ΓΙΑΤΙ ΚΟΛΛΑΕΙ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΣΟΥ ΣΤΑ ΠΙΟ ΑΠΛΑ ΠΡΑΓΜΑΤΑ
Δεν έχουμε γίνει ξεχασιάρηδες, επειδή νιώθουμε να κολλάει το μυαλό σε απλά, καθημερινά πράγματα. Τι ανακάλυψαν ερευνητές.
Ανοίγεις τα μάτια σου το πρωί και με το καλημέρα, αρχίζεις να σκέφτεσαι τα διάφορα που έχεις να κάνεις. Κάποια πράγματα ρουτίνας γίνονται στον “αυτόματο”. Δεν σκέφτεσαι να πας στην τουαλέτα. Απλά πας.
Άλλα πρέπει να τα βάλεις σε μια σειρά, με το μυαλό σου να “πηδάει” από το ένα στο άλλο και ενώ σκέφτεσαι και εκτελείς, κάποια στιγμή το σύστημα “κολλάει” και ξεχνάς και τα προφανή. Σαν έχουν σβηστεί τα πάντα από το μυαλό σου.
Γελάς (ή προβληματίζεσαι) και σκέφτεσαι πως έχεις γίνει ξεχασιάρης/ξεχασιάρα.
Γιατί όμως, “κολλάει” το μυαλό;
Δεν πρόκειται για κατασκευαστικό λάθος, αλλά για κάτι που μπορεί να συμβεί σε όλους. Οι επιστήμονες
έχουν εκτιμήσει πως όλοι περνάμε μεταξύ 5% και 20% του χρόνου μας ξύπνιοι σε αυτή την κατάσταση, είτε το συνειδητοποιούμε, είτε όχι.
Την έχουν ονομάσει mind blanking (ΜΒ) και τώρα έχει αρχίσει να αποκωδικοποιείται.
Βλέπεις, η απώλεια νοητικού ελέγχου εμφανίζεται στη “βίβλο” των ψυχικών νόσων (Diagnostic and statistical manual of mental disorders –DSM-5) ως μέρος της γενικευμένης αγχώδους διαταραχής. Εμφανίζεται σε άλλες νευρολογικές παθήσεις, από τη ΔΕΠΥ έως τις επιληπτικές κρίσεις.
Ως εκ τούτου, η κατανόηση του ΜΒ μπορεί να ρίξει φως ως προς το πώς λειτουργεί ο εγκέφαλος σε αυτές τις συνθήκες.
ΓΙΑΤΙ ΚΟΛΛΑΕΙ ΤΟ ΜΥΑΛΟ ΜΠΡΟΣΤΑ ΣΕ ΚΟΣΜΟ
Πολλοί παθαίνουν μπλακ άουτ όταν έχουν να κάνουν μια παρουσίαση ή οτιδήποτε άλλο περιλαμβάνει την έκθεση τους μπροστά σε άλλους. Μπορεί να έχουν όλες τις γνώσεις και άρα τις απαντήσεις στις όποιες ερωτήσεις, αλλά παθαίνεις “σεντόνι”, που λένε και στο θέατρο. Δεν θυμούνται τίποτα. Είναι σαν ξέχασαν τα πάντα.
Αν διατηρήσουν τη ψυχραιμία τους, επανέρχονται. Διαφορετικά, πέφτει η αυλαία.
Στο πρώτο επίπεδο είναι το “κόλλημα” του μυαλού. Στο δεύτερο η σκέψη ότι “πνιγόμαστε” στο άγχος της σκέψης τι πιστεύουν οι άλλοι (αυτοί που έχουμε μπροστά μας) για εμάς. Είναι ο φόβος της κρίσης. Μετά έρχεται η αμφιβολία (ξέρουμε πραγματικά, για τι μιλάμε;).
Το επίπεδο της αυτοπεποίθησης κρίνει τις εξελίξεις. Όπως και το πόσο νοιαζόμαστε για το τι σκέφτονται οι άλλοι για εμάς.
Ο Vinh Giang, βραβευμένος επιχειρηματίας, κεντρικός ομιλητής και σύμβουλος επικοινωνίας, με εκατομμύρια followers σε όλες τις πλατφόρμες εξήγησε πως η λύση είναι να κάνουμε το μη οικείο, οικείο. Πώς;
«Συνήθως αγχωνόμαστε όταν είναι να μιλήσουμε ενώπιον ανθρώπων που έχουν περισσότερη εξουσία από εμάς. Μπορούμε να το ξεπεράσουμε, ανοίγοντας συζητήσεις με τέτοιου είδους ανθρώπους, πιο συχνά. Έτσι τους καταλαβαίνουμε καλύτερα, αναπτύσσουμε καλύτερη σχέση και εξοικειωνόμαστε με το να μιλάμε μαζί τους. Αυτά μειώνουν το άγχος. Όσο πιο οικείοι γινόμαστε με μια συνθήκη, γίνεται λιγότερο τρομακτική.
Μετά υπάρχει ο φόβος της κρίσης. Υπάρχει μια φράση του Μark Twain που με βοηθάει με αυτό. Αναφέρει πως “ανησυχείς λιγότερο για το τι πιστεύουν οι άνθρωποι για εσένα, όταν διαπιστώνεις πόσο σπάνια το κάνουν”. Συχνά οι άλλοι δεν ασχολούνται μαζί μας, δεν σκέφτονται οτιδήποτε μας αφορά, γιατί σκέφτονται αυτά που αφορούν τους ίδιους».
Mια λύση στο πρόβλημα του να “παγώνεις” όταν μιλάς μπροστά σε κοινό είναι να πεις τη φράση “επιτρέψτε μου να αναδιατυπώσω αυτό που μόλις είπα” και πάρε μια βαθιά εισπνοή.
ΔΕΝ ΧΑΝΕΣΑΙ, ΔΕΝ ΝΥΣΤΑΖΕΙΣ, ΑΠΛΑ ΕΧΕΙΣ ΕΝΑ ΚΕΝΟ
Σε ό,τι αφορά τις καθημερινές στιγμές που νιώθουμε πως έχουμε γίνει ξεχασιάρηδες, γιατί κολλάει το μυαλό μας σε απλά πράγματα, η νέα εργασία του νευροεπιστήμονα Thomas Andrillon, ειδικού επί της γνωστικής νευροεπιστήμης, του ύπνου, της συνείδησης, των ονείρων και της περιπλάνησης του νου υποδηλώνει ότι αυτές οι στιγμές μπορεί να αντιπροσωπεύουν μια ξεχωριστή και ανακοινώσιμη κατάσταση συνείδησης.
Προσθέτει ότι αν τα λάβουμε σοβαρά υπόψη, μπορεί να ανατρέψουν αυτό που νομίζουμε ότι γνωρίζουμε για τη συνεχή ροή του νου.
Στη μελέτη που δημοσιεύτηκε στο Trends in Cognitive Sciences οι ερευνητές έγραψαν πως «κατά τη διάρκεια της εγρήγορσης, οι σκέψεις μας μεταβαίνουν μεταξύ διαφορετικών περιεχομένων. Ωστόσο, υπάρχουν στιγμές που φαινομενικά στερούνται περιεχομένου προς αναφορά, κάτι που αναφέρεται ως “κόλλημα” του μυαλού”».
Η ομάδα του Andrillon και φιλόσοφοι συγκέντρωσαν και εξέτασαν όλα όσα έχει ανακαλύψει επί του θέματος έως τώρα, η επιστήμη επί της αδράνειας του νου.
Μας σύστηναν να σκεφτόμαστε ένα ποτάμι σκέψεων στο μυαλό με συνεχή ροή (από αναμνήσεις, πλάνα, εσωτερικούς μονολόγους και φευγαλέες εικόνες), ώσπου κάποια στιγμή στερεύει.
Η νέα εργασία πρόσφερε ένα νέο πλαίσιο: το κόλλημα στο μυαλό είναι η ηρεμία μεταξύ των κυμάτων αυτού του νερού.
Οι διαφορές μεταξύ περιπλάνησης του νου και κολλήματος
Πάντα κατά την επιστημονική δουλειά, το ΜΒ δεν είναι υποσύνολο της περιπλάνησης του (σκέψεις που παρασύρονται όταν χάνουμε την επαφή με μια συζήτηση ή χανόμαστε σε ονειροπολήσεις), αλλά κάτι ξεχωριστό που πρέπει να αντιμετωπιστεί ως τέτοιο.
Όταν το μυαλό περιπλανιέται, οι σκέψεις μας απομακρύνονται από μια εργασία, ωστόσο παραμένουν εκεί -πχ σκεφτόμαστε μια συζήτηση της χθεσινής ημέρας-, ενώ στα MB δεν υπάρχει καθόλου περιεχόμενο.
Σε σύγκριση με την περιπλάνηση του μυαλού, οι άνθρωποι που ζουν την εμπειρία του κολλήματος του μυαλού, αναφέρουν ότι αισθάνονται πιο νυσταγμένοι, πιο νωθροί και είναι πιο επιρρεπείς στο να κάνουν λάθη.
«Συνήθη συμπτώματα του κολλήματος του μυαλού είναι η απώλεια προσοχής, να ξεχνάμε πληροφορίες και η εξαφάνιση της εσωτερικής μας φωνής. Αυτά εμφανίζονται ιδιαίτερα όταν κάνουμε κάτι μονότονο ή/και έπειτα από ένα κακό ύπνο ή/και ύστερα από έντονη άσκηση».
Οι ερευνητές συνέδεσαν αυτές τις στιγμές με υποτονική συμπεριφορά, βραδύτερους χρόνους αντίδρασης και φυσιολογικά σημάδια όπως χαμηλότερο καρδιακό ρυθμό και συστολή της κόρης των ματιών.
Οι καρδιακοί παλμοί επιβραδύνονται, ο κόσμος θολώνει και σε στιγμές που οι συμμετέχοντες έλαβαν οδηγίες να αδειάσουν ενεργά το μυαλό τους, οι επιστήμονες παρατήρησαν απενεργοποιήσεις σε περιοχές που συνδέονται με την ομιλία, τη μνήμη και τον κινητικό σχεδιασμό -συμπεριλαμβανομένης της περιοχής του Broca και του ιππόκαμπου.
Διαπιστώθηκε και καθολικά θετική εγκεφαλική συνδεσιμότητα (βλ. όλες οι περιοχές του εγκεφάλου επικοινωνούν μεταξύ τους ισότιμα), υποδηλώνοντας μια απώλεια της συνήθους εξειδίκευσης που ορίζει την ενεργή σκέψη.
«Αυτή η ομοιόμορφη επικοινωνία μεταξύ των περιοχών του εγκεφάλου μπορεί να οφείλεται στη χαμηλή επαγρύπνηση», σχολίασαν οι ερευνητές, οι οποίοι εξήγησαν πως σε κάποιες περιπτώσεις παρατηρήθηκε ακριβώς το αντίθετο.
«Σε ορισμένους ανθρώπους, μια ξαφνική αύξηση της νευρωνικής δραστηριότητας στις οπίσθιες περιοχές του εγκεφάλου προηγήθηκε ενός κενού. Εικάζουμε ότι η γρήγορη σκέψη μπορεί να κατακλύσει βασικά γνωστικά συστήματα, προκαλώντας ένα είδος πνευματικής υπερφόρτωσης».
Υποψιάζονται ότι ένας κοινός παράγοντας ενοποιεί αυτά τα, κατά τα άλλα, αποκλίνοντα επεισόδια: είναι οι αλλαγές στην διέγερση -μέτρο της φυσιολογικής ετοιμότητας του εγκεφάλου. Στα πικ εξαντλούμαστε και στα πολύ χαμηλά χανόμαστε.
Σε κάθε περίπτωση, το μυαλό πρέπει να ηρεμεί. Και το κάνει, όταν βρίσκει χώρο.