Credit Suisse: Σε τροχιά αβεβαιότητας ο τραπεζικός κλάδος – Το δάνειο των 50 δισ. ευρώ και τα επόμενα βήματα
Με τα μάτια στραμμένα στις αγορές είναι οι οικονομικοί παράγοντες στην Αθήνα για να σταθμίσουν εξελίξεις και να δουν κινδύνους από τα όσα συμβαίνουν στο διεθνές τραπεζικό σύστημα.
- 16 Μαρτίου 2023 06:35
Μετά τους κλυδωνισμούς στις ΗΠΑ με την κατάρρευση της Silicon Valley Bank, Silvergate Capital Corp. και Signature Bank, ήρθε χθες η σειρά της Credit Suisse να κλυδωνιστεί μετά την παρέμβαση του μεγαλύτερου μετόχου της Credit Suisse, δηλαδή της Saudi National Bank, η οποία επικαλούμενη ρυθμιστικά ζητήματα απέκλεισε το ενδεχόμενο περαιτέρω ενίσχυσης της τράπεζας, καθώς δεν επιθυμεί το ποσοστό της να ξεπεράσει το όριο του 10% (σήμερα βρίσκεται στο 9,9%).
Έτσι, μετά από αρκετούς μήνες συζήτησης για την ανθεκτικότητα και το μέλλον της Credit Suisse, αλλά και σειρά καθοδικών συνεδριάσεων για τη μετοχή της η χθεσινή επεφύλαξε ένα από τα χειρότερα “ξεπουλήματα” – sell off – των τελευταίων πολλών μηνών, τόσο για την Credit Suisse όσο και για τις το σύνολο του τραπεζικού κλάδου στην Ευρώπη. Και στην Αθήνα ο Γενικός Δείκτης έπεσε κατά 4,55% ενώ στη Νέα Υόρκη και χθες οι τραπεζικές μετοχές πιέστηκαν σε μεγάλο βαθμό. Ωστόσο ο Dow Jones υποχώρησε 0,87% ή 280 μονάδες στις 31.874, ο S&P 500 σημείωσε πτώση 0,7% στις 3.891 μονάδες ενώ o Nasdaq κινήθηκε οριακά υψηλότερα 0,05% στις 11.434 μονάδες, με σημαντικές τοποθετήσεις σε τεχνολογικές μετοχές.
Βέβαια θα πρέπει να σημειωθεί ότι ο τραπεζικός κλάδος σε όλη την ΕΕ είχε καταγράψει σημαντικά κέρδη στα χρηματιστηριακά ταμπλό, λόγω της ανόδου των επιτοκίων, βασική πηγή κερδών για τις παραδοσιακές τράπεζες αλλά και τις ενδείξεις για ανάκαμψη που είχε η Ευρωπαϊκή οικονομία. “Με την προσδοκία αύξησης των επιτοκίων, που ενισχύουν τα περιθώρια κέρδους και την υψηλή ρευστότητα, οι θετικές εκτιμήσεις ήταν εύλογες για πολλούς”, σημειώνει ο Guillermo Santos, επικεφαλής στρατηγικής στην ισπανική ιδιωτική τράπεζα iCapital. “Αλλά η μετάδοση στις αγορές είναι ταχεία, ειδικά όταν προέρχεται από ένα μεγάλο ίδρυμα όπως η Credit Suisse. Αυτή η κατάρρευση έχει βρει πολλούς με τα λάθος στοιχήματα στα χέρια και η κατάσταση αποδεικνύεται πολύ δύσκολη”, προσθέτει.
Ο στρατηγικός αναλυτής ευρωπαϊκών παραγώγων της JPMorgan Chase, Davide Silbestrini, επισημαίνει ότι οι καθαρές θέσεις long στα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης των τραπεζών του δείκτη Euro Stoxx είχαν ξεπεράσει τα 3 δισ. ευρώ (3,2 δισ. δολάρια) πριν από το πρόσφατο sell-off.
Ωστόσο οι επενδυτές έσπευσαν να κεφαλαιοποιήσουν τα κέρδη τους μετά και τις τελευταίες εξελίξεις. Μάλιστα πολλές μετοχές τραπεζών σε μεγάλα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια τέθησαν εκτός διαπραγμάτευσης (Societe Generale, Montei dei Paschi και Unicredit) από τις εποπτικές αρχές σε μια πρώτη προσπάθεια “πυρόσβεσης” και διαχείρισης του μπαράζ ρευστοποιήσεων σ’ όλη την Ευρώπη, που βούλιαξε τον κλάδο στο χαμηλότερο επίπεδο του 2023.
Πάντως η ανησυχία είναι κυρίαρχη τόσο για την ελβετική τράπεζα όσο και για την έκθεση σε αυτήν άλλων ιδρυμάτων. Πάντως, χθες βράδυ, η Ρυθμιστική Αρχή και η Ελβετική Κεντρική Τράπεζα δήλωσαν ότι η Credit Suisse πληροί εποπτικές απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας και εξέφρασαν τη βεβαιότητα ότι εάν απαιτηθεί θα στηριχθεί η τράπεζα μετά από αίτημα που κατέθεσε η τελευταία.
“Η Credit Suisse πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας που επιβάλλονται σε συστημικά σημαντικές τράπεζες. Εάν είναι απαραίτητο, η SNB θα παρέχει ρευστότητα” τόνισαν σε κοινή δήλωση η κεντρική τράπεζα της Ελβετίας και η ελβετική εποπτική αρχή (FINMA) που συμπλήρωσαν ότι: “Η εποπτική αρχή της ελβετικής χρηματοπιστωτικής αγοράς FINMA και η Ελβετική Κεντρική Τράπεζα (SNB) διαβεβαιώνουν ότι τα προβλήματα ορισμένων τραπεζών στις ΗΠΑ δεν αποτελούν άμεσο κίνδυνο μετάδοσης για τις ελβετικές χρηματοπιστωτικές αγορές. Οι αυστηρές απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας που ισχύουν για τα ελβετικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα διασφαλίζουν τη σταθερότητά τους. Η Credit Suisse πληροί τις απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας που επιβάλλονται σε συστημικά σημαντικές τράπεζες. Εάν είναι απαραίτητο, η SNB θα παρέχει ρευστότητα στην CS.”
Να σημειωθεί ότι ο κανονισμός στην Ελβετία απαιτεί από όλες τις τράπεζες να διατηρούν αποθέματα ασφαλείας κεφαλαίου και ρευστότητας που πληρούν ή υπερβαίνουν τις ελάχιστες απαιτήσεις των προτύπων της Βασιλείας. Επιπλέον, οι συστημικά σημαντικές τράπεζες πρέπει να πληρούν υψηλότερες απαιτήσεις κεφαλαίου και ρευστότητας. Αυτό επιτρέπει την απορρόφηση των αρνητικών επιπτώσεων μεγάλων κρίσεων και κρίσεων.
“Σωσίβιο” ρευστότητας από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας
Τις πρώτες πρωινές ώρες μάλιστα , η Crédit Suisse ανακοίνωσε πως θα δανειστεί έως και 50 δισεκατομμύρια ελβετικά φράγκα (50,6 δισεκ. ευρώ) από την κεντρική τράπεζα της Ελβετίας, στο πλαίσιο καλυμμένης δανειακής διευκόλυνσης και βραχυπρόθεσμης διευκόλυνσης ρευστότητας.
Η απόφαση του εποπτικού φορέα της ελβετικής κεφαλαιαγοράς (FINMA) και της κεντρικής τράπεζας σκοπό έχει να «ενισχυθεί» ο τραπεζικός όμιλος αυτός, που θεωρείται συστημικά σημαντικός, ή αλλιώς πολύ μεγάλος για να αφεθεί να πτωχεύσει.
Είναι η πρώτη φορά που ανακοινώνεται η χορήγηση τόσης ρευστότητας σε μεγάλη τράπεζα σε παγκόσμια κλίμακα από την τραπεζική κρίση του 2008, πάντως κεντρικές τράπεζες είχαν παρέμβει για να εγγυηθούν πως οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί θα άντεχαν την πίεση κατά τη διάρκεια της πανδημίας.
Αντίδραση της Ευρώπης
Σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, πάντως, όπως αποκάλυψε η Wall Street Journal, αξιωματούχοι της ΕΚΤ επικοινώνησαν ήδη με τις ευρωπαϊκές τράπεζες που βρίσκονται υπό την εποπτεία της κεντρικής τράπεζας ώστε να ενημερωθούν για τα οικονομικά ανοίγματά τους στην Credit Suisse. Παρόλα αυτά ο εκπρόσωπος της Κεντρικής Τράπεζας, αρνήθηκε να σχολιάσει, σε επικοινωνία που είχε μαζί του η WSJ.
Την ίδια ώρα υπήρξε παρέμβαση και της Γαλλίδας πρωθυπουργού Ελίζαμπεθ Μπορν, η οποία ανέφερε ότι ο χειρισμός της υπόθεσης είναι αρμοδιότητα των ελβετικών ρυθμιστικών αρχών.
Η Γαλλίδα πρωθυπουργός δήλωσε πάντως ότι ο υπουργός Οικονομικών της Γαλλίας, Μπρουνό Λεμέρ, έχει επικοινωνία με τον Ελβετό ομόλογό του για το θέμα.
Με βάση όσα ανέφερε, δε, ο John Leiper, επικεφαλής επενδύσεων στην Titan Asset Management “θα ενταθεί ο ανταγωνισμός για τις καταθέσεις και η πίεση στα κέρδη των τραπεζών, και οι τράπεζες στο Ηνωμένο Βασίλειο και στην Ευρώπη θα πληγούν από αυτό”.
Ερωτήματα
Πάντως το όλο κλίμα είναι βεβαρημένο. Σύμφωνα με την Capital Economics, άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα ενδέχεται να αντιμετωπίσουν προβλήματα, είτε λόγω παρόμοιων με αυτών της SVB είτε, πιθανώς, επειδή η SVB θα αποτελέσει μια πρώιμη ένδειξη άλλων άγνωστων τρωτών σημείων που ελλοχεύουν στον χρηματοπιστωτικό κλάδο. Παρόλο που όλες οι κεντρικές τράπεζες θα ενισχύσουν τα “εργαλεία” στήριξης και έκτακτης ρευστότητας, αυτό δε θα αποτρέπει την απώλεια της εμπιστοσύνης στο σύστημα και τη σημαντική αυστηροποίηση των πιστωτικών όρων.
Σύγκριση μεταξύ των ευρωπαϊκών τραπεζών και των τραπεζών των ΗΠΑ κάνει ο οίκος αξιολόγησης Moody’s, αναλύοντας τις ομοιότητες και τις διαφορές τους, ώστε να εντοπίσει τυχόν σημάδια και προοπτικές μετάδοσης του τραπεζικού σοκ στην ευρωζώνη. Όπως τονίζει ο οίκος, υπάρχουν τέσσερις πολύ σημαντικές διαφορές, ωστόσο το βέβαιο είναι ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες δεν είναι σε καμία περίπτωση άτρωτες, τη στιγμή μάλιστα που οι πλήρεις επιπτώσεις της νομισματικής σύσφιξης ενδέχεται να είναι ακόμη μπροστά μας.
Η κυβέρνηση
Με αφορμή τις πρόσφατες εξελίξεις σχετικά με την κρίση της Credit Suisse, και το τοπίο στις ευρωπαϊκές αγορές αλλά και παγκοσμίως, αναφέρθηκε με ηχητικό του μήνυμα σε μέσο κοινωνικής δικτύωσης, ο επικεφαλής οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού, Άλεξ Πατέλης.
“Σήμερα όλοι παρακολουθούμε την κατάρρευση της SVB στην Αμερική και τα προβλήματα της Credit Suisse στην Ευρώπη. Κανείς δεν ξέρει πως θα εξελιχθεί το παγκόσμιο τραπεζικό σκηνικό, ωστόσο η χώρα μας δεν είναι καθόλου, αλλά καθόλου όπως ήταν πριν” ανέφερε ο κ. Πατέλης στο TikTok.
“Να θυμηθούμε την περιπέτεια με τα capital controls και τους φόβους για κούρεμα καταθέσεων. Αυτά δεν πρόκειται να ξαναγίνουν. Διαβάζουμε ότι η εταιρεία τεχνολογίας δηλώνει δημοσίως ότι μεταφέρει τα χρήματά της από τις ΗΠΑ στην Ελλάδα για ασφάλεια” σημείωσε.
Όπως πρόσθεσε ο κ. Πατέλης για τα κόκκινα δάνεια: “Φυσικά έγινε τρομερή δουλειά τα τελευταία χρόνια με τον «ΗΡΑΚΛΗ» που απομειώθηκαν τα «κόκκινα δάνεια» στις τράπεζές μας σε μονοψήφιο αριθμό. Φανταστείτε να ήμασταν ακόμη στα επίπεδα του 2019.
Οι ελληνικές τράπεζες έχουν σήμερα από τον υψηλότερο λόγο καταθέσεων προς δάνεια στην Ευρώπη και το ρυθμιστικό πλαίσιο είναι πάρα πολύ αυστηρό.
Η άνοδος των επιτοκίων παγκοσμίως θα συνεχίζει να δημιουργεί προβλήματα στην οικονομία και τις αγορές, ωστόσο η χώρα μας δεν είναι πια στο επίκεντρο. Πρέπει να συνεχίσουμε με την ίδια προσήλωση στην σταθερότητα της χώρας μας και στην ενδυνάμωση των θεσμών”, επεσήμανε ο οικονομικός σύμβουλος του πρωθυπουργού.
Τα επιτόκια
Σύμφωνα, πάντως, με τους αναλυτές της Barclays, είναι περισσότερο θέμα τοποθέτησης αντί θεμελιωδών μεγεθών το όλο ζήτημα Η απότομη ανατιμολόγηση στις προσδοκίες των επιτοκίων και η συζήτηση για μετάδοση της κρίσης τις τελευταίες ημέρες οδήγησε τα hedge funds να μειώσουν τις θέσεις τους. Και ενώ μπορεί να ακολουθήσουν κεφάλαια long only, για την Barclays όλα μοιάζουν περισσότερο με profit taking παρά μια συναλλαγή που βασίζεται στον φόβο.
Να σημειωθεί πάντως ότι με βάση το Reuters αναμένεται νέα αύξηση επιτοκίων κατά μισή ποσοστιαία μονάδα την Πέμπτη, παρά την αναταραχή στον τραπεζικό τομέα, καθώς αναμένουν ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει πολύ υψηλός τα επόμενα χρόνια.
Με βάση πηγή, που επικαλείται το διεθνές πρακτορείο και είναι κοντά στο Διοικητικό Συμβούλιο, η ΕΚΤ είναι απίθανο να παραιτηθεί από το σχέδιό της για αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης στις 16 Μαρτίου – που ανακοινώθηκε στην τελευταία της συνεδρίαση και επαναλήφθηκε πολλές φορές από την Πρόεδρο Κριστίν Λαγκάρντ και τους συναδέλφους της – επειδή που θα έβλαπτε την αξιοπιστία της.
Η πηγή πρόσθεσε ότι οι επίσημες προτάσεις για τη συνεδρίαση δεν είχαν ακόμη ληφθεί, αλλά οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής είχαν δει τις νέες τριμηνιαίες προβλέψεις.
Όπως αναφέρεται οι νέες προβλέψεις για τον πληθωρισμό για τα επόμενα δύο χρόνια θα είναι χαμηλότερες από ό,τι τον Δεκέμβριο, αλλά εξακολουθούν να θέτουν την αύξηση των τιμών πολύ πάνω από τον στόχο του 2% της κεντρικής τράπεζας το 2024 και ελαφρώς πάνω από αυτόν το 2025.
Επιπλέον, οι προβλέψεις για τον δομικό πληθωρισμό, ο οποίος δεν περιλαμβάνει τις τιμές των τροφίμων και της ενέργειας, πρόκειται να αναθεωρηθούν υψηλότερα, ενισχύοντας τις εκκλήσεις για περισσότερες αυξήσεις επιτοκίων από τα γεράκια στο Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ, πρόσθεσε η πηγή.
Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις