GRAVEYARD: ΑΣ ΜΗΝ ΥΠΕΡΑΝΑΛΥΟΥΜΕ. ΑΝ Η ΜΟΥΣΙΚΗ ΗΧΕΙ ΩΡΑΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΩΡΑΙΑ

Καθώς αναμένουμε τους Σουηδούς hard rockers να αλώσουν τη σκηνή του Floyd, ο μπασίστας και από τους βασικούς συνθέτες, ο Truls Mock μίλησε για την πορεία, τις συναυλίες και την φιλοσοφία που διέπει ένα συγκρότημα που καθιερώθηκε χάρι στις εκρηκτικές ζωντανές εμφανίσεις.

«Πάντα ήθελα να παίζω μουσική επαγγελματικά. Από τότε που ξεκίνησα στα 13 μου, αυτός ήταν ο στόχος. Φυσικά αυτό είναι αρκετά δύσκολο να συμβεί.

Θυμάμαι μια μέρα όταν ήμουν περίπου 23 χρονών και ήμουν πολύ δυσαρεστημένος με την καθημερινή μου δουλειά. Είχα κάποιου είδους επιφοίτηση και συνειδητοποίησα ότι δε θα ήμουν ποτέ ευτυχισμένος αν δεν έδινα στη μουσική μια πραγματική ευκαιρία. Έτσι μάζεψα κάτι χρήματα, παραιτήθηκα από τη δουλειά και αποφάσισα να προσπαθήσω να βγάζω τα προς το ζην κάνοντας μόνο πράγματα που σχετίζονταν με τη μουσική. Άρχισα να κάνω τον DJ, έπαιζα με κάθε συγκρότημα που έβρισκα, άρχισα να γράφω και να ηχογραφώ και να προωθώ τη δική μου μουσική. Έβγαινα συνεχώς έξω απλά για να γνωρίζω κόσμο και να δικτυώνομαι.

Ήταν κάπως τρελό αλλά όταν το έκανα αυτό, η κατάσταση άρχισε να αλλάζει προς το καλύτερο και μέσα σε ένα χρόνο περιόδευα με τους Graveyard.

Δεν ήταν εύκολη πορεία. Όταν είσαι στα είκοσι και αφιερώνεις όλο τον χρόνο σου σε κάποιο συγκρότημα που δεν έχει ακόμα αναγνωριστεί, νιώθεις αποτυχημένος. Οι συνομήλικοί μου έβρισκαν δουλειές έβγαζαν χρήματα, ενώ εγώ απλά έπαιζα σε άθλιους χώρους για ψίχουλα. Αυτή η κατάσταση σε ρίχνει ψυχολογικά. Υπάρχει μία φωνή μέσα στο κεφάλι σου που σου λέει ότι είναι ώρα να τα παρατήσεις και να ωριμάσεις.

Τώρα είμαι χαρούμενος που δεν τα παράτησα αλλά συνέχισα να προσπαθώ. Δεν είναι όλα τέλεια ούτε γίναμε πλούσιοι αλλά είμαι πραγματικά χαρούμενος που μπορώ να βγάζω τα προς το ζην παίζοντας μουσική».

Μέσα σε λίγες προτάσεις ο Truls περιγράφει συνοπτικά τι σημαίνει να προσπαθείς να ανοίξεις τον δικό σου δρόμο στη ροκ σκηνή της Σουηδίας.

Κάτι που ισχύει συνολικά για το συγκρότημα του που ξεκίνησε το 2006, κυκλοφόρησε έξι δίσκους- με τον επόμενο να ετοιμάζεται- και κατάφερε να καθιερωθεί ως ένα συγκρότημα του οποίου η ενέργεια ξεδιπλώνεται στις συναυλίες.

Αν κάτι εκνευρίζει τους Graveyard είναι η ταμπέλα που τους έχουν φορέσει οι μουσικοκριτικοί αποκαλώντας τους ρετρό ροκ ή κλασικό ροκ. Πραγματικά όταν ξεκίνησαν, καβάλησαν το κύμα της αναβίωσης του hard rock. Ενώ όμως οι συνοδοιπόροι τους αναμασούσαν τον ήχο των Black Sabbath ή των Led Zeppelin, οι Graveyard διέθεταν και περισσότερη φαντασία και περισσότερες ικανότητες ώστε να στραφούν στο παρελθόν του ροκ εν ρολ και να συμπεριλάβουν στον αλήτικο κιθαριστικό ήχο τους, την ψυχεδέλεια των sixties, τον ρυθμό των μπλουζ και τους τζαζ αυτοσχεδιασμούς.

Κάπως έτσι η μουσική τους απέκτησε μία ξεχωριστή ταυτότητα που τους επέτρεπε να βρίσκονται στην σκηνή μαζί και με τους Mastodon και με τους Soundgarden ενώ σε κάθε δίσκο τους κινούνταν σε διαφορετική μουσική κατεύθυνση. Τα υπόλοιπα, τις επιρροές, την μέθοδο και την καθιέρωση τους ως κατεξοχήν συγκρότημα για συναυλίες τα εξηγεί ο Truls.

Κινείστε ανάμεσα στα διάφορα μουσικά είδη διατηρώντας όμως τον δικό σας ήχο. Πως τα καταφέρνετε;
Πιστεύω ότι σε ότι αφορά τη μουσική είναι αρκετά σημαντικό να μην υπεραναλύουμε τα πράγματα. Αν κάτι ακούγεται ωραίο, συνήθως είναι ωραίο.

Όσο για την ποικιλία των επιρροών, όλοι έχουμε λόγο πάνω στα τραγούδια. Ακόμα κι αν κάποιος φέρει μια σχεδόν ολοκληρωμένη σύνθεση, πάντα την βάζουμε κάτω και όποιος θεωρεί ότι μπορεί να βελτιωθεί το κάνει. Θεωρώ ακόμα σημαντικό να δείχνεις τη δουλειά σου πριν την κυκλοφορήσεις σε ανθρώπους που εμπιστεύεσαι. Είναι κάτι που μπορεί να αλλάξει τον τρόπο που νιώθεις για τη μουσική και να σε απαλλάξει από τις εμμονές σου.

Ένα πράγμα που πάντα γούσταρα στον ήχο μας είναι ότι διαθέτει τόσο ενέργεια όσο και ποικιλία. Οι συναυλίες όπως και οι δίσκοι μοιάζουν με συναισθηματικά ρόλερ κόστερ γεμάτα απότομα ανεβοκατεβάσματα.

Στην αρχή ο ήχος και η αισθητική σας θύμιζαν τα seventies μετά όμως ενσωματώσατε πολλά διαφορετικά στοιχεία από όλη την ιστορία του ροκ εν ρολ.
Τα πρώτα χρόνια, πριν σχηματιστούν οι Graveyard, ήμασταν μια κλίκα μουσικών στο Γκέτεμποργκ που κάναμε παρέα, τζαμάραμε και διοργανώναμε δωρεάν συναυλίες στο πάρκο. Νομίζω ότι αυτή η μποέμικη φάση μας διαμόρφωσε σε κάποιο βαθμό στο συγκρότημα που είμαστε σήμερα.

Σε ότι αφορά τον ήχο μας, ένας δίσκος που αποτελούσε συνδετικό κρίκο για τα μέλη των Graveyard ήταν το Then Play On των Fleetwood Mac. Φοβερός δίσκος! Αν ακούσεις τα singles που κυκλοφόρησαν εκείνη την εποχή όπως το The Green Manalishi καταλαβαίνεις τι μας ενέπνευσε στα πρώτα μας βήματα.

Ένα άλλο τραγούδι που ξέρω ότι ακούγαμε όλοι είναι το Vinegar Heart των Σουηδών Tonbruket που παίζουν progressive jazz. Συνιστώ σε οποιονδήποτε αρέσουμε να το ακούσει! Άλλωστε ο κιθαρίστας των Tonbruket -Johan Lindström- έκανε την παραγωγή στο δίσκο μας του 2015 Innocence & Decadence.

Οι Goat και οι Hollow Ship είναι δύο ακόμα συγκροτήματα που ήταν μέρος αυτής της σκηνής και είναι ακόμα ενεργά. Πέρυσι μπήκαμε και στο στούντιο με τους Goat και ηχογραφήσαμε το εφτάιντσο Ship Of Fools που θα κυκλοφορήσει την Record Store Day, η οποία συμπίπτει με το Σάββατο που παίζουμε στην Αθήνα.

Πως γράφετε τα τραγούδια σας;
Μιλώντας προσωπικά μου έρχονται πολλές ιδέες ενώ είμαστε σε περιοδεία. Κάθε βράδυ, καθώς βρίσκομαι μπροστά στο κοινό μας, σκέφτομαι τι άλλο μπορούμε να κάνουμε για να κάνουμε αυτήν την εμπειρία πιο βαθιά και πιο ουσιαστική.

Έτσι αναρωτιέμαι τι είδους τραγούδι μας λείπει; Τι είδους τραγούδι θα ήταν τέλειο να παίξουμε αυτή τη συγκεκριμένη στιγμή; Μετά επιστρέφω στο ξενοδοχείο ή στο πούλμαν της περιοδείας και προσπαθώ να γράψω κάτι αντίστοιχο.

Στην τελευταία περιοδεία που κάναμε στην Ευρώπη μαζί με τους Baroness, έφερα μια κιθάρα στο πούλμαν για να τζαμάρουμε ενώ ταξιδεύαμε. Αποδείχθηκε ότι ήταν η πιο δημιουργική περίοδος που είχα εδώ και χρόνια.

Άλλωστε τις μέρες της περιοδείας παραμένω νηφάλιος, οπότε αυτό σου δίνει πολύ χρόνο και ενέργεια για να τα αφιερώσεις σε κάτι παραγωγικό. Για μένα η περιοδεία δεν σημαίνει να παρτάρεις συνέχεια και μετά να κοιμάσαι όλη την ώρα. Αυτά τα κάνουν όσοι κυνηγάνε το φευγαλέο όνειρο της γρήγορης φήμης μέσω του ροκ εν ρολ, κάτι που μακροπρόθεσμα δεν οδηγεί πουθενά.

Όσο για τους στίχους, νομίζω ότι έχουμε γράψει πολλά ερωτικά τραγούδια κι αυτό οφείλεται στον παλιό μας ντράμερ που ήταν ευφάνταστος στιχουργός (σ.σ. αναφέρεται στον Axel Sjöberg που αποχώρησε το 2016).

Οι στίχοι μας αναφέρονται στον έρωτα, την πολιτική, στις προσωπικές μάχες. Με άλλα λόγια, η ζωή όπως είναι πραγματικά.

Η μουσική στους δίσκους σας μοιάζει να εξελίσσεται συνεχώς — από την κιθαριστική ενέργεια του Hisingen Blues μέχρι τους πιο σκοτεινούς, μπλουζ τόνους του 6. Πως επαναπροσδιορίζετε τον ήχο σας σε κάθε δίσκο;
Ποτέ δεν ξεκινάμε με σκοπό να κάνουμε έναν δίσκο που να έχει συγκεκριμένο ήχο. Κάθε δίσκος αντανακλά αυτά που νιώθουμε και βιώνουμε όταν γράφουμε τραγούδια και ήχο γραφούμε. Γι’ αυτό και υπάρχει μια φυσική εξέλιξη από τον έναν δίσκο στον επόμενο.
Πιστεύω πως αν κάτι προσδιορίζει τον ήχο ενός δίσκου είναι το αν δίνουμε συναυλίες εκείνη την περίοδο. Για παράδειγμα, γράψαμε το μεγαλύτερο μέρος του 6 κατά τη διάρκεια μιας εποχής που δεν παίζαμε καθόλου ζωντανά.

Η ηρεμία και η σιωπή του καιρού της πανδημίας μας ενέπνευσαν να κοιτάξουμε προς τα μέσα και να εκφράσουμε συναισθήματα που δεν ξέραμε ότι υπήρχαν. Σαν να είχαμε την ευκαιρία να νιώσουμε επιτέλους πράγματα που δεν είχαμε χρόνο να νιώσουμε καθώς βρισκόμασταν συνεχώς στο δρόμο.

Ζούμε σε δύσκολους καιρούς με πολεμικές συγκρούσεις στην Ευρώπη και τη Μέση Ανατολή, και την άνοδο ακροδεξιών ιδεολογιών. Μπορεί η μουσική να δημιουργήσει ουσιαστική αλλαγή; Είναι δυνατόν να μεταφέρει ένα μήνυμα ελπίδας μέσα από το έργο σας;
Η μουσική κρύβει μία ισχυρή δυναμική. Μπορεί και φέρνει τους ανθρώπους κοντά, μπορεί να σε παρηγορήσει αλλά και να σε ωθήσει να αμφισβητήσεις την κυρίαρχη άποψη.

Δεν θεωρούμε τους εαυτούς μας πολιτικό συγκρότημα, αλλά πιστεύουμε ότι η μουσική μπορεί να είναι και μια διαφυγή, αλλά και ένας τρόπος να συνειδητοποιήσουμε όσα πραγματικά συμβαίνουν στον κόσμο.

Η μουσική μας, για παράδειγμα, προτρέπει από τη μία να χαθούμε στην ενέργεια και τον θόρυβο. Αλλά από την άλλη, υπάρχει κάτι εγγενώς προοδευτικό στο να φέρνεις τον κόσμο κοντά, να δημιουργείς μία κοινότητα, έναν χώρο όπου μπορούν να συνδεθούν μεταξύ τους και να μοιραστούν μια απελευθερωτική εμπειρία.

Όλα αυτά στη διάρκεια μίας συναυλίας. Τελικά σας αρέσει να παίζετε ζωντανά;
Τα συναισθήματα είναι ανάμεικτα. Γενικά είναι υπέροχη εμπειρία, ιδιαίτερα όταν βρίσκουμε τον ρυθμό μας. Νιώθεις μία βαθιά ικανοποίηση καθώς αυτός είναι ο στόχος σου να βρεθείς μπροστά στο κοινό.

Είναι εξουθενωτικό αλλά είναι ο καλύτερος τρόπος για να ξεφύγεις από τη ρουτίνα της καθημερινότητας, ενώ ταυτόχρονα βγάζεις χρήματα. Και φυσικά πρέπει να το απολαμβάνεις. Γιατί μπορεί να καταλήξεις να παίζεις τα ίδια πράγματα, ξανά και ξανά, κάθε νύχτα, εκατοντάδες φορές, οπότε καλό είναι τουλάχιστον να το διασκεδάζεις».

Info:

Οι Graveyard παίζουν το Σάββατο 12 Απριλίου στο Floyd Live Music Venue. Oι πόρτες ανοίγουν στις 20.00. Εισιτήριο 32 ευρώ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα