ΤΙΜΟΘΙ ΣΑΛΑΜΕ, ΕΛ ΦΑΝΙΝΓΚ ΚΑΙ ΜΟΝΙΚΑ ΜΠΑΡΜΠΑΡΟ ΣΤΟ NEWS 24/7
Μαζί τους και ο Τζέιμς Μάνγκολντ, ο βραβευμένος σκηνοθέτης του A Complete Unknown που πραγματεύεται την πιο κρίσιμη περίοδο της ζωής και της καριέρας του Μπομπ Ντίλαν. Το NEWS 24/7 ήταν το μοναδικό ελληνικό μέσο ενημέρωσης που απηύθυνε ερωτήσεις στους συντελεστές της πολυσυζητημένης και μάλλον οσκαρικής ταινίας.
Δεκαεννιά χρόνια μετά το ντοκιμαντέρ No Direction Home του Μάρτιν Σκορσέζε, δεκαεπτά μετά την ταινία μυθοπλασίας I’m Not There του Τοντ Χέινς και πέντε μετά το ντοκιμαντέρ Rolling Thunder Revue επίσης του Σκορσέζε, το A Complete Unknown, το νέο πόνημα του Τζέιμς Μάνγκολντ -διακεκριμένου σκηνοθέτη οσκαρικών ταινιών και εν γένει μερικών από τις πιο πολυσυζητημένες των τελευταίων τριών δεκαετιών (Cop Land, Girl, Interrupted, Walk the Line, Logan, Ford v Ferrari, Indiana Jones and the Dial of Destiny)- πραγματεύεται την κατά πολλούς πιο κρίσιμη περίοδο της ζωής και της καριέρας του Μπόμπ Ντίλαν: από την άφιξή του, με την κιθάρα και το δισάκι του στον ώμο, στο Γκρίνουιτς Βίλατζ της Νέας Υόρκης στην αυγή των 60s μέχρι να «προδώσει», παίζοντας ηλεκτρικά στο θρυλικό φεστιβάλ του Νιούπορτ το 1965, τον Πιτ Σίγκερ και τους υπόλοιπους, καλοπροαίρετους και μη, φολκ ινστρούχτορες που τον είχαν αναδείξει και φυσικά μια σοκαρισμένη μερίδα των οπαδών του.
Στους ελληνικούς κινηματογράφους η ταινία θα προβάλλεται από τις 23 Ιανουαρίου, με τις κριτικές από το εξωτερικό να κυμαίνονται μέχρι στιγμής, όπως φαίνεται στη σούμα του Metacritic, κατά κύριο λόγο από εγκωμιαστικές μέχρι αποθεωτικές, και τις οσκαρικές υποψηφιότητες να θεωρούνται δεδομένες αν μη τι άλλο για τον σκηνοθέτη και τον πρωταγωνιστή, τον, εξαιρετικό ως Ντίλαν, Τίμοθι Σαλαμέ ο οποίος μάλιστα τραγούδησε και έπαιξε κιθάρα και φυσαρμόνικα ζωντανά κατά τη διάρκεια των γυρισμάτων.
«Υπάρχει μια ταινία για εμένα που θα αρχίσει να προβάλλεται σύντομα με τον τίτλο “A Complete Unknown” (τι τίτλος!). Ο Τίμοθι Σαλαμέ είναι στον πρωταγωνιστικό ρόλο. Ο Τίμι είναι ένας εξαιρετικός ηθοποιός, οπότε είμαι σίγουρος ότι θα είναι απολύτως πιστευτός όπως εγώ. Ή ως ένας νεότερος εαυτός μου. Ή κάποιος άλλος εαυτός μου. Η ταινία βασίζεται στο “Dylan Goes Electric” του Ελάιτζα Γουόλντ, ένα βιβλίο που κυκλοφόρησε το 2015. Είναι μια φανταστική εξιστόρηση γεγονότων από τις αρχές της δεκαετίας του ’60 που οδήγησαν στο φιάσκο του Νιούπορτ. Αφού δείτε την ταινία, διαβάστε το βιβλίο», ανέφερε ο Ντίλαν στις αρχές του περασμένου Δεκεμβρίου σε μια viral ανάρτησή του στο X. Με το δίκιο του ο Σαλαμέ την αναπαρήγαγε για να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του. Κάτι που εξακολουθεί να κάνει με κάθε ευκαιρία που του δίνεται, όπως, καλή ώρα, πρόσφατα, οπότε και μετά από την Ελ Φάνινγκ (που υποδύεται τη Σιλβί Ρουσό, δηλαδή τη Σουζ Ροτόλο, όπως είναι το πραγματικό όνομα της συντρόφου του Ντίλαν εκείνα τα χρόνια), τη Μόνικα Μπαρμπάρο (που υποδύεται τη Τζόαν Μπαέζ) και τον σκηνοθέτη του A Complete Unknown, απάντησε στις ερωτήσεις μερικών ακόμη μέσων ενημέρωσης μέσω Zoom. Το NEWS 24/7 ήταν το μοναδικό από την Ελλάδα ανάμεσά τους.
Πώς ξεκίνησαν όλα
Τζέιμς Μάνγκολντ: Ανέκαθεν λάτρευα τον Μπομπ Ντίλαν, για τη μουσική του αλλά και γιατί είναι η επιτομή του κουλ. Δεν αποφάσισα όμως να γυρίσω αυτή την ταινία λόγω της ανεκτίμητης αξίας του. Δεν είχα την ανάγκη να φτιάξω ένα φόρο τιμής για αυτόν τον σπουδαίο καλλιτέχνη. Αυτό που με ιντρίγκαρε ήταν οι λεπτομέρειες στο υπέροχο βιβλίο “Dylan Goes Electric!” του Ελάιτζα Γουόλντ σχετικά με τα πρώτα χρόνια της πορείας του Ντίλαν και μέχρι το περιβόητο φεστιβάλ του Νιούπορτ το 1965. Ήταν το πλαίσιο που είχα ανάγκη ως σκηνοθέτης.
Τίμοθι Σαλαμέ: Η ταινία αφορά μια συγκεκριμένη χρονική περίοδο της ζωής του. Μια περίοδο πολύ σημαντική για την καλλιτεχνική του υπόσταση γιατί εκείνα τα χρόνια ο Ντίλαν εξελίχθηκε ραγδαία.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Αφενός λοιπόν λατρεύω τον Ντίλαν, είναι απίστευτα χαρισματικός και συναρπαστικός. Αφετέρου η ιστορία μας έχει να κάνει και με την ίδια του τη «γέννηση» -τουλάχιστον όπως την οραματίστηκε και υλοποίησε ο ίδιος- που συνέβη την πρώτη μέρα που ως νεαρός αγύρτης ακόμη τότε με μια κιθάρα στο χέρι και μερικές πενταροδεκάρες στην τσέπη πάτησε το πόδι του στη Νέα Υόρκη, αφήνοντας πίσω του τον Ρόμπερτ Ζίμερμαν και ουσιαστικά υιοθετώντας μια νέα ταυτότητα. Όλα αυτά γιατί όχι απλά γιατί ήθελε να κυνηγήσει το όνειρο του αλλά και για να τιμήσει τον μεγάλο του ήρωα, τον Γούντι Γκάθρι που αργοπέθαινε στο νοσοκομείο. Οι εξελίξεις θα αποδεικνύονταν ραγδαίες όχι μόνο για τον ίδιο, με αποκορύφωμα την ηλεκτρική του συναυλία στο Νιούπορτ, αλλά και για όλη την Αμερική. Η περίοδος 1961-1965 ήταν από τις πλέον ταραχώδεις στην ιστορία της χώρας.
Τίμοθι Σαλαμέ: Το A Complete Unknown είναι μια ταινία για τη δύναμη της αλλαγής, μια προσπάθεια ερμηνείας του Ντίλαν εκείνης της εποχής, σε καμία περίπτωση μια απόλυτη βιογραφία.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Μια από τις μεγάλες παγίδες όταν βάζεις μπρος μια κινηματογραφική βιογραφία είναι ότι έχεις το υλικό μιας ολόκληρης ζωής στα χέρια σου, από τη γέννηση και να μέχρι το Νόμπελ ή το Όσκαρ ή τον θάνατο του κεντρικού ήρωα. Έτσι κινδυνεύεις όμως να σου λείπει η συνοχή και η πύκνωση των ταινιών μυθοπλασίας. Έχω γυρίσει αρκετές, ξέρω για τι πράγμα μιλάω. Η υπόθεση μιας ταινίας μυθοπλασίας μπορεί να εξελίσσεται σε μια μέρα ή μια εβδομάδα ή ένα μήνα, ανάλογα με το σενάριο. Τι κάνεις όμως όταν το σενάριο αφορά μια ολόκληρη ζωή; Και μάλιστα ενός υπαρκτού προσώπου;
Πώς δούλεψαν ο σκηνοθέτης και οι ηθοποιοί του
Τζέιμς Μάνγκολντ: Μερικές φορές σκέφτομαι ότι αν δεν τα είχα καταφέρει ως σκηνοθέτης, ίσως να είχα γίνει τζογαδόρος. Η αλήθεια είναι ότι η δημιουργία ταινιών βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο να ακολουθείς το ένστικτό σου, όσο μπορείς να μη δίνεις σημασία στο εκάστοτε διακύβευμα, από το χρήμα μέχρι τη φήμη σου και τον κόσμο που σε περιμένει στη γωνία για να σε «θάψει». Πρέπει να το παίξεις χαζός σχετικά με τις πιθανές συνέπειες των επιλογών σου και να αφήσεις το ένστικτό σου να σε καθοδηγήσει. Όλα αυτά είναι ένας μεγάλος πρόλογος για να καταλήξω στο ότι ήξερα από την πρώτη στιγμή ότι ο Τίμοθι θα ήταν εξαιρετικός στο ρόλο του Μπομπ Ντίλαν. Δεν είχα συγκεκριμένα επιχειρήματα, αλλά…το ήξερα!
Τίμοθι Σαλαμέ: Ήθελα το ρόλο με όλη μου την ψυχή. Μιλάμε για μια μυθική προσωπικότητα.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Έδωσαν τον καλύτερο τους εαυτό όλοι οι ηθοποιοί, και όχι μόνο όσοι είμαστε εδώ σήμερα. Ο Έντουαρντ Νόρτον για παράδειγμα πέτυχε ακριβώς αυτό που είχα στο μυαλό μου, να μην καταλήξει δηλαδή ο Πιτ Σίγκερ σαν τον Σαλιέρι. Ο Πιτ υπήρξε σπουδαίος ως μουσικός και ως ακτιβιστής μέχρι το τέλος της ζωής του. Κανείς ποτέ δεν έχει πει κακή κουβέντα για τον Πιτ Σίγκερ. Ούτε εκείνος για άλλους δηλαδή, ακόμη και για τον Ντίλαν, τον οποίο ο ίδιος ανακάλυψε, ανέδειξε και τον παρακολούθησε να τον «προδίδει». Όσο για τον Μπόιντ Χόλμπρουκ, έκανε με θάρρος δικό του τον ρόλο του Τζόνι Κας. Ο οποίος Τζόνι Κας για την ταινία. Ήξερα από την εποχή του Walk the Line ότι Ντίλαν και Κας αλληλογραφούσαν κάποτε. Ήξερα και ότι ο Κας ήταν παρών στο Νιούπορτ. Οπότε ρώτησα τον μάνατζερ του Ντίλαν αν είχε ακόμη στην κατοχή του τα γράμματα. Μου τα έστειλε όλα σκαναρισμένα και ήταν υπέροχο να βλέπεις ένα σπουδαίο καλλιτέχνη που προηγήθηκε του Ντίλαν να εκφράζει γραπτώς τον θαυμασμό του για τον νεότερο συνάδελφο του. Ήταν συγκινητικό.
Τίμοθι Σαλαμέ: Έπεσα αμέσως με τα μούτρα στη δουλειά. Μελέτησα τα πάντα. Από ταινίες σαν το No Direction Home του Σκορσέζε μέχρι τις λίγες ραδιοφωνικές συνεντεύξεις του Μπομπ που υπάρχουν διαθέσιμες από τα early 60s, τις βιογραφίες του, τα δικά του κείμενα και απομνημονεύματα, προσπάθησα δηλαδή να χαρτογραφήσω την πορεία του από τη Μινεσότα μέχρι τη Νέα Υόρκη και κυρίως όσα έκανε εκεί. Δούλευα για αυτή την ταινία πεντέμισι χρόνια. Ήταν μια μακρόχρονη μαθητεία, η οποία ίσως και να μην έχει τελειώσει. Δηλαδή ναι μεν έχει ολοκληρωθεί το σκέλος της ζωής μου που έπρεπε να υποδυθώ τον Μπομπ Ντίλαν, αλλά σε προσωπικό επίπεδο ξέρω ότι θα συνεχίσω να ανακαλύπτω πράγματα για εκείνον.
Ελ Φάνινγκ: Ο Τίμοθι ήταν ο πρώτος άνθρωπος με τον οποίο μίλησα μόλις έμαθα από τον Τζιμ ότι θα έπαιζα στην ταινία. Τον θεωρώ φίλο μου, γνωριζόμαστε καιρό. Εδώ λοιπόν υπάρχει ένας παραλληλισμός: Όπως εγώ ξέρω τον Τίμοθι από πριν γίνει διάσημος με το Call me by your name, έτσι και η Σουζ Ροτόλο ήξερε τον Μπομπ πριν τον μάθει όλος ο κόσμος. Είναι πάντα ωραίο να δουλεύεις με φίλους, νιώθεις ασφάλεια, ξέρεις ότι ο άλλος θα σε προστατέψει. Είναι πολύ ζεστή η σχέση μας. Προφανώς άλλη σχέση είχαν ο Μπομπ και η Σουζ αλλά και στη δική τους η λέξη-κλειδί ήταν η ζεστασιά. Η Σουζ ήταν ο πρώτος μεγάλος έρωτας της ζωής του – δεν είναι τυχαία στο εξώφυλλο του άλμπουμ του (The Freewheelin’ Bob Dylan). Διαβάζοντας όμως την αυτοβιογραφία της Σουζ (A Freewheelin’ Time: A Memoir of Greenwich Village in the Sixties) κατάλαβα πολλά. Δεν ήταν στο πλευρό του Μπομπ για να κερδίσει κάτι. Ήταν ερωτευμένη. Δεν ήθελε τίποτα παραπάνω. Γι’ αυτό η αγωνία μου ήταν να μην παρερμηνευτεί ως ζηλιάρα. Αγαπούσε βαθιά τον Μπομπ. Γι’ αυτό της ήταν δύσκολο να τον βλέπει να απομακρύνεται.
Τίμοθι Σαλαμέ: Για όλους μας ήταν πολλές οι προκλήσεις. Δεν μπορώ να αποφασίσω ποια ήταν η μεγαλύτερη για μένα. Το τραγούδι; Η κιθάρα; Τι απ’ όλα; Αυτό που ξέρω είναι ότι από την πρώτη στιγμή των γυρισμάτων ένιωθα ότι βαδίζω στο μονοπάτι που χάραξε κάποτε ένας σπουδαίος νεαρός άντρας. Ήταν απερίγραπτη εμπειρία.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Ο Τίμοθι είναι ένας από τους σπουδαιότερους ηθοποιούς της γενιάς του. Επίσης σε αυτό το πρότζεκτ είχε την ευλογία και την κατάρα των πολλαπλών καθυστερήσεων, εξαιτίας της πανδημίας το 2019 και της απεργίας των σεναριογράφων το 2023. Στο ενδιάμεσο είχε άλλες υποχρεώσεις αλλά στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν από την αρχή της όλης ιστορίας μέχρι την ολοκλήρωσή της δεν σταμάτησε να δουλεύει πάνω στο ρόλο. Η αφοσίωση του ήταν εντυπωσιακή. Έμαθε κιθάρα, φυσαρμόνικα, τραγούδι…
Μόνικα Μπαρμπάρο: Όχι, δεν μπορείς να πεις ότι κι εγώ είχα δοκιμάσει να τραγουδήσω σοβαρά ή να παίξω κιθάρα. Ίσως γι’ αυτό όταν κατάφερα να παίξω πρώτη φορά σωστά το “Don’t Think Twice It’s Alright”, έβαλα τα κλάματα από τη χαρά μου. Ήμουν μόνη στο σπίτι και με είχε πλημμυρίσει η χαρά γιατί σκεφτόμουν πόση δουλειά είχα ρίξει. Μιλάμε για μια εξαιρετική συνθέτρια. Οπότε ήταν μεγάλο το άγχος να φτάσω τραγουδώντας και παίζοντας κιθάρα σε ένα επίπεδο που θα μπορούσε κάποιος να πιστέψει ότι το κάνω χρόνια.
Τίμοθι Σαλαμέ: Δεν ήταν στο αρχικό πλάνο να παίξω ζωντανά τα τραγούδια στην ταινία. Γρήγορα όμως κατάλαβα ότι έτσι θα ήταν καλύτερα. Όταν τραγουδούσα ζωντανά ένιωθα ότι ζωντάνευαν και τα τραγούδια, κι ας έκανα μικρά λάθη. Άλλωστε για φολκ μουσική πρόκειται, όχι για όπερα. Οι ατέλειες έχουν σημασία, προσδίδουν χαρακτήρα, είναι η νοστιμιά που λείπει από ένα μεγάλο επαγγελματικό στούντιο στο Λος Άντζελες σαν κι αυτό που κάναμε τις ηχογραφήσεις των τραγουδιών πριν από τα γυρίσματα. Ήταν ρίσκο αλλά αν κρίνω από όσα γράφονται και λέγονται σήμερα για την ταινία, μπορώ να είμαι περήφανος για την επιλογή μου να παίξω και να τραγουδήσω ζωντανά μπροστά στην κάμερα.
Μόνικα Μπαρμπάρο: Δεν θα ξεχάσω ποτέ τη μέρα που με τον Τίμι τραγουδήσαμε μαζί το “It Ain’t Me Babe”.
Ελ Φάνινγκ: Είναι η στιγμή που η Σουζ συνειδητοποιεί ότι ποτέ της δεν θα έχει μια τόσο έντονη σύνδεση με τον Μπομπ.
Μόνικα Μπαρμπάρο: Μας βγήκε τόσο φυσικά που δεν το πιστεύαμε. Ξέραμε πια τι έπρεπε να κάνουμε. Και νομίζω ότι η φυσικότητα και η οικειότητα της σχέσης μας με τον Τίμι φαίνεται στο πλάνο. Δεν είχαμε εκείνη τη στιγμή κανένα άγχος, ούτε για τον αν παίζουμε σωστά ούτε τίποτα.
Τίμοθι Σαλαμέ: Είμαι ανακουφισμένος που ο κόσμος μπορεί πια να δει την ταινία. Κάποια στιγμή σχεδόν το είχα πάρει απόφαση ότι δεν ήταν γραφτό να ολοκληρωθεί. Είναι μεγάλη η ανακούφιση αλλά και η τιμή να μπορείς με ταπεινότητα να γίνεις η γέφυρα του σήμερα και εκείνης της περιόδου με αφορμή αυτό τον απίστευτο καλλιτέχνη που επηρέασε γενιές και γενιές χωρίς ποτέ μα ποτέ να χαϊδέψει το κοινό ή απλώς να το ψυχαγωγήσει, αλλά πάντα μεταδίδοντας κάτι σημαντικό με τους ήχους και τους στίχους του.
Τα αληθινά πρόσωπα πίσω από τους ρόλους
Ελ Φάνινγκ: Έχεις τον Μπομπ, που είναι τόσο μυστηριώδης, και δίπλα του έχεις τον μοναδικό «φυσιολογικό» άνθρωπο της ταινίας. Το κοινό θεωρώ ότι εκ των πραγμάτων μπορεί να ταυτιστεί περισσότερο με τη Σουζ, κι αυτό οφείλεται στην ευφυία του σκηνοθέτη μας. Γιατί κυρίως μέσα από τη Σουζ βλέπεις την επίδραση που έχει ο Ντίλαν στους “κανονικούς” ανθρώπους. Έτσι μαθαίνουμε τι εστί Ντίλαν, γιατί ο ίδιος δεν λέει τίποτα για τον εαυτό του. Αγάπησα πολύ την ιστορία της Σουζ. Και βρίσκω πολύ συγκινητικό το ότι ο ίδιος ο Μπομπ, ακριβώς επειδή την νοιάζεται ακόμη πολύ, ζήτησε να αλλάξουμε το όνομα της στην ταινία, για να προστατέψει την ιδιωτικότητα της που πάντα ήταν ζητούμενο για εκείνη.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Η Σουζ Ροτόλο δεν ήταν δημόσιο πρόσωπο και δεν έπρεπε, σύμφωνα με τον Μπομπ να εκτεθεί όπως άλλοι που στη ζωή τους ήθελαν και κατάφεραν να γίνουν διάσημοι. Την αγαπούσε πολύ ο Μπομπ και ποτέ δε σταμάτησε να τη νοιάζεται.
Ελ Φάνινγκ: Στις εκδοχές των χαρακτήρων που αποφασίσαμε να παρουσιάσουμε, είναι προφανές εξαρχής ότι ο Μπομπ θα προτιμήσει την τέχνη του από κάθε γυναίκα. Ακόμη και από τη Τζόαν Μπαέζ που είναι ομότεχνη του. Πιστεύω όμως ότι χωρίς τη Σουζ στη ζωή του αν μη τι άλλο δεν θα είχε γράψει μερικά υπέροχα τραγούδια. Επίσης εκείνη ήταν που τον ενθάρρυνε να γράψει τα δικά του τραγούδια και να μην παίζει φολκ διασκευές. Η Νέα Υόρκη στα 60s ήταν σαν ένα καζάνι δημιουργικότητας που έβραζε καθώς ο κόσμος άλλαζε. Όσο κι αν είναι σκληρό να συνειδητοποιείς ότι ο άνθρωπος που αγαπάς θα βάζει πάντα την τέχνη του πάνω από σένα, ο Μπόμπ και η Σουζ συνυπήρξαν σε μια πολύ κρίσιμη περίοδο. Γι’ αυτό και παρέμειναν κοντά μέχρι που εκείνη “έφυγε” (σ.σ. στις 25/2/2011). Ήταν καλοί φίλοι ως το τέλος. Η Σουζ είχε πολύ καλή σχέση και με τη Τζόαν. Πώς να μην εμπνευστείς από μια τέτοια γυναίκα;
Τίμοθι Σαλαμέ: Το να υποδύεσαι ένα υπαρκτό πρόσωπο είναι κατά τη γνώμη μου ό,τι πιο δύσκολο. Με ρωτάνε συχνά ποιο ήταν το βασικό μου κλειδί για να αποκωδικοποιήσω τον Μπομπ Ντίλαν. Η αλήθεια είναι ότι δεν ξέρω. Ούτε νομίζω ότι υπήρξε κάποια συγκεκριμένη στιγμή που να κατάλαβα ότι τα είχα καταφέρει. Το μόνο που ξέρω είναι ότι έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου για να προετοιμαστώ. Μετά έπρεπε να φτάσω εκεί που έπρεπε να φτάσω χωρίς να σκέφτομαι τι περιμένει ο κόσμος από μένα. Όπως έχει κάνει και ο Μπoμπ στη ζωή του.
Μόνικα Μπαρμπάρο: Η σημασία της Τζόαν στη μουσική και τα κινήματα είναι τεράστια – αν και νομίζω ότι στα 60s αντιλαμβανόταν τον εαυτό της πρωτίστως ως ακτιβίστρια. Προσπαθώ να καταλήξω τι σημαίνει πια για μένα μετά από την ταινία. Νιώθω μεγάλη τιμή που μου δόθηκε η ευκαιρία να την υποδυθώ. Αντιλαμβάνομαι πόσος κόσμος τη λατρεύω. Συναντώ ανθρώπους και μου μιλάνε για την έντονη σχέση που έχουν με τα τραγούδια της. Ακούω τις ιστορίες τους, νιώθω τυχερή που μου τις εκμυστηρεύονται. Νιώθω πια κομμάτι της κοινότητας των οπαδών της. Ελπίζω να μην τους απογοήτευσα με την ερμηνεία μου.
Τίμοθι Σαλαμέ: Ποτέ δεν ένιωσα ότι το καράβι πάει στη λάθος κατεύθυνση. Ποτέ όμως δεν μπορείς να είσαι απόλυτα σίγουρος. Το μόνο που μπορείς να κάνεις είναι να πιέσεις τον εαυτό σου ώστε να βγεις από εκεί όπου νιώθεις απόλυτη ασφάλεια. Είναι υπερβολικά περίεργος τρόπος ζωής το να είσαι καλλιτέχνης και δη ηθοποιός για να πρέπει να ξέρεις ανά πάσα στιγμή τι κάνεις. Αν ψάχνεις κάτι τέτοιο, αν θες να νιώθεις ασφαλής, μη γίνεις ηθοποιός, κάνε μια πιο απλή και ήρεμη δουλειά. Η υποκριτική είναι συναρπαστική μόνο αν είσαι στην τσίτα. Οπότε δεν ξέρω τι ακριβώς έκανα για να προσεγγίσω τον ρόλο. Ξέρω μόνο ότι το έκανα με όλο μου το είναι. Αυτό είναι το υπέροχο δώρο της δουλειάς μας. Δεν ξέρεις ποτέ αν θα φτάσεις στην κορυφή αλλά συνεχίζεις να σκαρφαλώνεις στο βουνό.
Τι είπαν ο Μπομπ Ντίλαν και η Τζόαν Μπαέζ για την ταινία;
Μόνικα Μπαρμπάρο: Στα μισά περίπου των γυρισμάτων είχα την ευκαιρία να συνομιλήσω με τη Τζόαν Μπαέζ. Δεν μου έδωσε συμβουλές, δεν μου είπε πώς να προχωρήσω, δεν ήταν τέτοιου τύπου κουβέντα. Τη ρώτησα κάποια πράγματα που ήταν αναπάντητα στο μυαλό μου αν και είχα διαβάσει πολλά βιβλία και είχα δει πολλά ντοκιμαντέρ για την ίδια και εκείνη την εποχή. Μιλήσαμε όμως και περί ανέμων και υδάτων, είναι πολύ ανοιχτός άνθρωπος, δεν κρύβεται, έχει άλλωστε μιλήσει και στο παρελθόν ανοιχτά τόσο για τον εαυτό της όσο και για το κίνημα της φολκ μουσικής. Είμαι ευγνώμων που μιλήσαμε, μου έδωσε να καταλάβω ότι δεν έπρεπε να τη μιμηθώ αλλά να βάλω τον εαυτό μου στη θέση της. Βγάζει νόημα όλο αυτό;
Τζέιμς Μάνγκολντ: Ένα από τα πιο ενδιαφέροντα πράγματα που μου είπε ο Μπομπ πριν ξεκινήσουμε τα γυρίσματα ήταν ότι αυτό που έχουμε όλοι στο μυαλό μας ως τα sixties απέχει από την πραγματικότητα, ειδικά όσον αφορά την πενταετία 1961-1965 που ήταν σαν συνέχεια των 50s. Από το ’65 και μετά ναι, άλλαξαν ραγδαία όλα στη μουσική και όχι μόνο.
Μόνικα Μπαρμπάρο: Η Τζόαν και ο Μπομπ αν μη τι άλλο ήταν φάροι αυθεντικότητας εκείνη την εποχή. Αυτή ήταν η αγωνία μου, να αποδώσω σωστά αυτή τη διάσταση της Τζόαν και κατ’ επέκταση του φολκ κινήματος με εκείνη στην κορυφή του.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Είχες στην αρχή της δεκαετίας του ’60 το φολκ κίνημα, βγαλμένο απευθείας από τα 50s, ένα είδος μεταπολεμικής λαϊκής μουσικής. Και από την άλλη είχες το rock ’n’ roll, που ξεκίνησε μεν δειλά στα 50s αλλά η μεγάλη έκρηξη έγινε με τους Beatles και τους Stones, τον Χέντριξ, το Γούντστοκ, το Βιετνάμ, τον ψυχρό πόλεμο, τον φόβο για πυρηνικό όλεθρο, τα κινήματα για τα ανθρώπινα δικαιώματα, όλα όσα χαρακτήρισαν δηλαδή το δεύτερο μισό των 60s και στα συνέχεια τα 70s. Ήταν μια συνταρακτική εποχή. Η μουσική έλεγε κάτι για το πού και ποιος ήσουν, κάτι για την ηθική σου και τον τρόπο σκέψης σου. Οι συμβουλές λοιπόν του Μπομπ ήταν πολύτιμες και διαφωτιστικές. Τον έβλεπα να σημειώνει διάφορα στο σενάριο, να αφαιρεί προτάσεις και να προσθέτει άλλες, νοιαζόταν πραγματικά. Δεν ήταν κάτι που απλώς έπρεπε να κάνει.
Τίμοθι Σαλαμέ: Προσωπικά δεν ήξερα τι να περιμένω, αν θα έλεγε ποτέ κάτι για την ταινία ή ακόμη και αν θα την έβλεπε. Έχω ακούσει διάφορες ιστορίες, ότι δεν έχει δει το No Direction Home, ούτε το I’m Not There, ούτε το Rolling Thunder Revue! Οπότε το tweet του είχε σημασία. Όταν είσαι νέος καλλιτέχνης -δεν έχει σημασία πόσο επιτυχημένος- και σε εγκωμιάζει έστω με ένα χτύπημα στην πλάτη ένας ζωντανός θρύλος, ειδικά ένας τόσο λακωνικός ζωντανός θρύλος όσο ο Μπομπ Ντίλαν, είναι σαν το πιο τρελό σου όνειρο να γίνεται πραγματικότητα. Ήταν μια στιγμή στη ζωή μου και την καριέρα μου που σκέφτηκα ότι ναι, είμαι σε καλό δρόμο.
Η σημασία του θρυλικού φεστιβάλ του Νιούπορτ
Τίμοθι Σαλαμέ: Στην ταινία παίζω και τραγουδάω ζωντανά σε διάφορα σημεία, από το δωμάτιο που νοσηλευόταν ο Γούντι Γκάθρι μέχρι το σπίτι του Πιτ Σίγκερ και μικρά, χαμηλοτάβανα καφέ γεμάτα καπνό. Η αίσθηση όμως όταν αναβιώσαμε τη θρυλική εμφάνιση του Μπομπ στο Νιούπορτ ήταν ασύγκριτη.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Ο Μπομπ ήταν σύμβολο. Ο βασικός λόγος που οι ιθύνοντες του Νιούπορτ δεν ήθελαν να παίξει ηλεκτρικά δεν ήταν γιατί μισούσαν κάθε τραγούδι με ηλεκτρική κιθάρα και τύμπανα αλλά γιατί ο Μπομπ ήταν ο πυλώνας της σκηνής της φολκ μουσικής εκείνη την περίοδο. Αν ο Μπομπ έπαιζε ηλεκτρικά, σήμαινε ότι η σκηνή θα κατέρρεε.
Τίμοθι Σαλαμέ: Ήταν μια συνταρακτική στιγμή στην ιστορία της αμερικανικής ποπ κουλτούρας και φυσικά στην καριέρα του Μπομπ, ο οποίος με πάθος και τόλμη επέλεξε την καλλιτεχνική κατεύθυνση που ήθελε.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Ένας ακόμη λόγος που ο χαρακτήρας του Τζόνι Κας ήταν απαραίτητος για την ταινία ήταν γιατί στο Νιούπορτ λειτούργησε σαν «διάβολος» στον ένα ώμο του Ντίλαν. Στον άλλο ήταν σαν «άγγελοι» ο Πιτ Σίγκερ, η Τζόαν Μπαέζ και οι υπόλοιποι υπέρμαχοι της φολκ μουσικής. Ο Τζόνι όμως επέμενε: Πάτα με λασπωμένα παπούτσια στο χαλί. Κυριολεκτικά αυτή τη φράση χρησιμοποίησε σε ένα από τα γράμματα του προς τον Μπόμπ. Η πλάκα είναι ότι ο ίδιος ο Τζόνι είχε κάνει ειδική συμφωνία με το Νιούπορτ, του επέτρεπαν να παίξει με τη μπάντα του. Μόνο με τον Μπομπ είχαν πρόβλημα. Όμως ο Μπομπ ανέκαθεν ήθελε να παίξει με μπάντα, δεν επρόκειτο δηλαδή για μια στρατηγική κίνηση που οραματίστηκε ειδικά για το φεστιβάλ γνωρίζοντας ότι θα προκαλέσει τεκτονική αλλαγή στη μουσική και τον πολιτισμό. Το έκανε κυρίως γιατί ένιωθε μόνος και καταπιεσμένος, είχε ολοκληρώσει την πορεία του ως σόλο φολκ μουσικός, ήθελε διακαώς την αδελφοσύνη και τη συντροφιά που έβλεπε σε άλλες μπάντες που ανέβαιναν στη σκηνή και ο καθένας ήταν στο πλευρό των υπολοίπων. Το οποίο μας λέει πολλά για το πόσο μοναχική δουλειά είναι να είσαι ένας σόλο καλλιτέχνης στο στούντιο και ειδικά στη σκηνή.
Τίμοθι Σαλαμέ: Ποιος ξέρει άραγε τι ακριβώς σκεφτόταν λίγο πριν βγει στη σκηνή; Δεν έχω ιδέα. Δεν μπορώ να μιλήσω εκ μέρους του. Ζει στο Μαλιμπού και ευτυχώς είναι καλά στην υγεία του.
Το ηθικό δίδαγμα της ταινίας
Τζέιμς Μάνγκολντ: Καλώς ή κακώς η μουσική σήμερα δεν αποτελεί την αιχμή του δόρατος κάποιου κινήματος. Την εποχή όμως που διαδραματίζεται η ταινία τα πράγματα ήταν εντελώς διαφορετικά. Και ο Ντίλαν ήταν αδιαμφισβήτητα ο σημαιοφόρος ενός ολόκληρου κινήματος, γι’ αυτό και λειτούργησε τραυματικά για πολλούς σύγχρονους του φολκ καλλιτέχνες η απόφαση του να προχωρήσει και να γυρίσει σελίδα.
Μόνικα Μπαρμπάρο: Η αλλαγή είναι δύσκολη όχι απλά γιατί δεν ξέρεις τι θα συναντήσεις στην πορεία αλλά και γιατί φοβάσαι την απόρριψη από όσους μπορεί να ξενίσεις. Είναι προφανώς δύσκολο να αφήσεις πίσω τη βολή σου. Η ταινία εξερευνά ζητήματα όπως ο επαναπροσδιορισμός του εαυτού, κάτι που θα απασχολεί για πάντα τους ανθρώπους. Σε προσωπικό επίπεδο είμαι πολύ χαρούμενη που μου δόθηκε η ευκαιρία να συμμετάσχω σε ένα έργο τέχνης που εξερευνά αυτό το ζήτημα, με ένα σκηνοθέτη που δεν μένει ποτέ στάσιμος, αλλάζει συνεχώς, όπως αποδεικνύει η φιλμογραφία του μέχρι σήμερα.
Ελ Φάνινγκ: Η φέτα της ζωής του Ντίλαν που επέλεξε να αναδείξει ο Τζιμ είχε να κάνει με την αξία της λήψης ρηξικέλευθων καλλιτεχνικών επιλογών και με το να μην περιορίζεσαι λόγω φόβου ή προσδοκιών από άλλους. Στ’ αλήθεια όλο αυτό λειτούργησε σαν υπενθύμιση για μένα σε προσωπικό επίπεδο ώστε να συνεχίσω να ακολουθώ το ένστικτό μου, να επιλέγω ρόλους που με απομακρύνουν από τις ευκολίες μου, να προσπαθώ να εκπλήσσω τον εαυτό μου και τους άλλους. Ο Ντίλαν ποτέ δεν επέτρεψε σε κανένα να τον περιορίσει. Αυτό πραγματεύεται η ταινία. Την ειλικρίνεια πρώτα απ’ όλα απέναντι στον ίδιο σου τον εαυτό.
Τζέιμς Μάνγκολντ: Είναι ποτέ πιθανό να γνωρίσεις απόλυτα κάποιον; Εδώ είναι δύσκολο να μάθεις τον ίδιο σου τον εαυτό. Είναι ο Ντίλαν κρυψίνους και αδιαπέραστος περισσότερο από τον καθένα μας; Οι άνθρωποι σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό συγκροτούμε στο μυαλό μιας μια πλασματική εικόνα του παρελθόντος τους, κρατάμε αυτά που θέλουμε και ξεχνάμε τα υπόλοιπα. Μπορώ να σκεφτώ δεκάδες βιογραφίες διασήμων που προσπερνάνε τα σκοτεινά σημεία και φωτίζουν μόνο τα ευχάριστα. Ο Μπομπ δεν θεωρώ ότι κάνει κάτι τέτοιο. Είναι φύσει αινιγματικός και μυστηριώδης. Όσο κι αν μας συγχύζει το γεγονός ότι δεν εξηγεί τα πάντα για τη ζωή του, νομίζω ότι θα έπρεπε να αναρωτηθούμε αν τελικά η διαλεύκανση κάθε μυστηρίου μπορεί να έχει μόνο θετικά αποτελέσματα. Γιατί αν εξηγήσει ακριβώς περί τίνος πρόκειται ένα τραγούδι του, ταυτόχρονα θα αποκλείσει όσα μπορεί να σημαίνει για χιλιάδες διαφορετικούς ακροατές. Η υπερανάλυση της τέχνης οδηγεί στην αποδυνάμωσή της και ο Μπομπ ανέκαθεν είχε αυτή την επίγνωση. Όταν άρχισε να γίνεται διάσημος, ίσως αυτή η αίσθηση μυστηρίου που απέπνεε -για την καταγωγή και το όνομα του, για το πώς προσγειώθηκε στη Νέα Υόρκη- να τροφοδοτούσε και την ίδια του τη δημιουργικότητα. Τι θα ήταν προτιμότερο; Να μάθουμε τα πάντα για τον Ρόμπερτ Ζίμερμαν ακόμη κι αν αυτό θα στοίχιζε τα τραγούδια του Μπόμπ Ντίλαν;
Ελ Φάνινγκ: Αν και είμαι φαν δεν θα έλεγα ότι είχα εντρυφήσει στον Ντίλαν, δεν ήξερα πολλά πράγματα για την πορεία του. Αλλά μετά από αυτή την ταινία ο σεβασμός μου για εκείνον είναι πάρα πολύ μεγάλος. Και για όσα έχει κάνει ως καλλιτέχνης αλλά και για τον τρόπο με τον οποίο χειρίστηκε τη φήμη του. Δεν ξέρω αν είμαι αρκετά θαρραλέα για να κάνω ό,τι έχει κάνει, αλλά θα ήθελα να προσπαθήσω.
Τίμοθι Σαλαμέ: Να είσαι αληθινός μόνο απέναντι στον εαυτό σου και την τέχνη σου. Να έχεις, όπως και ο Ντίλαν, αρκετή έμπνευση και πίστη στη δική σου δημιουργική αλήθεια. Μόνο αυτό έχει σημασία.