Δημοσιονομικά, μεταρρυθμίσεις και υποδομές – Οι μεγάλες “προκλήσεις” για την επόμενη μέρα

Δημοσιονομικά, μεταρρυθμίσεις και υποδομές – Οι μεγάλες “προκλήσεις” για την επόμενη μέρα
Εργοτάξιο (φωτογραφία αρχείου) ISTOCK

Στόχο για "δημοσιονομικό μάζεμα" μέχρι το 2026 της τάξης των 6 δισεκ. έχει η ελληνική οικονομία μπροστά της.

Το δημοσιονομικό μάζεμα, η προώθηση μεταρρυθμίσεων σε τομείς βασικούς, όπου καταγράφηκε μηδενική επίδοση τα προηγούμενα χρόνια, όπως η δικαιοσύνη και η χωροταξία, η αντιμετώπιση του μεγάλου ζητήματος του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών που άπτεται του παραγωγικού μοντέλου και της ανταγωνιστικότητας της χώρας, αλλά και η συντήρηση και βελτίωση των υποδομών, απαραίτητων για την ανάπτυξη είναι τα κομβικά σημεία της επόμενη μέρας για την οικονομική πολιτική.

Συγκεκριμένα, στόχο για “δημοσιονομικό μάζεμα” μέχρι το 2026 της τάξης των 6 δισεκ. έχει η ελληνική οικονομία μπροστά της. Χωρίς ακόμη να έχει ξεκαθαρίσει το πλαίσιο των κανόνων του νέου Συμφώνου Σταθερότητας που θα εφαρμοστεί από το 2024, όπου η νέα κυβέρνηση στο πλαίσιο της διαπραγμάτευσης καλείται να καταθέσει προτάσεις και στόχους, ήδη έχει δοθεί “σήμα” από την Κομισιόν με την τοποθέτηση του πήχη στο 2,3% του ΑΕΠ. Μένει, βέβαια, να αποφασιστεί οριστικά το το νέο τοπίο με τα πλεονάσματα και τις “οροφές” στις πρωτογενείς δαπάνες, το φθινόπωρο όταν θα εξειδικευτούν οι στόχοι και το χρονοδιάγραμμα. Παράλληλα, θα υπάρξουν δεσμεύσεις και στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων που θα υλοποιηθούν την επόμενη τετραετία και συνδέονται ευθέως με το Ταμείο Ανάκαμψης. Πάντως με βάση το Πρόγραμμα Σταθερότητας η Αθήνα βαδίζει με μια “ρότα” της προσαρμογής με τον πήχη για το πρωτογενές πλεόνασμα στο 1,1% του ΑΕΠ το 2023, ανεβάζοντάς τον ακόμα υψηλότερα στο 2,1% του ΑΕΠ το 2024, στο 2,3% του ΑΕΠ το 2025 και στο 2,5% του ΑΕΠ το 2026, κάτι που σημαίνει “μάζεμα” στο τελευταίο έτος πάνω από τα 6 δισ. ευρώ.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μηνύματα για μεταρρυθμίσεις αλλά και προτάσεις καταθέτει ο Γιάννης Στουρνάρας, Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, στην «Καθημερινή της Κυριακής».

Μεταρρυθμίσεις

Σύμφωνα με τον Γιάννη Στουρνάρα, “παρά τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, τόσο σε όρους σχετικού μοναδιαίου κόστους εργασίας όσο και σχετικών τελικών τιμών, και παρά την άνοδο στην κλίμακα της κατάταξης διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας, η ελληνική οικονομία εξακολουθεί να έχει χρονίζοντα διαρθρωτικά προβλήματα, με αποτέλεσμα να κατατάσσεται ακόμη σχετικά χαμηλά στους διεθνείς δείκτες διαρθρωτικής ανταγωνιστικότητας. Παραδείγματα τέτοιων εγγενών αδυναμιών αποτελούν οι καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης, η γραφειοκρατία και η αναποτελεσματικότητα που εξακολουθεί να υπάρχει σε ορισμένους τομείς της δημόσιας διοίκησης, οι καθυστερήσεις στην ολοκλήρωση του εθνικού κτηματολογίου (καταστάσεις, δηλαδή, που μεταξύ άλλων δημιουργούν αντικίνητρα στην πραγματοποίηση επενδύσεων, ιδιαίτερα από το εξωτερικό), η υστέρηση σε ορισμένες βασικές υποδομές, η μικρή συμμετοχή των γυναικών και των νέων στην αγορά εργασίας, σε συνδυασμό με τη δυσμενή εξέλιξη του δημογραφικού, η ανεπαρκής καταπολέμηση της φοροδιαφυγής, ελλείψεις στο λεγόμενο «τρίγωνο της γνώσης» (παιδεία–έρευνα‒καινοτομία), οι οιονεί ολιγοπωλιακές συνθήκες σε συγκεκριμένες αγορές αγαθών και υπηρεσιών, και οι στρεβλώσεις στην αγορά ενέργειας. Το ΑΕΠ της χώρας (και το κατά κεφαλήν ΑΕΠ) εξακολουθεί να υπολείπεται σημαντικά των επιπέδων του 2008, το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο της Ευρωπαϊκής Ένωσης και το δεύτερο υψηλότερο διεθνώς, ενώ το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών βρίσκεται σήμερα (πρόβλεψη για το 2023) στο 7% του ΑΕΠ.”

Μάλιστα ο Διοικητής της ΤτΕ, αναφέρει ότι, το πολύ υψηλό έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια, θα πρέπει να προβληματίσει. Ουδείς αγνοεί ότι το 2022 το υψηλό έλλειμμα που σημειώθηκε (9,7% του ΑΕΠ) οφείλεται περίπου κατά 40% στις αυξημένες τιμές καυσίμων. Επίσης, δεν απαιτείται μηδενικό έλλειμμα ή, ακόμη περισσότερο, πλεόνασμα, σε μια οικονομία που φιλοδοξεί να συγκλίνει ξανά το κατά κεφαλήν ΑΕΠ της με αυτό των εταίρων της και, ιδιαίτερα, που θέλει να αυξήσει το ποσοστό των εθνικών επενδύσεών της (σήμερα 14% του ΑΕΠ) στον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (22% του ΑΕΠ). Και η οποία, παρεμπιπτόντως, δαπανά για την εθνική της άμυνα – για εξοπλισμούς – ποσοστό του ΑΕΠ πολύ υψηλότερο (υπερδιπλάσιο) από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Όμως, ένα έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών πάνω από 4% του ΑΕΠ που διατηρείται μεσοπρόθεσμα έρχεται σε σύγκρουση με τον έλεγχο των μακροοικονομικών ανισορροπιών (macroeconomic imbalances procedure) της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κυρίως, όμως, υποδηλώνει ότι η εθνική δαπάνη είναι σημαντικά και διαχρονικά μεγαλύτερη από την εγχώρια παραγωγή ή, ταυτόσημα, ότι οι επενδύσεις ιδιωτικού και δημόσιου τομέα είναι σημαντικά υψηλότερες από τις αντίστοιχες αποταμιεύσεις.”

Κομβικής σημασίας η συστηματική συντήρηση των υποδομών για τη δημόσια ασφάλεια

Οι υποδομές στη χώρα μας, σε όλες τους τις εκφάνσεις, φέρεται ότι αντιμετωπίζουν σοβαρά προβλήματα συντήρησης. Η σιδηροδρομική τραγωδία των Τεμπών ανέδειξε με τον πλέον οδυνηρό τρόπο τα σημαντικά ζητήματα ασφαλείας που αντιμετωπίζει ο ελληνικός σιδηρόδρομος, ζητήματα για τα οποία οι συνδικαλιστές του ΟΣΕ είχαν προειδοποιήσει καιρό πριν με σχετικές ανακοινώσεις τους.

Στον απόηχο του τραγικού δυστυχήματος ήρθαν στο φως της δημοσιότητας πολλές περιπτώσεις κακοσυντηρημένων υποδομών, που εγκυμονούν σοβαρούς κινδύνους για τη δημόσια ασφάλεια, όπως η γέφυρα των Σερβίων στην Κοζάνη, για την οποία μάλιστα η Πανελλήνια Ομοσπονδία Ενώσεων Μηχανικών Δημόσιων Υπαλλήλων Διπλωματούχων Ανώτατων Σχολών (ΠΟ ΕΜΔΥΔΑΣ) εξέδωσε ανακοίνωση, κρούοντας τον κώδωνα του κινδύνου αναφορικά με την επικινδυνότητα της έως ότου αποφασίστηκε η διακοπή χρήσης της μέχρι την ολοκλήρωση της αποκατάστασή της. Ασφαλώς και στη συγκεκριμένη περίπτωση, όπως και σε πολλές άλλες, η ρίζα του κακού εντοπίζεται στην πλημμελή έως ανύπαρκτη συντήρηση της υποδομής.

Άλλωστε ακόμα και σήμερα κανείς, ούτε οι ειδικοί, δεν γνωρίζει πόσες και πόσο ασφαλείς είναι οι γέφυρες στη χώρα μας, με εξαίρεση όσες κατασκευάστηκαν τα τελευταία 25 χρόνια στους μεγάλους αυτοκινητοδρόμους. Σε διάστημα περίπου ενός έτους αναμένεται να ολοκληρωθεί το Εθνικό Μητρώο Υποδομών από το Τεχνικό Επιμελητήριο Ελλάδας (ΤΕΕ) . Ένα τέτοιο μητρώο θα πρέπει να περιλαμβάνει τα πλήρη στοιχεία κάθε γέφυρας, από την ημερομηνία και τη μέθοδο κατασκευής μέχρι τα υλικά, τον όγκο διερχόμενων οχημάτων, τη σεισμικότητα της περιοχής και τυχόν επισκευές ή εργασίες συντήρησης έχουν συμβεί στο παρελθόν. Βεβαίως θα πρέπει να περιλαμβάνει και μια ενημερωμένη βαθμολόγηση της κατάστασης της κάθε γέφυρας, ώστε Το Μητρώο πέρα από την απλή καταγραφή των γεφυρών και των λοιπών υποδομών, αναμένεται να αποτελέσει χρήσιμο εργαλείο για τους αρμόδιους, καθώς εκτιμάται ότι θα περιλαμβάνει στοιχεία για το ιστορικό κάθε υποδομής από την ημερομηνία και τη μέθοδο κατασκευής, τη σεισμικότητα της περιοχής και τυχόν επισκευές ή εργασίες συντήρησης έχουν συμβεί στο παρελθόν.

Η ορθή συντήρηση με βάση συγκεκριμένα επιστημονικά και τεχνικά κριτήρια και ακολουθώντας τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές των μεγάλων έργων υποδομής και δη των γεφυρών, όπως πολλάκις έχει επισημάνει το ΤΕΕ, οφείλει να αποτελέσει κορυφαία πολιτική προτεραιότητα τόσο για τους φορείς της τοπικής αυτοδιοίκησης όσο και για την κεντρική κυβέρνηση. Απαιτούνται συστηματικά έργα συντήρησης και διαρκείς έλεγχοι και επιθεωρήσεις στις υποδομές, ώστε να επανεκτιμάται συνεχώς η κατάσταση στην οποία βρίσκονται και να γίνεται μια σωστή και έγκυρη αξιολόγηση των επικρατουσών συνθηκών, η οποία θα οδηγεί σε άμεση και αποτελεσματική αντιμετώπιση οποιουδήποτε προβλήματος προκύψει.

Οι αυτοκινητόδρομοι, το σιδηροδρομικό δίκτυο, οι μεγάλες γέφυρες αποτελούν κομβικές υποδομές εθνικής σημασίας, που προωθούν την οικονομική και κοινωνική ζωή και ενισχύουν την αναπτυξιακή δυναμική ενός τόπου, συγκρατώντας τον τοπικό πληθυσμό. Η ευθύνη οποιουδήποτε φορέα είναι υπεύθυνος για τη διαχείριση της κάθε υποδομής, είτε πρόκειται για μια παραχωρησιούχο εταιρεία είτε για το ίδιο το Ελληνικό Δημόσιο είναι μεγάλη και οφείλει να μεριμνά αδιάκοπα για τη συντήρηση της, επενδύοντας ασφαλώς κι ένα σημαντικό χρηματικό ποσό, μέσω της δέσμευσης κονδυλίων αποκλειστικά για τον σκοπό αυτόν, σύμφωνα με τις βέλτιστες διεθνείς πρακτικές. Εξάλλου, τμήμα των εσόδων από τα διόδια οφείλει να διοχετεύεται στη διατήρηση των υποδομών στην καλύτερη δυνατή κατάσταση, καθώς και στη λήψη αποτελεσματικών προληπτικών μέτρων έναντι επικείμενων φυσικών φαινομένων, ώστε να μην ξαναζήσουμε στιγμές όπως ο εγκλωβισμός χιλιάδων οδηγών στην Αττική Οδό, τον Ιανουάριο του 2022, ως αποτέλεσμα χιονόπτωσης.

Το παράδειγμα της Γέφυρας Ρίου-Αντιρρίου

Σύμφωνα με του ειδικούς, οι γέφυρες που χτίστηκαν τα τελευταία χρόνια στους σύγχρονους αυτοκινητοδρόμους υπόκεινται σε συστηματικούς ελέγχους, ενώ όπως έχει πρόσφατα επισημαίνει ο Πάνος Λούκας, Διευθύνων Σύμβουλος της Γέφυρα, οι παλιές γέφυρες που υπάρχουν κατά μήκος των αυτοκινητόδρομων έχουν καταγραφεί και έχουν προχωρήσει και οι εργασίες συντηρήσεις.

“Η συντήρηση και διαχείριση των υποδομών και ιδίως αυτών που σχετίζονται με την κινητικότητα, όπως οι γέφυρες, επιβάλλει την τακτική επιθεώρηση και συστηματική συντήρησή τους, ώστε να εξασφαλιστεί η ασφάλεια του έργου και των χρηστών του. Σε αυτό εκτιμάται ότι θα συμβάλει και το πολυαναμενόμενο Εθνικό Μητρώο Υποδομών” αναφέρει o Πάνος Λούκας συμπληρώνοντας: “Στη χώρα μας σημείο αναφοράς σχετικά με τη στρατηγική δομικής διαχείρισης και λειτουργίας έργων υποδομής αναγνωρίζεται η Γέφυρα Ρίου – Αντιρρίου Χαρίλαος Τρικούπης, μία από τις μεγαλύτερες καλωδιωτές γέφυρες πολλαπλών ανοιγμάτων παγκοσμίως που υλοποιήθηκε με το μοντέλο της παραχώρησης, από τον Όμιλο VINCI και τους Έλληνες εταίρους του και παραδόθηκε το 2004. Σήμερα, σχεδόν 20 χρόνια από την έναρξη λειτουργίας της, μπορούμε να αξιολογήσουμε την επίδρασή της ως ενός έργου υποδομής που αποτελεί εξαιρετικό παράδειγμα μεταφοράς τεχνογνωσίας και εφαρμογής καινοτόμων μεθόδων θέτοντας νέα πρότυπα λειτουργίας και συντήρησης, και ως μιας παραχώρησης που συμβάλλει στη βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη της Δυτικής Ελλάδας. Η Γέφυρα, άλλωστε, αποτελεί απτή απόδειξη πώς το μοντέλο των παραχωρήσεων, ιδίως σε ότι αφορά υποδομές που υπηρετούν την κινητικότητα, συμβάλει καθοριστικά στον σχεδιασμό, την κατασκευή, την εντός χρονοδιαγράμματος παράδοση, και ιδίως τη συντήρηση και λειτουργία τους, εξασφαλίζοντας υπηρεσίες υψηλού επιπέδου, αφήνοντας θετικό αποτύπωμα στην οικονομική και κοινωνική ανάπτυξη του τόπου.”

Σημειώνεται, ότι αυτή την περίοδο, στη Γέφυρα Ρίου-Αντιρρίου λαμβάνουν χώρα εργασίες, μέρος του τακτικού κύκλου συντήρησης του έργου, ο οποίος σε αυτή τη φάση περιλαμβάνει την υλοποίηση εργασιών αντιοξειδωτικής προστασίας των μεταλλικών επιφανειών των προσβάσεων.

Τα έργα συντήρησης όμως δεν εξαντλούνται εκεί. Όπως αναφέρει, πρόσφατη ανακοίνωση, μόνο για τη διετία 2023-2024 εκτιμάται ότι θα επενδυθούν €7,4 εκ. για παντός είδους επισκευές, βελτιώσεις, ενόργανη δομική παρακολούθηση και διάφορες άλλες εργασίες συντήρησης.

Υπενθυμίζεται, ότι από το 2004, όταν το έργο παραδόθηκε στην κυκλοφορία, η παραχωρησιούχος εταιρεία,η οποία έχει επωμιστεί και την όλη ευθύνη της συντήρησης, έχει διαθέσει γύρω στα €50 εκ. για την πραγματοποίηση ανάλογων εργασιών συντήρησης ακόμα και με τη χρήση ειδικών τεχνιτών εναεριτών για τα καλώδια και δυτών για την υποθαλάσσια τμηματα και αναβάθμιση της υποδομής όπως η τοποθέτηση και εν συνεχεία ενδυνάμωση του συστήματος αντικεραυνικής προστασίας της γαλλικής VINCI Highways, μίας από τις μεγαλύτερες παγκοσμίως εταιρείες διαχείρισης αυτοκινητοδρόμων υπό παραχώρηση.

Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα