Το παραλήρημα Παπαδημητρίου και η ασέβεια προς την ιστορική Libération
Το άρθρο της Libé για τον Κυριάκο Μητσοτάκη προκάλεσε αντιδράσεις με απρεπείς χαρακτηρισμούς οι οποίοι δεν συνάδουν με το περιεχόμενο, τις καταβολές, τις μάχες και την εν γένει ιστορία του εντύπου που δημιούργησε ο Ζαν - Πωλ Σαρτρ και ο Μάης του '68.
- 10 Ιουλίου 2019 16:35
Για επιστροφή των πολιτικών δυναστειών που έχουν συνδέσει το όνομά τους με “το νεποτισμό και τις πελατειακές σχέσεις” έκανε λόγο άρθρο της Libération, σχολιάζοντας το αποτέλεσμα των πρόσφατων εκλογών.
H αρθρογράφος ανέφερε πως στοίχημα για τον Κυριάκο Μητσοτάκη είναι να αποβάλλει το υποκοριστικό “Κούλης”, ενώ επεξηγείται πως το όνομα προέρχεται από το “Κυριακούλης”, δηλαδή “μικρός Κυριάκος”, κάτι που έχει εδραιωθεί στη φαρέτρα των πολιτικών του αντιπάλων.
Μεταξύ άλλων γίνεται μια αναδρομή στην πολιτική ιστορία της οικογένειας Μητσοτάκη αλλά και αναφορές στο βιογραφικό του νυν πρωθυπουργού.
“Εκλεγείς χάρη στην υποχώρηση των ποσοστών δημοτικότητας του προκατόχου του και όχι χάρη στον ενθουσιασμό προς το πρόσωπό του, δεν πρέπει να ξεχνά ότι από την έναρξη της κρίσης, οι Έλληνες είναι έτοιμοι να καταστρέψουν την καριέρα όλων των αρχηγών που τους γεμίζουν με υποσχέσεις προτού τελικά τους προδώσουν. Κανείς δεν παρέμεινε στην εξουσία έως τέλους, με τον Τσίπρα να είναι ο μόνος που κατάφερε να ολοκληρώσει [σχεδόν] την θητεία του”, καταλήγει το άρθρο, προσπαθώντας να σκιαγραφήσει την πολιτική κατάσταση στη χώρα τα τελευταία έτη.
Χθες, ο νεοεκλεγείς βουλευτής της ΝΔ Μπάμπης Παπαδημητρίου, φιλοξενήθηκε στην εκπομπή του Άρη Πορτοσάλτε στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ και προσπάθησαν να απαντήσουν στο εν λόγω δημοσίευμα που στηλίτευε τη “Δυναστεία Μητσοτάκη”.
Ωστόσο, η απάντησή τους ήταν μάλλον νευρική και σίγουρα, δεν τιμά τους ξένους ανταποκριτές στην Ελλάδα αλλά και την ιστορία της εμβληματικής Libération.
“Η Libération είναι κάτι σαν την Αυγή;”, διερωτήθηκε ο κ. Πορτοσάλτε, σε ειρωνικό τόνο, με τον κ. Παπαδημητρίου να απαντά με προσβλητικούς χαρακτηρισμούς και προς τη δουλειά των ξένων ανταποκριτών στη χώρα μας, λέγοντας τα εξής:
“Οι ανταποκριτές πολλών ευρωπαϊκών εφημερίδων, έγραφαν για μια Ελλάδα που δεν υπάρχει. Για μια Ελλάδα που τους διηγήθηκαν στα γεμάτα καπνό γραφεία του Μαξίμου τα στελέχια του αποδημούντος ΣΥΡΙΖΑ. Όχι όλοι. Υπάρχουν ανταποκριτές ξένου Τύπου που κάνουν εξαιρετική δουλειά και ξέρουν τα θέματα αλλά και όταν δεν τα ξέρουν κάθονται και τα κοιτάζουν σωστά, αλλά υπάρχει δυστυχώς μια πλέμπα δημοσιογράφων – ανταποκριτών οι οποίοι έγλειφαν τα παπούτσια των Συριζαίων στα γεμάτα καπνό -χασισοκαπνό κιόλας- γραφεία μέσα στο Μαξίμου και έγραφαν μετά ό,τι τους άφηνε το θολωμένο από το χασίσι μυαλό τους. Περί αυτού πρόκειται”.
Ο κ. Παπαδημητρίου έδινε συνέχεια με άλλα λόγια στο δημοσίευμα που έκανε λόγο για “τσιγαρίλα και κλειδωμένες πόρτες στο Μαξίμου”, με αν μη τι άλλο απρεπείς εκφράσεις.
Ακούστε το χαρακτηριστικό απόσπασμα ΕΔΩ, μετά το 01.11.00
Αυτό που αποσιωπά εκουσίως προφανώς ο κ. Πορτοσάλτε είναι πως η Libération είναι μια προοδευτική εφημερίδα η οποία ιδρύθηκε το 1973 από τον φιλόσοφο Ζαν – Πωλ Σαρτρ και τον Σερζ Ζουλί, ιστορική μορφή της εξέγερσης του Μαΐου του ’68 και πως πάντοτε τασσόταν στο πλευρά της εργατικής τάξης. Έτσι, ήταν παραπάνω από αναμενόμενο να στηλιτεύσει τις πολιτικές επιλογές περασμένων κυβερνήσεων που συνδέονταν με την οικογένεια Μητσοτάκη.
Το αγωνιστικό παρελθόν
Συγκεκριμένα, η Liberation ή Libe, όπως την αποκαλούν χαϊδευτικά οι αναγνώστες της δημιουργήθηκε το 1973 από τον φιλόσοφο Ζαν-Πολ Σαρτρ και λειτούργησε χωρίς διαφημίσεις και οικονομικούς μετόχους. Από το 1973 έως και το 1981 που ήταν η χρυσή εποχή της λειτουργούσε αποκλειστικά από τους συντάκτες της. Δεν υπήρχε μισθολογική ιεραρχία ενώ τις αποφάσεις λάμβανε η γενική συνέλευση των εργαζομένων.
Η εφημερίδα καθιέρωσε τα λογοπαίγνια στα πρωτοσέλιδά της και πάντοτε τασσόταν εναντίον των κοινωνικών ανισοτήτων αντηχώντας τις αρχές του Μάη του ’68.
Σε μια κίνηση συμβολική, αλλά που απηχεί τις θέσεις της εφημερίδας, η Libération επέλεξε πέρυσι με αφορμή την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας να κυκλοφορήσει με διπλή τιμή. Οι γυναίκες την αγόραζαν στα 2 ευρώ, ενώ οι άντρες στα 2,5. Όπως εξηγούσε η διοίκηση, το μισθολογικό χάσμα εργαζόμενων ανδρών-γυναικών στη Γαλλία υπολογίζεται στο 25%. Έτσι προέκυψε και η απόκλιση στην τιμή για μία ημέρα, μεν, κίνηση που όμως έδινε το στίγμα.
Διευθυντής της είναι ο 66χρονος δημοσιογράφος Λοράν Ζοφρέν, πρώην διευθυντής του Nouvel Observateur. Ανάμεσα στα έτη 2006 και 2011, ο Ζοφρέν λάνσαρε το μηνιαίο ένθετο Next και προώθησε την οργάνωση των forums της εφημερίδας.
Ο ίδιος είναι γνώστης της ελληνικής ιστορίας και μυθολογίας και το 2015, εν μέσω διαπραγματεύσεων, είχε κυκλοφορήσει πρωτοσέλιδο με τίτλο “Ομηρική Συμφωνία” προς αποφυγή του Grexit. Η Libé αφιέρωνε συχνά πρωτοσέλιδά της στην ελληνική κρίση και στεκόταν στο πλάι του ελληνικού λαού, εκφράζοντας την αντίθεσή της στα στερεότυπα του “τεμπέλη Έλληνα”.
Στο ίδιο πνεύμα αριστερής κατεύθυνσης είναι και οι 290 εργαζόμενοι της εφημερίδας. Το 2014, όταν το έντυπο πέρασε τη μεγαλύτερη κρίση του, κυκλοφόρησαν πρωτοσέλιδο με τίτλο “Είμαστε Μια Εφημερίδα”.
Το πρωτοσέλιδο ερχόταν μια ημέρα μετά την ανακοίνωση από τους μετόχους ενός σχεδίου που θα μετέτρεπε τη Liberation σε “κοινωνικό δίκτυο” με τηλεοπτικό πλατό, ραδιοφωνικό στούντιο, ψηφιακό newsroom, εστιατόριο και μπαρ. Η ουσία όμως ήταν στο ότι για τους εργαζόμενους είχαν ζητηθεί περικοπές μισθών, συνταξιοδοτήσεις, μειωμένο ωράριο εργασίας και μικρότερες προθεσμίες παράδοσης της ύλης.
Ο Ζοφρέν είχε επανέλθει τότε στο τιμόνι του τίτλου για να εξισορροπήσει τη φουρτούνα. Η εφημερίδα ανακεφαλαιοποιήθηκε και οι πωλήσεις σταθεροποιήθηκαν, ωστόσο έχει περάσει κατά κύριο λόγο στην digital μορφή όπου στηρίζει τη δυναμική της.
Η μεγάλη τομή είχε γίνει το 2006, όταν ο τότε εκδότης Σερζ Ζυλί είχε παραιτηθεί καθώς ο βασικός μέτοχος Εντουάρ ντε Ρότσιλντ της γνωστής οικογενείας, του ζήτησε να αποχωρήσει από την εφημερίδα που ο ίδιος είχε ιδρύσει πριν από 33 χρόνια μαζί με τον Ζαν Πολ Σαρτρ. Τότε, δέχτηκε 20 εκατομμύρια ευρώ από έναν εκπρόσωπο του μεγάλου κεφαλαίου, κόντρα στο αρχικό καταστατικό της, για λόγους επιβίωσης. Ο Εντουάρ ντε Ρότσιλντ έγινε ο βασικός μέτοχος αποκτώντας το 38,8% με 150 δημοσιογράφους να αποχωρούν μέσα σε δύο χρόνια σε ένδειξη διαμαρτυρίας, τηρώντας κατά γράμμα τις δεσμεύσεις τους στην ιδεολογία τους (πράγμα που ελάχιστοι δημοσιογράφοι κάνουν σε παγκόσμιο επίπεδο).
Σήμερα, η Libé ανήκει στον όμιλο τηλεπικοινωνιών και ΜΜΕ Altice (SFR, BFMTV, RMC, Liberation) του μεγιστάνα και συλλέκτη έργων τέχνης Πατρίκ Ντραϊ, αλλά παρά τις όποιες αλλαγές στην ιδιοκτησία, έχει καταφέρει να διατηρήσει ακέραιο το αριστερό προφίλ της, υπέρ των εργασιακών δικαιωμάτων και υπέρ της άρσης των κοινωνικών αδικιών.
Χαρακτηριστικό είναι πως ακόμα και ως προς την καταγραφή εγκλημάτων, και ίσως αντίθετα στο τι επιβάλλουν οι “νόμοι της αγοράς” για τα media, απέχει από clickbait τίτλους και αναφορές που τρομοκρατούν την κοινή γνώμη.
Παρά την εμπλοκή του μεγάλου κεφαλαίου, ήταν επίσης ένας από τους βασικούς φορείς προβολής των αποκαλύψεων των Wikileaks.
Λειτουργεί με εθελοντικές συνδρομές στα πρότυπα του Guardian και διατηρεί “κώδικα δεοντολογίας” – μανιφέστο, το οποίο έρχεται ως συνέχεια του παρελθόντος της.
Θεωρείται επίσης ιδανικό παράδειγμα άρτιας χρήσης της γαλλικής γλώσσας και μία εκ των τριών πιο έγκυρων γαλλικών εφημερίδων μαζί με τη Le Monde και τη Le Figaro. Το καταστατικό λειτουργία της και η γλώσσα που χρησιμοποιείται στα δοκιμιακά της κείμενα, αποτελούν μνημείο αναφοράς.
Στο “μανιφέστο” αναφέρονται μεταξύ άλλων τα εξής:
-Ο στόχος της Libération είναι να παρέχει ολοκληρωμένες και επαληθευμένες πληροφορίες σε όλους τους τομείς. Χωρίς προκαταλήψεις ή εφησυχασμό, οι έρευνες, οι αναφορές και οι αναλύσεις επιχειρούν να κατανοήσουν και να περιγράψουν την πραγματικότητα, τις αλλαγές των κοινωνιών και των πολιτισμών. Κάθε δημοσιογράφος και κάθε υπάλληλος της Libération πρέπει να σέβεται τους κανόνες επαγγελματικής δεοντολογίας που περιλαμβάνονται στον παρόντα χάρτη.
-Η εφημερίδα δεν θέτει άλλα όρια στην ελευθερία της από αυτά που της επιβάλλει η τήρηση των δημοκρατικών αξιών. Η ελευθερία αυτή διασφαλίζει στον συντάκτη την ευχέρεια να χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα για να υπηρετήσει την πληροφορία. Απαγορεύεται η αναμετάδοση οποιασδήποτε μορφής προπαγάνδας που ενδέχεται να θέσει σε κίνδυνο τις αρχές στις οποίες βασίζεται η λειτουργία του εντύπου.
-Η εφημερίδα τάσσεται στο πλευρό των πολιτών και των δικαιωμάτων τους κάθε μέρα εναντίον όλων των μορφών αδικίας και διακρίσεων, ατομικών ή συλλογικών. Στέκεται κριτικά κόντρα σε επίσημες ομιλίες και προσωπικές διατυπώσεις, εξετάζοντας με κριτικό πνεύμα κόντρα σε όλες τις απαιτήσεις υπηρετώντας μόνο το Σύνταγμα.
-Η Libération Publishing Company οφείλει να ισορροπεί δίκαια ανάμεσα στα έσοδα της εταιρείας και τους μισθούς που λαμβάνουν οι υπάλληλοί της σε digital και έντυπη έκδοση.
Τέλος, η εφημερίδα από τις αρχές της έχει δημιουργήσει την επιτροπή “Editorial Independence Committee” η οποία διασφαλίζει την ανεξαρτησία του τίτλου ως προς το περιεχόμενό του και το πώς αυτό προβάλλεται.
Η όλη ιστορία της Liberation έχει καταγραφεί σε βιβλίο του Jean Guisnel.