ESM: Η Ελληνική οικονομία έχει επιστρέψει σε “ασφαλή ύδατα”
Η ελληνική οικονομία έχει ολοκληρώσει ένα μεγάλο αριθμό σημαντικών μεταρρυθμίσεων, αποκατέστησε βιώσιμα δημόσια οικονομικά και έκανε τις τράπεζές της περισσότερο ανθεκτικές.
- 13 Ιουνίου 2019 12:05
Με αυτό το σχόλιο ξεκινά το κομμάτι της ετήσιας έκθεσης του ESM για την επιτυχή ολοκλήρωση του τρίτου προγράμματος, σημειώνοντας ότι από το 2010, όταν το δημοσιονομικό έλλειμμα έφτανε το 15% του ΑΕΠ και το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών το 12% του ΑΕΠ, έφτασε να υπεραποδίδει σε σχέση με τους δημοσιονομικούς της στόχους για τέσσερα συνεχή χρόνια από το 2015 έως και το 2018 φέροντας την οικονομία σε «ασφαλή ύδατα».
Μάλιστα σύμφωνα με «δείκτη ευαισθησίας» που καταρτίζει ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας για τις χώρες με τις οποίες υλοποίησε προγράμματα σταθεροποίησης, η Ελλάδα έχει αναβαθμιστεί από το 2018 από τις χώρες υψηλού κινδύνου στις χώρες του μέτριου κινδύνου. Πιο συγκεκριμένα, με άριστα το 4 ο ESM δίνει βαθμό σταθερότητας 2,1, ενώ για το 2003 (ένα χρόνο πριν τους Ολυμπιακούς της Αθήνας) είχε βαθμολογία 2,3, ενώ για τα χρόνια από το 2009 ως το 2015 είχε βαθμολογία 1,6.
Βεβαίως, η έκθεση του οργανισμού δεν ξεχνά να υπενθυμίζει το ύψος του δανεισμού και της βοήθειας για το χρέος που έχει δεχθεί η Ελλάδα τα χρόνια των μνημονίων. Μαζί με το κούρεμα των ομολόγων το 2012 και τα δάνεια που έχει πάρει από την Ευρώπη (διμερή, από EFSF και ESM) και το ΔΝΤ, συμπεριλαμβάνοντας και κούρεμα των ομολόγων από τον ιδιωτικό τομέα (μέσω του PSI), τονίζεται ότι η Ελλάδα δέχθηκε βοήθεια συνολικού ύψους 290 εκ. ευρώ.
Η μεγάλη έκθεση των εταίρων και δανειστών της Ελλάδας, όπως εξηγείται, είναι και η αιτία που η Ελλάδα πέρασε από το πρόγραμμα στην ενισχυμένη εποπτεία για κάποια χρόνια. Ο στόχος είναι να συνεχίσει την συνετή οικονομική πολιτική που ακολούθησε κατά το τρίτο πρόγραμμα και να προχωρήσει και ολοκληρώσει μεσοπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις στην οικονομία της που θα επιτρέψουν σταθερή και βιώσιμη ανάπτυξη.
Όπως σημειώνεται, η ελληνική οικονομία έχει περάσει σε θετική ανάπτυξη που έφτασε στο 1,9% του ΑΕΠ το 2018, αλλά έχει ένα τεράστιο λόγο χρέους προς το ΑΕΠ που φτάνει το 181,1% στο τέλος του 2018 .
Οι προκλήσεις
Όπως τονίζεται, οι προκλήσεις για την εποχή μετά το πρόγραμμα είναι κατ’ αρχήν να διατηρήσει μεταρρυθμίσεις του προγράμματος που αφορούν την αγορά εργασίας και συλλογή των φόρων, θυμίζοντας ότι η βάση θα πρέπει να διευρυνθεί (εδώ θυμίζει και την μείωση του αφορολόγητου), ώστε να μην χαθούν τα μέχρι τώρα επιτεύγματα.
Η έκθεση σημειώνει, μάλλον με ήπιο τρόπο, την αναστροφή του μέτρου για την περικοπή των βασικών συντάξεων το 2019 και, παρότι δεν φαίνεται να συμφωνεί απολύτως, σημειώνει ότι οι μελλοντικές αλλαγές μέτρων θα πρέπει να βρίσκονται στην κατεύθυνση της ενίσχυσης της ανάπτυξης της οικονομίας.
Σε ό,τι αφορά τις περαιτέρω μεταρρυθμίσεις που είναι απαραίτητες για την ελληνική οικονομία, αναφέρει ότι θα πρέπει να βελτιώσει την αποτελεσματικότητα του δημόσιου τομέα και των δημόσιων επιχειρήσεων, διατηρώντας, όμως, το σημερινό μέγεθος και το κόστος λειτουργίας του να επιταχύνει τον ρυθμό απόδοσης της δικαιοσύνης και να βελτιώσει το επιχειρηματικό περιβάλλον.
Με τις μεταρρυθμίσεις αυτές, σημειώνεται ότι θα καταστεί δυνατό η Ελλάδα να προσελκύσει ξένες επενδύσεις και να συντηρήσει και να αυξήσει τους ρυθμούς ανάπτυξης της οικονομίας.
Η έκθεση δεν λησμονεί να αναφερθεί και στις Τράπεζες και την αναγκαία προσπάθεια για την μείωση των κόκκινων δανείων, ώστε να μπορέσουν το ταχύτερο δυνατό να μπορέσουν να παρέχουν πιστώσεις στην πραγματική οικονομία. Στο σημείο αυτό τονίζει την σημασία της ταχείας προώθησης και υλοποίησης του στρατηγικού σχεδίου που έχει εκπονήσει το ΤΧΣ σε συνεργασία με το ΥΠΟΙΚ για την αυτόματη μείωση των κόκκινων δανείων που βρίσκεται σε διαπραγμάτευσης με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ανταγωνισμού.