ΒΑΣΙΛΗΣ ΚΟΥΚΑΛΑΝΙ ΣΤΟ NEWS 24/7: “ΤΟ ΘΕΑΤΡΟ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΣΤΗΝ ΑΠΟΒΛΑΚΩΣΗ”
Ένας εξαιρετικά χαρισματικός ηθοποιός με αυξανόμενη διεθνή αναγνώριση τα τελευταία χρόνια συμμετέχοντας σε μεγάλες διεθνείς παραγωγές, ένας σκηνοθέτης που δημιουργεί το δικό του στίγμα στο παιδικό θέατρο.
Την τελευταία χρονιά έχω δει όλες τις παραστάσεις της Συντεχνίας του Γέλιου με ενθουσιασμό που δε φανταζόμουν. Είναι για παιδιά αλλά άνετα μπορούν να ειδωθούν και από ενήλικα άτομα. Το ότι είναι για παιδιά, όμως, τις κάνει ξεχωριστές, αφού μ’ έναν οξυδερκή και δημιουργικό τρόπο φέρνουν σ’ αυτό το ευαίσθητο κοινό τις κρίσιμες ιδέες της συμπερίληψης, του αντιρατσισμού, της έμφυλης ισότητας. Η φετινή παράσταση «είμαστε πάτσι» κάνει ακριβώς αυτό, αποδομεί τα δηλητηριώδη στερεότυπα για τους έμφυλους ρόλους. Με αυτή την αφορμή συναντηθήκαμε με το σκηνοθέτη της Βασίλη Κουκαλάνι, παρότι η αλήθεια είναι πως δε λείπουν οι αφορμές για μια κουβέντα με τον Βασίλη.
Ένας εξαιρετικά χαρισματικός ηθοποιός με αυξανόμενη διεθνή αναγνώριση τα τελευταία χρόνια συμμετέχοντας σε μεγάλες διεθνείς παραγωγές, ένας σκηνοθέτης που δημιουργεί το δικό του στίγμα στο παιδικό θέατρο μα κι ένας αλληλέγγυος άνθρωπος που δε λείπει από τον δρόμο, από τους κοινωνικούς αγώνες, από τη στήριξη των αυτοοργανωμένων εγχειρημάτων. Υπήρχαν, λοιπόν, τα εναύσματα γι’ αυτή τη συνέντευξη, ο οποία είναι μαζί και μια ευκαιρία εξιστόρησης του προσωπικού βιώματος που πάντα αποτελεί ένα ορυχείο αίσθησης, γνώσης και αντίληψης για τον κόσμο.
Βασίλη η καταγωγή σου και η ταυτότητα της οικογένειας σου, έπαιξαν ρόλο στην πολιτική σου στάση στην ενήλικη ζωή σου;
Ασφαλώς. Οι γονείς μου σπούδαζαν στην Κολωνία, ο πατέρας μου ήταν από τα Ιράν που υπήρχε η δικτατορία του Σάχη τότε και η μητέρα από την Ελλάδα, από το Ηράκλειο που είχαμε χούντα τότε. Στην Κολωνία υπήρχαν πολλοί φοιτητές Ιρανοί και Έλληνες με έντονους δεσμούς μεταξύ τους. Έτσι οι παρέες των γονιών μου ήταν μικτές, ο καθένας μίλαγε τη γλώσσα του και μεταξύ τους γερμανικά. Εγώ δηλαδή μεγάλωσα τρίγλωσσος. Το φοιτητικό κίνημα ήταν πολύ δυνατό. Φαντάσου αν έρχονταν κάποιος ρουφιάνος του Σάχη, οι Ιρανοί έστελναν τους Έλληνες να τον διώξουν και το αντίστροφο. Οι γονείς μου ήταν αριστεροί, μαχητές. Σίγουρα με καθόρισε ότι μέχρι την ηλικία των 11 ετών είχα ζήσει σε τρεις πόλεις και σε δύο ηπείρους, στην αρχή στην Κολωνία, μετά στην Τεχεράνη και μετά στην Αθήνα. Όταν ήρθα εδώ ένιωθα ήδη ότι ανήκω σε τρεις κοινότητες. Ακόμα και τώρα όταν πηγαίνω στη Γερμανία και βγαίνω από το αεροπλάνο, ο αέρας μου είναι γνώριμος.
Η εμπειρία σου στην Τεχεράνη πως ήταν; Με δεδομένο ότι ήταν ένας από τα πιο ταραχώδη ιστορικά διαστήματα για τον Ιράν;
Στην αρχή πήγε μόνος του ο πατέρας μου με προοπτική να πάμε κι εμείς αργότερα αλλά τον έβαλαν φυλακή. Μείναμε μόνοι με τη μητέρα μου στην Κολωνία για δύο χρόνια. Αυτό ήταν πολύ σκληρό, γιατί εγώ με τα παιδικό μου μυαλό σκεφτόμουν ότι από εκεί που παίζαμε με τον πατέρα μου στον καναπέ, τώρα αυτός βρίσκεται πίσω από τα κάγκελα και τον φυλάνε άνθρωποι με όπλα. Όταν αποφυλακίστηκε ο πατέρας μου, πήγαμε στο Ιράν. Ήταν μια καλή περίοδος, μετά από λίγο ξεκίνησε η επανάσταση, μιλάμε για μια ανεπανάληπτη εμπειρία με εκατομμύρια ανθρώπους να διαδηλώνουν. Άρχισε να παραλύει η χώρα. Οι γονείς μου με έστειλαν στο θείο μου στη Γερμανία για να μη χάσω τη χρονιά. Τα υπόλοιπα είναι γνωστά και στενάχωρα. Επικράτησε τελικά το θεοκρατικό καθεστώς.
Εικάζω ότι αυτό σκόρπισε μεγάλη απογοήτευση στους ανθρώπους που αγωνίστηκαν και πίστευαν ότι η επανάσταση θα οδηγήσει στη χειραφέτηση;
Απερίγραπτη απογοήτευση. Ξέρεις, το Ιράν εκείνης της εποχής χαρακτηρίζονταν πολιτικά ως το θαύμα της Μέσης Ανατολής. Υπήρχε αριστερισμός, υπήρχε η δημοκρατική νεολαία, υπήρχε ριζοσπαστικότητα. Η πεποίθηση μου είναι πως το 50-60% των κατοίκων στα μεγάλα αστικά κέντρα ήταν αριστεροί. Το ότι σε αυτές τις συνθήκες κατόρθωσε ο Χομεινί να πάρει την εξουσία ήταν μεγάλη απογοήτευση. Εμείς ήρθαμε στην Ελλάδα, ο πατέρας μου κρύβονταν γιατί ήταν υπό διωγμό. Κάποια στιγμή μπόρεσε να δραπετεύσει μαζί με τους κούρδους αντάρτες κι ήρθε να μας βρει. Δεν ήταν όμως ο άνθρωπος που θυμόμουν, που είχε αυτοπεποίθηση και διάθεση. Ήταν ένας σπασμένος άνθρωπος πλέον. Αρκετοί φίλοι του εκτελέστηκαν, όπως ο Νουριάν που χρησιμοποιώ το όνομα του στη «Γιορτή στου Νουριάν». Ήταν ένας οικογενειακός μας φίλος, με το γιο του ήμασταν συμμαθητές. Τον έπιασαν και τον εκτέλεσαν. Στον πατέρα μου πήρε μια εφταετία να συνέλθει και να μιλήσει, μέχρι που μια μέρα αγόρασε μια Ελευθεροτυπία και άρχισε να την ξεφυλλίζει. Επομένως, αυτά με έχουν καθορίσει όσον αφορά τα κοινωνικά οράματα, τι κόσμο θέλουμε, τι μπορούμε να κάνουμε διαφορετικά.
Στην Ελλάδα ένιωσες ποτέ ρατσισμό;
Κοίτα ξένος δεν ένιωσα ποτέ. Απέκτησα από πολύ μικρός ένα τόσο μεγάλο εύρος αναπαραστάσεων απέκτησα σύντομα προσαρμοστικότητα και αυτοπεποίθηση. Δε φοβόμουν. Φίλους κάναμε γρήγορα. Το μόνο πρόβλημα ήταν πως η μητέρα μου τα πρώτα χρόνια άλλαζε δουλειές για να μπορέσουμε να ανταπεξέλθουμε. Μετά έγινε στέλεχος σε μια επιχείρηση, σ’ έναν ανδροκρατικό περιβάλλον τη δεκαετία του 90 αλλά είχε ηρωικό τσαγανό με τόσα που είχε περάσει και δεν πτοούνταν.
Το θέατρο ήταν κάτι που σου άρεσε, που το σκεφτόσουν από τότε;
Ναι μου άρεσε από μικρός. Στα 14 ένας δάσκαλος που αγαπούσα μου είπε ότι το Ελληνικό Θέατρο έψαχνε κάποιον και να πάω. Μπήκα σε μια ομάδα που συμμετείχαν η Λένα Κιτσοπούλου, η Βίκυ Βολιώτη, άτομα δηλαδή που ασχολήθηκαν στη συνέχεια επαγγελματικά με το θέατρο. Και άλλαξε η ζωή μου. Εκεί που το μυαλό μου ήταν στη μπάλα και τις βόλτες, ξαφνικά μπήκε κάτι νέο στην καθημερινότητα μου που με σαγήνευσε. Και το ένα έφερε το άλλο. Με πήραν σ’ ένα εκπαιδευτικό πρόγραμμα στη Νέα Υόρκη. Δούλεψα για ένα διάστημα σε διάφορα μικρά κινηματογραφικά συνεργεία αλλά μετά αναγκάστηκα να επιστρέψω για να πάω φαντάρος. Ακολούθησαν κάποια χρόνια κραιπάλης, όπου έπαιζα από εδώ κι από εκεί, όπου με φώναζαν γιατί είχε σίγουρο μεροκάματο. Μέχρι την παράσταση «Φωτιά και Νερό» της Χρύσας Σπηλιώτη, όπου βρέθηκα από το πουθενά πρωταγωνιστής. Έτσι με ανακάλυψαν σταδιακά ο Βασίλιεφ, ο Λιβαθινός, ο Βογιατζής και βρέθηκα να συνεργάζομαι μαζί τους. Ήταν και λίγο θέμα τύχης αλλά κι ένας τρόπος να ζεις τα πράγματα με πάθος που εμένα μου ταιριάζει κι ας έχω φάει τα μούτρα μου μερικές φορές.
Τα τελευταία χρόνια είσαι αφοσιωμένος στο παιδικό θέατρο και με τη Συντεχνία του Γέλιου έχετε ανεβάσει ορισμένες αρκετά ρηξικέλευθες και επιδραστικές παραστάσεις. Πως βρέθηκες σ’ αυτό το μονοπάτι;
Αρχικά να σου πω ότι πρόκειται για ένα είδος που το γνωρίζω καλά από τη Γερμανία. Οι πρώτες σκέψεις μου μπήκαν από το Δεκέμβρη του 2008 και μετά που άρχισαν οι συζητήσεις μεταξύ των καλλιτεχνών για το πως θα γίνουμε λίγο δυσάρεστοι και επικίνδυνοι. Κι έτσι αποφάσισα να ασχοληθώ με αυτό, ξεκινώντας με το Νουριάν το 2011. Ήταν μια εξαιρετικά δημιουργική περίοδος για μένα, ήμουν ακούραστος, ξύπναγα και κοιμόμουν γεμάτος. Λειτούργησε κιόλας σαν πρόπλασμα για τη Συντεχνία του Γέλιου. Με ενδιαφέρει πολύ και έκτοτε δε σταμάτησα να το κάνω για διάφορους λόγους, επειδή λατρεύεται από το κοινό κι επειδή δημιουργεί τομές στα παιδιά. Το σύστημα προσπαθεί να μας πείσει ότι οι ιδέες μας για τη συλλογικότητα και τα δικαιώματα είναι ξεπερασμένες και γραφικές. Εγώ θεωρώ ότι αυτού του είδους το θέατρο συνιστά αντίσταση στην επιχειρούμενη αποβλάκωση. Τα παιδιά είναι από τα πιο γνήσια επαναστατικά υλικά, γιατί έχουν ένα φυσικό δικαίωμα στην ανυπακοή, μπορούν και επερωτούν τα πράγματα από την πρωτογενή τους λογική και την κυριολεκτική απορία, μπλέκονται σε μια διαρκή αμφισβήτηση που με συναρπάζει. Το πίστεψα και γι’ αυτό το κάνω ακόμα, Χιλιάδες παιδιά έχουν περάσει από τις παραστάσεις μας, έχουμε χτίσει πλέον ένα πιστό κοινό.
Τουλάχιστον δύο από τις παραστάσεις σας, ο Νουριάν και το «Πιο δυνατός από τον Σουπερμαν» έχουν στο επίκεντρο παιδιά από κοινωνικές ομάδες που αποτελούν τους πρώτους στόχους για μπουλινγκ, προσφυγάκια και ανάπηρα. Γι’ αυτό ευθύνονται τα τοξικά στερεότυπα με τα οποία γαζώνονται συνεχώς τα παιδιά;
Σε επίπεδο προκατάληψης τα παιδιά είναι κακέκτυπες μιμήσεις των μεγάλων. Την επιθετικότητα που βγάζουν ενίοτε στο σχολείο την τσιμπάνε σα συμπεριφορά από το περιβάλλον τους και την αναπαράγουν. Επίσης σχετίζεται με τη σχολική πίεση, το πώς μαθαίνεις, πόσο σου κινεί το ενδιαφέρον η διαδικασία που δε στο κινεί στην πραγματικότητα γιατί σου καταργούν την παιδικότητα. Ένα παιδί στην πέμπτη δημοτικού ασχολείται όλη μέρα με τα μαθήματα του, μπαίνει σε μια ρουτίνα που πρέπει να αποδώσει. Ο τρόπος που είναι δομημένο το σύστημα γεννάει την επιθετικότητα και τον ανταγωνισμό στα παιδιά. Εγώ γενικά πιστεύω ότι ο άνθρωπος γεννιέται καλός, τρυφερός, ανοιχτός και πνευματικός. Διαμορφώνεται βίαια με βάση κοινωνικές και πολιτισμικές παραμέτρους.
Φέτος ανεβάζετε το «Είμαστε πάτσι» για τους έμφυλους ρόλους και την έμφυλη ισότητα. Είναι μάλλον το κατάλληλο timing.
Αυτό το έργο το θυμόμουν από μικρός αλλά ήταν γραμμένο με έναν παρωχημένο τρόπο που αντιμετώπιζε μονολιθικά την πατριαρχία. Χρειάστηκε πολλή δουλειά και σκέψη για να το φτάσουμε σε πιο σύγχρονα συμφραζόμενα, διότι μπορεί τα αίτια της πατριαρχίας να μην έχουν αλλάξει, όμως έχουν τροποποιηθεί οι εκφάνσεις της. Ισχύει αυτό που λες για το timing. Το metoo μπορεί να μας πάει παραπέρα, αρκεί να μην χωνευτεί εύκολα, να εδραιωθεί σε πολιτικές βάσεις και θέσει θεμέλια αλλαγής. Θεώρησα όντως ότι είναι η σωστή στιγμή για να θέσεις τέτοια ερωτήματα και να βάλεις τέτοια νοήματα μέσω των παιδιών στα σπίτια των καταπιεσμένων. Και πήρα το ρίσκο.
Και παράλληλα συμμετέχεις σε ορισμένες μεγάλες διεθνείς κινηματογραφικές παραγωγές.
Η αρχή έγινε το 2013 που πήρα πρωταγωνιστικό ρόλο σε μια γαλλική παραγωγή, ταξίδεψε σε όλο τον κόσμο, έκανε ντόρο και στο Ιραν απαγορεύτηκε. Η Πλατεία Αμερικής ήταν ένας ακόμα σημαντικός σταθμός στην καριέρα μου. Και ακολούθησαν τα υπόλοιπα. Νιώθω τυχερός από αυτή την άποψη και αγαπώ τον κινηματογράφο που δυστυχώς στην Ελλάδα δε στηρίζεται. Γενικά στην Ελλάδα δεν υπάρχει πολιτική για τον πολιτισμό. Είναι και μεθοδευμένο, δε θέλουν να ξυπνήσει ο κόσμος, να συμμετέχει σε κάτι. Δες τα σήριαλ, είναι γεμάτα στερεότυπα που παρεμποδίζουν την εξέλιξη μας.
Ωστόσο, από την περίοδο της πρώτης καραντίνας και μετά ήταν η πρώτη φορά μετά τον Δεκέμβρη του 2008 που είδαμε τους/ τις εργαζόμενους/ες στον πολιτισμό να συγκροτούνται ως συλλογικό υποκείμενο και να διεκδικούν. Είσαι αισιόδοξος σε αυτό το κομμάτι;
Οι support art workers ήταν μια σημαντική πρωτοβουλία. Μαζεύτηκε πολύς κόσμος γιατί ένιωσε ότι απειλείται και ήρθε σε μετωπική σύγκρουση με το Υπουργείο. Από τις κουβέντες που εμένα με έχουν συγκινήσει πολύ ήταν ότι πρέπει να δημιουργήσουμε τις αφετηρίες που χρειάζεται το θέατρο ώστε να γίνει θέατρο επερώτησης και αμφισβήτησης του κατεστημένου. Βέβαια στη συνέχεια ο κόσμος ξανακλείστηκε στο καβούκι του γιατί έπρεπε να δουλέψει και να επιβιώσει. Άφησε, όμως, κάτι. Εγώ στηρίζω τέτοια εγχειρήματα, όπως στηρίζω και το θέατρο Εμπρός. Έχει σημασία να είμαστε και στο δρόμο. Η Συντεχνία του Γέλιου με συνδέει με καλλιτεχνικά και πολιτικά διακυβεύματα. Νιώθω ολοκληρωμένος εκεί.