ΕΥΤΥΧΙΑ ΒΛΑΧΟΥ

VASSILIKOS: “ΤΟ ΖΗΤΟΥΜΕΝΟ ΤΩΝ RAINING PLEASURE ΣΤΟΝ ΛΥΚΑΒΗΤΤΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΠΑΡΤΙ”

Χρειάστηκε όντως μόνο ένα τηλεφώνημα για να επανενωθεί μετά από 14 χρόνια η αγαπημένη μπάντα από την Πάτρα; Λίγες μέρες πριν παρουσιάσει ζωντανά το νέο του project, ο Vassilikos εξηγεί στο NEWS 24/7 πώς ακριβώς πάρθηκε η απόφαση που σε πρώτη φάση θα οδηγήσει τους Raining Pleasure στην πολυαναμενόμενη καλοκαιρινή τους συναυλία.

Αφορμή για τη συνέντευξή του στο NEWS 24/7 είναι η παρουσίαση, την Κυριακή 31 Μαρτίου στη Σφίγγα, του The Grand Duet. «Είναι μια ιδέα που καθυστέρησε δυο χρόνια να υλοποιηθεί λόγω της πανδημίας» λέει ο Vassilikos για το νέο του αυτό project με συνοδοιπόρο τον Γιώργο Τριανταφύλλου και τον υπολογιστή -«ώστε επιτέλους να τον σεβαστούμε ως τέχνη»- σε πρώτο πλάνο, σε ένα πρόγραμμα που «θα έχει απ’ όλα, ό,τι μπορείς να φανταστείς ότι θα έκανα εγώ», δηλαδή από Raining Pleasure μέχρι τους σόλο δίσκους του αλλά και «διάφορα πράγματα που δεν έχουν ηχογραφηθεί από μένα». 

Θα φτάσουμε σε όλα αυτά, θα τα εξηγήσει αναλυτικά, όμως όλοι ξέρουμε και πρώτος και καλύτερα απ’ όλους ο ίδιος ο Vassilikos ότι «δεν είναι αυτό το μεγάλο νέο τη δεδομένη στιγμή». Τη δεδομένη στιγμή το μεγάλο νέο είναι η επανένωση των Raining Pleasure -μιάμιση δεκαετία μετά το κλείσιμο ενός μεγάλου κύκλου και όχι τη διάλυσή τους, όπως τονίζει- με τη συναυλία τους στον Λυκαβηττό να τη σηματοδοτεί πανηγυρικά στις 28 Ιουνίου.

«Είχα να ζήσω τόσο έντονη περίοδο σε επίπεδο υποχρεώσεων πολλά χρόνια, για την ακρίβεια εννιά. Θυμάμαι πότε τελείωνα με το πτυχίο στην Αγγλία, τι συνέβαινε εκείνο τον καιρό και καμιά φορά που κοιτάζω πίσω σε εκείνη τη φάση σκέφτομαι καλά πώς το ‘κάνες αυτό; Τώρα είναι μια αντίστοιχη φάση εν όψει και του Λυκαβηττού».

Το αφήγημα της επίσημης ανακοίνωσης είναι ότι για να το πάρει απόφαση το συγκρότημα χρειάστηκε μόνο ένα τηλεφώνημα τον Σεπτέμβριο του ’22. «Πάμε να παίξουμε; Χωρίς πλάνο, χωρίς προσδοκίες, χωρίς απαιτήσεις, χωρίς περιορισμούς, χωρίς παρελθόν. Τα βρήκαμε, τα ξεσκονίσαμε, τα συναρμολογήσαμε, τα στήσαμε σε ένα υπόγειο και ξανασυναντηθήκαμε. Το πρώτο jam γέμισε τον χώρο σαν άγριο καιρικό φαινόμενο. Απρόβλεπτο, επικίνδυνο, καινούριο, αναζωογονητικό – τυφώνας. Κάθε Παρασκευή απόγευμα από τότε, ανακαλύπτουμε ότι η μπάντα ήταν εκεί και μας περίμενε. 14 χρόνια. Πρόσφατα αποφασίσαμε ότι θα ήταν μεγάλη τσιγκουνιά να το κρατήσουμε για τους εαυτούς μας. Οι Raining Pleasure είναι ξανά εδώ».

Αλήθεια τώρα;

Μεταξύ μας, πόσα τηλεφωνήματα και ζυμώσεις χρειάστηκαν για να αποφασίσετε να επανενωθείτε; Εν πάση περιπτώσει, αν χρειάστηκε όντως μόνο ένα, ποιος πήρε την πρωτοβουλία;
Εγώ πήρα την πρωτοβουλία. Αλήθεια, μόνο ένα τηλεφώνημα χρειάστηκε. 

Και γιατί το έκανες τώρα;
Όλα αυτά τα χρόνια στην πραγματικότητα δεν διαλύθηκε η μπάντα, έτσι όπως συνήθως διαλύονται οι μπάντες. Απλά μετά από μια εικοσαετία ολοκληρώθηκε ένας τεράστιος κύκλος και χρειαζόμασταν τις ανάσες μας. Κανείς δεν ήξερε πόσο θα κρατούσε αυτή η φάση. Ούτε αν όντως θα παίζαμε ποτέ ξανά μαζί. Σε διάφορες φάσεις μου ερχόταν, σκεφτόμουν μήπως είναι η ώρα να το κάνουμε. Κατευθείαν όμως ερχόταν από κάπου μια απάντηση που έλεγε όχι, δεν είναι τώρα η στιγμή. Και το άφηνα. Μια τέτοια μέρα σαν τις άλλες που προηγήθηκαν, ξανάρθε η έμπνευση: Μήπως; Και ξεπήδησε από μέσα μου ένα ναι, τώρα είναι η ώρα. Δεν ξέρω γιατί. 

Δηλαδή έγινε από τη μια μέρα στην άλλη;
Ακριβώς έτσι. Εκείνη τη μέρα λοιπόν παίρνω τηλέφωνο τον Βασίλη (X-Jeremy), τον κιθαρίστα μας και του λέω: Τι λες; «Τι; Πώς;» μου απαντάει. Γιατί όχι; του λέω. «Δεν λέω όχι», μου λέει, «απλά ξαφνιάζομαι». Και του λέω σκέψου το και μιλάμε αργότερα. Μιλάμε το απόγευμα και μου λέει: «Εντάξει, μέσα είμαι, εννοείται, με τον Ιάσωνα (ντράμερ) έχεις μιλήσει»; Του το λέμε και ο Ιάσωνας κατευθείαν είπε ναι, πάμε. Λίγες μέρες μετά βρήκαμε λίγα μηχανήματα για να τζαμάρουμε. Ήταν φανταστικά. Δεν περιγράφεται με λέξεις. Οπότε συνεχίσαμε να βρισκόμαστε τακτικά χωρίς να έχουμε πει τι θα κάνουμε με όλο αυτό. Μέχρι που ενάμιση χρόνο μετά φαίνεται ότι υπάρχουμε κανονικότατα, οπότε για ποιο λόγο να το κρατάμε μεταξύ μας και να μην το βγάλουμε προς τα έξω; 

Όλο αυτό το διάστημα τι κάνατε στο στούντιο; Παίζατε μόνο τα παλιά σας τραγούδια ή δοκιμάσατε να γράψετε καινούρια;
Όντας επί ενάμιση χρόνο “Closeted Pleasure” τζαμάραμε όχι τόσο για να καταλήξουμε σε νέο υλικό αλλά για να παράξουμε ήχο εκείνη τη στιγμή. Αυτό ήταν το ζητούμενο. Σιγά σιγά παίξαμε παλιά κομμάτια, ξεσκονίσαμε backing tracks, για κάποια είπαμε ότι δεν μας αρέσουν πολύ οπότε τα ξανακάναμε διαφορετικά, ώσπου σε κάποια φάση έφτασε το όλο πράγμα να είναι αποφασισμένο πριν καλά καλά το καταλάβουμε κι εμείς οι ίδιοι. Εκείνη την ώρα επικοινωνήσαμε με κάποιους ανθρώπους, ενημερώσαμε ότι παίζουμε ξανά μαζί και κλείσαμε τον Λυκαβηττό πολύ πριν ανακοινωθεί η συναυλία. 

Συνομιλώντας λίγες μέρες μετά την ανακοίνωση της επανένωσης με έναν Πατρινό fan των Raining Pleasure από τα πρώτα σας βήματα, ήμασταν σίγουροι ότι σύντομα θα ακολουθούσε μια συναυλιακή ανακοίνωση -όπως και έγινε τελικά-, αναρωτιόμασταν όμως πόσο μεγάλη θα ήταν η συναυλία και τελικά πόσο κόσμο αφορά η μπάντα σήμερα. Είναι κάτι που συζητάτε μεταξύ σας; Έχετε αυτό το άγχος.
Το πόσο κόσμο αφορούν οι Pleasure σήμερα μένει να το δούμε κι εμείς. Δεν ξέρω αν το άγχος είναι η σωστή λέξη. Αλλά δεν ξέρω και ποια είναι για να σου πω την αλήθεια. Φυσικά όμως το συζητάμε. Εντάξει ξέρουμε ότι υπάρχει μια μεγάλη δυναμική και ένα νοσταλγικό συναίσθημα από πάρα πολύ κόσμο. Ξέρουμε ότι είχαμε υπάρξει μέινστριμ για κάποια χρόνια. Αλλά αυτό τώρα από μόνο του δε λέει τίποτα. Δηλαδή έχουν περάσει 14 χρόνια, μια ολόκληρη γενιά έχασε τελείως όλο αυτό το πράγμα, έχει δημιουργηθεί ένα τεράστιο κενό οπότε υποθέτω ότι σαφέστατα απευθυνόμαστε στους 35+ και ελπίζουμε να είναι εκεί. Το μεγάλο στοίχημα για μένα αυτή τη στιγμή δεν είναι να κάνουμε sold out τον Λυκαβηττό -όχι ότι δεν θα ήταν ωραία- αλλά να μη μείνει κανείς από αυτούς που θα ήθελαν να έρθουν χωρίς να το μάθει. Αυτό για μένα είναι το όριο πάνω από το οποίο οτιδήποτε το ονομάζω επιτυχία. Το ζητούμενο σε πρώτη φάση στον Λυκαβηττό είναι το πάρτι. Και στο πάρτι είστε όλοι καλεσμένοι. 

Θα προκύψει αργά ή γρήγορα νέα δισκογραφική δουλειά;
Δεν το έχουμε πει μεταξύ μας επίσημα, αλλά νομίζω ότι είναι εντελώς φυσικό επακόλουθο για τη συνέχεια. Τώρα όμως είναι πολλή η δουλειά που πρέπει να γίνει μέχρι τον Λυκαβηττό, δεν υπάρχει περιθώριο για άλλες κουβέντες. Όλη η ενέργεια μας πάει εκεί.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΓΕΡΑΝΙΟΣ

Με αφορμή τη νέα έξοδο στους κινηματογράφους της ταινίας Stop Making Sense ρωτήθηκε ο Ντέιβιντ Μπερν για το πώς νιώθει όταν τη βλέπει σήμερα και αν έχει τόσο έντονη συναισθηματική σύνδεση όση και το κοινό. Ο Μπερν απάντσε ότι είναι σαν να βλέπει αποστασιοποιημένος ένα χαρακτήρα, όχι τον πραγματικό του εαυτό. Είναι κάπως έτσι τα πράγματα και για σένα ως συνθέτη τώρα που επιστρέφεις σε τραγούδια που έγραψες πριν από δεκαετίες και μάλιστα στο πλαίσιο -δηλαδή τη μπάντα- μέσα στο οποίο τα έγραψες;
Δεν θα έλεγα ότι δεν αναγνωρίζω εκείνο τον τύπο που έγραψε τότε τα τραγούδια και ότι μου φαίνεται σαν κάποιος χαρακτήρας. Υπάρχουν μεν πολλά κομμάτια του εαυτού μου που τότε νόμιζα ότι ήταν αλήθεια και τώρα μου φαίνονται αστεία. Από την άλλη δεν νιώθω ότι είμαι εντελώς άλλος. Είμαι η εξέλιξη, κατά μία έννοια, του ίδιου χαρακτήρα. Τον συμπαθώ πάντως τον νεότερο εαυτό μου. Εκείνος δεν ξέρω τι θα έκανε με τον σημερινό.

Νοσταλγείς εκείνα τα χρόνια; Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι η όποια νοσταλγία έχει λειτουργήσει ως τροχοπέδη μέχρι σήμερα.
Το πώς έβλεπα τα πράγματα και τον εαυτό μου σε καμία περίπτωση δεν το νοσταλγώ, χαίρομαι που έχουν τελειώσει αυτά. Αλλά έχω την αίσθηση ότι οι άνθρωποι τότε λειτουργούσαν περισσότερο σαν ομάδες. Τώρα λειτουργούν πιο πολύ σαν μονάδες. Απομονωνόμαστε όλο και περισσότερο. Θυμάμαι την εποχή του μεγάλου peak των Pleasure. Παράλληλα δούλευα ως DJ στο Steps, ένα ιστορικό μαγαζί της Πάτρας. Υπήρχε μια αίσθηση σύμπνοιας και ενότητας με τους ανθρώπους της αντίστοιχης φάσης και ηλικίας και μια αγάπη για τη μουσική. Αγοράζαμε πχ ακόμα δίσκους γιατί δεν ήταν όλα στο πιάτο. Δεν είμαι σίγουρος ότι το περιγράφω καλά, αν με ρωτήσεις αύριο ίσως να το πω διαφορετικά, αλλά αν υπάρχει μια νοσταλγία έχει να κάνει με την αίσθηση της κοινότητας που ένιωθα τότε ότι υπήρχε τουλάχιστον σε κάποιο βαθμό. Λέμε ότι σήμερα επικοινωνούμε πιο εύκολα και πιο πολύ από ποτέ. Δεν συμφωνώ. Δεν επικοινωνούμε. Ανταλλάζουμε πληροφορίες. Και νομίζουμε ότι ξέρουμε πράγματα ο ένας για τον άλλο.

Νομίζεις ότι ξέρεις κάτι για τον άλλο επειδή έχεις δει μια ανάρτηση στα σόσιαλ και το ίδιο νομίζει ο άλλος για σένα.
Και φυσικά με αυτό που «ανεβάζεις» παρουσιάζεις στους άλλους μια πολύ συγκεκριμένη εκδοχή της εικόνας σου. Που σημαίνει ότι η επαφή έχει χαθεί από μέσα πολύ πριν χαθεί εκεί έξω.

Πριν από 20 ολόκληρα χρόνια μου είχες πει ότι «είναι ψυχοφθόρο να κάνει κανείς αυτό που κάνουμε, εδώ που το κάνουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει φυσικά ότι δεν πρόκειται για επιλογή. Κι αν συνεχίζουμε παρόλο που είναι τόσο δύσκολο είναι γιατί μας ανταμείβει ενίοτε κι ανάλογα». Σήμερα πώς βλέπεις τα πράγματα;
Έτσι όπως σε ακούω να μου το λες υποθέτω ότι μιλούσα για τον αγγλικό στίχο. Για εμάς όμως δεν ήταν ακριβώς επιλογή να είμαστε αγγλόφωνη μπάντα, δηλαδή δεν υπήρχε άλλη επιλογή. Δεν τέθηκε ποτέ το ενδεχόμενο να γράψουμε στα ελληνικά. Ο αγγλόφωνος ήταν ο μόνος δρόμος από την αρχή. Η δυσκολία με τον αγγλόφωνο στίχο είναι ότι ακριβώς επειδή απευθύνεσαι σε Έλληνες, ναι μεν θα σε ακούσουν, ίσως και προσεκτικά, αλλά δεν θα σε πάρουν και πολύ στα σοβαρά σε στιχουργικό επίπεδο. Από τη μία έχουν ένα δίκιο γιατί, αν και υπάρχουν σοβαρές εξαιρέσεις, πολλοί άνθρωποι στην Ελλάδα που κάνουν αγγλόφωνη μουσική, βάζουν τη μία λέξη δίπλα στην άλλη απλά για να γεμίσουν το τραγούδι, δεν έχουν κάτι να πουν. Προσωπικά βάζω τόση ενέργεια στον στίχο όση και στη μουσική όλα αυτά τα χρόνια. 

Τότε μου είχες πει και κάτι ακόμη πολύ ενδιαφέρον: «Οι Raining Pleasure έχουν κατά καιρούς τρομάξει γιατί έχουν ένα πολύ ξεχωριστό στοιχείο. Δεν έχουν ανάγκη τους Raining Pleasure για να νιώθουν καλά με τον εαυτό τους και τη ζωή τους».
Α, το έλεγα από τότε αυτό;

«Ασκούμε αβίαστα το δικαίωμά μας να αλλάζουμε γνώμη απέναντι στα πράγματα».
Ακριβώς έτσι.

Ήταν κατά κάποιο τρόπο αυτό η ευχή και η κατάρα των Raining Pleasure;
Γιατί κατάρα; Ίσα ίσα αν τολμάς να τα λες αυτά και να τα ζεις στα 25 σου, μάλλον κάτι καλό κάνεις. Παρεμπιπτόντως όταν διαβάζω κάτι που είπα τότε, πολλές φορές σκέφτομαι: Τι παπάρας ήσουν! Άλλες όμως, όπως τώρα δηλαδή, χαίρομαι που ειπώθηκε κάτι τέτοιο από ένα πιτσιρικά. 

Όταν λέω κατάρα εννοώ ότι στη δισκογραφία σας, εξαιρουμένου ενός indie-pop δομικού στοιχείου, υπήρξατε σχετικά αταξινόμητοι.
Ναι, μέχρι και τζαζ έχουμε παίξει.  

Κάτι που κατά τη γνώμη μου οδήγησε στο εξής παράδοξο: το κοινό σας μεγάλωνε μεν ποσοτικά, ταυτόχρονα όμως ξενίζατε ένα μέρος του.
Ναι, νομίζω ότι ισχύει αυτό. Ίσως αν ήμασταν προσκολημμένοι σε έναν ήχο, ενδεχομένως να είχαμε περισσότερο φανατικό κοινό. Δεν νομίζω πια -ενώ παλιότερα το νόμιζα- ότι οι ακροατές μουσικής ψάχνουν να βρουν το ωραίο. Νομίζω ότι ψάχνουν να βρουν το οικείο, το ασφαλές. Πας, για παράδειγμα, σε μια συναυλία των Arctic Monkeys και από τις 20 χιλιάδες στο κοινό, ελάχιστοι ξέρουν όλη τη δουλειά της μπάντας. Οι υπόλοιποι περιμένουν να ακούσουν το χιτ. Όχι ακριβώς γιατί τους αρέσει. Αλλά γιατί χωρίς να το καταλάβουν εξοικειώθηκαν με αυτό μέσω τηλεόρασης, internet κλπ. Οπότε εκείνη την ώρα χαίρονται με το οικείο, όχι με το όμορφο. Με αυτή τη λογική θεωρώ ότι αν είχαμε προσκαλέσει τον κόσμο σε ένα συγκεκριμένο ήχο και είχαμε παραμείνει εκεί, ενδεχομένως να είχαμε ένα πολύ πιο δυνατό fanbase. Αλλά δεν ήταν ποτέ αυτός ο λόγος της ύπαρξης μας. Η ανάγκη να εξερευνήσουμε τον εαυτό μας και τον ήχο ήταν μεγαλύτερη από το τι μπορεί να σήμαινε αυτό σε επίπεδο καριέρας. 

Δεν είχατε ποτέ όμως με τα χιτ σας την περίεργη σχέση που είχαν οι Radiohead με το “Creep”.
Η αλήθεια είναι ότι κάποτε πήγε να γίνει αυτό με το “Fake”. Και πήγε να γίνει όχι στη μπάντα, αλλά σε μένα προσωπικά, το παίρνω πάνω μου. Μια φορά σε ένα φεστιβάλ κάπου στη Βόρεια Ελλάδα με πολύ κόσμο, δεκάδες χιλιάδες, ενώ παίζαμε κάποιοι από κάτω φώναζαν: «Τι είναι αυτά που παίζετε; Παίξτε το “Cosmote”»! Θύμωσα τόσο πολύ εκείνη τη στιγμή και αποφάσισα να μην το παίξουμε. Κοιτάζοντας πίσω μπορώ να σου πω ότι ήταν λάθος απόφαση. Εννοείται ότι ήταν λάθος.

Γιατί;
Γιατί όταν έχεις μπροστά σου τόσο πολύ κόσμο, δεν είσαι εκεί για να ικανοποιήσεις τον εαυτό σου και τη διάθεσή σου. Έχεις κάποιο χρέος απέναντι στον κόσμο. Στο κάτω κάτω αν δέκα φώναζαν «το Cosmote», μπορεί να υπήρχαν χίλιοι από πίσω που ήξεραν ότι το τραγούδι λέγεται “Fake”. Οπότε θεωρώ ότι ήταν λάθος αυτό που έκανα. Αν και δεν θα το έπαιρνα πίσω. Θεωρώ ότι πρέπει να αποδεχόμαστε τα πράγματα που έχουμε κάνει στο παρελθόν σαν τη μοναδική μας επιλογή ενδεχομένως. 

Εξακολουθείς να πιστεύεις ότι το Reflections είναι ο καλύτερος δίσκος σας;
Κι αυτό το έχω πει; 

Ναι, και μάλιστα είχες πει ότι το πιστεύεις γιατί άσχετα με το συνθετικό μέρος, είναι ο μοναδικός σας δίσκος για τον οποίο έχεις νιώσει ότι αιχμαλώτισε την ουσία σας.
Αν ισχύει αυτό τότε έχει να κάνει με το ότι δεν υπήρχε το συνθετικό βάρος εκεί μέσα, οπότε αφήσαμε την προσωπικότητα μας να ξεδιπλωθεί προς τα έξω χωρίς αυτή την ευθύνη. Υπό αυτή την έννοια, ναι, θα το ξανάλεγα σήμερα. Αλλά ακριβώς με τον τρόπο που λες ότι το έθεσα κάποτε, θα επέλεγα με σιγουριά σήμερα το Forwards+Backwards ως τον δίσκο που αποτύπωσε καλύτερα από κάθε άλλο την ψυχή των Raining Pleasure. 

Θα είχε συμβεί το reunion των Raining Pleasure 1) αν δεν είχες επιστρέψει στην Πάτρα, 2) αν δεν είχες αφήσει τη μουσική για κάποια χρόνια στην άκρη αλλάζοντας επάγγελμα, 3) αν δεν είχες βγάλει σόλο δίσκους;
Το reunion δεν θα είχε συμβεί αν δεν ήμουν εδώ. Θα ήταν πρακτικά αδύνατο ακόμα και να το σκεφτώ. Δεν άφησα όμως τη μουσική ποτέ. Άφησα για κάποια χρόνια τη μουσική δημιουργία. Αλλά συνέχισα να παίζω. Δεν ξέρω. Νομίζω ότι η απάντηση σε όλα είναι όχι. Δηλαδή για να συμβεί το reunion έπρεπε να γίνουν όλα αυτά που λες. Και ναι, μετά τους σόλο δίσκους ήθελα πολύ να βρεθώ με την υπόλοιπη μπάντα. Δεν είχα συνειδητοποιήσει πόσο πολύ μέχρι να το κάνω τελικά. 

Είναι το κοινό χαρακτηριστικό του βελονισμού και της μουσικής οι θεραπευτικές τους ιδιότητες; Ή σου φαίνεται πολύ new age αυτό το σκεπτικό;
Αν το κατηγορήσουμε αυτό που μόλις είπες και το χαρακτηρίσουμε αρνητικά ως new age, τότε έχουμε ήδη μπει μέσα στο κεφάλι μας και μιλάμε μόνο για το παρελθόν. Αν απλά το κοιτάξουμε σαν συνθήκη του παρόντος, αυτό που μου είπες βγάζει απόλυτο νόημα. Το θεραπευτικό κομμάτι αυτών των δύο πραγμάτων είναι ένα. Οι προσεγγίσεις και οι τεχνικές είναι διαφορετικές. Όπως διαφορετικά είναι και αυτά που σκεφτόμαστε για το καθένα. Θα έρθει ένας άνθρωπος σε μένα για θεραπεία βελονισμού και ξέρει συνειδητά ότι έρχεται για να κάνει θεραπεία. Όταν ένας άνθρωπος πάει να παρακολουθήσει μια συναυλία, δεν ξέρει ότι πάει να κάνει θεραπεία. Όμως αυτό πάει να κάνει.

Είναι και για σένα θεραπευτική η μουσική; Εννοώ τη διαδικασία της δημιουργίας της.
Ναι, φυσικά. Όχι τα κομμάτια της διοργάνωσης πραγμάτων ή της προώθησης, που τα βρίσκω πολύ κουραστικά αλλά εντελώς απαραίτητα. Αυτά με φθείρουν. Αλλά το καθαρά δημιουργικό κομμάτι, είτε όταν γράφω κάτι καινούριο είτε όταν δημιουργώ ήχους παίζοντας κάτι παλιό, ναι, αυτό είναι απόλυτα θεραπευτικό. Ενώ παλιότερα το υποψιαζόμουν, τώρα το βλέπω πολύ πιο συνειδητά. 

Σε ενοχλεί ή τέλος πάντων σου φαίνεται άδικο που έχουμε μιλήσει τόση ώρα για τους Raining Pleasure και μόλις τώρα στρέφω την κουβέντα στο Grand Duet;
Όχι μωρέ, γιατί να μου φανεί άδικο; Εγώ είμαι και στα δύο, δεν είναι ότι μου μιλάς για τη μπάντα του ξαδέρφου μου. Εντάξει, με αφορμή το Grand Duet μιλάμε αλλά ξέρουμε και οι δύο ότι δεν είναι αυτό το μεγάλο νέο τη δεδομένη στιγμή. Οπότε εννοείται ότι η κουβέντα θα πάει εκεί. 

Όσον αφορά το Grand Duet, είναι μια ιδέα που καθυστέρησε δυο χρόνια να υλοποιηθεί λόγω της πανδημίας. Είχα συναντήσει από πριν τον Γιώργο με την ιδέα να κάνω επί σκηνής ένα ντουέτο με υπολογιστή. Ώστε επιτέλους να σεβαστούμε τον υπολογιστή σαν τέχνη, γιατί έτσι είναι πια. Ξεκινήσαμε να δουλεύουμε, ήταν πολύ ωραία, λίγο αργότερα όμως ξεκίνησαν οι καραντίνες και φυσικά το αφήσαμε. Το πιάσαμε ξανά ακριβώς με το που τελείωσαν οι καραντίνες και έτυχε να μου έρθει μια πρόσκληση να παίξω σε ένα φεστιβαλάκι, σόλο δηλαδή με την κιθάρα μου. Κι εγώ είπα ναι, θα έρθω, αλλά θα φέρω κι άλλον ένα παίχτη. Κλείσαμε δηλαδή το πρώτο μας live χωρίς να είμαστε έτοιμοι, έχοντας μπροστά μας ένα μήνα για να πατήσουμε γκάζι με τον Γιώργο σε καθημερινές, πολύωρες πρόβες. Στη Σφίγγα το πρόγραμμα θα έχει απ’ όλα. Ό,τι μπορείς να φανταστείς ότι θα έκανα εγώ, από Pleasure μέχρι το Vintage, κι από το άλμπουμ με τον Τσιτσάνη μέχρι το Amazing Grey, το τελευταίο άλμπουμ που έκανα με δικά μου κομμάτια. Και διάφορα πράγματα που δεν έχουν ηχογραφηθεί από μένα. 

Ξέρεις πόσο ευλογημένος νιώθω που είχα στη ζωή μου το θάρρος να πω όχι στα πράγματα που ήθελα να πω όχι;

Έχοντας περάσει τα περισσότερα χρόνια της ενήλικης ζωής σου ως μουσικός, τώρα που ως βελονιστής βιώνεις την κανονικότητα μιας κανονικής δουλειάς, έχεις πιάσει τον εαυτό σου να μετανιώνει που δεν αποφάσισε να το κάνεις νωρίτερα;
Ούτε καν. Ξέρεις πόσο ευλογημένος νιώθω που είχα στη ζωή μου το θάρρος να πω όχι στα πράγματα που ήθελα να πω όχι; Το είπα, έζησα κάπως «αντισυμβατικά» κι έτσι συνεχίζω. Δηλαδή ακόμη και τη δουλειά του βελονιστή δεν την κάνω συμβατικά. Να με ρωτήσεις αν μετάνιωσα που μπήκα κάποια στιγμή στη φάση του πρωινού ωραρίου με τον βελονισμό και όλα αυτά, να το καταλάβω.

Μετάνιωσες;
Όχι βέβαια. Γιατί πρέπει να κάνεις κάτι για να καταλάβεις ότι δεν είναι για σένα. Στο Λονδίνο, από το 2015 που αποφοίτησα μέχρι το 2019 που έφυγα, δούλεψα σε δύο κλινικές κανονικά από το πρωί με ωράριο. Ήμουν σίγουρος ότι αυτό το πράγμα δεν θα μου πήγαινε. Δηλαδή κανένα κομμάτι του εαυτού μου δεν είναι υπάλληλος. Αλλά το έκανα αφενός γιατί το χρειαζόμουν για λόγους επιβίωσης αλλά και γιατί ήθελα να πειραματιστώ, να δω πώς είμαι σε αυτό που πάντα λέω ότι δεν μπορώ να κάνω. Το έκανα και όντως η αλήθεια είναι ότι δεν μπορώ να το κάνω. Δεν είμαι αυτό το πράγμα. Δεν υπονοώ ότι οι άνθρωποι δεν θα έπρεπε να είναι υπάλληλοι κλπ. Δεν φανφαρολογώ. Μιλάω μόνο για μένα. 

Θα αφήσεις ποτέ ξανά πίσω σου την Πάτρα; Ή νιώθεις ότι επέστρεψες στο σπίτι σου και δεν θες να ξαναφύγεις ποτέ;
Το αφήνω ανοιχτό για ψυχολογικούς λόγους. Δηλαδή αν μου το κλείσεις και μου πεις ότι θα μείνω εδώ για πάντα, θα σηκωθώ αμέσως να φύγω. Αν θέλω πάντως να ακριβολογήσω περιγράφοντάς σου την κατάσταση, δεν νιώθω ότι γύρισα στην Πάτρα, αλλά ότι έφυγα από το Λονδίνο. Αυτή ήταν η κινητήρια δύναμη: όχι να έρθω εδώ, αλλά να φύγω από εκεί. Ήρθα εδώ για να περάσω μερικούς μήνες με το σκεπτικό ότι μάλλον θα επιστρέψω στη Γερμανία όπου ήμουν πριν πάω στο Λονδίνο. Αλλά με τον κορονοϊό ξέμεινα. Ειδικά την πρώτη χρονιά που ήμουν εδώ, με αποκορύφωμα το πρώτο καλοκαίρι, ήμουν σε έκσταση. Ζούσα στη Βόρεια Ευρώπη 16 χρόνια και είχα ξεχάσει πώς είναι να ζεις σε ένα σπίτι που δεν κοστίζει μισό νεφρό το μήνα και να μπορείς σε 10’ να είσαι στη θάλασσα. Οπότε σε εκείνη τη φάση ήμουν ο πιο χαρούμενος άνθρωπος. Όχι μόνο δεν μου έφταιγε τίποτα, αλλά ένιωθα σαν να είχε ανοίξει το στήθος μου και να έβγαιναν από μέσα μου λουλούδια. 

Τώρα πώς νιώθεις;
Δεν είμαι πια έτσι. Εντάξει, καμία έκσταση δεν μπορεί να κρατήσει πολύ. Καμία έκσταση δεν είναι η πραγματικότητα. Αλλά δεν θέλω κιόλας να φύγω, αν και νοσταλγώ κάποια πράγματα από το εξωτερικό, που δεν ξέρω κιόλας αν θα τα ξαναβρώ σε περίπτωση που επιστρέψω.

Για το τέλος ας ευθυμήσουμε. Θα μου πεις τα τρία πιο αγαπημένα σου τραγούδια του Morrissey, με Smiths ή χωρίς;
Έχω χρόνια να τον ακούσω αλλά θα πω τα “November spawned a monster” (Morrissey), “The Headmaster ritual” (The Smiths) και “Cemetery Gates” (The Smiths).

Σου προτείνω να ακούσεις με τη σειρά το “Song of the Wolf” των Raining Pleasure με το “Speedway” του Morrissey. Ξέρεις πόσο ταιριάζουν;
Φαντάζομαι. Το “Speedway” είναι αυτό με το πριόνι, ε;

Info:

Ο Vassilikos θα παρουσιάσει το νέο του project The Grand Duet την Κυριακή 31 Μαρτίου στη Σφίγγα. Οι Raining Pleasure θα παίξουν live στον Λυκαβηττό την Παρασκευή 28 Ιουνίου.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα