Μαρία Πέτροβα

ΛΟΥΚΙΑ ΜΙΧΑΛΟΠΟΥΛΟΥ: ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΦΡΟΝΤΙΖΕΙΣ ΤΟΝ ΔΡΟΜΟ ΠΟΥ ΘΕΛΕΙΣ ΝΑ ΠΑΡΕΙΣ

Μια συζήτηση με την σπουδαία ηθοποιού του θεάτρου για τη νέα της παράσταση, “Όστια – Αυτό είναι το σώμα μου”.

Ένα πλάσμα ήσυχο είναι η Λουκία που πάντα βράζει μέσα της και πάνω στη σκηνή. Τώρα, σε αυτό το έργο που θα συνταράξει το είναι μας, καλείται να υπάρχει ως άλλες ηρωίδες του Παζολίνι και να θρηνήσει την τραγική δολοφονία του. Είμαι σίγουρη πως θα ξεπεράσει ακόμη και τις δικές της προσδοκίες, μα και του Ανδρέα Μαντά, συγγραφέα και σκηνοθέτη του «Όστια – Αυτό είναι το σώμα μου».

Όταν της μιλάς, αυτό το παχύ απαλό σίγμα που ακούω καμιά φορά, μπορεί να σε μπερδέψει: είναι τρυφερή και κλειστή; Μήπως απλώς ζει σε έναν κόσμο όπου χωρούν λίγοι, λίγα και εκλεκτά και ρουφά αέρα και ένταση μέσα από κείμενα και μεταμορφώσεις; ‘Η μπορεί να συνδυάζει ένα αιώνιο κορίτσι, με τη «συναισθηματική αγωγή ενός εφήβου» και μια γυναίκα που περιφέρεται με δύναμη ανάμεσα σε κάθε είδους γυναίκες – μητέρες, ερωμένες, κόρες, διάσημες και άσημες, δυστυχισμένες και φωτεινές. Το σίγουρο είναι πως σε αιχμαλωτίζει πάντα σε αυτό που θέλει. Σε παρασύρει με τον τρόπο της στη σκηνή και σέβεται εαυτόν και άλλους, εκτός. Και όταν χαμογελάει, είναι μια γλύκα.

«Όστια – Αυτό είναι το σώμα μου», λοιπόν. Μια συγκλονιστική εμπειρία για εσάς και για εμάς.

Πρώτα απ’ όλα πρόκειται για ένα κείμενο που έχει γράψει ο Αντρέας Μαντάς, επηρεασμένο από πέντε ηρωίδες από ταινίες του Παζολίνι -την Εμίλια από το «Θεώρημα», τη Μήδεια από τη «Μήδεια», τη Μάμα Ρόμα από τη «Μάμα Ρόμα», τη Μαρία από το «Κατά Ματθαίον» και την Ιοκάστη από τον «Οιδίποδα». Εγώ κάνω μια βόλτα από αυτές τις γυναίκες και το λέω αυτό εννοώντας ότι δεν παίζω την Ιοκάστη ή τη Μήδεια, περνάω από τις περιοχές αυτές -επηρεάζομαι και επηρεάζω- και κάτι αλλάζει. Ο πυρήνας του έργου έχει να κάνει με την περιβόητη ημέρα της δολοφονίας του Παζολίνι, για την οποία το πιο γνωστό είναι ότι πέθανε με έναν φρικτό τρόπο στην παραθαλάσσια περιοχή Όστια, κοντά στη Ρώμη.

Έχουν γραφτεί και έχουν ειπωθεί πολλά γι’ αυτό -ότι έχει να κάνει με τον εραστή του, ότι ήταν προμελετημένο για κάποιες κόπιες του «Σαλό» που έψαχνε, ότι το θέμα ήταν πολιτικό και πολλά άλλα. Στο σημείο που δολοφονήθηκε, υπάρχει ένα μνημείο προς τιμήν του. Το ενδιαφέρον έχει να κάνει όχι με τον τρόπο που έφυγε ο Παζολίνι αλλά με το τι έκανε ολόκληρη εκείνη τη μέρα, μέχρι που τον σκότωσαν. Εμένα αυτό είναι που με συγκινεί ιδιαίτερα και νομίζω ότι και ο πυρήνας της παράστασης έχει να κάνει με αυτή τη μέρα, κατά την οποία ασχολήθηκε με ό,τι αγαπούσε.

Ξεκίνησε από το αεροδρόμιο της Ρώμης, γιατί είχε πάει κάπου για δουλειά, άρα αναφέρεται πρώτα η δουλειά του, μετά επισκέπτεται το σπίτι του, όπου ήταν η μητέρα του, η μήτρα του δηλαδή, μετά τον εραστή του, την καλοπέραση του συνεπώς και τις αταξίες του, για να καταλήξει στην Όστια, έναν τόπο που είναι πολύ στον πυρήνα του Παζολίνι γιατί είναι ένα βρώμικο μέρος, ένα λιμάνι.

Είναι πολύ ενδιαφέρον, πάντως που ένας άνθρωπος καταπιάστηκε με αυτό το θέμα.
Η ιδέα ήταν του Αντρέα Μαντά, με τον οποίο πήγαμε μαζί στην Όστια, έχουμε δει, δηλαδή, το μέρος όπου συνέβη όλο αυτό. Κάναμε και ένα τριήμερο οδοιπορικό έρευνας σε όλα τα σημεία που έχουν γυριστεί οι ταινίες του Παζολίνι στην Ιταλία.

Εσείς με ποια οπτική μπαίνετε στον ρόλο της καθεμίας από αυτές τις γυναίκες; Την οπτική της προσωπικότητας της κάθε γυναίκας ή το πώς θα ένιωθε ο Παζολίνι για αυτούς τους ρόλους;
Τον τρόπο που αντιμετωπίζω αυτό το υπέροχο κείμενο που έχει γράψει ο Αντρέας τον περιγράφει καλύτερα η λέξη «αθωότητα».

Αυτό το κείμενο είναι στο όριο της ποίησης και της αρχαίας τραγωδίας. Θέλει να το δεις από μια απόσταση αλλά ταυτόχρονα να είσαι τρομερά αθώος και ανοιχτός για να δεις πώς σε επηρεάζει αυτό. Εννοώ ότι δεν μπορώ εγώ να το καπακώσω με κάτι.

Η κάθε γυναίκα που μιλάει είναι η γυναίκα της ταινίας ή η «μετάφραση» του σκηνοθέτη;
Είναι η γυναίκα που εγώ έχω φανταστεί, με αφορμή αυτό που έχει γραφτεί και με όλες τις επιρροές που έχουμε προφανώς από τη ζωή του, τα γραπτά του, τις ταινίες του Παζολίνι. Έτσι κι αλλιώς αυτές τις επιρροές τις κουβαλάμε. Δεν έχει να κάνει, όμως, για παράδειγμα, με το τι έκανε συγκεκριμένα ο Παζολίνι στη «Μήδεια». Μάλιστα δεν έχει καμία σημασία αν κάποιος που θα έρθει στην παράστασή μας έχει ή δεν έχει δει κάποια ταινία του Παζολίνι. Είναι ένα καινούργιο πράγμα, το οποίο προτείναμε στη Μαριάννα Κάλμπαρη και δέχτηκε να το ανεβάσουμε στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης Κάρολος Κουν, όπου είναι ο δικός μου «τόπος εγκλήματος», ο τόπος που με συνδέει με το θέατρο.

Σε έναν μονόλογο ο ηθοποιός πρέπει να έχει αναπτύξει πολύ μεγάλη σχέση και με το κείμενο και με τον χώρο, έτσι δεν είναι;
Είμαι σε μία στιγμή που για μένα το θέμα του τόπου έχει πολύ μεγάλη σημασία -ίσως και επειδή τα πάντα μάς αποσυνδέουν με τον τόπο μας. Σε αντίθεση, στην Ιταλία, ενώ μοιάζουμε ως λαός, θαυμάζω πάρα πολύ το πόσο συνδεδεμένοι είναι και πόσο τιμούν την ιστορία τους και τις πόλεις τους. Πηγαίνεις εκεί και βλέπεις το πόσο καλοδιατηρημένα είναι αυτά που τους συνδέουν με την ιστορία τους και αυτό είναι πάρα πολύ σπουδαίο. Εδώ στο Υπόγειο του Θεάτρου Τέχνης, η πολύ σημαντική εικαστικός Μαργαρίτα Πέτροβα έχει φτιάξει έναν χάρτη της πορείας των πέντε ηρωίδων του Παζολίνι και εγώ ταξιδεύω σε αυτές τις περιοχές.

Υπάρχει και μία συναισθηματική κλωστή που συνδέει αυτές τις γυναίκες;
Υπάρχει το κομμάτι της μάνας, της μήτρας. Δηλαδή έχουν χάσει ή θα χάσουν τον γιο τους. Μέσα από τις διάφορες ιστορίες αυτών των γυναικών όμως διαφαίνεται και το πώς ο ίδιος ο Παζολίνι φαντάζεται τη μάνα του.

Σε εσάς που δεν είστε μάνα πώς λειτούργησε όλο αυτό και πώς λειτούργησε σε σχέση με τη δική σας μητέρα;
Εγώ που δεν είμαι μάνα φωτίζω περισσότερο, ασυνείδητα μάλλον, το κομμάτι του Παζολίνι ενδεχομένως, που φαντάζεται αυτή τη μάνα και πόσα πράγματα θα ήθελε να της πει που δεν της είπε ή είναι θυμωμένος για κάτι που δεν μπορούσε να επικοινωνήσει ή να θεραπεύσει -τους δικούς του δαίμονες δηλαδή, χωρίς να εννοώ την ομοφυλοφιλία.

Όσον αφορά το πώς βλέπουν αυτές οι μάνες τον γιο, με ενδιέφερε πάρα πολύ ποια είναι αυτή που λέμε «καλή μάνα». Αυτό ήταν και το θέμα ενός σίριαλ που είδα με την Κέιτ Μπλάνσετ, το «Disclaimer». Ποια είναι δηλαδή αυτή η μάνα που αγαπάει περισσότερο το παιδί της. Με έβαλε σε σκέψεις: η Μήδεια δηλαδή που τα σκοτώνει, αγαπάει λιγότερο τα παιδιά της από τη Μάμα Ρόμα που σκότωσαν άλλοι τον γιο της;

Τώρα όσον αφορά εμένα ως κόρη και τη μητρική μου σχέση, όχι μόνο η επαφή μου με το κείμενο αλλά και με την πάροδο του χρόνου, είμαι πιο υπομονετική και προσπαθώ να καταλάβω διάφορα θέματα. Σε σχέση με τον πατέρα μου, για τον οποίο έχω μέσα μου ένα μόνιμο πένθος, θυμό και θλίψη διότι έχει πεθάνει, συνειδητοποιώ πως σε αυτή την παράσταση προσπαθώ να δω την απώλεια φωτεινά. Υπάρχει και ένα φως στον αποχαιρετισμό, δεν είναι μόνο το σκοτάδι όταν χάνεις κάποιον. Είναι η πρώτη φορά που ένα τέτοιο θέμα προσπαθώ να το γυρίσω μέσα μου σε κάτι φωτεινό. Γι’ αυτό και ήθελα στην παράσταση το ρούχο που φοράω να είναι ένα πάρα πολύ όμορφο και φωτεινό χρώμα. Γιατί και αυτές οι μάνες στην παράσταση αποχαιρετούν ένα παιδί.

Ο πυρήνας του έργου είναι το πώς έρχεσαι αντιμέτωπος με την απώλεια, με έναν φωτεινό τρόπο.

Μαργαρίτα Πέτροβα

Αυτός είναι ο τρίτος μονόλογος που κάνετε στο θέατρο. Πώς νιώθετε μόνη επί σκηνής και πώς μαζί με άλλους;
Ήμουν πολύ μικρή όταν έκανα τον πρώτο μου μονόλογο, με τον Γιώργο Μιχαηλίδη, μετά έκανα μια απόπειρα με την «Ανθρώπινη φωνή», με πολύ διαφορετική αντιμετώπιση, και τώρα, όταν δουλεύουμε με τον Αντρέα, βρίσκω πολύ σοφό κάτι που λέει: ότι δεν πρέπει να φαίνεται ότι όλο αυτό το πράγμα είναι μονόλογος. Είναι παράξενο βέβαια το τι ακριβώς σημαίνει αυτό, αλλά είναι σαν να φεύγει κάποιος από τη θέση του, να βουτάει κάπου, για να επιστρέψει πάλι.

Κατ’ αρχάς θα πω ότι σιχαίνομαι τους μονολόγους, όταν λειτουργούν σαν ένα υποκριτικό σόου. Δεν πιστεύω ότι στην πραγματικότητα υφίσταται ο μονόλογος, από την άποψη ότι πάντα έρχεσαι σε διάλογο με κάτι -και αυτή είναι μια πολύ λεπτή ισορροπία. Άρα αυτό που κάνω δεν το αισθάνομαι σαν μονόλογο. Όταν στην πρόβα, από ανασφάλεια, πάω να «επιδείξω» τις υποκριτικές μου ικανότητες, εκεί γνωρίζω πως πρέπει να αντισταθώ.

Δεν αισθάνεστε καθόλου άβολα όταν παίζετε μόνη σας;
Άβολα πάνω στη σκηνή αισθάνομαι έτσι κι αλλιώς, είτε μόνη μου είτε με παρέα. Το θέατρο όμως είναι ένας μαγικός τόπος, όπου ταυτόχρονα αισθάνεσαι συνέχεια μαζί με κάποιον αλλά και εντελώς μόνος σου. Επίσης να πω ότι στο έργο συμμετέχουν δύο πολύ ταλαντούχοι τελειόφοιτοι σπουδαστές της Δραματικής Σχολής του Θεάτρου Τέχνης, ο Αντώνης Κωστόπουλος και ο Γαβριήλ Ζήσης, που χωρίς να έχουμε άμεση διάδραση, υπάρχουν στον χώρο με κάποιον τρόπο.

Ξεχωρίζετε κάποιες αγαπημένες από τις γυναίκες που κάνετε σε αυτό το έργο;
Στην αρχή, είχα πιο αγαπημένες αυτές που στο κείμενο είχαν κάτι πιο θεατρικό. Με τη Μήδεια, ας πούμε, αισθανόμουν πιο οικεία σε σχέση με τη γραφή. Τώρα όμως μπορώ να πω ότι η γραφή της Ιοκάστης, της οποίας το κείμενο στην αρχή δεν ήθελα καν να μάθω -μου φαινόταν πάρα πολύ παράξενο και τρελό, δεν μπορούσα να βρω πατήματα-, είναι η αγαπημένη μου.

Διακρίνεστε για την ιδιαίτερη ισορροπία που επιδεικνύετε στη διαχείριση της φήμης και της δημοσιότητας ενώ η παρουσία σας είναι διαρκής. Είναι σκόπιμη υποθέτω αυτή η, τρόπον τινά, αποστασιοποίηση από τα… «δημόσια»;
Έχω κάνει πολύ μεγάλη προσπάθεια μέσα στα χρόνια για να γίνω αυτό που λέμε κοινωνική. Ίσως αυτός ήταν και ο λόγος που με οδήγησε στη σκηνή, γιατί εκεί νιώθω καλύτερα. Στη ζωή μου είμαι πιο μαζεμένη, κάτι που πλέον μπορεί να μην φαίνεται, αλλά συνεχίζω μέσα μου να νιώθω άβολα. Όταν είμαι σε μια παρέα με πολλούς ανθρώπους, δεν μου είναι πολύ εύκολο. Μάλλον είναι θέμα ιδιοσυγκρασίας.

Από την άλλη, δεν μπορώ να δω το θέατρο με άλλο τρόπο. Δεν με ενδιαφέρει κιόλας. Δηλαδή αν δεν συντηρήσω εγώ τον «μύθο» μου σε σχέση με αυτό, δεν θα το κάνει κανένας άλλος. Αν εγώ δεν συντηρήσω τη σχέση μου με το Υπόγειο, δεν υπάρχει κάτι που θα τη συντηρήσει. Οπότε έχει να κάνει με το τι νιώθω εγώ σε σχέση με αυτόν τον χώρο -αν θα τον προδώσω ή αν θα τον τροφοδοτώ. Πρέπει να φροντίζεις τον δρόμο που θέλεις να πάρεις.

Info:

Οστια, Αυτό είναι το σώμα μου, Θέατρο Τέχνης Κ. Κουν, Υπόγειο, Πεσμαζόγλου 5, τηλ. 210 3222 760, 3-25 Φεβρουαρίου

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα