Έκθεση Κομισιόν: Κίνδυνος εκτροχιασμού και μεταρρυθμιστική κόπωση

Έκθεση Κομισιόν: Κίνδυνος εκτροχιασμού και μεταρρυθμιστική κόπωση

Σε συστάσεις προς την Ελλάδα για την πορεία της οικονομίας προχώρησαν οι Βάλντις Ντομπρόφκσις και Πιερ Μοσκοβισί, παρουσιάζοντας την τρίτη έκθεση ενισχυμένης εποπτείας. Αναγνώρισαν την πρόοδο που έχει επιτευχθεί, σημειώνοντας όμως ότι το τελευταίο πακέτο μέτρων της κυβέρνησης δεν ακολουθεί "τη σωστή δημοσιονομική κατεύθυνση".

Πολλούς αστερίσκους για την επίτευξη των δημοσιονομικών στόχων του 2019 και του 2020 βάζει η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την 3η αξιολόγηση λόγω της καταβολής της 13η σύνταξης, των 120 δόσεων και των μειώσεων ΦΠΑ.

Η επιτροπή δείχνει να αμφισβητεί το υπερπλεόνασμα στο οποίο βασίστηκε η νομοθέτηση και εφαρμογή των θετικών μέτρων, που ψηφίστηκαν και εφαρμόστηκαν μετά τις 15 Μαϊου.

Συγκεκριμένα, η Επιτροπή επιμένει στις δικές της εαρινές προβλέψεις και τις αντιπαραβάλλει με αυτές του ελληνικού προγράμματος σταθερότητας, διαπιστώνοντας μια διαφορά στην πρόβλεψη για το πρωτογενές πλεόνασμα της τάξης του 0,9% του ΑΕΠ (1,6 δισ. ευρώ) για την διετία 2019 -2020.

Με τον τρόπο αυτό αναιρεί τις προβλέψεις των ελληνικών αρχών για την δημοσιονομικό χώρο 0,6% του ΑΕΠ το 2019 πάνω στον οποίο βασίστηκαν και τα μέτρα του Μαΐου, αναφέροντας το ενδεχόμενο δημοσιονομικού εκτροχιασμού.

Τούτο, με δεδομένο ότι το υπουργείο Οικονομικών εκτιμά πως το πακέτο των πρόσφατων μέτρων «κοστίζει» 0,6% του ΑΕΠ τόσο το 2019 όσο και το 2020, ενώ από την πλευρά της η Κομισιόν θέτει τον πήχη των δημοσιονομικών επιπτώσεων μεταξύ 1,1% και 1,4% του ΑΕΠ φέτος και ανάμεσα σε 1,2% και 1,5% του ΑΕΠ το 2020. Τυχόν επιβεβαίωση των εκτιμήσεων της Κομισιόν θα σήμαινε μαύρη τρύπα, η οποία θα μπορούσε αθροιστικά στη διετία να ξεπεράσει τα 5 δισ. ευρώ, αν και στην έκθεση δεν διατυπώνεται σαφής εκτίμηση. Επισημαίνεται όμως, ότι μέσω των ανοιξιάτικων προβλέψεων, πριν την εφαρμογή των μέτρων Τσίπρα η Κομισιόν εκτιμούσε, πως τόσο φέτος όσο και το 2020 θα καλυφθεί ο στόχος για 3,5% του ΑΕΠ όσον αφορά στο πρωτογενές πλεόνασμα.

Σε ό,τι αφορά την μη μείωση του αφορολόγητου για το 2020 και το υπόλοιπο πακέτο θετικών μέτρων για το 2020 που εξαγγέλθηκαν από τον Πρωθυπουργό στο Ζάππειο, η έκθεση τα αναφέρει μεν αλλά δεν τα σχολιάζει, καθώς όπως τονίζει δεν έχουν κοστολογηθεί και πολύ περισσότερο, δεν έχουν ψηφιστεί.

Τα θετικά μέτρα του Μαΐου

Σύμφωνα με τον κείμενο της έκθεσης, που υιοθέτησε το Κολέγιο των Επιτρόπων, “η ποιότητα των πρόσφατων δημοσιονομικών μέτρων προκαλεί ανησυχία, δεδομένου του στόχου να καταστούν τα δημόσια οικονομικά πιο φιλικά προς την ανάπτυξη και να κατευθυνθεί ένα μεγαλύτερο μερίδιο των κοινωνικών δαπανών προς τις ομάδες που αντιμετωπίζουν τη μεγαλύτερη ένταση φτώχειας”.

Προειδοποιεί μάλιστα για τα εξής:

– Χαμηλότεροι συντελεστές ΦΠΑ για τα προϊόντα διατροφής, τα εστιατόρια και τις υπηρεσίες τροφίμων, την ηλεκτρική ενέργεια και το φυσικό αέριο θα έχουν εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 0,4% του ΑΕΠ.

– Η Εισαγωγή μιας μόνιμης 13ης σύνταξης και χαλάρωση των κριτηρίων επιλεξιμότητας για τις συντάξεις επιζώντων έχει εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος 0,5% του ΑΕΠ.

– Τα νέα καθεστώτα δόσεων για τον διακανονισμό χρεών επί των φόρων, των εισφορών κοινωνικής ασφάλισης και των πληρωμών προς τις τοπικές κυβερνήσεις έχει εκτιμώμενο δημοσιονομικό κόστος που κυμαίνεται από 0,3-0,6% του ΑΕΠ το 2019.

Η Κομισιόν προειδοποιεί αυστηρά ότι τα δημόσια οικονομικά της Ελλάδας εξακολουθούν να αντιμετωπίζουν σημαντικούς δημοσιονομικούς κινδύνους όσον αφορά τις συνεχιζόμενες δικαστικές υποθέσεις.

Επιπλέον τονίζει για το δημόσιο, ότι “οι κίνδυνοι που συνδέονται με τη διεύρυνση του πεδίου εφαρμογής των εξαιρέσεων από το ενοποιημένο μισθολογικό δίκτυο, έχουν εν μέρει υλοποιηθεί και παραμένουν πηγή ανησυχίας”.

 Μεταρρυθμίσεις

Αναφορικά με τις δεσμεύσεις, τονίζει ότι στο θέμα της αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου στους ιδιώτες η πορεία είναι απογοητευτική, οι καθυστερήσεις που καταγράφονται στην έκθεση αφορούν τον τομέα της ενέργειας (πώληση λιγνιτικών εργοστασίων της ΔΕΗ και ΕΛΠΕ, διασύνδεση με γειτονικές χώρες), την επικαιροποίηση των αντικειμενικών αξιών ακινήτων, την πρόσληψη προσωπικού από ΑΑΔΕ, την πώληση του 30% του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών.

Ωστόσο, δεν είναι μόνο οι παραπάνω καθυστερήσεις που έχουν προκαλέσει δυσφορία στις Βρυξέλλες, αλλά άλλα προβλήματα πιο σοβαρά, όπως για παράδειγμα ο «απογοητευτικός», όπως χαρακτηρίζεται ρυθμός αποπληρωμής των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου.

Από εκεί και πέρα, η έκθεση εξετάζει μόνο τις παροχές που εξήγγειλε η κυβέρνηση για το 2019 και όχι για το 2020, δεδομένου ότι αυτό θα γίνει στο πλαίσιο του προϋπολογισμού του επόμενου έτους, ο οποίο θα υποβληθεί από τη νέα κυβέρνηση στις 15 Οκτωβρίου.

Για το χρηματοπιστωτικό τομέα, το σχέδιο της έκθεσης κάνει λόγο για μείωση με αργό ρυθμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων, ενώ αργά προχωρούν και οι ηλεκτρονικοί πλειστηριασμοί.

Σχετικά με τη δημόσια συζήτηση που έχει ξεκινήσει μεταξύ των πολιτικών κομμάτων στην Ελλάδα περί διαπραγμάτευσης με τους δανειστές για τη μείωση των πρωτογενών πλεονασμάτων, τα οποία έχουν καθοριστεί μέχρι το 2022 στο 3,5% του ΑΕΠ, η Κομισιόν δεν πρόκειται να πάρει καμία θέση, θεωρώντας ότι το θέμα αυτό αφορά τις χώρες της ευρωζώνης.

Τέλος, ο Αντιπρόεδρος της Επιτροπής Βάλντις Ντομπρόνβσκις, κατά την παρουσίαση της έκθεσης μετά το Κολέγιο των επιτρόπων, αναφερόμενος στην Ελλάδα, τόνισε ότι καταγράφεται “επιβράδυνση της μεταρρυθμιστικής δυναμικής”, ότι το πακέτο επεκτατικών δημοσιονομικά μέτρων που ανακοίνωσε η κυβέρνηση στην Αθήνα “είναι ακριβό και δεν πάει προς την σωστή κατεύθυνση”, ενώ αναιρεί συμφωνημένες μεταρρυθμίσεις. Ο Αντιπρόεδρος προειδοποίησε ότι δεν πρέπει “να χαραμιστεί η πρόοδος” και ξεκαθάρισε απευθυνόμενος στις αρχές, ότι “η επιστροφή στις αγορές είναι ευαίσθητη υπόθεση” και “δεν υπάρχει χώρος για λάθη”.

ΥΠΟΙΚ: Ανάλογες παρατηρήσεις υπήρξαν και στο παρελθόν, αλλά διαψεύστηκαν

Σχολιάζοντας τις επιφυλάξεις και τις ενστάσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για την τρίτη αξιολόγηση, από το Υπουργείο Οικονομικών τόνιζαν ότι παρά ανάλογες παρατηρήσεις για την επίτευξη των στόχων υπήρχαν και στο παρελθόν, αλλά διαψεύστηκαν. Σημείωναν επίσης ότι η έκθεση αναγνωρίζει, ότι θα πρέπει να επανεκτιμήσει τα δεδομένα το Φθινόπωρο.

Οι ίδιες πηγές τόνιζαν, ότι το υπουργείο Οικονομικών εμμένει στην πρόβλεψή του ότι το πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης για το έτος 2019 θα διαμορφωθεί στο 4,1% του ΑΕΠ, υπερβαίνοντας έτσι τον στόχο κατά 0,6% και δημιουργώντας αντίστοιχο δημοσιονομικό χώρο. Με δεδομένο ότι τα ψηφισθέντα μέτρα έχουν κοστολογηθεί στο 0,6 % του ΑΕΠ, το υπουργείο Οικονομικών είναι βέβαιο ότι ο στόχος του 2019 θα επιτευχθεί.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα