ να διαβάζω ή θα μπορούσα να γίνω και κριτικός θεάτρου.

Έδωσα Γ’ δέσμη και στις εξετάσεις έβαλα όλες τις θεωρητικές σχολές, παρότι σκόπευα στη θεατρολογία, απλώς για να περάσω κάπου στην Αθήνα, για να μην φύγω μακριά από τη μαμά μου στην οποία ήμουνα πάρα πολύ προσκολλημένη. Μπήκα στη θεολογία.

Και πώς έγινε η αλλαγή;
Όλα σχετίζονται κάπως με την ισορροπία στο σπίτι μου. Έχω έναν αδερφό τρία χρόνια μεγαλύτερο τον οποίο υπέρ λατρεύω, ο οποίος ήταν πάρα πολύ αντιδραστικός και είχε πάρει αυτό το ρόλο σαφώς. Οπότε πήρα εγώ αυτομάτως τον ρόλο του καλού παιδιού. Ο Γιώργος δηλαδή άγχωνε και στεναχωρούσε τη μαμά, ας πούμε, οπότε εγώ αναγκαζόμουν να λέω σε όλα «ναι» και να είμαι το καλό παιδί, απολύτως υπάκουη.

Στη Σχολή, λοιπόν, κάποια στιγμή με ρώτησε ένας καθηγητής τι ήθελα, στην πραγματικότητα, να κάνω. Όταν του είπα, με συμβούλεψε να δώσω σε κάποια θεατρική σχολή του Υπουργείου Πολιτισμού έτσι ώστε να έδινα κατατακτήριες και να περνούσα στο δεύτερο έτος θεατρολογία στη Θεσσαλονίκη. Πέρασα πράγματι και μετά συνέχισα στη σχολή του Βασίλη Διαμαντόπουλου.

Πάτροκλος Σκαφίδας

Και πώς κατέληξες στην υποκριτική αφού είπες ότι ήταν κάτι που δεν άντεχες να κάνεις;
Γνωρίζοντας ανθρώπους του θεάτρου, συνειδητοποίησα πως εγώ κριτικός σίγουρα δεν θα μπορούσα να γίνω – να κρίνω ανθρώπους που αφιερώνουν τον εαυτό τους σε μία διαδικασία. Έβλεπα, δηλαδή, το πάθος, την αφοσίωση και την πειθαρχία και έτσι αποφάσισα ότι εγώ αυτό δεν θέλω να το κρίνω. Συνειδητοποιώντας, δε, και την ελευθερία που μπορείς να έχεις μέσα από αυτό το επάγγελμα, δηλαδή να υποδύεσαι χαρακτήρες και ανθρώπους που δεν έχουν καμία σχέση με σένα, ένιωσα ότι αυτό ήταν για μένα που ήμουνα ένα κλειστό και εσωστρεφές παιδί. Και κάπως έτσι αποφάσισα να γίνω ηθοποιός.

Μετά τα πράγματα κύλησαν σχετικά γρήγορα γιατί στο δεύτερο έτος της σχολής είχα δασκάλα την Θέμιδα Μπαζάκα που έκανε ένα σήριαλ με τον Κουτελιδάκη στην ΕΡΤ και μου πρότεινε να συμμετάσχω. Έτσι βρέθηκα πάρα πολύ νωρίς στην τηλεόραση.

Μήπως τα πράγματα έρχονται πιο εύκολα και πιο γρήγορα σε κάποιον που δεν έχει ιδιαίτερη αγωνία για αυτά; Γιατί κάτι τέτοιο ακούω.
Τι να πω; Ίσως. Εγώ στην πραγματικότητα δεν είχα αγωνία να γίνω ηθοποιός ούτε να γίνω διάσημη και ακόμη και τώρα η αλήθεια είναι ότι είμαι με το ένα πόδι μέσα και με το ένα πόδι έξω. Έχω, δηλαδή, μία δική μου ζωή που την ξεχωρίζω σαφώς από το θέατρο και την υπολογίζω περισσότερο.

Αν έπρεπε δηλαδή αυτή τη στιγμή η οικογένεια μου για κάποιο λόγο να μετακομίσει στο εξωτερικό, δεν θα είχα κανένα δίλημμα, θα εγκατέλειπα το θέατρο και θα πήγαινα μαζί τους. Την αγαπώ τη δουλειά μου και την πιστεύω, μου έχει δώσει μεγάλες χαρές, αλλά δεν ζω για αυτήν.

Πάτροκλος Σκαφίδας

Εάν είχες βιοποριστικό θέμα θα ήταν το ίδιο;
Μα είχα βιοποριστικό θέμα. Θέλω να πω ότι όταν ζούσα ακόμη στο σπίτι μου, έπρεπε να ζήσω από αυτή τη δουλειά. Και όταν ήρθε η τηλεόραση και έβγαζα χρήματα, μπορούσα να συμμετέχω οικονομικά στα του σπιτιού ακόμη περισσότερο. Και αυτό είναι το φοβερό: με είχαν κατατάξει ως «τηλεοπτική», ενώ είχα ανάγκη όπως τόσοι άνθρωποι, δημιουργώντας μου ένα κόμπλεξ που έκανα πάρα πολλά χρόνια να βγάλω από πάνω μου.

Να το ξεκαθαρίσουμε λοιπόν: μπήκα σε αυτή τη δουλειά με όνειρα και ταυτόχρονα έκανα δουλειές όπως μου ερχόντουσαν γιατί έπρεπε να ζήσω από αυτήν και να βοηθήσω και την οικογένειά μου.

Τώρα πια, ευτυχώς, δεν υπάρχει αυτός ο διαχωρισμός.
Ναι, τώρα μπορεί να μην υπάρχει, τότε όμως ήταν πάρα πολύ έντονος. Έφτυσα αίμα για να πείσω ότι μπορώ να ανταπεξέλθω σε κάτι απαιτητικό. Όταν με πήρε ο Κακογιάννης μετά από μία πολύ μεγάλη οντισιόν για να κάνω την Οφηλία, ξέρεις πόσοι συνάδελφοι βρέθηκαν να πουν «αν είναι δυνατόν να πάρει αυτήν που παίζει σε καθημερινό στο Μega!».

Ευτυχώς που σήμερα έχει αλλάξει αυτό γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι που κάνουν τώρα τηλεόραση, πρέπει να επιβιώσουν.

Επίσης, πια γίνονται πολύ ωραίες παραγωγές στην τηλεόραση και εκτός των άλλων η τηλεόραση φέρνει πάρα πολύ κόσμο στο θέατρο.

Πάτροκλος Σκαφίδας

Να αναφέρουμε τους δυο τρεις πολύ σημαντικούς σταθμούς στην επαγγελματική ζωή σου; Αυτούς που σε όρισαν.
Ο Μιχάλης Κακογιάννης πρώτα απ’ όλα. Τον αγαπούσα πάρα πολύ και επειδή μ’ αγαπούσε και εκείνος, μου έβγαζε τρομερή γλύκα και τρυφερότητα. Ήταν πάρα πολύ απαιτητικός όμως. Μου έμαθε ότι η μεγαλύτερη σοφία σε αυτόν τον χώρο είναι να ξέρεις πότε θα φύγεις. Και επίσης μου είχε πει να μην αφήσω ποτέ το θέατρο, να κάνω τηλεόραση, αλλά να επενδύω στο θέατρο – κάτι που κρατώ σαν ευαγγέλιο.

Ο δεύτερος σταθμός μου, ήτανε ο Σπύρος Ευαγγελάτος, ο οποίος μου έμαθε να μιλάω, να έχω σωστή άρθρωση. Τόσο πολύ με είχε πιέσει στην πρώτη μας δουλειά που πίστευα ότι με μισούσε… Όταν αργότερα με ξαναπήρε τηλέφωνο για να δουλέψουμε μαζί δεν το πίστευα!

Ο Θωμάς Μοσχόπουλος υπήρξε ένας τεράστιος σταθμός για μένα. Μου έδωσε τη δυνατότητα να κάνω άλλα πράγματα και μου εμφύσησε την εμπιστοσύνη ότι το εμπορικό κορίτσι μπορεί να μπει σε μία άλλη ιστορία χωρίς να φοβηθεί. Αυτό ήταν ένα σπουδαίο δώρο μου.

Τέλος, ο μεγαλύτερος σταθμός μου ίσως, ο άνθρωπος που άλλαξε όλη μου τη θεωρία για το θέατρο και κυρίως το πώς θέλω εγώ να υπάρχω μέσα σε αυτό, στην ηλικία των 46 ετών, ήταν ο Κάστορφ πέρσι στη Μήδεια. Ήταν ένα τεράστιο μάθημα ζωής για μένα. Με έφερε αντιμέτωπη με τα όρια μου, με έφερε αντιμέτωπη με τα προτερήματα μου και με τα ελαττώματά μου. Μου έδειξε τι μπορώ να κάνω και με μεγάλη μου χαρά διαπίστωσα ότι αυτά που μπορώ να κάνω είναι πολύ περισσότερα από αυτά που δεν μπορώ να κάνω ως ηθοποιός. Έτσι ομολογώ ότι μου άνοιξε τα μάτια σε σχέση με το πώς θέλω να υπάρχω μέσα στο θέατρο.

Αντιλαμβάνεσαι ότι το γλυκό σου πρόσωπο και ο πολύ ευγενικός τρόπος δε συνάδουν με πολλά από τα πράγματα που κάνεις; Εννοώ ρόλους που σου βγαίνει μία αγριότητα και μία τρέλα που κανείς δεν περιμένει;
Ναι, αντιλαμβάνομαι απολύτως τι λες. Μα γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο έγινα ηθοποιός, για το άλλο «είναι» μου, το οποίο δεν μπορείς να το βιώσεις την καθημερινότητα σου γιατί δεν είσαι αυτό. Όμως η υποκριτική μου δίνει τη δυνατότητα να έρθω αντιμέτωπη με την άλλη Ευδοκία, με τα σκοτάδια της και τα άλλα βάθη που έχει μέσα της. Τα οποία ούτε και εγώ ίδια τα ξέρω.

Και μάλιστα επειδή μου έβαλαν πολύ νωρίς την ταμπέλα του καλού κοριτσιού και της γλυκούλας που παίζει στα καθημερινά, είχα ελάχιστες δυνατότητες για να αναπτύξω όσα είχα μέσα μου και έπρεπε να κάνω μεγάλες ανατροπές. Γιατί, ναι, στην πραγματικότητα νομίζω πως είμαι ένας καλός, ήσυχος, γλυκός άνθρωπος που κατανοεί τους άλλους και που έχει πολλές ανασφάλειες με πολλούς φόβους. Οπότε, όσο με έβαζαν να παίζω αυτό που ήμουνα, δεν ένιωθα ηθοποιός. Πόσο να παίζω την Ευδοκία; Με κούρασε, δεν είχε ενδιαφέρον. Γιατί να βλέπουν οι άλλοι να παίζω αυτό που είμαι στο σπίτι μου; Μπορεί να είναι κάτι ανώδυνο αλλά εσένα ως ηθοποιό δεν σου δίνει κάτι.

Πόσο σε απασχολούν οι ρόλοι που παίζεις μόλις κλείνουν τα φώτα;
Καθόλου, με απασχολούν πάρα πολύ όσο κάνω πρόβες. Περνάω βασανιστικά αυτούς τους 3-4 μήνες προβών. Είναι η περίοδος που το ξέρουν και οι φίλοι μας και ο άντρας μου και δε με ξεσυνερίζονται καθόλου. Εξαφανίζομαι από όλους και κουβαλάω μαζί μου 24 ώρες το εικοσιτετράωρο τον ρόλο μου.

Πάτροκλος Σκαφίδας

Άλλαξε η σχέση σου με την υποκριτική μετά το παιδί;
Σε τεράστιο βαθμό, γιατί εμένα ο Δημήτρης με έκανε πιο δυνατή και μου δημιούργησε απόλυτη εμπιστοσύνη στον εαυτό μου. Ένιωσα μια παράξενη σιγουριά όταν έγινα μάνα, ήμουνα σίγουρη για μένα. Είναι το δώρο του Δημήτρη και μου το πέταξε στα μούτρα με το που γεννήθηκε. Επίσης, με τη γέννηση του σταμάτησα να είμαι παιδί. Αυτό είχε ήδη αρχίσει να γίνεται σε μεγάλο βαθμό με τον θάνατο της μαμάς μου, που ήταν πολύ απότομος και βίαιος – σκοτώθηκε σε ατύχημα πολύ νέα. Το θάνατό της έκανα τουλάχιστον τρία χρόνια να τον συνειδητοποιήσω. Νομίζω ότι τότε δεν είχα τον άνδρα μου πλάι μου, δεν θα είχα επιβιώσει.

Ας πούμε δυο λόγια και για την Ορέστεια. Πόση τρέλα πια;
Πολύ πάρα πολύ, μέχρι εκεί που δεν φτάνει! Πάρα πολύ δύσκολο εγχείρημα και πάρα πολύ ωραίο ταυτόχρονα. Θέλω να πω ότι και η Λένα είναι για μένα πια ένας μεγάλος σταθμός που μου άνοιξε έναν άλλο δρόμο και την ευγνωμονώ γι’ αυτό το πράγμα. Πίστεψε πάρα πολύ σε μένα, τόσο που νομίζω ότι η ίδια πιστεύει πιο πολύ σε μένα από ότι εγώ η ίδια σε μένα. Και είναι από τους πιο γλυκούς και ευγενικούς συνεργάτες που έχω συναντήσει ποτέ. Για να κάνει μία παρατήρηση η Λένα θα σου πει δέκα φορές συγνώμη πριν.

Όταν τη συνάντησα για πρώτη φορά, νόμιζα ότι δεν είναι η Κιτσοπούλου, ότι μου έστειλαν μία άλλη και μου κάνουν πλάκα. Είναι ένα υπέροχο πλάσμα, κολλήσαμε μαζί και του χρόνου θα ξανασυνεργαστούμε (μαζί με την Γαλήνη Χατζηπασχάλη, τον Πάνο Παπαδόπουλο και τον Θοδωρή Σκυφτούλη).

Info:

«Η Ορέστεια του Στρίντμπεργκ», Θέατρο Άνεσις, Λεωφ. Κηφισίας 14, Τηλ. 210 7718 943

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα