Ο Χρήστος Λεοντής

Ο ΧΡΗΣΤΟΣ ΛΕΟΝΤΗΣ ΣΤΟ NEWS 24/7: “Η ΝΕΦΕΛΟΚΟΚΚΥΓΙΑ ΤΟΥ ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΟΥΤΟΠΙΑ, ΕΙΝΑΙ ΜΕΣΑ ΜΑΣ”

Ο Χρήστος Λεοντής μας μιλά για τον Ρίτσο, τα 60 χρόνια σταθερής πορείας στη μουσική, την ανθρώπινη αξιοπρέπεια και τη μεγάλη του αγάπη, το θέατρο.

Με τον σπουδαίο μουσικοσυνθέτη Χρήστο Λεοντή μπορείς να μιλάς για ώρες. Στις ιστορίες από τη ζωή του, που τις μοιράζεται απλόχερα, πρωταγωνιστούν “μυθικά” ονόματα άλλων εποχών. Θεοδωράκης, Χατζιδάκις, Ρίτσος, Βρεττάκος, Μάνος Ελευθερίου, Λοΐζος, Κουν. Άνθρωπος της ουσίας, “κυνηγός” της αλήθειας και πιστός λάτρης του θεάτρου, το οποίο υπηρέτησε με πάθος, ο Χρήστος Λεοντής επικοινωνεί τα “μεγάλα νοήματα” μέσα από τα τραγούδια του.

Γεννήθηκε στο Ηράκλειο της Κρήτης στις 11 Μαΐου του 1940 και στα πρώτα του χρόνια επηρεάστηκε από τη βυζαντινή μουσική και το κρητικό τραγούδι. Δεν ξεχνάει τον θείο του στην Κρήτη να του τραγουδάει τον “Ερωτόκριτο”, κάθε βράδυ κάτω από τ’ αστέρια. Αργότερα τον απορρόφησαν οι κλασικές σπουδές. Έμαθε μαντολίνο και βιολί. Το 1957 τελείωσε το γυμνάσιο και ήρθε στην Αθήνα για να φοιτήσει στο Ωδείο Αθηνών. Τις σπουδές του συνέχισε αργότερα στο Κονσερβατόριο του Παρισιού όπου διδάχθηκε αρμονία, αντίστιξη και φούγκα.

Αυτή ήταν μόνο η αρχή σε μία πλούσια πορεία που περιλαμβάνει ένα τεράστιο μουσικό έργο και καλύπτει πολλούς χώρους: το τραγούδι, το θέατρο, τον κινηματογράφο, την τηλεόραση. Μέλος της γενιάς των μεγάλων συνθετών που ξεπήδησαν μέσα στο ’60, ξεχώρισε με τα έργα “Καταχνιά”, το “Καπνισμένο Τσουκάλι”, “Πρωινό Άστρο”, “Αχ Ερωτα”, τα πάμπολλα μουσικά του έργα για το Θέατρο Τέχνης και τόσα ακόμη που χρειαζόμαστε “σελίδες και σελίδες” για να αναφερθούν.

Δούλεψε με την αφρόκρεμα των τραγουδιστών στη δισκογραφία, όπως και στο θέατρο. Από τον Ξυλούρη, τον Καζαντζίδη και τη Μαρινέλλα, μέχρι τον Μητσιά και την Τσανακλίδου στα πρώτα της βήματα. Ασχολήθηκε με τα κοινά, δίδαξε μουσική και διετέλεσε πρόεδρος της ΕΡΤ (2018-2019). Δική του και η μουσική στο σήμα της “Αθλητικής Κυριακής” (που είχε γραφτεί το 1969 για μια διαφήμιση της καπνοβιομηχανίας “Παπαστράτος”).

Στην Επίδαυρο Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

Σε ηλικία 83 ετών, ο Χρήστος Λεοντής συμπληρώνει φέτος 60 χρόνια σταθερής πορείας στη μουσική, με προσήλωση στη δημιουργία και πίστη στο αναφαίρετο δικαίωμα του ανθρώπου για ελευθερία και αυτοδιάθεση. Γιορτάζοντας αυτή τη διαδρομή ο μεγάλος μουσικοσυνθέτης ετοίμασε μια αφιερωματική παράσταση-συναυλία στο Ηρώδειο στις 26 Σεπτεμβρίου. Με την ευκαιρία αυτή μιλήσαμε μαζί του για να φρεσκάρουν τη μνήμη τους οι παλαιότεροι και να μαθαίνουν οι νεότεροι.

“Σκοπός είναι να ορίζει κάποιος τη ζωή του με αξιοπρέπεια, όπως αρμόζει στους ανθρώπους ”

Η συζήτησή μας έγινε υπό τη σκιά των καταστροφών στον Έβρο και των πλημμυρών στη Θεσσαλία και φυσικά δεν θα μπορούσε όλη αυτή η κατάσταση να μείνει ασχολίαστη.
Ο κόσμος έχει μείνει κατάπληκτος από όλη αυτή την αθλιότητα που μας περιβάλλει. Το μόνο που σκέφτομαι είναι ότι λυπάμαι πάρα πολύ για τους ανθρώπους, όλους αυτούς που υποφέρουν. Όλους εκείνους που έχουν φύγει από τη ζωή και τους συγγενείς τους που μένουν πίσω και υποφέρουν. Λυπάμαι για την αθλιότητα μιας κοινωνίας που βρίσκεται σε πλήρη σήψη, και είναι αφημένη. Αφημένη στο έλεος του Θεού, όπως έλεγαν οι παλαιότεροι. Ποιος είναι ο ρόλος των κυβερνήσεων τελικά; Τι κάνουν; Μας κυβερνούν για να παίρνουν μισθούς, να “κάνουν το κομμάτι τους” και να γεμίζουν τις τσέπες τους; Αυτά σκέφτομαι, όπως όλοι μας.

Ευτυχώς έχουμε και τη μουσική, και τα τραγούδια που βασίζονται στα σπουδαία μας ποιήματα, για να βρίσκουμε μια κάποια παρηγοριά…
Κοιτάξτε ένα τραγούδι δεν είναι πανάκεια, δεν είναι γιατρικό. Το ζήτημα είναι μια γενικότερη συμπεριφορά μεταξύ των ανθρώπων. Υπάρχει αλληλεγγύη; Υπάρχει γενικότερα πολιτισμός; Ένα τραγούδι τι να σου κάνει; Σου θυμίζει απλώς πράγματα. Εκφράζει ευχές, στιγματίζει, ανοίγει το μυαλό, υποδεικνύει πράγματα, αλλά μέχρι εκεί. Σε κάποια δύσκολη στιγμή μπορεί να σε παρηγορήσει, να σε στηρίξει, αλλά είναι αυτό αρκετό; Όχι φυσικά. Σκοπός είναι να υπάρχει πρόληψη και να μπορεί να ορίζει κάποιος τη ζωή του όπως αρμόζει σε ανθρώπους και όχι σε ζώα.

Λεοντής, Κατράκης, Καρέζη, Διαμαντόπουλος / Εκλογές 1981 Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

1963-2023 – Αυτό το διάστημα ετοιμάζετε την συναυλία για τα 60 χρόνια της καλλιτεχνικής σας πορείας. Όλα ξεκίνησαν στο θέατρο Ακροπόλ. Πώς έχει καταγραφεί εκείνη η βραδιά στη μνήμη σας;
Γεννήθηκα το ‘40, άρα το 1962 ήμουν μόλις 22 ετών και έγραφα τα πρώτα μου τραγούδια. Σπουδαστής του Ωδείου Αθηνών τότε. Εκείνη την περίοδο είχα γνωρίσει και είχα συνεργαστεί με τον Μίκη (Θεοδωράκη), ο οποίος έκανε εμφανίσεις το ‘61-’62 και είχε ζητήσει ανθρώπους να τον βοηθήσουν στο γράψιμο της παρτιτούρας. Πήγα και έτσι γνωριστήκαμε. Με ρώτησε αν γράφω τραγούδια, του είπα “ναι” και έπαιξα το “Σπίτι γέμισε με λύπη”. Πριν προλάβω να τελειώσω το δεύτερο τραγούδι μού πρότεινε να κάνουμε μαζί συναυλίες. Εγώ έμεινα κατάπληκτος, διότι εκείνη την περίοδο μόλις είχε εμφανιστεί. Λίγο καιρό πριν είχε παιχτεί ο “Επιτάφιος” που είχε δημιουργήσει μια επανάσταση στο τραγούδι και είχε φέρει μια τελείως άλλη αισθητική.

[Τον Σεπτέμβριο του 1960 ηχογραφήθηκε για πρώτη φορά ο Επιτάφιος, που ανοίγει έναν καινούργιο δρόμο για το ελληνικό τραγούδι. Η πρώτη εκδοχή του “Επιτάφιου” του Γιάννη Ρίτσου (γράφτηκε το 1958) ηχογραφήθηκε από τη Νάνα Μούσχουρη σε ενορχήστρωση και διεύθυνση ορχήστρας Μάνου Χατζιδάκι. Την ίδια χρονιά ο Μίκης Θεοδωράκης αρχίζει και, σχεδόν, τελειώνει το “Άξιον Εστί” του Ελύτη. Εκείνο το διάστημα ιδρύει τη Μικρή Συμφωνική Ορχήστρα Αθηνών και δίνει πολλές συναυλίες στη χώρα προσπαθώντας να εξοικειώσει τον κόσμο με τη συμφωνική μουσική.]

Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

Μου πρότεινε, λοιπόν, ο Μίκης να κάνουμε συναυλίες και φυσικά λέω ‘ναι, ούτε συζήτηση’. Όμως, του έδωσε παραγγελία το Εθνικό Θέατρο να γράψει μουσική για τις “Φοίνισσες” του Ευριπίδη σε σκηνοθεσία Αλέξη Μινωτή (Επίδαυρος, 1960) και μου λέει να τις αναβάλουμε. Απογοητεύτηκα γιατί εγώ πραγματικά δεν κρατιόμουν. Είχα μπει σε έναν πυρετό. Έγραφα καινούργια τραγούδια, έψαχνα ποιήματα, ένιωσα ότι ήταν “στα μέτρα μου” όλη αυτή η νοοτροπία του να στηριχθεί κανείς σε ουσιαστικά κείμενα, που κάτι έλεγαν, που σχετίζονταν με τον κοινωνικό ιστό και με τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου.

Κάποια στιγμή ζήτησα να με βοηθήσει γιατί χρειαζόμουν μία χορωδία, αλλά δεν είχα επαφές και γνωριμίες. Με σύστησε, λοιπόν στον Σύλλογο Φίλων Ελληνικής Μουσικής. Σε ένα φτωχικό δωμάτιο όλο κι όλο, με ένα πιάνο, καθόντουσαν κατάχαμα καμιά τριανταριά παιδιά. Μεταξύ αυτών ο Λοΐζος, ο Σαββόπουλος, ο Μάνος Ελευθερίου, ο Φώντας Λάδης, η Μαυροειδή, η Φαραντούρη και προσπαθούσαν να δημιουργήσουν μια χορωδία εκ των ενόντων. Εγώ τους παρουσιάστηκα σαν από μηχανής θεός, γιατί ήμουν και ο μόνος που σπούδαζα μουσική και είχα πολλές περισσότερες γνώσεις από τους συνομήλικούς μου. Εκεί ο πρόεδρος του συλλόγου, ο Ζάκης Κουνάδης, με ρώτησε αν θέλω να κάνω μία συναυλία και αν θα με πείραζε να είναι άλλος ένας νέος μαζί μου. Είπα βέβαια ότι δεν με πειράζει και μου είπε ότι θα έπαιζα με τον Μάνο. Και έτσι κάναμε την πρώτη μας συναυλία με τον Λοΐζο στο θέατρο Ακροπόλ τον Μάρτη του 1963.

Σε πρόβα Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

Εκεί μας παρουσίασε ο Μίκης Θεοδωράκης και πράγματι σε εκείνη την κομβική και αξέχαστη για μένα ημερομηνία ανοίχθηκε μπροστά μου μία “λεωφόρος”, απέραντη και διάπλατη. Κάπως έτσι ξεκίνησε όλη αυτή η μαγεία της μουσικής μου πορείας. Εξήντα χρόνια πέρασαν από τότε και με τη συγκυρία αυτή θέλω να γιορτάσω μαζί σας, με τον κόσμο δηλαδή, που ήταν το μοναδικό στήριγμα στην καριέρα μου. Γιατί οι δυσκολίες, δυστυχώς, ήταν τεράστιες σε αυτή τη χώρα.

Και λίγους μήνες αργότερα, στις 20 Ιουνίου το 1963 στο θέατρο “Παρκ” της Λεωφόρου Αλεξάνδρας στην Αθήνα, κάνει πρεμιέρα η “Μαγική πόλις” με το δίδυμο Μίκης Θεοδωράκης- Μάνος Χατζιδάκις.
Ο Μίκης ετοίμαζε μια μια μουσικοθεατρική παράσταση στο θέατρο Παρκ με τον Μάνο Χατζιδάκι, τη “Μαγική Πόλη” και μου πρότεινε να διευθύνω το μουσικό μέρος, γιατί ήταν και οι δυο τους απασχολημένοι εκείνο το διάστημα. Ενθουσιάστηκα. Από τη μία ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για μένα και από την άλλη μεριά θα έβγαζα και τα προς το ζην. Είχαμε δέσει πια με τον Μάνο και ρώτησα αν μπορούμε να το κάνουμε μαζί. Έτσι κι έγινε. Έκτοτε με τον Μάνο γίναμε αδελφικοί φίλοι και είχαμε καθημερινά επαφή μέχρι και τον θάνατό του.

Διηύθυνε τη μια εβδομάδα ο ένας τον Χατζιδάκι, την άλλη ο άλλος τον Θεοδωράκη και στο ιντερμέτζο παίζαμε από δύο τραγούδια δικά μας. Εκεί μας δόθηκε η ευκαιρία να παρουσιάσουμε για πρώτη φορά τα τραγούδια μας στον κόσμο, σε καθημερινή βάση, μέσα σε ένα θέατρο. Στο Παρκ μάς παρουσίασε ο Μάνος Χατζιδάκις, ο οποίος σχεδόν τσακώθηκε (σε εισαγωγικά) με τον Μίκη που ήθελε να μας παρουσιάσει εκείνος και του έλεγε “Κάτσε ρε Μάνο, εγώ τους έφερα, εσύ θα τους παρουσιάσεις;” Έτσι έγινε όμως, και ο Χατζιδάκις μίλησε για εμάς με τα θερμότερα λόγια και μας έκλεισε στη μεγάλη του αγκαλιά και τους δυο μας. Οι δε κριτικές μας επαίνεσαν ιδιαιτέρως. Ενώ για τους δύο συνθέτες δεν ήταν και οι καλύτερες, θυμάμαι στην Καθημερινή η Ελένη Βλάχου μας εξήρε, λέγοντας: “Προσέξτε, αυτούς τους δύο νέους, θα τους βρούμε μπροστά μας”.

Λεοντής - Ντάριο Φο - Φράνκα Ράμε Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

Μιας που αναφέρατε τον Μάνο Λοΐζο (έφυγε από τη ζωή στις 17 Σεπτεμβρίου 1982) πείτε μου λίγα λόγια για την προσωπικότητα του και τη σχέση σας.
Εσείς τον γνωρίζετε σαν ένα σπουδαίο τραγουδοποιό, έναν σπουδαίο μουσικό με ευαισθησία, και μελωδικότητα – όπως και ήταν. Ο Λοΐζος ίσως είναι ένας από τους πλέον μελωδικούς συνθέτες της εποχής μας. Εμένα όμως μου λείπει πάρα πολύ και σαν φίλος, γιατί ήμασταν κάθε μέρα μαζί. Τα τραγούδια μας δεν προλαβαίναμε να τα συνειδητοποιήσουμε και τα έπαιζε ο ένας τον άλλον. Τα κουβεντιάζαμε. Είχαμε δηλαδή ένα δέσιμο παραπάνω από αδερφικό. Νιώθω έντονα την απουσία του και είναι μια μεγάλη έλλειψη σε προσωπικό επίπεδο. Ευτυχώς τα τραγούδια του τα ακούω όπως και εσείς και τα απολαμβάνω όταν τα παίζω – γιατί πραγματικά είναι μία όαση, ιδιαίτερα στην εποχή μας που δε χαρακτηρίζεται δα από την αισθητική και από την ομορφιά της.

Ένα από τα έργα που έγραψαν ιστορία είναι το “Καπνισμένο Τσουκάλι” βασισμένο στην ποίηση του Γιάννη Ρίτσου. Πείτε μου λίγο για το πώς “συναντηθήκατε” με την ποίηση του Ρίτσου και πώς προέκυψε αυτός ο δίσκος το 1975 με ερμηνευτές τον Νίκο Ξυλούρη, την Τάνια Τσανακλίδου και τον Βασίλη Μπαρνή. [Το «Καπνισμένο τσουκάλι» γράφτηκε από τον Γιάννη Ρίτσο στο Στρατόπεδο συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων στο Κοντοπούλι της Λήμνου απ’ τον Δεκέμβριο του 1948 ως τον Φεβρουάριο του 1949.]

Κυκλοφορεί μια φωτογραφία μου με τον Γιάννη Ρίτσο, εκείνος νέος, με περιποιημένο μουστακάκι. Αυτή η φωτογραφία είναι από την πρώτη μας γνωριμία στην συναυλία στο Ακροπόλ, στις 12 Μαρτίου του 1963. Με είχε τιμήσει με την παρουσία του σε εκείνη τη συναυλία, μαζί με τον Βρεττάκο. Ήταν δύο ποιητές, τους οποίους θαύμαζα και θαυμάζω πολύ, για διαφορετικούς λόγους τον καθένα. Γνωριστήκαμε τότε αλλά το “Καπνισμένο τσουκάλι” ήταν το αποτέλεσμα της αντίδρασής μου στην περίοδο της δικτατορίας, με αφορμή τα γεγονότα της Νομικής Σχολής. Όλοι διαδηλώναμε εκείνη την περίοδο, σαν πολίτες που επιθυμούσαμε την ελευθερία. Ήμουν και εγώ σε εκείνες τις διαδηλώσεις και συγκλονίστηκα από τον παλμό, από τον θυμό και την αντιστασιακή δύναμη που διαφαινόταν σε όλο τον κόσμο και ιδιαίτερα στη φοιτητική νεολαία. Το ίδιο βράδυ σχεδόν της πρώτης μεγάλης διαδήλωσης εκεί στη Νομική Σχολή, έγραψα τα 3-4 πρώτα τραγούδια [Το “Ήταν μακρύς ο δρόμος”, το “Αυτά τα κόκκινα σημάδια” και το “Ξέρουμε”]. Σε μία βδομάδα τα είχα όλα έτοιμα γιατί η ατμόσφαιρα ήταν ηλεκτρισμένη και είχε όλα τα στοιχεία που τουλάχιστον εμένα με εμπνέουν. Η κάθε κοινωνική αδικία, η κοινωνική αντίδραση, η διαδήλωση και η αναζήτηση της αξιοπρέπειας και της ελευθερίας των ανθρώπων, είναι στοιχεία που αποτελούν για μένα την κινητήριο δύναμη, σχεδόν σε όλα μου τα έργα. Έχω ξαναπεί ότι τίποτα δε γίνεται αν δεν πάρεις θέση, ιδεολογική, φιλοσοφική.

Οι τέχνες είναι μια έκφραση του καλλιτέχνη που μεταφέρει τα αισθήματα του ίδιου του λαού. Αν αυτά τα αισθήματα είναι αποκομμένα μεταξύ τους, δεν υπάρχει επικοινωνία. Και δεν υπάρχει τέχνη χωρίς επικοινωνία. Εξάλλου όλη η ιστορία, όλος ο ελληνικός πολιτισμός ξεκινάει από εκεί. Ο Όμηρος ας πούμε, λαϊκούς μύθους πήρε και έφτιαξε δύο μεγάλα έργα. Οι τραγικοί ποιητές, μύθους έπαιρναν και έφτιαχναν αυτά τα αριστουργήματα που μας άφησαν σαν κληρονομιά – όχι μόνο σε εμάς σε όλη την ανθρωπότητα. Λοιπόν, να το πω έτσι απλά. Με ποιον είσαι; Τι γράφεις; Τα προσωπικά σου δεν έχουν καμία αξία, αν δεν έχουν ακουμπήσει πάνω στον πολύ κόσμο.

Γ. Ρίτσος - Χ. Λεοντής / 1973 Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

Η φύση του ανθρώπου είναι να ζει ελεύθερος και με αξιοπρέπεια

Είστε από μία γενιά που είχε όραμα και αγωνιζόταν για κάποιες αξίες. Τι πιστεύετε για το “σήμερα”, είστε αισιόδοξος;
Εγώ από τη φύση μου είμαι πάντα αισιόδοξος. Νομίζω ότι η ανθρωπότητα κάνει μια σπειροειδή κίνηση στην πορεία της. Σήμερα βρισκόμαστε προς τα κάτω, αλλά αυτό θα αλλάξει. Βλέπετε ότι ο κόσμος θυμώνει, επαναστατεί με τα γεγονότα της εποχής μας. Κάποια στιγμή όλα αυτά “έρχονται καπάκι”. Έτσι κυλάει η ανθρωπότητα στην πορεία της. Η φύση του ανθρώπου είναι να είναι ελεύθερος, να ζει με αξιοπρέπεια, να ζει ανθρώπινα. Και φυσικό είναι κάποια στιγμή, όταν του στερούν αυτό το δικαίωμα και καταπατείται η φύση του, να φτάσει να επαναστατήσει για να ανατρέψει την καταπίεση.

Η τύχη βοηθάει;
Όλα χρειάζονται. Τύχη, ταλέντο και “δουλειά, δουλειά, δουλειά” όπως μου έλεγε ο Ρίτσος. Μας είχαν καλέσει στο Δίστομο για να παίξουμε το “Καπνισμένο τσουκάλι” και να μας τιμήσει ο εργατικός σύλλογος στην ΠΕΣΙΝΕ. Ξύπνησα πρωί, δεν είχα τι να κάνω και κατέβηκα στη θάλασσα για να περπατήσω. Απέναντι από μακριά περπατούσε κάποιος άλλος προς το μέρος μου. Αυτός, ως φαίνεται, είχε ξυπνήσει πολύ πιο νωρίς από μένα. Ήταν ο Ρίτσος. Καθίσαμε στην ακροθαλασσιά και μιλήσαμε μια ώρα. Κάτι με απασχολούσε εκείνη την περίοδο και τον ρώτησα ποια είναι η γνώμη του. Μου είπε “ό, τι κάνεις θα το κάνεις μόνος σου. Δουλειά, δουλειά, δουλειά. Αυτά έχω να σου πω”. Και πράγματι, όταν ανοίξει κανείς στα βιβλία του βλέπει ένα ποίημα 16 Σεπτεμβρίου, μετά 17, άλλο 18, άλλο 19. Φαίνεται ο τεράστιος όγκος δουλειάς, αφοσίωσης και πνευματικής τροφής που μας έχει αφήσει.

Ρίτσος, Λεοντής, Τάσσος, Μίκης Θεοδωράκης Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

“Το θέατρο είναι ο μεγάλος μου έρωτας”

Από το 1973 μέχρι το 1982 ο Χρήστος Λεοντής συνεργάστηκε με τον σπουδαίο Κάρολο Κουν και μετά με τους επιγόνους και μαθητές του στο Θέατρο Τέχνης. Από το 1972, η μουσική του Χρήστου Λεοντή ακούγεται σε όλα σχεδόν τα φεστιβάλ της Ελλάδας, στην Επίδαυρο και το φεστιβάλ Αθηνών. Πώς ήταν η συνεργασία με τον Κουν;
“Ο μεγάλος μου έρωτας ήταν το θέατρο. Την περίοδο της Δικτατορίας – και συγκεκριμένα το 1972 – μόλις είχα κάνει το “Καπνισμένο τσουκάλι”, θεώρησα χρήσιμο και αναγκαίο να το παίξω για να το ακούσει ο κόσμος. Από αντίδραση και από θέση. Άνοιξα λοιπόν, για πρώτη και τελευταία φορά στη ζωή μου, μία μπουάτ στην Πλάκα, την “Αγρύπνια”, που λειτούργησε για ένα μήνα και την έκλεισε η αστυνομία ως κακόφημο κέντρο. Εκεί ήρθε πάρα πολύς κόσμος. Συνήθως παιδιά 17, 18, 19 ετών. Αν βλέπαμε κάποιον 22, 25 λέγαμε ωχ, αυτός είναι ή χαφιές ή ΕΣΑτζής. Εκεί ένα βράδυ ήρθε ο συγγραφέας ο Γιώργος Σκούρτης και μου λέει ‘ο Κουν θα ανεβάσει ένα έργο μου τον “Καραγκιόζη, παραλίγο βεζύρη” και του πρότεινα να γράψεις εσύ τη μουσική. Λεφτά δεν υπάρχουν, θέλεις’; Λέω, “βεβαιότατα”.

Λεοντής και Ντάριο Φο στην Επίδαυρο Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή

Πήγα στο θέατρο και ο Κουν με δέχτηκε με τη μεγάλη του αγκαλιά και τη γνωστή κωνσταντινουπολίτικη ευγένεια. Εκεί γνώρισα και τον εξαιρετικό ηθοποιό Γιώργο Λαζάνη που έπαιζε τον Καραγκιόζη. Και έτσι ξεκίνησε μια μεγάλη πορεία, ακολούθησαν μονόπρακτα: “Η κόρη του παντοπώλη”, η “Βεγγέρα”, και άλλα. Η πρώτη κωμωδία που μου έδωσε να γράψω ήταν οι “Αχαρνής” και είχε τεράστια παγκόσμια πορεία με θριαμβευτικές κριτικές από όλες τις εφημερίδες στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Ταιριάξαμε πολύ με τον Κουν. Σαν ιδεολογία, σαν τρόπος καλλιτεχνικής έκφρασης και “κολλήσαμε”. Δηλαδή μέχρι και που πέθανε και μετά με τους επιγόνους του, τον Γιώργο Λαζάνη και τον Μίμη Κουγιουμτζή συνεχίσαμε να δουλεύουμε μαζί. Σκεφτείτε ότι ξεκίνησα το 1977 και έγραψα τελευταία φορά μουσική για θέατρο το 2010.

Υπήρχε με τον Κουν ένα ιδεολογικό σμίξιμο και μία αισθητική που μας ένωνε. Πήγαινα κάθε μέρα στις πρόβες και ο σκοπός μου ήταν να βοηθήσω τον ηθοποιό να βγάλει όλο του το “είναι”. Τη μουσική την έγραφα στο θέατρο. Δοκίμαζα επί τόπου. Μαγνητοφωνούσα πρόχειρα στο σπίτι μου το κάθε χορικό και την κάθε σκηνή και την άλλη μέρα πήγαινα στην πρόβα και πάταγα την ηχογράφηση για να συνοδεύσει τον ηθοποιό. Αν έβλεπα ότι τον βοηθούσε στην έκφρασή του, το κρατούσα. Αν έβλεπα ότι περνούσε αδιάφορο, το πέταγα, και έφτιαχνα άλλο.

Ο σκοπός μου ήταν πώς θα μπορέσει να εκφραστεί και να εκφράσει ο ηθοποιός το νόημα και τις καταστάσεις του έργου. Από την άλλη μεριά, όμως αισθανόμουν τυχερός, γιατί είναι πολύ σπουδαίο πράγμα το να κάθεσαι σ’ ένα τραπέζι και να κουβεντιάζεις ένα συγγραφέα, με έναν σκηνοθέτη, με έναν σκηνογράφο, με έναν ηθοποιό. Με τον Κουν, τον Τσαρούχη, τον Καμπανέλλη, τον Διονύση Φωτόπουλο, τη Συνοδινού, τον Μήτσο Ευθυμιάδη. Να βλέπεις τον τρόπο σκέψης και τον τρόπο αναζήτησης. Πώς εμβαθύνουν στα προβλήματα τα οποία θέτει ο συγγραφέας. Η αναζήτηση της αλήθειας είναι το πιο σπουδαίο στοιχείο για μένα.

Επίδαυρος 2004 Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή / DIMIS ARGYROPOULOS

«Εμείς δεν τραγουδάμε για να ξεχωρίσουμε απ’ τον κόσμο – εμείς τραγουδάμε για να σμίξουμε τον κόσμο»

Όλα όσα είπαμε και όλα όσα δεν καταφέραμε να πούμε θα συμπεριληφθούν στη συναυλία σας. Τι θα ακούσουμε στο Ηρώδειο και τι εκπλήξεις μας επιφυλάσσετε;
Στην 60χρονη αυτή πορεία μου, οι εμπειρίες ήταν πολλές και μου έδωσαν στη μετουσίωσή τους τραγούδια ερωτικά, λυρικά, χορευτικά, στοχαστικά. Μαζί με αυτά και με τον κόσμο, ονειρευτήκαμε, αγαπήσαμε και αγωνιστήκαμε, αναζητώντας την ελπίδα και την ομορφιά. Και αυτή αυτή η συγκυρία με οδήγησε στο να επιχειρήσω να ξανασυναντηθώ μαζί σας μέσα από τα τραγούδια, που έχουν αυτή τη θεϊκή δύναμη της διείσδυσης στην ανθρώπινη ψυχή του στοχασμού, της συγκίνησης.

Η μακρόχρονη αυτή πορεία ούτε εύκολη ήταν, ούτε ρόδινη. Όμως η αγάπη και η μεγάλη αγκαλιά του κόσμου μου έδιναν φτερά και φούντωναν όλο και περισσότερο τη δύναμη, ώστε να μπορώ να φανώ άξιος συμπαραστάτης της καθημερινής αναζήτησης, της ομορφιάς και του ονείρου. Είναι μεγάλη για μένα και συγκινητική στιγμή η 26η του Σεπτέμβρη, που θα συναντηθώ με τον κόσμο στο Ηρώδειο για παίξουμε τα τραγούδια μου, με όλους τους φίλους, συνεργάτες, μουσικούς, τραγουδιστές, τεχνικούς και με τις χορωδίες. Στη σκηνή θα έχουμε περίπου 140 άτομα.

Θα συμμετέχουν η Χορωδία του Δήμου Κηφισιάς, η Χορωδία του Δήμου του Βύρωνα -με μαέστρο και στις δύο τον Θανάση Αρβανίτη – και η Χορωδία “Ambitus” της Λεοντείου Σχολής Νέας Σμύρνης με μαέστρο την Κατερίνα Βασιλικού. Τα πέντε τελευταία τραγούδια από το “Καπνισμένο Τσουκάλι” τα έχω επεξεργαστεί για φωνή και χορωδία και θα παρουσιαστούν για πρώτη φορά σε καινούργια μορφή. Στη σκηνή θα εμφανιστούν και 12 σπουδαίοι μουσικοί: Πιάνο Νεοκλής Νεοφυτίδης, κιθάρα Ανδρουλιδάκης Μανώλης, ακορντεόν Νίκος Παπαναστασίου, πνευστά Θύμιος Παπαδόπουλος, μπουζούκι Γιάννης Σινάνης και Βαγγέλης Ζαρμπούτης, μπάσο Μίμης Ντούτσουλης, φυσαρμόνικα Μάνος Σαμαράκης, κλασική κιθάρα Αντώνης Παπαγγελής, ντραμς Τάκης Βασιλείου, βιολοντσέλο Μιχάλης Πορφύρης και βιολί Ραψανιώτης Βασίλης.

Κουγιουμτζής, Λεοντής, Μυταράς Από το αρχείο του Χρήστου Λεοντή / DIMIS ARGYROPOULOS

Τη βραδιά θα παρουσιάσει ο Σπύρος Παπαδόπουλος, με τον οποίο είχα μια καταπληκτική συνεργασία, και τα τραγούδια μου θα ερμηνεύσουν εκπληκτικοί τραγουδιστές και φίλοι: ο Μίλτος Πασχαλίδης, ο Γιάννης Κότσιρας, ο Κώστας Τριανταφυλλίδης και από κυρίες η Ηρώ Σαΐα, η Αγγελική Τουμπανάκη, η Ιωάννα Φόρτη και ο Πάνος Μπούσαλης.

Μου κάνει την τιμή να συμμετέχει ο συνάδελφός μου ο Σταμάτης Κραουνάκης και από την Ισπανία θα έρθει η περίφημη τραγουδίστρια Maria del mar Bonet, η ιέρεια του μεσογειακού τραγουδιού, που είχε τραγουδήσει το “Ξενιτεμένο μου πουλί”. [Ένα τραγούδι που έχει κάνει διεθνή διαδρομή και το 2004 ο Philip Glass το έπειξε σε δική του παραγωγή με το βραζιλιάνικο συγκρότημα Uakti].

Η Maria del mar Bonet θα έρθει στη συναυλία μαζί με τον αβανγκάρντ ποιητή (και ψυχαναλυτή) από την Καταλονία, Albert Garcia Hernández. Φιλοδοξούμε να απολαύσετε μια βραδιά που να σας μείνει στη μνήμη και στη σκέψη σας.

Με γεμάτο, λοιπόν, το δισάκι της ζωής στην πλάτη, όπως ο ίδιος λέτε, ποια είναι μία σκέψη που θα μοιραζόσασταν με τη νεότερη γενιά αν καθόσασταν μαζί σας σε ένα τραπέζι. Μια σκέψη απόσταγμα-ζωής.
Η Νεφελοκοκκυγία που οραματίστηκε ο Αριστοφάνης δεν είναι ουτοπία, είναι μέσα μας. Αυτό έχω να πω στους νέους. Και ο νοών νοείτω.

26 Σεπτεμβρίου 2023, Ωδείο Ηρώδου Αττικού, Ώρα έναρξης: 20:30, Προπώληση εισιτηρίων: ticketservices.gr, τηλεφωνικά: 2107234567.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα