Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν μπορεί να απεξαρτηθεί άμεσα από τις ΗΠΑ, σε ό,τι αφορά τις αγορές οπλικών συστημάτων. iStock

ΕΥΡΩΠΗ: ΠΟΥ ΘΑ ΒΡΕΘΟΥΝ ΤΑ ΟΠΛΑ ΑΝ ΚΟΨΟΥΜΕ ΤΙΣ ΗΠΑ;

Η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να απεξαρτηθεί από τις ΗΠΑ σε εισαγωγές οπλικών συστημάτων. Μπορεί όμως, να το κάνει;

Όπως στην κλιμάκωση του πολέμου στην Ουκρανία η Ευρωπαϊκή Ένωσηαντιλήφθηκε πως η Ρωσία μπορεί να τη χειραγωγεί με το φυσικό αέριο -με πρωτοβουλίες της Γερμανίας την είχαμε σχεδόν αποκλειστικό πάροχο-, τώρα με τις διαδοχικές προειδοποιήσεις (απειλές;) του Ντόναλντ Τραμπ καταλάβαμε τι θα συμβεί εάν σταματήσει να μας εξοπλίζουν οι ΗΠΑ με οπλικά συστήματα.

Koινώς, υπάρχει πρόβλημα και είναι μεγάλο, με όσα αποφασίζονται τώρα να μην μπορούν να αποτελέσουν -άμεσα- λύση.

Βέβαια, υπάρχει το τεράστιο ερώτημα γιατί η ΕΕ χρειάζεται όπλα, στο οποίο απάντησε ο Γιάννης Γούναρης, επιστημονικός συνεργάτης του Ινστιτούτο ΕΝΑ στον Σταύρο Διοσκουρίδη. Εδώ θα εξηγήσουμε τι υπάρχει μετά τις ΗΠΑ.

Η σύντομη απάντηση είναι τίποτα -βραχυπρόθεσμα.

ΤΟ ΠΡΟΤΖΕΚΤ ΤΩΝ 800.000.000.000 ΕΥΡΩ ΤΗΣ ΕΕ

H EΕ αποφάσισε να θέσει σε εφαρμογή το ReArm Europe Plan, για να μπορεί κάθε κράτος μέλος να βελτιώσει την άμυνα του, μέσω εθνικής χρηματοδότησης.

Η πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, Ούρσουλα φον ντερ Λάιεν είπε χαρακτηριστικά, πως η ΕΕ θα επενδύσει στον επανεξοπλισμό της το ποσό των 800 δισεκατομμυρίων ευρώ. «Τα κράτη μέλη είναι έτοιμα να επενδύσουν περισσότερα στην ασφάλεια τους, εάν έχουν δημοσιονομικό χώρο. Πρέπει να τους επιτρέψουμε να το κάνουν, χωρίς να ενεργοποιήσουν τη διαδικασία υπερβολικού ελλείμματος».

Στα 800 δισεκατομμύρια έχουν συμπεριληφθεί τα 150.000.000.000 ευρώ που θα δοθούν σε δάνεια στα κράτη μέλη, για «επενδύσεις άμυνας» όπως είπε η φον Ντερ Λάιεν.

«Αυτό βασικά σημαίνει πως ξοδεύουμε καλύτερα, όταν ξοδεύουμε μαζί. Μιλάμε για πανευρωπαϊκούς τομείς ικανοτήτων -αεράμυνα και πυραυλική άμυνα, συστήματα πυροβολικού, drones πυραύλων και πυρομαχικών και συστήματα αντι-drone και μέσα αντιμετώπισης άλλων αναγκών, όπως οι επιθέσεις στον κυβερνοχώρο. Θα βοηθήσει τα κράτη μέλη να συγκεντρώσουν τη ζήτηση και να αγοράσουν από κοινού».

Το ReArm Europe Plan προκάλεσε ερωτηματικά, με βασικό το πού θα βρεθούν τα χρήματα για την πραγματοποίηση του, με το European Correspondent να θέτει ένα άλλο: Πού θα βρεθούν τα όπλα του επανεξοπλισμού;

Στην παρούσα φάση, η ΕΕ δεν μπορεί να κάνει τίποτα αμυντικά, αν δεν συμφωνούν οι ΗΠΑ. Χαρακτηριστικά, ουδεμία χώρα μπορεί να κάνει χρήση του εξοπλισμού που έχει αγοράσει από τις ΗΠΑ, χωρίς τη συγκατάθεση τους.

Κάπως έτσι προέκυψε και θέμα απεξάρτησης της ΕΕ από τις ΗΠΑ. Η επικεφαλής της εξωτερικής πολιτικής της ΕΕ, Κάγια Κάλας πρότεινε να δοθεί προτεραιότητα στα όπλα ευρωπαϊκής παραγωγής. 

Όπως ωστόσο, αναφέρεται στο άρθρο του European Correspondent «σχεδόν όλοι οι ηγέτες είναι αποφασισμένοι να αυξήσουν τις αμυντικές δαπάνες για να βελτιώσουν τις στρατιωτικές τους δυνατότητες και να αυτονομηθούν από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Όμως, δεδομένων των ελλείψεων της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπλων, οι ευρωπαϊκές χώρες αγοράζουν όπλα σχεδόν αποκλειστικά από τις ΗΠΑ».

Ας προχωρήσουμε στους σχετικούς αριθμούς.

TI ΠΛΗΡΩΝΟΥΜΕ ΣΤΙΣ ΗΠΑ

Σύμφωνα με το Διεθνές Ινστιτούτο Ερευνών για την Ειρήνη της Στοκχόλμης οι ΗΠΑ προμήθευσαν το 64% του στρατιωτικού εξοπλισμού των ευρωπαϊκών μελών του ΝΑΤΟ από το 2019 έως το 2024. Η αύξηση ήταν της τάξεως του 12% συγκριτικά με την προηγούμενη πενταετία.

Πήραμε τα πάντα, από ελικόπτερα Apache μέχρι άρματα μάχης Abrams, συστήματα αεράμυνας Patriot και μαχητικά αεροσκάφη F-35, που έτυχαν ιδιαίτερης προτίμησης. Συγκεκριμένα, όταν παραδοθούν όλες οι ευρωπαϊκές αγορές, περισσότερα από 570 αεροσκάφη F-35 θα βρίσκονται σε ευρωπαϊκούς στρατούς.

Τα συγκεκριμένα τζετ στο επίκεντρο ενός debate δεκαετιών για το αν υπάρχουν kill switches στα αμερικανικά οπλικά συστήματα, συστήματα που απενεργοποιούν ή περιορίζουν εξ αποστάσεως ό,τι κατασκευάζουν και πωλούν οι ΗΠΑ.

Eιδικοί σε θέματα ασφάλειας ομολόγησαν στους Financial Times πως έχουν αρχίσει να αναρωτιούνται εκ νέου την ύπαρξη των «kill switches» που ενεργοποιήθηκαν το 2021 στο Αφγανιστάν, όταν τα μισά Black Hawk της Καμπούλ έμειναν καθηλωμένα στο έδαφος και οι αντάρτες νίκησαν.

Oι έχοντες γνώση εξηγούν πως είτε έχουν, είτε δεν έχουν kill switch (που προκύπτει με κώδικα -δεν είναι δηλαδή, κάτι το ιδιαίτερα σύνθετο για αυτούς που ξέρουν) τα F-35, αυτό που σίγουρα διαθέτουν και αποτελεί πλεονέκτημα των ΗΠΑ, είναι συστήματα που βασίζονται σε ενημερώσεις λογισμικού, ανταλλακτικά και logistics, τα οποία είναι απαραίτητα, πωλούνται ξεχωριστά και ελέγχονται εξ ολοκλήρου από τις ΗΠΑ.

Το αυτό ισχύει και για τους συνδέσμους δορυφορικής επικοινωνίας, ανταλλαγής πληροφοριών και υποστήριξης επικοινωνιών που χρησιμοποιούν τα οπλικά συστήματα. Παρέχονται αποκλειστικά από τις ΗΠΑ, όπως και η υποστήριξη λογισμικού. Σε ό,τι αφορά τις όποιες μετατροπές (πχ τον εξοπλισμό των drones με πυραύλους) χρειάζεται μια μακρά διαδικασία αδειοδότησης από τις ΗΠΑ, όπως έγινε γνωστό όταν έκαναν τις σχετικές ενέργειες οι Γαλλία και Ιταλία.

Χωρίς τα “παρελκόμενα”, η λειτουργικότητα υποβαθμίζεται με την πάροδο του χρόνου.

Τα F-35 χρειάζονται την υποστήριξη συντήρησης και προσαρμογής σε νέες απειλές από τις ΗΠΑ και πιο συγκεκριμένα από το Autonomic Logistics Information System που λίαν συντόμως, θα αντικατασταθεί από το Odin (Operational Data Integrated Network). Αυτά τα συστήματα διαχειρίζονται τα πάντα, από τον σχεδιασμό των αποστολών, τις βάσεις δεδομένων απειλών έως τα διαγνωστικά συντήρησης.

Αναλυτής αεροδιαστημικής και άμυνας διευκρίνισε στους FT ότι «το πρόβλημα με τον πραγματικά εξελιγμένο αμυντικό εξοπλισμό είναι ότι χρειάζεται τόση υποστήριξη από τον πωλητή, που εάν αυτός αποφασίσει να σταματήσει να την παρέχει, ο εξοπλισμός σταματά να λειτουργεί. Αν όχι ακαριαία, τότε πολύ γρήγορα».

Το τζετ μπορεί να σηκωθεί χωρίς αμερικανική βοήθεια. Απλά μετά δεν μπορεί να “λειτουργήσει” για το σκοπό που το πληρώνουμε.

Η εταιρεία που τα κατασκευάζει διευκρινίζει ότι όταν τα παραδίδει δίνει και όλη την υποδομή και τα δεδομένα. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ που τα παραλαμβάνει, τα πουλάει σε διάφορα πακέτα στις χώρες που τα παραγγέλνουν.

Η ΙΔΙΑΙΤΕΡΟΤΗΤΑ ΤΩΝ F-35 ΠΟΥ ΕΧΟΥΜΕ ΟΛΟΙ ΣΤΗΝ ΕΕ -ΚΑΙ ΠΟΣΟ ΤΑ ΠΛΗΡΩΣΑΜΕ

Στην τιμή που δίνει μια χώρα για ένα F-35 υπάρχει το ποσό της υποστήριξης για κάθε τζετ (όπλα, εκπαίδευση, ανταλλακτικά και αρχική συντήρηση) και το «κόστος πτήσης» που είναι η τιμή του ίδιου του αεροσκάφους (πλαίσιο, κινητήρας και βασικά συστήματα).

Αυτό αλλάζει ανάλογα με τα μοντέλα που αγοράζονται και τον αριθμό της παραγγελίας.

H Eλλάδα συμφώνησε να αγοράσει 20 μαχητικά F-35A Joint Strike Fighters μέσω του προγράμματος Foreign Military Sales (FMS). Το κόστος, συμπεριλαμβανομένης της πρόσθετης υποστήριξης (εκπαίδευση, υλικοτεχνική υποστήριξη και πιθανώς όπλα) αναφέρεται στα 3.21 δισεκατομμύρια ευρώ (160.5 εκατομμύρια το ένα).

Σύμφωνα με το State Department η ευρύτερη πιθανή συμφωνία που περιλαμβάνει 20 επιπλέον F-35, εκτιμάται στα 7.88 δισεκατομμύρια ευρώ. Προς το παρόν είναι δεσμευμένα μόνο τα αρχικά 3.210.000.000 ευρώ.

Η Φιλανδία πήρε “χονδρική” 64 F-35A και έδωσε 8.614 δισεκατομμύρια συνολικά (135 εκατομμύρια το ένα) για τις παροχές που εξασφάλισε η Γερμανία για 35 πανομοιότυπα αεροσκάφη και παροχές έναντι 7.8 δισεκατομμυρίων ευρώ στο σύνολο (222 εκατομμύρια το ένα).

ΜΠΟΡΕΙ Η ΕΕ ΝΑ ΑΥΤΟΕΞΥΠΗΡΕΤΗΘΕΙ;

Στην ΕΕ και τα 27 κράτη-μέλη της συμμετέχουν με κάποιον τρόπο (άμεση παραγωγή, συνεργατικά έργα, έρευνα) στην κατασκευή οπλικών συστημάτων, αλλά και υλικοτεχνικής υποστήριξης, εξαρτημάτων, αλγορίθμων ή αναπτυσσόμενων συστημάτων για αυτά.

Οι σημαντικότεροι «παίκτες» (πχ η Γαλλία είναι ηγέτιδα στην αμυντική τεχνολογία, η Ιταλία αναπτύσσει ηλεκτρονικά, drones και οπλικά συστήματα, συμπεριλαμβανομένων αλγορίθμων για αυτόνομα οχήματα και υλικοτεχνική υποστήριξη, με την Πολωνία να παράγει ανταλλακτικά και logistics και τις σκανδιναβικές χώρες να είναι μέσα σε όλα τα «παιχνίδια») πρωτοστατούν σε κλίμακα και καινοτομία. Μικρότερα έθνη συνεισφέρουν μέσω εξειδικευμένων ρόλων ή πλαισίων της ΕΕ.

Στην ερώτηση αν η ΕΕ μπορεί να παράγει ό,τι αγοράζει τώρα από τις ΗΠΑ, η απάντηση εξαρτάται από διάφορους παράγοντες, όπως οι τρέχουσες εξαρτήσεις (πχ τα F-35, τα συστήματα Patriot της πυραυλικής άμυνας, τα πυρομαχικά ακριβείας όπως οι αντιαρματικοί πύραυλοι Javelin, δορυφόροι και λογισμικά  -που δεν υπάρχουν όμοια τους και στους όγκους που αγοράζονται στην ΕΕ), η επεκτασιμότητα παραγωγής, τα τεχνολογικά κενά και το χρόνο προσαρμογής.

Οι έχοντες γνώση ενημερώνουν πως βραχυπρόθεσμα (σε μια πενταετία) οι βιομηχανίες της ΕΕ δεν μπορούν να καλύψουν ό,τι εισάγουν από τις ΗΠΑ και δεν προλαβαίνουν να προσαρμοστούν στις νέες ανάγκες. Από 5 έως 15 χρόνια ενδεχομένως να μπορεί η ΕΕ να αυτοεξυπηρετείται. Ωστόσο, ενδέχεται να προκύψουν κυρώσεις ή παγκόσμιες ελλείψεις που να διαταράξουν τις αλυσίδες εφοδιασμού, δεδομένα θα απομακρυνθούμε από τις ΗΠΑ και να απειληθεί η συνοχή του ΝΑΤΟ, συν του ότι οι ΗΠΑ θα συνεχίσουν να καινοτομούν ταχύτερα σε ορισμένους τομείς, όπως είναι τα υπερηχητικά.

Πώς μπορεί να γίνει ρεαλιστικά ο επανοπλισμός της ΕΕ

Το European Correspondent εξήγησε ότι εάν η Ευρώπη θέλει να αλλάξει αυτή την κατάσταση, θα πρέπει να επενδύσει τους αμυντικούς της προϋπολογισμούς στην Ευρώπη.

«Η ανάπτυξη ενός ευρωπαϊκού στρατιωτικού-βιομηχανικού συγκροτήματος θα μπορούσε να διαρκέσει χρόνια, αν όχι δεκαετίες μεν, ωστόσο θα έχει σαφή οφέλη. Η τόνωση της ευρωπαϊκής παραγωγής θα δημιουργούσε θέσεις εργασίας και μπορεί να είναι το λάκτισμα που χρειάζονται οι ευρωπαϊκές οικονομίες».

Ας πούμε πως όλα είναι υπέροχα με το ReArm Europe Plan. Ποιοι θα κατασκευάσουν τα όπλα και τα οπλικά συστήματα που θα κάνουν αχρείαστα τα αμερικανικά;

OI ΕΥΡΩΠΑΪΚΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΣΤΟ ΧΩΡΟ ΚΑΤΑΣΚΕΥΗΣ ΟΠΛΩΝ

O κύκλος εργασιών της ευρωπαϊκής αμυντικής βιομηχανίας ήταν 158.8 δισεκατομμύρια ευρώ το 2023, σύμφωνα με την Ένωση Αεροδιαστημικής, Ασφάλειας και Αμυντικών Βιομηχανιών της Ευρώπης (ASD). Το 2024, λόγω των συνεχιζόμενων γεωπολιτικών απαιτήσεων -πχ πόλεμος στην Ουκρανία και πίεση δαπανών του ΝΑΤΟ– έγινε αύξηση της τάξεως του 17% στον κύκλο εργασιών, με το ποσό να φτάνει στα περίπου 185.8 δισεκατομμύρια -πάντα σύμφωνα με το ASD.

Φέτος απασχολεί κοντά στους 600.000 ανθρώπους άμεσα. Αυξήθηκε την τελευταία διετία, εξαιτίας της αυξανόμενης ζήτησης και των επενδύσεων, όπως για παράδειγμα η πρωτοβουλία European Defence Fund.

Έμμεσα υποστηρίζει επιπρόσθετες εργασίες, με τον αριθμό να ξεπερνάει το 1.2 εκατομμύριο ανθρώπους, συμπεριλαμβανομένης της εφοδιαστικής αλυσίδας και τους σχετικούς τομείς.

Κατά το Statista, τo 2020 υπήρχαν στη Γερμανία υπάρχουν 221 εταιρείες που παρήγαγαν είτε όπλα, είτε πυρομαχικά. Η συγκεκριμένη χώρα έχει την πιο εύρωστη βιομηχανία κατασκευής όπλων, μεταξύ όλων των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ακολουθούν η Ιταλία και η Γαλλία (με 157 και 122 κατασκευαστές, αντίστοιχα), με τους Αυστρία, Τσεχία, Ισπανία, Πολωνία και Σουηδία να έχουν επίσης, πολλές εταιρείες, οι οποίες είναι διαφόρων μεγεθών.

Οι Εσθονία και Λιθουανία συγκαταλέγονται μεν, στις χώρες με το υψηλότερο μερίδιο αμυντικών δαπανών στο ΑΕΠ, αλλά έχουν από τις μικρότερες βιομηχανίες κατασκευής όπλων ή πυρομαχικών στην ΕΕ (έχουν από 2 και μια, αντίστοιχα).

Η Ελλάδα έχει 26 εταιρείες.

Το Bruegel έχει ενημερώσει ότι στο Νο1 της λίστας όσων κατασκευάζουν όπλα στην Ευρωπαϊκή Ένωση (στα top group) βρίσκονται 31 εταιρείες που καλύπτει η SIPRI Arms Industry Database  του Stockholm International Peace Research Institute (SIPRI). Ο κύκλος εργασιών είναι κατά μέσο όρο 3.000.000.000 ευρώ και οι υπάλληλοι μεταξύ 1.900 και 154.000 (30.000 κατά μ.ο.).

Η μεγαλύτερη της ΕΕ είναι η γαλλική Thales των 7 δισεκατομμυρίων ευρώ και των 62.000 εργαζομένων.

Οι μεγαλύτερες εταιρίες επικεντρώνονται στην κατασκευή οχημάτων και αεροσκαφών και οι μικρότερες σε παραγωγή όπλων και πυρομαχικών. Κάποιες κατασκευάζουν ανταλλακτικά των αμερικανικών προϊόντων. Για παράδειγμα, η Δανία προμηθεύει με περισσότερα από 100 ανταλλακτικά F-35.

Kοντολογίς, εταιρείες υπάρχουν, αλλά προς το παρόν δεν μπορούν να καλύψουν ό,τι προμηθεύεται η ΕΕ από τις ΗΠΑ.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα