ΤΟ ΠΕΝΘΟΣ ΚΑΙ ΠΩΣ ΝΑ ΔΙΑΧΕΙΡΙΣΤΕΙΣ ΤΗ ΘΛΙΨΗ
Ο θρήνος είναι φυσιολογικός κι εσύ δεν υποχρεούσαι να είσαι δυνατός. Οφείλεις ωστόσο, να αναγνωρίσεις στον εαυτό σου το δικαίωμα να είσαι ευάλωτος -ενώ είσαι παρών και στη ζωή σου.
Τον τελευταίο καιρό, με ένα scroll down στο όποιο social network διαπιστώνεις πως καθημερινά υπάρχει κάποιος που ‘χάνει’ έναν δικό του άνθρωπο. Οι περί τους 100 νεκρούς την ημέρα από τον Covid-19 και οι δεκάδες άλλοι που καταλήγουν από άλλους λόγους -συνηθέστερα από καρκίνο- έκαναν αναγκαία την επικοινωνία του Magazine με ανθρώπους που γνωρίζουν ενδελεχώς τα της διαχείρισης του πένθους.
Αν είχες στη ζωή σου κάποια απώλεια (που εύχομαι να μην είχες), ξέρεις πως η πληγή παραμένει για πάντα ανοιχτή. Ελπίζω να γνωρίζεις ότι υπάρχουν και μέθοδοι για να μην προσδιορίζει όποιες επιλογές κάνεις για το υπόλοιπο της ζωής σου -με κόστος στη δική σου υγεία, αλλά και σε αυτήν όσων έχεις επιλέξει για συνοδοιπόρους.
Η Ντίνα Τσελεπή είναι Ψυχολόγος και Διευθύντρια στο Συμβουλευτικό Κέντρο Στήριξης στο Πένθος της Μέριμνας, στη Θεσσαλονίκη.
Η “Μέριμνα” δημιουργήθηκε το 1995, ως αστική, μη κερδοσκοπική εταιρία “όταν το ενδιαφέρον των Ελλήνων επιστημών είχε αρχίσει να στρέφεται στις ψυχοκοινωνικές ανάγκες του παιδιού με απειλητική για τη ζωή ασθένεια, καθώς και των οικογενειών που θρηνούν την απώλεια αγαπημένου τους προσώπου”. Ο στόχος ήταν “να προσφερθεί κάτι ουσιαστικό και άρτια οργανωμένο, για τα παιδιά των οποίων η ζωή ανατρέπεται από την απειλητική για τη ζωή αρρώστια ή το θάνατο αγαπημένου τους προσώπου”. Η στήριξη πέρασε γρήγορα και σε επίπεδο οικογενειών που πενθούν και το 2013 οι ‘βάσεις’ έγιναν δύο (σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη).
“Εξυπηρετούμε και παρέχουμε δωρεάν υπηρεσίες συμβουλευτικής και ψυχοθεραπείας, σε οικογένειες που βιώνουν την απώλεια, το θάνατο ή έχουν μέλος στην οικογένεια τους που πάσχει από κάποια απειλητική νόσο” εξηγεί η κυρία Τσελεπή, πριν ομολογήσει ότι “από όταν ξέσπασε η πανδημία, ένας αριθμός αιτημάτων που δεχόμαστε αφορά απώλεια μέλους που έχει νοσήσει από Covid-19.
“Για όλους ισχύει πως οτιδήποτε μπορεί να βιωθεί ως απώλεια, σημαίνει πως εγείρεται ένας θρήνος. Είναι κάτι το φυσιολογικό και αναπόφευκτο. Ακόμα και αυτοί που προσπαθούν να βάλουν το πρόβλημα κάτω από το χαλί, διαπιστώνουν αργότερα πως θα εμφανιστεί μπροστά τους. Δεν φεύγει. Υπάρχει. Και με αφορμή το οτιδήποτε, μπορεί να ξεσκεπαστεί. Τότε βγαίνουν στην επιφάνεια όσα συνδέονται με την απώλεια”.
“Ο θρήνος είναι κάτι το απόλυτα φυσιολογικό. Η επιλογή που έχει ο κάθε άνθρωπος, να διαχειριστεί αυτό το βίωμα. Μπροστά σε μια τέτοια εμπειρία, κάποιες φορές πραγματικά δυσκολευόμαστε να δεχθούμε και να συνειδητοποιήσουμε αυτό που έχει συμβεί. Σε μια προσπάθεια να το διαχειριστούμε, ενδεχομένως να προσπαθήσουμε να αναπτύξουμε μια στρατηγική: το αγνοώ, άρα δεν υπάρχει και δεν έχει γίνει. Δηλαδή, την άρνηση.
“Είναι προσωπική η κάθε διαδρομή”
“Κανείς από εμάς δεν μπορεί να ελέγξει και να επιλέξει κάποια γεγονότα, εξ όσων θα συμβούν στη ζωή μας -όπως είναι η απώλεια. Οι επιλογές που έχουμε να τη διαχειριστούμε, είναι κάτι που αφορά τον καθένα ξεχωριστά. Παρ’ όλο που λέμε πως πρόκειται για προσωπική διαδρομή, δεν μπορούμε να μη λάβουμε υπ’ όψιν μας μέσα σε ποιο θρησκευτικό, κοινωνικό, χρονικό, πολιτικό και οικονομικό πλαίσιο συμβαίνει ό,τι συμβαίνει.
Για να γίνει κατανοητό το χρονικό πλαίσιο, θα πω ότι τώρα ο Covid-19 έχει κάνει σύνθετη και απαιτητική την εποχή μας.
Στα του οικονομικού πλαισίου, πιθανόν κάποιος να βιώνει μαζί με την απώλεια ενός προσώπου και άλλες απώλειες, αν το εισόδημα ερχόταν από τον αποβιώσαντα ή αν δεν υπάρχει δυνατότητα και πρόσβαση σε υπηρεσίες, λόγω των δυσκολιών ή αν κάποιος βιώνει την ανεργία.
Το κοινωνικό πλαίσιο είναι η κοινωνία στην οποία ζούμε και το κατά πόσο επιτρέπει τη θλίψη στα εντός της. Κατά πόσο αναγνωρίζει το δικαίωμα των ανθρώπων και των κοινοτήτων να αισθάνονται ευάλωτοι.
Όσο για το πολιτικό πλαίσιο, αφορούν τις πολιτικές στήριξης των πενθούντων που υπάρχουν διαθέσιμες, οι ευκαιρίες που έχουν άνθρωποι για στήριξη. Αυτό ορίζει πράγματα που αναφέρθηκαν στο κοινωνικό πλαίσιο”.
Η κυρία Τσελεπή διευκρινίζει πως ούτως ή άλλως όλοι βιώνουμε πολλά διαφορετικά και ενδεχομένως δύσκολα συναισθήματα που απορρέουν από τις επιπτώσεις της πανδημίας. “Το αίσθημα της ασφάλειας που μπορεί να είχε ο καθένας μέχρι χθες -άλλοι σε μικρότερο, άλλοι σε μεγαλύτερο βαθμό- έχει διαταραχθεί. Το αίσθημα της αβεβαιότητας -ότι δεν έχουμε εμείς τον έλεγχο αυτών που συμβαίνουν- επίσης δεν είναι εύκολα διαχειρίσιμο από όλους και δη όταν νιώθεις πως απειλείται η ζωή σου και αυτή των αγαπημένων σου ανθρώπων -όχι μόνο λόγω Covid-19, αλλά και άλλων, όπως είναι ο καρκίνος. Η συνέπεια είναι να προκύψει κρίση.
“Η πανδημία δεν επέτρεψε την επικοινωνία και τον αποχαιρετισμό που ήθελαν” όσοι έμειναν πίσω
“Η πανδημία έβαλε όλες τις συνθήκες σε μια πιο φοβική, περίπλοκη διάσταση. Μας έκανε να έλθουμε όλοι σε επαφή με την ευαλωτότητα: για ένα διάστημα στερηθήκαμε τη φυσική παρουσία και τα όποια δίκτυα είχε ο καθένας, η καθημερινότητα άλλαξε με γοργούς ρυθμούς -με την αλλαγή να έχει διάρκεια και κανείς να μην ξέρει πότε θα τελειώσει, τα κρούσματα αυξάνονται και δεν υπάρχει δυνατότητα πρόσβασης και κάλυψης από το κομμάτι της υγειονομικής περίθαλψης. Όλες αυτές οι συνθήκες επηρεάζουν το θρήνο των ανθρώπων. Εδώ θα ήθελα να σταθώ λίγο σε όσους έχουν χάσει δικό τους άνθρωπο από τον κορονοϊό”.
Όπως λέει η ειδικός “ένας παράγοντας που επηρεάζει το θρήνο είναι κατ’ αρχήν το γεγονός ότι όσοι έχουν ‘χάσει’ άνθρωπο τους από τον Covid-19 ή ήταν νοσηλευόμενος εν καιρώ πανδημίας, δεν είχαν τη δυνατότητα μιας επικοινωνίας, όπως τη χρειάζονταν. Οι άνθρωποι περιγράφουν πως κατακλύζονται από δύσκολες και έντονες σκέψεις. Αναρωτιούνται αν ο δικός τους άνθρωπος φροντίζεται και πόσ μόνος νιώθει, την στιγμή που δεν μπορούν να τον φροντίσουν εκείνοι και διαβάζουν όσα διαβάζουν στα media.
Oι συνθήκες είναι οτιδήποτε άλλο από ευνοϊκές. Είναι κάτι δύσκολα διαχειρίσιμο και κατακλύζει τους ανθρώπους. Επίσης, έχει να κάνει με το γεγονός ότι οι άνθρωποι κατακλύζονται από τύψεις και ενοχές, καθώς μπορεί να μετέδωσαν εκείνοι τον ιό στον δικό τους άνθρωπο. Είναι κάτι απόλυτα φυσιολογικό. Αλλά οι ενοχές μεγεθύνονται, γιατί νιώθουν αίτιοι της κατάστασης στην οποία βρίσκεται ο δικός τους άνθρωπος”.
Το γεγονός ότι κάποιος πέθανε στο νοσοκομείο και εγώ δεν ήμουν παρών να τον αποχαιρετήσω, δυσκολεύει τη συνειδητοποίηση πως έχει ‘φύγει’ και περιπλέκει το θρήνο.
Αυτό που βλέπουν καθημερινά οι άνθρωποι της “Μέριμνας” είναι ότι όταν κάποιος πεθαίνει από Covid-19 “είναι πολύ διαφορετικά τα πράγματα και σε ό,τι αφορά το κομμάτι του αποχαιρετισμού -ειδικά την περίοδο των lockdown με τον περιορισμό των συμμετεχόντων. Τώρα εξακολουθεί να είναι διαφορετικός ο χώρος ταφής στο νεκροταφείο, ενώ το φέρετρο δεν ανοίγει ποτέ, με συνέπεια οι άνθρωποι να στερούνται τη δυνατότητα του αποχαιρετισμού που ήθελαν. Είναι μια σειρά από τελετουργικά που δεν γίνονται -ή γίνονται με τρόπο βιαστικό, στην άκρη του νεκροταφείου. Υπάρχει μόνο η στενή οικογένεια, δεν υπάρχει ο καφές που περισσότερο έχει σημασία για τα λόγια παρηγοριάς, όπως δεν υπάρχουν οι αγκαλιές και η συμπαράσταση με φυσική παρουσία.
Eπειδή δε, είμαστε σε μια περίοδο που όλοι νιώθουμε περισσότερο κουρασμένοι και ευάλωτοι, σημαίνει πως δεν είναι πάντα διαθέσιμος ο περίγυρος. Σαν να μην υπάρχουν πάντα τα αποθέματα για συμπαράσταση που θα υπήρχε ενδεχομένως σε άλλη συνθήκη.
Με αφορμή τον Covid-19 βλέπουμε πως οι άνθρωποι έρχονται πιο σφοδρά αντιμέτωποι με τη δική τους θνητότητα. Πάντα ο θάνατος εγείρει τέτοιες αγωνίες. Τώρα όμως, γίνεται ακόμα πιο σφοδρό και πιο επιτακτικό. Φοβίζει περισσότερο, καθώς γίνεται πολύ ξαφνικά και βίαια. Έτσι οι άνθρωποι έρχονται σε επαφή με πιο βαθιά και προσωπικά θέματα -όπως είναι η θνητότητα”.
Αυτό είναι κάτι που επίσης περιπλέκει τον θρήνο, με την κυρία Τσελεπή να εξηγεί πως είναι κάτι που “εγείρει πιο έντονο θυμό και φόβο. Είναι όλα πιο έντονα”. Ούτως ή άλλως οι άνθρωποι δυσκολεύονταν ανέκαθεν να απαντήσουν στο ‘γιατί’ που δεν έχει απάντηση. Τώρα αυτό επιτείνεται.
“Ο καθένας εξηγεί τα πράγματα με το δικό του τρόπο, με τη δική του κοσμοθεωρία, τη θέση του θανάτου και πώς την αντιλαμβάνεται κάποιος προ του σχετικού βιώματος. Κάποιες φορές, οι πεποιθήσεις των ανθρώπων -η κοσμοθεωρία γύρω από τη ζωή και το θάνατο- τους βοηθά να δώσουν απαντήσεις σε αυτό το ‘γιατί’. Άλλες όμως, η απώλεια έρχεται πολύ κόντρα με ό,τι πίστευαν μέχρι χθες και χρειάζεται να ανακατασκευάσουν, να βρουν νέες απαντήσεις. Υπάρχουν και αυτοί που δεν έχουν κάποια κοσμοθεωρία και καλούνται να βρουν”.
Η πρώτη επικοινωνία αφορά το ‘εδώ και τώρα’
Όλα όσα διάβασες έως εδώ είναι δουλειά των ανθρώπων της “Μέριμνας” να τα εξερευνήσουν και να τα λάβουν υπ’ όψιν τους, ώστε να μπορούν να βοηθήσουν όσους τους έχουν ανάγκη. “Αυτό που βλέπουμε τόσα χρόνια, είναι πως οι άνθρωποι μας τηλεφωνούν με αφορμή ένα ξαφνικό θάνατο. Αφορά το ‘εδώ και τώρα’, το πώς μπορούν να ενημερώσουν τα παιδιά της οικογενείας και τι γίνεται με τα θέματα της κηδείας. Η συντριπτική πλειοψηφία επανέρχεται με άλλα ερωτήματα”.
Όπως; “Για να πουν πώς νιώθουν, τι συνέβη, πώς αντιδρά το παιδί. Κάνουμε συμβουλευτική για τη διαχείριση του θρήνου -των ενηλίκων και των παιδιών”. Υπάρχουν περιπτώσεις που “άνθρωποι απευθύνονται σε εμάς ένα με ενάμισι χρόνο μετά την απώλεια, καθώς τότε προέκυψε κάτι που τους ανησύχησε”.
Στη Μέριμνα απευθύνονται “και κατά τη διάρκεια της ασθένειας δικού τους ανθρώπου. Συνήθως τηλεφωνούν, όταν τα πράγματα είναι πολύ δύσκολα”. Οι άνθρωποι της “Μέριμνας” μιλούν για τη φυσιολογική διεργασία του θρήνου και κάνουν συμβουλευτική και ψυχοεκπαίδευση “βάσει όσων ξέρουμε και από την εμπειρία μας με άλλες οικογένειες. Υπάρχουν και οι περιπτώσεις που τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Στη γλώσσα μας τις αποκαλούμε “περιπλοκές θρήνου”. Μιλάμε για πολύ συγκεκριμένη ψυχοθεραπευτική παρέμβαση”. Δεν υπάρχει προκαθορισμός του αριθμού των ραντεβού που θα γίνουν. “Είμαστε στη διάθεση τους, όσο μας χρειάζονται”.
Η κυρία Τσελεπή επισήμανε πως μετά την πρώτη επαφή και αυτές του πρώτου καιρού, παρατηρείται και το φαινόμενο της επιστροφής ανθρώπων που καθώς μεγαλώνουν, επεξεργάζονται ξανά την απώλεια και βάζουν νέα ερωτήματα. “Είναι αυτά που διακυβεύονται μέσα στην οικογένεια”.
Δεν υπάρχουν στάδια πένθους. Πρόκειται για διεργασία με στόχο να εντάξουμε την απώλεια στη βιογραφία μας, με τρόπο που να μπορούμε να συνεχίσουμε
Το μεγάλο στοίχημα και τα “είσαι δυνατός” που ‘κλειδώνουν’ τον πενθούντα
Τη ρώτησα αν ισχύουν τα στάδια του θρήνου. Μας ενημερώνει ότι η αντίληψη αυτή είναι περιοριστική και παλαιά γνώση. “Ο θρήνος είναι διεργασία. Μέσα στη διαδρομή, κάποιος χρειάζεται να συνειδητοποιήσει την απώλεια, να επιτρέψει στον εαυτό του να νιώσει τη οδύνη που συνοδεύει την εμπειρία της απώλειας, να προσπαθήσει και να καταφέρει να φτιάξει ένα νέο εσωτερικό δεσμό με τον άνθρωπο που έχει πεθάνει -αφού δεν υπάρχει φυσική παρουσία- και να μπορεί να διατηρεί, αλλά και να φτιάχνει νέες σχέσεις, όπως προχωράει στη ζωή του. Να μπορεί να εντάξει την εμπειρία της απώλειας στη βιογραφία του, με τρόπο που να μπορεί να συνεχίσει.
Η συντριπτική πλειοψηφία τα καταφέρνει. Δεν σημαίνει βέβαια, πως το τίμημα είναι μικρό ή ότι δεν είναι δύσκολο ή ότι δεν υπάρχει οδύνη. κεί είναι το μεγάλο στοίχημα: να μην υποτιμήσουμε το πόσο δύσκολο είναι για εκείνους.
Το γεγονός ότι κάποιος καταφέρνει να συνεχίσει τη ζωή του, παρά αυτήν την εμπειρία, δεν σημαίνει ότι δεν έχει υποφέρει. Αυτό είναι κάτι που δεν αντιλαμβάνεται ο περίγυρος”.
Η συνηθέστερη αντίδραση στην απώλεια κάποιου είναι λόγια ενδυνάμωσης. Λέμε “είσαι δυνατός” και “θα βγεις νικητής”, χωρίς να γνωρίζουμε αν ο πενθών σκέφτεται ποια είναι η ιδανικότερη επιλογή για απόπειρα αυτοκτονίας, όσο του μιλάμε (και αυτή η ιστορία είναι βγαλμένη από τη ζωή -μου).
“Η πρόθεση των γύρω είναι πάντα θετική. Εν τούτοις, οι άνθρωποι κατακλύζονται από την ανάγκη να απαλύνουν τον πόνο του άλλου. Θεωρούν πως πρέπει να κάνουν κάτι, ώστε να μη στενοχωριέται και έτσι μπαίνουν στα “πρέπει να σταθείς δυνατός” και τα “δεν σε φοβάμαι”. Με αυτόν όμως, τον τρόπο μειώνουν τα περιθώρια να καταθέσει ο άνθρωπος που θρηνεί, αυτό που βιώνει. Και εκεί κάποιες φορές, πολλοί ‘κλειδώνουν’ και δεν μοιράζονται.
Πάντα υπάρχει ένα καλό αυτί και ένα τρυφερό χέρι. Αλλά τα ‘πάντα τα κατάφερνες’ είναι κάτι που βλέπουμε στην κοινωνία, σε μια εποχή γρήγορων ρυθμών και επιδόσεων, με τον καθένα να καλείται να αποδείξει πως μπορεί, ότι είναι δυνατός και πως δεν έχει χάσει το τρένο”.
Μόνο που αυτή η συνθήκη “δεν επιτρέπει τη θλίψη, δεν αφήνει χώρο. Οι άνθρωποι παρεξηγούν τι σημαίνει ‘δύναμη’ και ‘δυνατός’. Το ταυτίζουν με το ‘αλώβητος’, ‘ατρόμητος’ και ‘παντοδύναμος’. Εδώ θα ήθελα να θυμίσω ότι κάποιος δείχνει τη δύναμη του, όταν αναγνωρίζει στον εαυτό του το δικαίωμα να είναι αδύναμος, ευάλωτος, να έχει άλλους ρυθμούς από ό,τι συνήθως και να είναι σε επαφή με την απώλεια του όπως τη διαχειρίζεται, ενώ είναι παρών και στη ζωή του.
Ο πενθών οφείλει να επιτρέπει στον εαυτό του να έχει στιγμές που θα αφήσει λίγο στο πλάι την εμπειρία της απώλειας, που θα γελάσει με ένα αστείο και που θα χαλαρώσει παρέα με φίλους.
“Αυτό που είναι βοηθητικό για τους ανθρώπους, είναι να μπορούν να επιτρέπουν στους εαυτούς τους να είναι σε επαφή με την απώλεια, αλλά και με το ‘εδώ και τώρα’.
Την καθημερινότητα, τους στόχους και τα όνειρα τους. Με τη φροντίδα του εαυτού τους, όποια και αν είναι αυτή που χρειάζεται ο καθένας”.