Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής θα κερδίσει το στοίχημα της ανάπτυξης
Σύμφωνα με τη έκθεση του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, τα επόμενα βήματα για την έξοδο προς τις αγορές θα πρέπει να είναι προσεκτικά. Τα τέσσερα ρίσκα και οι συστάσεις για την πολιτική όπως πρέπει να ασκηθεί το επόμενο διάστημα.
- 08 Αυγούστου 2018 16:05
Η αξιοπιστία της οικονομικής πολιτικής μετά και την λήξη του τρίτου μνημονίου θα κρίνει την περαιτέρω πορεία της οικονομίας, σύμφωνα με τον επικεφαλής του γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής, Φραγκίσκο Κουτεντάκη.
Κατά την παρουσίαση της έκθεσης για την πορεία της οικονομίας το δεύτερο τρίμηνο του 2018 τόνισε, ότι οι συνθήκες είναι ευνοϊκές, αλλά τα επόμενα βήματα είναι κρίσιμα, αφού δεν θα πρέπει να υπάρξουν παρεκκλίσεις στην οικονομική πολιτική ενώ και τα βήματα για την έξοδο προς τις αγορές θα πρέπει να είναι προσεκτικά.
Όπως επισημαίνει και στην έκθεση του μετά από χρόνια προγραμμάτων σταθεροποίησης και με ένα πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, η Ελλάδα θα βρίσκεται στο κέντρο της προσοχής τόσο των εταίρων – δανειστών μας όσο και των αγορών.
Σε ό,τι αφορά τα μέτρα που αποφασίστηκαν πρόσφατα για χρέος η έκθεση τα χαρακτηρίζει θετικά. Ωστόσο, επισημαίνει το θέμα της μακροπρόθεσμης βιωσιμότητας που εκφράζεται από το ΔΝΤ ενδέχεται να καθυστερήσουν τις απαραίτητες αναβαθμίσεις για να ανακτήσουν οι ελληνικοί τίτλοι την επενδυτική βαθμίδα.
Σχετικά με το πλεόνασμα – και ειδικά το υπερπλεόνασμα του 2018 ο επικεφαλής του Γραφείου προϋπολογισμού της Βουλής παρουσίασε εκτιμήσεις που δείχνουν αύξηση του πρωτογενούς πλεονάσματος κατά 600 εκ ευρώ σε σχέση με το 2017. Συγκεκριμένα, το πρώτο εξάμηνο τους 2017 το πρωτογενές πλεόνασμα σε όρους μνημονίου είχε φτάσει τα 1,24 δισ. ευρώ και φέτος στο τέλος του πρώτου εξαμήνου έφτασε 1,84 δισ. ευρώ.
Θετικές οι προοπτικές
Παρουσιάζοντας τις προοπτικές ελληνικής οικονομίας αναφέρθηκε στις θετικές εξελίξεις στην προσπάθεια της απομείωσης των κόκκινων δανείων και των ληξιπρόθεσμων οφειλών του Κράτους προς ιδιώτες και στην εκτέλεση του προϋπολογισμού. Επεσήμανε όμως την μικρή μείωση του κόστους ενέργειας το πρώτο τρίμηνο και τον χαμηλό πληθωρισμό το ίδιο διάστημα, δείγμα στρεβλώσεων και χαμηλής ιδιωτικής ζήτησης.
Τα τέσσερα ρίσκα και οι συστάσεις για την πολιτική όπως πρέπει να ασκηθεί το επόμενο διάστημα
Αναφορικά με την προσπάθεια της κυβέρνησης για την επιστροφή στις αγορές είπε, ότι δεν πρέπει να γίνουν βεβιασμένες κινήσεις, αλλά ότι πρέπει να είναι προσεκτικοί και καλοσχεδιασμένη η έξοδος.
Το βασικότερο μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα της Ελληνικής οικονομίας εκτίμησε ότι θα είναι η ρευστότητα, η απουσία χρηματοδότησης της πραγματικής οικονομίας. Το γεγονός αυτό θα δυσκολέψει την αύξηση επενδύσεων με επιπτώσεις και στο ΑΕΠ και επισήμανε, ότι πρέπει να βρεθούν άλλες πηγές εναλλακτικές χρηματοδότησης, ώστε να κινηθεί ταχύτερα η ανάκαμψη της οικονομίας.
Πρόβλημα η αύξηση των εισαγωγών
Σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα ένα από τα βασικότερα προβλήματα της οικονομίας είναι ότι θα αυξηθούν οι πιέσεις για ενίσχυση των εισαγωγών οι οποίες θα αποτελέσουν περίπου το 31% του κεφαλαίου για νέες επενδύσεις στην Ελλάδα.
Όπως επισημαίνεται, η αύξηση των εισαγωγών θα αντισταθμίσει τα οφέλη που καταγράφονται το τελευταίο διάστημα από την αύξηση εξαγωγών (την περίοδο 2009-2017 οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν από 19,0% σε 33,2% του ΑΕΠ.) και θα επιδεινώσει το εξωτερικό ισοζύγιο της χώρας.
Η εξέλιξη αυτή επισημαίνεται ότι είναι αποτέλεσμα της χαμηλής παραγωγικότητας της οικονομίας, η οποία επηρεάζεται πάρα πολύ από τις συνεχείς πιέσεις που δέχθηκε η χώρα στο Πεδίο της παραγωγικότητας της εργασίας. Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ ο ρυθμός μεγέθυνσης της παραγωγικότητας της εργασίας στην Ελλάδα όχι μόνο μειώθηκε σε σχέση με τη περίοδο πριν τη κρίση (2001-2008) αλλά επιπλέον παρουσιάζει κατά μέσο όρο αρνητικό πρόσημο (-1,14%) την περίοδο μετά την κρίση (2009-2016).
Με βάση τα στοιχεία της έκθεσης η κάθετη πτώση της παραγωγικότητας της εργασίας είναι αποτέλεσμα της μεγάλης μείωσης των μισθών τα χρόνια της κρίσης για μειωθεί και το κόστος εργασίας
Το αποτέλεσμα είναι τα συνολικά οφέλη να είναι σχετικά χαμηλά αφού η Ελλάδα είναι το μόνο κράτος το οποίο η παραγωγικότητα λόγω εργατικού κόστους μειώθηκε Όπως τονίζεται η αύξηση της παραγωγικότητας προϋποθέτει την ανάληψη δράσεων για τη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και την προσέλκυση ξένων και εγχώριων επενδύσεων και τη δημιουργία νέων θέσεων απασχόλησης υψηλής ποιότητας.
Τέλος σχετικά με τα υψηλά πλεονάσματα που καταγράφει ο ΕΦΚΑ όπερ προκύπτουν και τα υπερπλεονάσματα ο κ. Κουτεντάκης τόνισε ότι ένα μέρος της μειωμένης ασφαλιστικής δαπάνης είναι αποτέλεσμα του γεγονότος ότι ο αρχηγός υπολογισμός των αναγκών για νέες συντάξεις ήταν μεγαλύτερος των τελικών του τελικού αποτελέσματος καθώς πολλές από τις αιτήσεις για σύνταξη τελικά Αποδείχθηκε ότι δεν πρέπει να εκκαθαριστούν καθώς δεν πληρούσαν τις προϋποθέσεις ειδικές αναφορές υπάρχουν στη μελέτη για το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο και την έκθεσή του στο οποίο ασκήθηκε κριτική για τη στάση που κρατά.