Εθνική Τράπεζα: ‘Έκρηξη” της ζήτησης για νέα δάνεια τον Απρίλιο
Διαβάζεται σε 9'Γιατί η Εθνική Τράπεζα είναι η πρώτη ελληνική τράπεζα που ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα. Αναλογούντα κέρδη μετά φόρων ύψους 358 εκατ. ευρώ το πρώτο τρίμηνο αυξημένα κατά 38% σε ετήσια βάση και κατά 14% σε τριμηνιαία βάση. Τον Ιούνιο η απόφαση για το μέρισμα.
- 02 Μαΐου 2024 07:53
Απότομη αύξηση των νέων χρηματοδοτήσεων, με δάνεια ύψους 3 δισ. ευρώ να βρίσκονται στην ουρά για εκταμιεύσεις, κατέγραψε η Εθνική Τράπεζα τον Απρίλιο, σύμφωνα με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο Π. Μυλωνά.
Σύμφωνα με όσα ανέφερε ο κ. Μυλωνάς στους αναλυτές, με αφορμή την δημοσίευση των οικονομικών αποτελεσμάτων της Εθνικής Τράπεζας για το πρώτο τρίμηνο του 2024, τα εγκεκριμένα αλλά μη εκταμιευμένα επιχειρηματικά δάνεια, πέραν των εκταμιεύσεων του Απριλίου που ανήλθαν σε 850 εκατ. ευρώ, ανέρχονται σε 2,9 δισ., θέτοντας τις βάσεις για την επίτευξη του στόχου πιστωτικής επέκτασης για το 2024 ανάλογη αυτής του 2023.
Την ίδια στιγμή αύξηση κατά 1,1 δισ. ευρώ ετησίως σημείωσαν τα εξυπηρετούμενα δάνεια της Εθνικής Τράπεζας, στα 30,2 δισ. ευρώ με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο του Ομίλου να εστιάζει στην επιτάχυνση των εκταμιεύσεων Λιανικής Τραπεζικής που για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια αντιστάθμισαν τις αποπληρωμές. Πιο αναλυτικά, αυτές “άγγιξαν” τα 400 εκατ. ευρώ, με αιχμή του δόρατος τα δάνεια προς μικρές επιχειρήσεις και τα καταναλωτικά.
Η προσοχή της διοίκησης, βέβαια, εστιάζεται στις αποπληρωμές, οι οποίες συνεχίστηκαν κυρίως από επιχειρήσεις σε κλάδους, όπως η ενέργεια και η ναυτιλία.
Παράλληλα ο κ. Μυλωνάς αναφέρθηκε ιδιαίτερα στις βασικές οικονομικές επιδόσεις της Εθνικής Τράπεζας για το πρώτο τρίμηνο, όπως η σταθερά υψηλή οργανική κερδοφορία, η ισχυρή κεφαλαιακή θέση και υψηλή ρευστότητα που επέτρεψαν να γίνει η πρώτη ελληνική τράπεζα που ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα (από τη Morningstar DBRS), μετά την οικονομική κρίση στην Ελλάδα το 2010.
Τα αποτελέσματα καταγράφουν ισχυρές οικονομικές επιδόσεις που αποτυπώνονται σε άλμα του δείκτη απόδοσης ιδίων κεφαλαίων, στο 17,6% σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων και σε 19,7% σε επίπεδο αναλογούντων κερδών μετά φόρων, χωρίς να υπολογίζεται η αναπροσαρμογή για το υπερβάλλον κεφάλαιο CET1 άνω των εποπτικών ορίων.
Επιπλέον, τα κεφαλαιακά αποθέματα της Τράπεζας ενισχύθηκαν περαιτέρω, με το δείκτη CET1 να ανέρχεται στο 18,6% και τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας στο 21,3%, αυξημένοι κατά +80μ.β. και +110μ.β. σε τριμηνιαία βάση – συμπεριλαμβάνοντας πρόβλεψη για διανομή μερίσματος –, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη ισχυρή δημιουργία οργανικών κεφαλαίων.
Τον Ιούνιο η απόφαση για το μέρισμα
Την επίσημη απόφαση του SSM για το μέρισμα, στις αρχές Ιουνίου, περιμένει η Εθνική Τράπεζα, με τον Διευθύνοντα Σύμβουλο, Παύλο Μυλωνά, να σημειώνει, πάντως, ότι αρχικός στόχος της διοίκησης είναι η διανομή περίπου του 20-25% των κερδών.
Όπως ανέφερε ο κ. Μυλωνάς, στη τηλεδιάσκεψη με τους αναλυτές η απάντηση από τον επόπτη αναμένεται στις αρχές Ιουνίου, με τις συζητήσεις να έχουν ως βάση ένα payout ratio μεταξύ 20% – 25%. «Το ποσοστό που θα εγκριθεί θα καθορίσει, ουσιαστικά και τη διανομή από τα κέρδη του 2024», ανέφερε χαρακτηριστικά.
Αύξηση καθαρών κερδών 38% στο α΄ τρίμηνο
Λίγο νωρίτερα η Εθνική Τράπεζα είχε ανακοινώσει τα οικονομικά αποτελέσματα για το πρώτο τρίμηνο του 2024 σύμφωνα με τα οποία εμφάνισε αναλογούντα κέρδη μετά φόρων ύψους 358 εκατ. ευρώ αυξημένα κατά 38% σε ετήσια βάση και κατά 14% σε τριμηνιαία βάση.
Όπως ανακοίνωσε η τράπεζα, τα καθαρά έσοδα από τόκους διατηρήθηκαν σε επίπεδα άνω των €600 εκατ., -2.8% σε τριμηνιαία βάση, έναντι του ιστορικά υψηλού Δ’ τριμήνου 2023, αντανακλώντας τον αντίκτυπο από το κόστος αντιστάθμισης και το αυξημένο κόστος χρηματοδότησης που απορροφήθηκαν μερικώς από τη θετική επίδραση της αύξησης των μέσων υπολοίπων δανείων, η οποία οδήγησε τα καθαρά έσοδα από τόκους εξυπηρετούμενων δανείων υψηλότερα σε τριμηνιαία βάση. Το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο διαμορφώθηκε στις 326μ.β., υπερβαίνοντας κατά πολύ την εκτίμηση <290μ.β. για το 2024.
Η δυναμική των εσόδων από προμήθειες διατηρήθηκε (+15% ετησίως) μετά από ένα εποχικά ισχυρό Δ’ τρίμηνο 2023, αποτυπώνοντας διψήφια ποσοστά αύξησης σε όλες τις επιμέρους κατηγορίες προμηθειών Λιανικής, ιδιαιτέρως δε στις προμήθειες από επενδυτικά προϊόντα και τη χορήγηση δανείων, όπου η αύξηση υπερέβη το +30% σε ετήσια βάση. Ο αριθμός των συναλλαγών αυξήθηκε κατά +13% ετησίως, ως αποτέλεσμα της αύξησης των συναλλαγών στα ψηφιακά κανάλια κατά +26% σε ετήσια βάση.
Η συγκράτηση του κόστους συνεχίστηκε, με τις επαναλαμβανόμενες λειτουργικές δαπάνες να αυξάνονται κατά 3% σε ετήσια βάση το Α’ τρίμηνο 2024, αντανακλώντας τις κλαδικές μισθολογικές αυξήσεις του Δεκεμβρίου και τις ομαλοποιημένες1 μεταβλητές αμοιβές, καθώς και τις πληθωριστικές, οι οποίες όμως βαίνουν μειούμενες. Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διαμορφώθηκε σε επίπεδα κάτω του 30% έναντι στόχου <35% για το 2024.
Το κόστος πιστωτικού κινδύνου διαμορφώθηκε σε 55μ.β., σημαντικά χαμηλότερα του στόχου των <65μ.β. που έχουμε θέσει για το 2024, αντανακλώντας τα υψηλά ποσοστά κάλυψης ΜΕΑ σε όλα τα χαρτοφυλάκια (Στάδια 1, 2, 3).
Ο δείκτης απόδοσης ιδίων κεφαλαίων διαμορφώθηκε στο 17,6% σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά φόρων και σε 19,7% σε επίπεδο αναλογούντων κερδών μετά φόρων, χωρίς να αναπροσαρμόζεται για το υπερβάλλον κεφάλαιο CET1 άνω των εποπτικών ορίων.
Η ΕΤΕ ανέκτησε την επενδυτική βαθμίδα από την MDBRS, ως αποτέλεσμα του ισχυροποιημένου ισολογισμού, της υψηλής οργανικής κερδοφορίας, της σταθερής δημιουργίας κεφαλαιακών αποθεμάτων, καθώς και της ισχυρής χρηματοδοτικής θέσης και ρευστότητας της Τράπεζας.
Αύξηση των εξυπηρετούμενων δανείων κατά +€1,1 δισ. ετησίως στα €30,2 δισ. σε επίπεδο Ομίλου. Οι εκταμιεύσεις Λιανικής Τραπεζικής επιταχύνθηκαν το Α’ τρίμηνο 2024 αγγίζοντας τα €0,4 δισ., με αιχμή του δόρατος τα δάνεια προς μικρές επιχειρήσεις και τα καταναλωτικά, αντισταθμίζοντας τις αποπληρωμές σε όλο το χαρτοφυλάκιο Λιανικής Τραπεζικής. Πράγματι, τα εξυπηρετούμενα δάνεια Λιανικής Τραπεζικής παρέμειναν αμετάβλητα σε τριμηνιαία βάση για πρώτη φορά μετά από πολλά χρόνια
Τα εγκεκριμένα αλλά μη εκταμιευμένα επιχειρηματικά δάνεια πέραν των εκταμιεύσεων του Απριλίου ανέρχονται σε €2,9 δισ., ενώ οι εκταμιεύσεις ήδη σημειώνουν ισχυρή ανάκαμψη τον Απρίλιο σε €0,85 δισ. έναντι του εποχικά ασθενούς Α΄ τριμήνου 2024, θέτοντας τις βάσεις για την επίτευξη του στόχου πιστωτικής επέκτασης για το 2024.
Η αυξανόμενη έκθεση σε στοιχεία Ενεργητικού σταθερού επιτοκίου παρέχει προστασία έναντι της επικείμενης ομαλοποίησης των επιτοκίων της ΕΚΤ.
Οι εγχώριες καταθέσεις επηρεάστηκαν από τη συνήθη εποχικότητα, καθώς και από τη βελτιστοποίηση του καθαρού χρηματοδοτικού κόστους των επιχειρήσεων και τη στροφή μέρους των καταθέσεων προς επενδυτικά προϊόντα. Σε σχέση με το Α’ τρίμηνο 2023, οι εγχώριες καταθέσεις αυξήθηκαν κατά €0,6 δισ., αποτυπώνοντας τις εισροές καταθέσεων από πελάτες Λιανική.
Η ΕΤΕ είναι η πρώτη Τράπεζα που αποπλήρωσε το Πρόγραμμα Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO ΙΙΙ) το Α’ τρίμηνο 2024. Τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα της Τράπεζας ενισχύθηκαν περαιτέρω σε €9,1 δισ. το Α’ τρίμηνο 2024, ως αποτέλεσμα κυρίως των εκδόσεων στα πλαίσια της αύξησης των Ελάχιστων Απαιτήσεων για τα Ίδια Κεφάλαια και τις Επιλέξιμες Υποχρεώσεις (Minimum Requirement for own funds and Eligible Liabilities, «MREL»).
Ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 3,7% σε επίπεδο Ομίλου, με τα ΜΕΑ μετά από προβλέψεις να ανέρχονται σε €0,2 δισ. το Α’ τρίμηνο 2024
Τα ΜΕΑ διαμορφώθηκαν σε €1,3 δισ. το Α’ τρίμηνο 2024. Ο δείκτης κάλυψης ΜΕΑ από σωρευμένες προβλέψεις ανήλθε σε 86%, με τους αντίστοιχους δείκτες κάλυψης των Σταδίων 2 και 3 να διαμορφώνονται σε 8% και 52% αντίστοιχα.
Οι αμελητέες καθαρές ροές ΜΕΑ το Α΄ τρίμηνο 2024 είναι εντός των προσδοκιών μας για φέτος.
Ο δείκτης CET1 1 ανήλθε σε 18,6%, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 21,3%
Η ισχυρή οργανική κερδοφορία ώθησε τον δείκτη CET1 1 +80μ.β. υψηλότερα σε τριμηνιαία βάση σε 18,6%. Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας1 διαμορφώθηκε σε 21,3%, ενισχυμένος κατά +110μ.β. σε τριμηνιαία βάση.
Ο δείκτης MREL1 του Ομίλου διαμορφώθηκε σε 26,5%, υπερβαίνοντας την ελάχιστη απαίτηση MREL του Ιανουαρίου 2025 ύψους 25,3% κατά 120μ.β.
Τι δήλωσε ο Π. Μυλωνάς
Ο Παύλος Μυλωνάς, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΤΕ, δήλωσε: “Η οικονομική δραστηριότητα στην Ελλάδα επιταχύνθηκε κατά τους πρώτους μήνες του 2024, δείχνοντας αυξημένη δυναμική και ανθεκτικότητα έναντι των γεωπολιτικών κινδύνων, με τους βασικούς δείκτες οικονομικής συγκυρίας σε ανοδική τροχιά. Είναι ενδεικτικό ότι, οι συνθήκες στην αγορά εργασίας βελτιώνονται περαιτέρω, ο πληθωρισμός υποχωρεί, οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου εμφανίζουν ενδείξεις επιτάχυνσης, ενώ η ζήτηση για χορήγηση τραπεζικών δανείων βαίνει αυξανόμενη.
Αξιοποιώντας την αναπτυξιακή δυναμική της Ελλάδας, η Εθνική Τράπεζα ξεκίνησε το έτος καταγράφοντας ισχυρά οικονομικά αποτελέσματα σε όλους τους τομείς δραστηριοτήτων της, αντλώντας οφέλη από τα ισχυρά πλεονεκτήματα του ισολογισμού της και τον καθοριστικό μετασχηματισμό της. Επιδεικνύοντας αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα στα οργανικά έσοδα μας, τα κέρδη μετά από φόρους αναλογούντα στους μετόχους άγγιξαν τα €360 εκατ. το Α’ τρίμηνο 2024, σημειώνοντας αύξηση κατά +38% σε ετήσια και +14% σε τριμηνιαία βάση, με την απόδοση ενσώματων ίδιων κεφαλαίων να προσεγγίζει το 20% για το τρέχον τρίμηνο (περίπου 18% σε επίπεδο οργανικών κερδών μετά από φόρους).
Τα κεφαλαιακά μας αποθέματα ενισχύθηκαν περαιτέρω, με το δείκτη CET1 στο 18,6% και τον Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας στο 21,3%, αυξημένοι κατά +80μ.β. και +110μ.β. σε τριμηνιαία βάση – συμπεριλαμβάνοντας πρόβλεψη για διανομή μερίσματος –, αντανακλώντας τη συνεχιζόμενη ισχυρή δημιουργία οργανικών κεφαλαίων. Το προφίλ ρευστότητας της Τράπεζας που απορρέει από τη μεγάλη και σταθερή βάση καταθέσεων όψεως και ταμιευτηρίου παραμένει ισχυρό, με τα καθαρά ταμειακά διαθέσιμα να αυξάνονται περαιτέρω σε €9,1 δισ. το Α’ τρίμηνο 2024, μετά την αποπληρωμή του Προγράμματος Συναλλαγών Μακροχρόνιας Αναχρηματοδότησης (TLTRO). Η ποιότητα του δανειακού χαρτοφυλακίου παραμένει υψηλή, με αμελητέες ροές Μη Εξυπηρετούμενων Ανοιγμάτων το Α’ τρίμηνο 2024.
Οι εντυπωσιακές οικονομικές μας επιδόσεις, με επίκεντρο τη διατήρηση της οργανικής κερδοφορίας σε υψηλά επίπεδα, σε συνδυασμό με την ισχυρή κεφαλαιακή μας θέση και την υψηλή ρευστότητά μας, μας επέτρεψαν να γίνουμε η πρώτη ελληνική τράπεζα που επανακτά την επενδυτική βαθμίδα, μετά την οικονομική κρίση που εκδηλώθηκε στην Ελλάδα το 2010.
Με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον, παραμένουμε πιστοί στη δέσμευσή μας να στηρίξουμε την ανάπτυξη της οικονομίας και τις αναπτυξιακές πρωτοβουλίες των πελατών μας, προσδίδοντας παράλληλα προστιθέμενη αξία στους μετόχους μας. Με στρατηγική έμφαση στον τεχνολογικό και ψηφιακό μετασχηματισμό μας και έχοντας την αταλάντευτη στήριξη των ανθρώπων μας, συνεχίζουμε να εργαζόμαστε προς την κατεύθυνση της βελτίωσης της εμπειρίας και των προοπτικών των πελατών μας, ως η Τράπεζα Πρώτης Επιλογής“.