ΠΟΙΟΙ ΚΑΡΚΙΝΟΙ ΑΠΕΙΛΟΥΝ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟ ΤΟΥΣ ΕΥΠΟΡΟΥΣ
Μελέτη αποκάλυψε πως η κοινωνικοοικονομική κατάσταση δεν «πειράζει» μόνο τον κίνδυνο των μη εχόντων να εμφανίσουν σοβαρές ασθένειες (πχ καρκίνο), αλλά και των εχόντων.
Ο καρκίνος είναι ένα από τα ελάχιστα πράγματα σε αυτήν τη ζωή που δεν έχει προτιμήσεις. Στα ‘μάτια’ του είμαστε όλοι ίσοι. Στους υγειονομικούς ελέγχους και τις θεραπείες, όχι, αλλά όπως αποκαλύπτει μελέτη οι εύποροι διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο κάποιων τύπων.
Αυτό έδειξε η πρώτη συστηματική αξιολόγηση της αλληλεπίδρασης όσων μας έχουν κληρονομηθεί και τους περιβάλλοντος σε χώρες υψηλού εισοδήματος. Τα ευρήματα της θα παρουσιαστούν την Κυριακή στο European Society of Human Genetics.
Τα ευρήματα ωστόσο, έχουν ήδη χειροκροτηθεί από επιστήμονες που αναγνωρίζουν πως για να υπάρξει μια ημέρα πραγματική εξατομικευμένη υγεία -κι έτσι να έχουμε όλοι πολλές περισσότερες ελπίδες σωτηρίας από τις σύγχρονες μάστιγες-, πρέπει να αξιολογηθούν σωστά οι γενετικοί, αλλά και οι περιβαλλοντικοί κίνδυνοι.
Ιδιαίτερα το πώς μπορεί να επηρεάσει την υγεία μας η κοινωνικοοικονομική μας κατάσταση.
H ανακάλυψη των Φινλανδών που τρομάζει τους πλούσιους
Η εξατομικευμένη περίθαλψη αφορούσε μέχρι πρότινος τον έλεγχο ενός βιοδείκτη που σχετίζεται με μια συγκεκριμένη ασθένεια. Έχει φανεί πως δεν επαρκεί. Κάτι λείπει, για να υπάρχει αποτέλεσμα. Είναι η καλύτερη κατανόηση της σχέσης μεταξύ της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και των ασθενειών.
«Είναι ζωτικής σημασίας για την εξεύρεση τρόπων βελτίωσης της ισότητας της υγειονομικής περίθαλψης και τη διασφάλιση των ίσων ευκαιριών στην έγκαιρη ανίχνευση και την αποτελεσματική θεραπεία», όπως αναφέρουν οι ερευνητές που έκαναν την ανατροπή.
Έως τώρα υπάρχει μια καλά τεκμηριωμένη σύνδεση μεταξύ των διαφορών στην κοινωνικοοικονομική κατάσταση (βλ. εκπαιδευτικά επιτεύγματα και επάγγελμα) και τον κίνδυνο εμφάνισης ασθενειών. Ως επί το πλείστον, τα άτομα με χαμηλότερο SES (Socio-Economic Status) τείνουν να έχουν χειρότερα αποτελέσματα. Δηλαδή, φαίνεται να είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν πολύπλοκες ασθένειες, όπως ο διαβήτης και οι καρδιαγγειακές παθήσεις.
Ερευνητές μοριακής ιατρικής από το University of Helsinki χρησιμοποίησαν δεδομένα γονιδιωματικής και υγείας από περίπου 280.000 Φινλανδούς που παίρνουν μέρος στη μελέτη FinnGen (βλ. ερευνητικό πρόγραμμα στη γονιδιωματική και την εξατομικευμένη ιατρική που στοχεύει στην κατανόηση της γενετικής βάσης των ασθενειών).
Οι συμμετέχοντες ήταν ηλικίας από 35 έως 80 ετών, στην εκκίνηση της διαδικασίας που είχε ως ζητούμενο να αξιολογήσει συστηματικά τα στοιχεία αλληλεπίδρασης γονιδίου-περιβάλλοντος, μέσω της διαφορετικής γενετικής ευαισθησίας σε ασθένειες σε διάφορες κοινωνικοοικονομικές ομάδες.
Για πρώτη φορά αξιολογήθηκε συστηματικά την αλληλεπίδραση γονιδίου και περιβάλλοντος σε 19 σύνθετες ασθένειες που επιβαρύνουν ιδιαίτερα χώρες υψηλού εισοδήματος. Έως τώρα, στις σχετικές εργασίες εστίαζαν σε καρκίνους με μεταγενέστερη έναρξη ή αυτούς στους οποίους παίζει πολύ σημαντικό ρόλο το οικογενειακό ιστορικό και όχι
Τα όσα ανακάλυψαν θα παρουσιαστούν στο ετήσιο συνέδριο του European Society of Human Genetics που γίνεται στο Βερολίνο. Εκεί η Δρ Fiona Hagenbeek, μεταδιδακτορική ερευνήτρια στο Ινστιτούτο Μοριακής Ιατρικής Φινλανδίας (FIMM) του University of Helsinki, η οποία θα κάνει την παρουσίαση, θα αναφερθεί στην ανακάλυψη που θέλει τους έχοντες καλύτερη κοινωνικοοικονομική κατάσταση διατρέχουν μεγαλύτερο κίνδυνο να αναπτύξουν καρκίνο του μαστού, του προστάτη και άλλων τύπων καρκίνου.
Εν τω μεταξύ οι Φινλανδοί επιστήμονες επιβεβαίωσαν τη βιβλιογραφία που έχει δείξει συσχέτιση μεταξύ ατόμων με χαμηλότερο SES και μεγαλύτερης γενετικής ευαισθησίας σε σύνθετες ασθένειες, όπως η ρευματοειδής αρθρίτιδα, ο καρκίνος του πνεύμονα, η κατάθλιψη και η διαταραχή χρήσης αλκοόλ.
Ποια είναι η πρακτική σημασία των ανακαλύψεων
Όπως εξήγησε η Δρ Hagenbeek «τα ελπιδοφόρα αρχικά αποτελέσματα σημαίνουν ότι είναι πιθανό πως οι βαθμολογίες πολυγονιδιακού κινδύνου (μετρούν τον κίνδυνο ενός ατόμου για μια συγκεκριμένη ασθένεια, με βάση γενετικές πληροφορίες -το ιστορικό), θα μπορούσαν να προστεθούν στα πρωτόκολλα προσυμπτωματικού ελέγχου για πολλαπλές ασθένειες, σε πολλές χώρες.
Τα περισσότερα μοντέλα πρόβλεψης κλινικού κινδύνου περιλαμβάνουν βασικές δημογραφικές πληροφορίες (πχ βιολογικό φύλο και ηλικία). Έτσι αναγνωρίζεται ότι η συχνότητα της νόσου διαφέρει μεταξύ ανδρών και γυναικών και εξαρτάται από την ηλικία. H αναγνώριση πως αυτό το περιεχόμενο είναι σημαντικό, όταν βάζουμε στην υγειονομική περίθαλψη και τις γενετικές πληροφορίες, είναι ένα σημαντικό πρώτο βήμα. Τώρα μπορούμε να δείξουμε πως η γενετική πρόβλεψη του κινδύνου μιας ασθένειες, εξαρτάται και από το κοινωνικοοικονομικό υπόβαθρο του όποιου ατόμου».
«Ενώ οι γενετικές μας πληροφορίες δεν αλλάζουν κατά τη διάρκεια της ζωής μας, ο αντίκτυπος της γενετικής στον κίνδυνο ασθένειας αλλάζει όσο μεγαλώνουμε ή αλλάζουν οι περιστάσεις μας».
Η κατανόηση του αντίκτυπου αυτών των βαθμολογιών στον κίνδυνο ασθενειών μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω ενστρωμένα πρωτόκολλα προσυμπτωματικού ελέγχου. Για παράδειγμα, στο μέλλον, το πρωτόκολλο για τον καρκίνο του μαστού μπορεί να προσαρμοστεί ώστε οι γυναίκες με υψηλό γενετικό κίνδυνο και με υψηλή μόρφωση να κάνουν νωρίτερα ή πιο συχνό έλεγχο από ό,τι οι γυναίκες με χαμηλότερο γενετικό κίνδυνο ή λιγότερη εκπαίδευση».
Πώς γίνεται να απειλούνται περισσότεροι αυτοί που έχουν περισσότερα διαθέσιμα μέσα;
Οι έρευνες που συμφωνούν πως το χαμηλότερο SES σημαίνει χειρότερα αποτελέσματα και δη σε ό,τι αφορά τον καρκίνο, αναφέρουν πως αυτό έχει να κάνει με
- τον τρόπο ζωής (το χαμηλότερο SES συνδέεται συχνά με ανθυγιεινές συμπεριφορές όπως το κάπνισμα, η κακή διατροφή και η έλλειψη σωματικής δραστηριότητας, που είναι όλοι παράγοντες κινδύνου για καρκίνο)
- τις περιβαλλοντικές εκθέσεις (οι κάτοικοι γειτονιών με χαμηλότερα επίπεδα SES εκτίθενται σε περισσότερους περιβαλλοντικούς ρύπους, γεγονός που μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο καρκίνου),
- το χρόνιο στρες (είναι πιο συχνό σε άτομα με χαμηλότερο SES και έχει διαπιστωθεί πως μπορεί αποδυναμώσει το ανοσοποιητικό σύστημα) και
- την πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, συμπεριλαμβανομένων των προληπτικών ελέγχων και της ποιοτικής θεραπείας. Σε αυτό αποδίδονται και οι μεταγενέστερες διαγνώσεις καρκίνου -όταν πια η ασθένεια είναι σε πιο προχωρημένο στάδιο-, τα υψηλότερα ποσοστά καρκίνου και τα υψηλότερα ποσοστά θνησιμότητας.
Τι είναι αυτό που απειλεί εκείνους που έχουν περισσότερα μέσα για να διαχειριστούν τα της υγείας τους;
Ορισμένες μελέτες υποδηλώνουν πιθανή γενετική προδιάθεση για ορισμένους καρκίνους όπως ο καρκίνος του μαστού ή του προστάτη -οι οποίοι εμφανίζονται μεταγενέστερα.
Eπίσης, η σταδιοδρομία και ο τρόπος ζωής με υψηλή πίεση ενδέχεται να οδηγούν σε χρόνιο στρες που επηρεάζει τη λειτουργία του ανοσοποιητικού και δυνητικά αυξάνει τον κίνδυνο διαφόρων προβλημάτων υγείας.
Η έγκαιρη ανίχνευση και θεραπεία λόγω της καλύτερης πρόσβασης στην υγειονομική περίθαλψη, μπορεί να οδηγήσει σε λανθασμένη αντίληψη για υψηλότερη γενετική προδιάθεση.
Εν τω μεταξύ, ενώ η υγιεινή διατροφή είναι ευκολότερη, τα πολυάσχολα προγράμματα ή οι κοινωνικές πιέσεις μπορεί να οδηγήσουν σε ανθυγιεινές διατροφικές συνήθειες. Κάτι ανάλογο ισχύει και για την τακτική άσκηση. Η δυνατότητα πρόσβασης σε γυμναστήρια ή προσωπικούς προπονητές, δεν μεταφράζεται σε συνεπή εκγύμναση.
Σημειωτέον, η κατάχρηση ουσιών, τα επικίνδυνα χόμπι ή ακόμα και το άγχος της διαχείρισης του πλούτου μπορεί να οδηγήσουν σε ανθυγιεινές συμπεριφορές που επηρεάζουν την υγεία, ενώ και οι τακτικοί έλεγχοι μπορεί να παραμεληθούν λόγω πολυάσχολων προγραμμάτων, ακόμη και όταν τα άτομα αυτά έχουν καλή ασφάλεια.
Βέβαια, εάν διαπιστωθεί θέμα, έχουν πρόσβαση σε ειδικούς, προηγμένες θεραπείες και ελέγχους και άρα μεγαλύτερο ποσοστό επιβίωσης. Ούτως ή άλλως ζουν σε καλύτερα περιβάλλοντα, με καλύτερη ποιότητα αέρα και χαμηλότερα ποσοστά εγκληματικότητας -στοιχεία που επίσης, βοηθούν την υγεία.
ΠΟΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΕΠΟΜΕΝΟ ΒΗΜΑ
Οι ερευνητές ελπίζουν ότι η μελέτη θα συνεχιστεί για να διαπιστωθεί εάν μπορούν να εντοπιστούν και να γίνουν πλήρως κατανοητοί, δεσμοί μεταξύ συγκεκριμένων επαγγελμάτων και κινδύνου ασθενειών.
Θα συγκρίνουν επίσης, τα αποτελέσματά τους με ευρήματα μελετών βιοτραπεζών από τη Φινλανδία, το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Νορβηγία και την Εσθονία μέσω της κοινοπραξίας INTERVENE (περιλαμβάνει τις μεγαλύτερες και κορυφαίες βιοτράπεζες και αποθετήρια ιατρικών δεδομένων σε όλη την Ευρώπη και τις ΗΠΑ). Έτσι θα καταλάβουν εάν εμπλέκονται ζητήματα ειδικά για τη χώρα ή τη βιοτράπεζα.
Η Δρ Hagenbeek τόνισε ότι «η εργασία μας επικεντρώθηκε αποκλειστικά σε άτομα ευρωπαϊκής καταγωγής. Θα είναι επίσης σημαντικό στο μέλλον να δούμε εάν οι παρατηρήσεις μας επί της αλληλεπίδρασης της κοινωνικοοικονομικής κατάστασης και της γενετικής για τον κίνδυνο ασθενειών αναπαράγονται σε άτομα πολλαπλών καταβολών, σε χώρες υψηλότερου και χαμηλότερου εισοδήματος.
Ο γενικός στόχος της ενσωμάτωσης γενετικών πληροφοριών στην υγειονομική περίθαλψη είναι η διευκόλυνση της εξατομικευμένης ιατρικής. Υπ’ αυτήν την έννοια, δεν πρέπει να αντιμετωπίζουμε τις γενετικές πληροφορίες ως one size.
Τουναντίον, θα πρέπει να διερευνήσουμε και στη συνέχεια να συμπεριλάβουμε τις περιστάσεις που τροποποιούν τον γενετικό κίνδυνο κατά την πρόβλεψη της νόσου».