ΘΕΜΗΣ ΚΑΡΑΜΟΥΡΑΤΙΔΗΣ: “ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ ΟΛΟΙ ΙΔΙΟΙ, ΔΕΝ ΕΙΜΑΣΤΕ Ο ΠΟΛΤΟΣ ΠΟΥ Η ΕΠΟΧΗ ΠΡΟΤΑΣΣΕΙ”
Η αφορμή ήταν το Μπα Μπαμπά. Οι λόγοι πολλοί για να «αποκαλύψεις» ψυχή και πράξεις ενός ανθρώπου γεμάτου «χρώμα» και μελωδία.
Θα πω για τον Θέμη Καραμουρατίδη, «αυτό το παιδί», γιατί έτσι τον νιώθω. Έχει αυτόν τον ενθουσιασμό, την πηγαία καλοσύνη και αθωότητα μα και μια γυριστή «πονηριά», την αμεσότητα της αλήθειας και τη μονίμως ανανεούμενη ελπίδα. Είναι ένας ατόφιος άνθρωπος της μουσικής, με όλα όσα συμπαρασύρει αυτό: φαντασία, ονειροπόληση, ιδρώτα, μάχη, αγωνία, αρμονία, αγαλλίαση, ενέργεια. Όλα τα έχει αυτό το παιδί, και τα καταφέρνει… φίνα. Ο Θέμης είναι ένας μοναδικός συνθέτης και μουσικός που θα πλουτίζει τις ζωές μας με μαγικούς ρυθμούς για πολλά χρόνια ακόμη.
Η πρώτη ερώτηση που μου έρχεται στο μυαλό να σας κάνω είναι πώς ένα νέο παιδί αποφασίζει να κάνει αυτή τη δουλειά, δηλαδή να γράφει μουσική; Δεν είναι λίγο παράξενο;
Η δική μου εμπειρία είναι σημαντική για μένα, γιατί δεν συνδέεται ούτε με κάποια πίεση ούτε με κάποια επιρροή από κάπου. Η σχέση μου με τη μουσική ξεκίνησε χωρίς καμία ώθηση από πουθενά. Όταν ήμουν παιδάκι, πήγα στο πιάνο της ξαδέρφης μου, έκατσα και γοητεύτηκα από τη διαδοχή της κάθε νότας, της αρμονίας. Αυτό που συνέβαινε, ήταν κάτι που με συγκίνησε βαθιά και πρωτόγνωρα. Ήταν και θα είναι πάντα κάτι πολύ δικό μου, δεν έχει να κάνει με τίποτε άλλο, παρά μόνο με το ότι βρέθηκα εκεί και αρμονικά, συναισθηματικά, μαθηματικά -γιατί υπάρχει κι αυτό στη μουσική- με γοήτευσε.
Και στο Πλατύ Ημαθίας, όπου γεννηθήκατε, πώς το αρθρώσατε ως όνειρο ζωής και το κάνατε πράξη;
Μα εκεί είναι και το πιο μεθοδευμένο βήμα που έχω κάνει στη ζωή μου, χωρίς να το καταλαβαίνω. Εγώ ως παιδάκι αγαπούσα κυρίως την κατασκευή της μουσικής. Δηλαδή έπαιρνα τους δίσκους και άκουγα τις ενορχηστρώσεις, το πώς διαδέχονται τα όργανα το ένα το άλλο και κρατούσα σημειώσεις. Έχω τετράδια, όπου, στα 15 μου, έφτιαχνα υποτυπώδεις πιθανούς δίσκους και σκεφτόμουν, αυτός θα είναι ένας έντεχνος δίσκος που θα έχει μέσα έγχορδα, πιάνο και μαντολίνο, γιατί θα περιέχει και ιταλικά στοιχεία. Έφτιαχνα, δηλαδή, έναν δρόμο για τον εαυτό μου, μόνος μου. Έγραφα δεκάδες τραγούδια, χωρίς στην πραγματικότητα να είναι τίποτε άλλο από ένας ευσεβής πόθος που δεν ομολογήθηκε ξεκάθαρα – ήταν απλώς αυτό που έκανα.
Νιώθω ότι ήταν κάτι ιδιαίτερο, γι’ αυτό και τώρα, μετά από τόσα χρόνια που δουλεύω, πάντα επανέρχομαι σε αυτή την αίσθηση και τη δημιουργική σχέση. Δηλαδή πάντα, όποτε κάθομαι να γράψω, δεν υπάρχει τίποτε άλλο παρά μόνο η διασκέδαση γι’ αυτό. Οπότε αυτό με κρατάει πολύ υγιή σε έναν τόσο δύσκολο χώρο και χρόνο, με την ταχύτητα που κινούνται όλα σήμερα.
Αυτό που μου περιγράφετε πάντως, είναι ένα χάρισμα, γεννηθήκατε με αυτό -και νομίζω ότι είναι κάτι που μπορεί να ισχύει σε κάθε χώρο, ακόμη και στον επιστημονικό.
Συμφωνώ απόλυτα. Πιστεύω, βέβαια, και ότι αν είσαι ικανός και αν ξέρεις να συνδέεσαι και να γοητεύεσαι από αυτό με το οποίο καταπιάνεσαι, ό,τι και αν είναι αυτό, θα προχωρήσεις. Είναι πολύ σύνηθες ένας άνθρωπος ο οποίος είναι καλός ζωγράφος να είναι καλός και σε κάτι άλλο, επειδή είναι ικανός να συνδέεται με αυτά που δημιουργεί.
Τι «απαιτεί» το να μπορείς να γράφεις μουσική;
Σίγουρα απαιτεί να έχεις μια μουσική γνώση εφάμιλλη του αποτελέσματος που θέλεις να έχεις. Δηλαδή με πολύ λίγες μουσικές γνώσεις και ικανότητα να αξιοποιήσεις αυτές, μπορείς να φτιάξεις μουσική. Από εκεί και πέρα, όσο περισσότερο εξασκείσαι, απορροφάς γνώση και όσο μεγαλύτερη αντιληπτικότητα έχεις, τόσο καλύτερο θα είναι το αποτέλεσμά σου. Χρειάζεσαι, δηλαδή, και μια ικανότητα να αφομοιώνεις και να μετουσιώνεις την εμπειρία σου σε δημιουργία.
Μια γενική κουλτούρα, που μπορεί να είναι θέατρο, διάβασμα, μουσεία, παίζουν ρόλο;
Παίζουν ρόλο σε ένα τεράστιο κομμάτι οποιουδήποτε καλλιτέχνη, που είναι η καλλιέργεια. Θεωρώ ότι η καλλιέργεια είναι ίσως καλύτερη και από την τεχνική γνώση, γιατί εξυψώνει το φρόνημά σου, σε οδηγεί σε άλλα μονοπάτια. Μπορεί επίσης να σε βοηθήσει πολύ στο να έχεις τις προσλαμβάνουσες, ώστε να γίνει έμπνευση ό,τι κάνεις. Εγώ έχω γράψει μουσική πολλές φορές φεύγοντας από το σινεμά. Όταν είχα δει τις «Ώρες», έγραψα μετά τέσσερα τραγούδια.
Σας αρέσουν τα ταξίδια;
Ναι, μου αρέσουν. Όταν δούλευα λιγότερο, ταξίδευα πιο πολύ, δηλαδή μου λείπει η δυνατότητα να φύγω για εφτά-οκτώ μέρες. Τώρα μπορώ να φεύγω μόνο για 3-4 μέρες. Έχω γράψει δίσκους ολόκληρους σε ταξίδια μου, όπου έβρισκα ένα πιάνο.
Δηλαδή η μουσική είναι κάτι που το ζείτε συνέχεια.
Το ζω, χωρίς όμως να προσδιορίζομαι μόνο από αυτό. Έχω μάθει να συνυπάρχω με αυτή τη διαδικασία και είναι πολύ υγιής για μένα. Ζω όμως και με τους ανθρώπους μου, με την κοινωνία, με όλα τα υπόλοιπα με τα οποία καταπιάνομαι. Οι σχέσεις μου με τους ανθρώπους, προσωπικές, φιλικές, επαγγελματικές, θεωρώ ότι είναι το σημαντικότερο πράγμα που έχω και αυτό που με κάνει να μπορώ να προχωράω σε όλα τα υπόλοιπα. Οι άνθρωποι είναι πολύ μεγάλο κομμάτι του χρόνου μου.
Έχετε κάνει ψυχοθεραπεία;
Ναι, έχω κάνει και θεωρώ ότι είναι ένα από τα πιο σοβαρά πράγματα που μπορεί να κάνει κάποιος για τον εαυτό του και για τους γύρω του. Η ψυχοθεραπεία όμως θέλει να είσαι έτοιμος γι’ αυτό, δεν είναι εύκολο. Πολλές φορές οι άνθρωποι πάνε να ψυχοθεραπευτούν για να δικαιολογηθούν. Ο στόχος όμως της ψυχοθεραπείας είναι να κατανοήσεις, να χαρτογραφηθεί αυτό που είσαι, αλλά όχι για να πεις, γιατί οι άλλοι μού κάνουν αυτό. Επίσης, επειδή έχει γίνει πολύ εύκολο πλέον να γίνει κάποιος ψυχοθεραπευτής και υπάρχει ένας οριακός κομπογιαννιτισμός στον χώρο αυτόν, υπάρχει ο κίνδυνος να δημιουργηθούν αντίθετα αποτελέσματα.
Σήμερα γράφετε μουσική κυρίως κατά παραγγελία;
Έτσι όπως είναι οι χρόνοι μου, θεωρητικά θα μπορούσα να πω ότι αυτά είναι πάντα μια παραγγελία. Και πάλι όμως, αυτά τα οποία μου παραγγέλλονται, είναι συνήθως πράγματα που θα έγραφα για την πάρτη μου, δηλαδή κάνω δουλειές που θέλω να τις κάνω.
Φαντάζομαι ότι ο καλλιτέχνης για τον οποίο γράφετε πρέπει να σας είναι συμπαθής, γιατί πρόκειται για μία πολύ προσωπική σχέση, έτσι δεν είναι;
Θα γίνω ακόμα πιο ρομαντικός και θα πω ότι πρέπει να υπάρχει ένας υπολανθάνων ερωτισμός με αυτόν με τον οποίο συνεργάζομαι. Δεν εννοώ κάτι γκομενικό αλλά σίγουρα θα πρέπει να υπάρχει ένας θαυμασμός, ένα σημείο όπου τέμνονται αυτά τα οποία θέλουμε να κάνουμε. Αυτό είναι κάτι πολύ γοητευτικό και αυτό από το οποίο κρατιέμαι.
Παρότι νέος, έχετε μια πολύ μεγάλη επαγγελματική πορεία. Μπορείτε να ορίσετε τους σημαντικότερους σταθμούς της;
Ο πρώτος μεγάλος και καθοριστικός σταθμός είναι προφανώς η γνωριμία μου με τη Νατάσα Μποφίλιου και τον Γεράσιμο Ευαγγελάτο. Ήταν η μέρα που τα πράγματα μπήκαν σε μια άλλη τροχιά. Γνωριστήκαμε στη Δεύτερη Ακρόαση της Μικρής Άρκτου, όπου είχαμε στείλει τραγούδια ξεχωριστά, και εκεί γίναμε φίλοι αλλά και συνεπιβάτες σε μία δημιουργική ζωή και σε μια θέση στα πράγματα γύρω μας. Συνεργαζόμαστε εδώ και 20 χρόνια τώρα. Στη δουλειά μας έχεις ανάγκη να αισθανθείς ότι συμπορεύεσαι. Γίνεσαι έτσι πιο δυνατός απέναντι στις αντιξοότητες και πιο χαρούμενος όταν μοιράζεσαι τη χαρά, γιατί έτσι αυτή πολλαπλασιάζεται.
Ο άλλος σημαντικός σταθμός μου, και πρόσφατος μάλιστα, είναι το Ηρώδειο, φέτος τον Οκτώβριο, με τραγούδια του Μίκη Θεοδωράκη, γιατί μπήκα στη διαδικασία να σπάσω τα δικά μου στεγανά και να αναμετρηθώ με ένα πολύ μεγάλο υλικό -και αυτό ήταν ένα μεγάλο βήμα μου.
Ήταν κάτι πολύ δύσκολο.
Πολύ δύσκολο, πολύ απαιτητικό, μια πολύ μεγάλη πρόκληση.
Ένας ηθοποιός μπορεί να μην έχει μια καλή παράσταση. Στη δική σας δουλειά, τι είναι αυτό που μπορεί να πάει στραβά;
Η συσχέτιση με την υποκριτική, το θέατρο, την παράσταση, είναι ότι πρέπει κι εμείς να είμαστε εντελώς έτοιμοι και ικανοί να αποδώσουμε ψυχικά, σωματικά και τεχνικά μια δουλειά μας. Μάλιστα, με νέες συνθήκες κάθε φορά, γιατί μπορεί να παρουσιάσεις μια παράσταση στο Θέατρο Βράχων και την ίδια στο θέατρο στα Ιωάννινα και να είναι όλο διαφορετικό. Με αγχώνει η διαρκής χειρουργική διαχείριση όλων των πραγμάτων γύρω από τη δουλειά. Γιατί ένα τραγούδι, από τους στίχους που θα μου έρθουν, μέχρι να φτιάξω την ενορχήστρωση, να γίνουν οι ηχογραφήσεις όπως πρέπει, να παίξουν οι μουσικοί ακριβώς αυτό που θέλω, να ερμηνευτεί και να είναι όλοι οι συμμετέχοντες σε καλή διάθεση, δεν είναι εύκολο. Ακόμα και όταν βγει το τραγούδι, σκέφτεσαι πώς το εισπράττει ο άλλος, πώς το μοιράζεται.
Γενικά όλη η διαδικασία έχει συνεχώς διαφορετικές παραμέτρους. Για παράδειγμα, κάποια στιγμή κάναμε με τον Οδυσσέα Ιωάννου ένα δίσκο, τις «Πρώτες Λέξεις», με ερμηνευτές τη Νατάσσα Μποφίλιου και τον Σωκράτη Μάλαμα. Όλο αυτό, τη στιγμή που έγινε, ήταν ένα πολύ παράξενο πάντρεμα και θεωρώ ότι η επιλογή της εταιρείας να βγει ως πρώτο τραγούδι το ντουέτο τους ήταν αυτό το οποίο δημιούργησε ένα εμπόδιο στο να βγει στον κόσμο ο δίσκος έτσι όπως έπρεπε και γι’ αυτό δεν πήγε καλά -αναγνωρίστηκε πολύ αργότερα.
Άρα η δουλειά του συνθέτη είναι πολύπλευρη, αν μη τι άλλο. Φαντάζομαι δεν μπορείτε να έχετε περισσότερα από ένα project κάθε φορά, έτσι δεν είναι;
Όπως λέω στους φίλους μου, έχω κουτάκια μέσα στο μυαλό μου. Το κουτάκι «Ηρώδειο», το κουτάκι «Vox», το κουτάκι «μιούζικαλ Μπα-Μπαμπά»… Δεν ανοίγω κανένα, όμως, αν δεν είναι η ώρα του. Δουλεύω φυσικά μόνο με μέθοδο και οργάνωση, διαφορετικά δεν γίνεται. Όταν ήρθε η ώρα του μιούζικαλ, από εμένα ήταν εξαρχής παραδομένα όλα τα τραγούδια, γιατί αυτό θα βοηθούσε και στο πού πάνε τα υπόλοιπα.
Πείτε μου λίγο ποια ήταν η διαδικασία γι’ αυτό το μιούζικαλ, το «Μπα Μπαμπά» από την πλευρά σας.
Κατ’ αρχάς η Φωτεινή Αθερίδου μού έδωσε το κείμενο του μιούζικαλ. Οι στίχοι ήταν ήδη γραμμένοι, οπότε εκεί αρχίζει ένα παιχνίδι να γοητεύσεις πρώτα τον συνδημιουργό σου, να αποκρυπτογραφήσεις αυτό που συμβαίνει και να φτιάξεις το σύμπαν του. Στη συγκεκριμένη περίπτωση τα πράγματα ήταν πολύ ξεκάθαρα για μένα και αμέσως αυτό που ξεκίνησα, άρεσε πάρα πολύ στη Φωτεινή, άρα το πρώτο κομμάτι της δουλειάς μου τελείωσε πολύ γρήγορα.
Με έναν δύσκολο συνεργάτη πόσα μπρος-πίσω μπορεί να έχετε;
Πολλά μπρος-πίσω μπορεί να έχεις αν θέλεις να φτιάξεις τούρτα σοκολάτα, έχοντας φακές στη διάθεσή σου. Εκεί μπορεί να πεις κάποια στιγμή ότι δεν ταιριάζουμε. Με έναν άνθρωπο που συνεργάζομαι για πρώτη φορά, μπορεί να έχω κάποια μπρος-πίσω, αλλά μόλις καταλάβω τι ακριβώς θέλει και τι ανάγκες έχει η παράσταση, αυτό τελειώνει. Αν υπάρχουν όμως κακοτοπιές, τις μυρίζομαι από την αρχή και δεν μπαίνω καν στη διαδικασία, γιατί είμαι μεγάλο παιδί και δεν θέλω ούτε να τρώω τον χρόνο μου ούτε να αποδείξω κάτι σε κάποιον. Θέλω να είμαστε άνθρωποι οι οποίοι πηγαίνουν μαζί προς μια κατεύθυνση.
Η μουσική διαχωρίζεται σε καλή-κακή, ποιοτική-μη ποιοτική και τέτοια;
Διαχωρίζεται σε βασικά πράγματα, που είναι ο ρόλος τον οποίο εξυπηρετεί. Δηλαδή, ένας τραγουδιστής ο οποίος τραγουδάει στα μπουζούκια, όπου πηγαίνεις να κάτσεις μέχρι τις εφτά το πρωί, να πιείς δύο μπουκάλια ουίσκι και να πετάξεις γαρίφαλα, κάνει μια άλλη δουλειά από έναν άνθρωπο ο οποίος φτιάχνει μία παράσταση για τον Μίκη Θεοδωράκη σε ένα θέατρο. Είναι μία άλλη δουλειά και ένας άλλος ρόλος.
Η μουσική έχει πάρα πολλές εκφάνσεις – αλλιώς είναι σαν να μου λες ότι το φαγητό είναι ένα. Οι εξωραϊσμοί που γίνονται γύρω μας έχουν δημιουργήσει όλο αυτό το τουρλουμπούκι -από φόβο μη μας πουν κομπλεξικούς ή δήθεν. Γιατί αυτό είναι το πρώτο πράγμα που ακούς, καλά, εσύ είσαι δήθεν. Γιατί είμαι εγώ δήθεν και δεν είσαι εσύ; Τι με κάνει εμένα δήθεν, το ότι μου αρέσει να ακούω κουαρτέτο εγχόρδων και να βάλω τα κλάματα; Απλώς μου αρέσει και με συγκινεί. Οι άνθρωποι δεν τα έχουν καλά με τον εαυτό τους και με το να πουν εγώ κάνω αυτό.
Ο περισσότερος κόσμος θέλει να αγαπιέται από περισσότερους από αυτούς για τους οποίους είναι φτιαγμένος να αγαπιέται. Εχει την ανάγκη να τον αναγνωρίσουν ας πούμε τα μπουζούκια. Οπότε λέει είμαστε ένα, για να νιώθει ότι εντάσσεται και σε αυτό. Δεν είμαστε όμως όλοι ίδιοι, δεν είμαστε ο πολτός που η εποχή προτάσσει. Είμαστε πολλές προσωπικότητες, πολλές ανάγκες, πολλοί ρόλοι και είναι όλοι αποδεκτοί και όλοι έχουν τον χώρο τους, αρκεί να μην απλώνονται σαν μόλυνση σε όλους τους χώρους.
Είναι εύκολο ένας άνθρωπος να βρει τον δρόμο του και να μπορεί να ζει από τη μουσική του;
Χρειάζεται πολύ κόπο και γίνεται στο δικό μου επίπεδο, δηλαδή να έχεις χτίσει μία εμπιστοσύνη για το ποιος είσαι. Δεν είναι κάτι πολύ εύκολο. Βέβαια τώρα γίνεται με άλλους τρόπους, που εγώ δεν τους ξέρω καν. Δηλαδή να ανεβάσεις στο TikTok το τραγούδι σου, να το βλέπουν 2 εκατομμύρια άνθρωποι και να ζεις από αυτό. Εγώ βέβαια αυτό δεν μπορώ να το καταλάβω και βαριέμαι και να μπω στη διαδικασία να ασχοληθώ.
Όταν ξεκινήσατε, είχατε την αγωνία ως προς το οικονομικό θέμα ή είχατε μια βάση από το σπίτι σας, οπότε αυτό δεν σας άγχωνε;
Το σπίτι μου είχε πολύ μικρή οικονομική σταθερότητα, αλλά είχε ψυχολογική στήριξη. Δούλευα ως τηλεφωνητής σε μια εταιρεία και οι γονείς μου μου είπαν να σταματήσω από εκεί και θα με βοηθούσαν όσο μπορούσαν να κάνω το όνειρό μου πραγματικότητα. Ήταν αδιαπραγμάτευτοι βοηθοί μου σε αυτό το πράγμα.
Μια τελευταία ερώτηση, επειδή εκτός από συνεργάτες, είστε και φίλοι με τη Νατάσσα Μποφίλιου, τι έχετε να πείτε για όλο αυτό το πολιτικο-κοινωνικό σχόλιο που έχει ακουστεί τα τελευταία χρόνια;
Αυτό είναι το ίδιο με όλο τον συλλογικό παραλογισμό που συμβαίνει γύρω μας και με το πώς αποφασίζεις να μεταμορφώσεις μια αλήθεια που εξυπηρετεί τη δική σου ιδέα. Δηλαδή να καθίσουμε απέναντι από αυτή την πόρτα και να πω εγώ ότι αυτή είναι μια ξύλινη πόρτα και να μου πεις εσύ, καλά, δεν ξέρεις τι σου γίνεται, αυτή είναι σίγουρα μια διαμαντένια πόρτα. Έχουμε ξεφύγει από την πραγματικότητα, από την αλήθεια. Όλο αυτό με το διαδίκτυο, με τη διασπορά ειδήσεων, κουτσομπολιών, μικροπρεπών σχολίων, τρόπου διαχείρισης της πραγματικότητας είναι απίστευτο. Δεν θέλω όμως να το αφήσω και να πω ότι έτσι έχουν πλέον τα πράγματα, δεν θέλω να παραδεχτώ κάτι τέτοιο. Κάποια στιγμή θα βρούμε τρόπο να επανέλθουμε στην πραγματικότητα.
Μπα Μπαμπά, Θέατρο Ηβη, Σαρρή 27, τηλ. 210 3213 112