Ανακοινώσεις “βαρόμετρο” για την οικονομία – “Σήματα” για ακρίβεια, ανάπτυξη και έσοδα
Διαβάζεται σε 6'Αναμένονται σημαντικές ανακοινώσεις από την ΕΛΣΤΑΤ, το Γενικό Λογιστήριο του Κράτους, αλλά και την Κομισιόν για την πορεία των βασικών μεγεθών της οικονομίας, που δίνουν τον τόνο, στην εκκίνηση της χρονιάς.
- 15 Φεβρουαρίου 2024 07:55
Τον τόνο για την πορεία της Ελληνικής Οικονομίας δίνουν οι σημερινές ανακοινώσεις της Ελληνικής Στατιστικής Αρχής, για τον πληθωρισμό, του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους για τα έσοδα και της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις χειμερινές προβλέψεις για την πορεία του ΑΕΠ σε Ελλάδα και Ευρωζώνη.
Ουσιαστικά όλα αυτά αποτελούν μια καταγραφή που δίνει ένα “μπούσουλα” για πιθανές κινήσεις στα μέτωπα της ακρίβειας, πιθανών νέων στηρίξεων σε ευάλωτες ομάδες αλλά και για επιμέρους στοχεύσεις στην πορεία διασφάλισης των δημοσιονομικών στόχων.
Επίσης σε ευρωπαϊκό επίπεδο οι προβλέψεις της Κομισιόν θα καταδείξουν, εάν και πόσο τελικά η πολιτική του “ακριβού χρήματος” της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, κοστίζει για την γενικότερη πορεία της ΕΕ. Πάντως, τα “μαντάτα” δεν είναι καλά, καθώς, όπως φαίνεται από τα στοιχεία για την πορεία της Ευρωζώνης, το 2023, η ανάπτυξη είναι μηδενική. Ήδη, οι δυο “ατμομηχανές” της Ευρώπης, η Γερμανία και η Γαλλία “ασθμαίνουν”. Συγκεκριμένα, η Γερμανία κατέγραψε δεύτερο αρνητικό τρίμηνο και η Γαλλία είναι στο 0,9% στο σύνολο του 2023.
Ο πληθωρισμός και νέες κινήσεις
Στο μέτωπο πληθωρισμού οι ανακοινώσεις της ΕΛΣΤΑΤ για τον Ιανουάριο θα καταδείξουν, εάν τα μέτρα του Υπουργείου Ανάπτυξης απέδωσαν κι αν ο στόχος για μείωση πληθωρισμού στο 2,6% φέτος από 3,9% πέρυσι είναι σε “ράγες”. Οι πρώτες ενδείξεις δείχνουν ότι κάπως “μαζεύεται” η κατάσταση, χωρίς, όμως να υπάρχει ολική αλλαγή ρότας.
Υπενθυμίζεται, πάντως ότι με βάση την Eurostat, οι πληθωριστικές πιέσεις αμβλύνονται αν και σε τρόφιμα και βασικά είδη οι αντιμήσεις είναι ακόμα διψήφιες, κάτι που τοποθετεί την Ελλάδα πάνω από το μέσο όρο της Ευρωζώνης για τέταρτο συνεχόμενο μήνα.
Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο, ότι με βάση πληροφορίες εξετάζεται μια διορθωτική κίνηση από τον αρμόδιο υπουργό Κώστα Σκρέκα, με διεύρυνση των κατηγοριών, όπου για ένα τρίμηνο θα μπλοκάρονται οι προσφορές, σε περιπτώσεις ανατιμήσεων. Στόχος είναι με την ενσωμάτωση στη σχετική λίστα και άλλων κωδικών, να διευρυνθεί η αναφορά του μέτρου στο 80-85% του τζίρου των σούπερ μάρκετ.
Να σημειωθεί ότι με βάση τις τιμές παραγωγού οι τιμές καταγράφονται αυξημένες κατά 11% στα φρούτα, 18,7% στα κηπευτικά και τα λαχανικά, 83,8% στο ελαιόλαδο, 7,9% στα κρέατα.
Κι αυτό αν και π.χ. στο ελαιόλαδο υπάρχει μια τάση κάμψης των τιμών, λόγω διεθνούς πτώσης της κατανάλωσης, κάτι που ουσιαστικά οδηγεί στο συμπέρασμα ότι ο χορός των “κερδών απληστίας” καλά κρατεί. Ιδιαίτερα, όταν οι τιμές στην ενέργειας φαίνεται να “πέφτουν”, όπως και αντίστοιχα στις τιμές εισροών στον πρωτογενή, χωρίς βέβαια, αυτό να αναιρεί το ότι έχουν κατοχυρώσει “μεγάλα ύψη”, από τα οποία δύσκολα θα “πέσουν”.
Είναι ενδεικτικό ότι ενώ σε σύγκριση με το Δεκέμβριο του 2022 το συνολικό κόστος των αγροτικών εφοδίων είναι μειωμένο κατά 5,3%, αλλά σε σχέση με το 2021 παραμένει αυξημένο κατά 14,2%.
Συνολικά, μείωση 6,6% σημείωσε ο γενικός δείκτης τιμών παραγωγού στη βιομηχανία (σύνολο εγχώριας και εξωτερικής αγοράς) τον περασμένο Δεκέμβριο 2023 σε σύγκριση με τον αντίστοιχο δείκτη του Δεκεμβρίου 2022, έναντι αύξησης 16,5% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των δεικτών το 2022 με το 2021.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η μείωση αυτή στο κόστος παραγωγής των εγχώριων βιομηχανιών προήλθε από την κάθετη πτώση των τιμών σε ηλεκτρισμό, πετρέλαιο και φυσικό αέριο και οφείλεται στις εξής μεταβολές των δεικτών των επιμέρους αγορών:
- α. Στη μείωση του δείκτη τιμών παραγωγού εγχώριας αγοράς κατά 7,4% (με τον δείκτη της βιομηχανίας τροφίμων να αυξάνεται 2,2%).
- β. Στη μείωση του δείκτη τιμών παραγωγού εξωτερικής αγοράς κατά 4% (με τον δείκτη της βιομηχανίας τροφίμων να αυξάνεται 17,8%).
Παράλληλα, ο γενικός δείκτης παρέμεινε αμετάβλητος τον Δεκέμβριο 2023 σε σύγκριση με τον Νοέμβριο 2023. Ο αντίστοιχος δείκτης τον Δεκέμβριο 2022 είχε σημειώσει μείωση 2,4% σε σύγκριση με τον Νοέμβριο 2022.
Ενώ, σε μέσα επίπεδα πέρυσι, ο γενικός δείκτης παρουσίασε μείωση 7,1% σε σύγκριση με τον μέσο γενικό δείκτη του δωδεκαμήνου Ιανουαρίου 2022- Δεκεμβρίου 2022, έναντι αύξησης 35,1% που σημειώθηκε κατά την αντίστοιχη σύγκριση των προηγούμενων δωδεκαμήνων.
Τα έσοδα
Σε σχέση με την πορεία των εσόδων άρα και των στόχων του πρωτογενούς πλεονάσματος του κρατικού προϋπολογισμού η εικόνα αξιολογείται ως ικανοποιητική, με δεδομένο ότι από τα δεδομένα των ηλεκτρονικών πληρωμών υπάρχει σημαντική απόδοση των εσόδων ΦΠΑ.
Σε αυτό συνηγορεί και η πορεία των τουριστικών αφίξεων τον Ιανουάριο. Μπορεί να μην είναι ένας μήνας ουσιαστικός για τον κλάδο, όμως, π.χ. από τα δεδομένα της Fraport που διαχειρίζεται τα 14 περιφερειακά αεροδρόμια (Άκτιο, Χανιά, Κέρκυρα, Καβάλα, Κεφαλονιά, Θεσσαλονίκη, Ζάκυνθος, Κως, Μυτιλήνη, Μύκονος, Ρόδος, Σάμος, Σαντορίνη, Σκιάθος) καταφαίνεται μια “δυνατή” εκκίνηση. Συγκεκριμένα, οι αφίξεις, τον πρώτο μήνα του έτους παρουσίασαν αύξηση της τάξης του 7,4% σε σχέση με πέρυσι.
Στα 14 περιφερειακά Αεροδρόμια της Fraport, τον Ιανουάριο του 2024 μετακινήθηκαν 640.470 επιβάτες έναντι 596.125 επιβατών του 2023. Το ενδιαφέρον είναι ότι η αύξηση της κίνησης οφείλεται κυρίως στους διεθνείς επισκέπτες, οι οποίοι παρατηρήθηκαν αυξημένοι κατά 10,3% έναντι αύξησης 5,8% που σημείωσαν οι επισκέπτες εσωτερικού. Σε απόλυτους αριθμούς ωστόσο, οι εγχώριοι επιβάτες ήταν περισσότεροι από τους διεθνείς, 395.766 έναντι 244.704 του 2023.
Πάντως τα δεδομένα των εσόδων, σε μια περίοδο δύσκολη, που ακολουθεί την εορταστική περίοδο δίνει στίγμα για τη δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης που αποτελεί “βαρόμετρο” για το ΑΕΠ, αλλά και για τα έσοδα. Υπενθυμίζεται, δε, ότι για το 2024 ο στόχος-δέσμευση για πρωτογενές πλεόνασμα είναι διπλάσιος από πέρυσι, στο 2,1% του ΑΕΠ.
Η ανάπτυξη
Σε σχέση με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας και τις ευρωζώνης γενικότερα αναμένονται σήμερα οι χειμερινές προβλέψεις της Κομισιόν, τις οποίες θα δημοσιοποιήσει το μεσημέρι στις Βρυξέλλες ο Ευρωπαίος Επίτροπος, Πάολο Τζεντιλόνι. Η κυβέρνηση, παρά το δυσμενές κλίμα στην ΕΕ, αναμένει, λόγω Ταμείου Ανάκαμψης αλλά και αύξησης, συνολικά, των επενδύσεων, για φέτος, ανάπτυξη 2,9% έναντι 2,4% το 2023.
Η πορεία, δε, του ΑΕΠ, κρίνει σε ένα μεγάλο βαθμό τα έσοδα αλλά και τα όποια δημοσιονομικά περιθώρια για στηρίξεις και δράσεις “αναχώματα” σε ευάλωτες ομάδες.