Η σκοτεινή, διεφθαρμένη πλευρά της Silicon Valley

Η σκοτεινή, διεφθαρμένη πλευρά της Silicon Valley

Ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε μήπως οι αντιδεοντολογικές συμπεριφορές έχουν αρχίσει να γίνονται συνήθεια για τους επιχειρηματίες στη Silicon Valley

Η σκηνή των startups στη Silicon Valley θαυμάζει όσους πάνε κόντρα στο ρεύμα και σπάνε τους κανόνες. Όμως, καθώς η λίστα τον σκανδάλων με την εμπλοκή startup αυξάνεται, ήρθε η ώρα να αναρωτηθούμε μήπως οι αντιδεοντολογικές συμπεριφορές έχουν αρχίσει να γίνονται συνήθεια για τους επιχειρηματίες στη Silicon Valley.

της Έριν Γκρίφιθ για το fortune.com

Ο Vinod Khosla δεν εμφανίστηκε στο TechCrunch Disrupt για να στριμωχτεί από κάποιον εξυπνάκια, ξερόλα δημοσιογράφο. Ο venture capitalist ήρθε για να μιλήσει για την αποδιοργάνωση και τις επαναστάσεις σε ένα ακροατήριο 1.000 εν δυνάμει αποδιοργανωτών και επαναστατών, των οποίων η λάμψη από τα λάπτοπ φώτιζε τα πρόσωπά τους σε μια αποθήκη του Σαν Φρανσίσκο.

Αλλά φυσικά ο δημοσιογράφος έπρεπε να θίξει το θέμα της Hampton Creek, της εταιρείας vegan διατροφής που είχε αυτοπαρουσιαστεί – και είχε αποτιμηθεί επίσης – ως μια εταιρεία τεχνολογίας. Ο Khosla, ένας θρύλος στη Silicon Valley, ήταν ένας επενδυτής στη Hampton Creek, μαζί με το Founders Fund του Peter Thiel και τον Marc Benioff, διευθύνοντα σύμβουλο της Salesforce. Παρά τις αναφορές των μέσων ενημέρωσης περί πρακτικών αμφιβόλου επιστημονικής αξίας στην εταιρεία σε πράγματα όπως η δοκιμή της διάρκειας ζωής και μια διαμάχη με τον Οργανισμό Τροφίμων και Ποτών των ΗΠΑ σχετικά με παραπλανητική επισήμανση, ο Khosla δήλωσε ότι η Hampton Creek «τα πήγαινε θαυμάσια».

«Αυτό είναι συζητήσιμο», είπε ο δημοσιογράφος του TechCrunch, Jonathan Shieber, προτού κάνει την επόμενη ερώτησή του.

Ο Khosla τον διέκοψε με μια χειρονομία τύπου «μίλα στο χέρι μου» και στράφηκε προς το κοινό με μια γκριμάτσα σαν να έλεγε «πού τον βρήκαν τούτον τον άσχετο;». «Εδώ είναι ένας δημοσιογράφος», είπε, «που δεν ξέρει τι συμβαίνει και έχει άποψη για να φτιάχνει ενδιαφέρουσες ιστορίες». Στράφηκε στον Shieber: «Να με συγχωρείτε, αλλά ξέρω πολλά περισσότερα για το πώς τα πάει η εταιρεία απ’ ό,τι εσείς».

Αυτό συνέβη τον Σεπτέμβριο του 2015. Και αυτό που ο Khosla ίσως δεν ήξερε ήταν ότι οι εργαζόμενοι και οι εργολάβοι της Hampton Creek αγόραζαν στα κρυφά βάζα της μαγιονέζας χωρίς αυγά από παντοπωλεία και σούπερ μάρκετ για περισσότερο από ένα χρόνο, με στόχο να κάνουν το προϊόν να φαίνεται πιο δημοφιλές στους συνεργάτες λιανικής πώλησης της εταιρείας. Έναν χρόνο μετά, το Bloomberg Businessweek αποκάλυψε το σχέδιο, σε ένα άρθρο που εμφάνιζε μια κινούμενη εικόνα GIF του προσώπου του ιδρυτή της εταιρείας, Josh Tetrick, καλυμμένου με …ριπές μαγιονέζας. (Η Hampton Creek έχει αρνηθεί ότι έκανε κάτι λάθος, περιγράφοντας τις επαναγορές ως δοκιμές ελέγχου ποιότητας. Ο Khosla αρνήθηκε να σχολιάσει).

Η κοινότητα των startup διαθέτει μια μόνιμη απάντηση σε αυτό το είδος των ειδήσεων, και ακούγεται πολύ σαν εκείνη του Khosla: Τυφλή υπεράσπιση των νεοφυών επιχειρήσεων με όρους «όλοι σας και μόνοι μας». Για παράδειγμα, αφότου η Wall Street Journal αποκάλυψε τα προβλήματα στη Theranos, τη startup εξετάσεων αίματος, το 2015, επενδυτές επιχειρηματικών συμμετοχών όπως ο Josh Elman της Greylock και ο Sam Altman της Υ Combinator ανέβασαν tweets υπέρ της εταιρείας και κατά του «μονόπλευρα επικριτικού κομματιού».

Αλλά καθώς τα σκάνδαλα έχουν αρχίσει να συσσωρεύονται – και άλλες αρνητικές ιστορίες έχουν αποδειχθεί αληθινές – η αμυντική στρατηγική δεν αποδίδει πλέον. Ενώ ορισμένοι επενδυτές στέκονται στο πλάι των εταιρειών που έχουν πληγεί, άλλοι φροντίζουν να αποστασιοποιούνται από τους κακούς δρώντες, διακρίνοντάς τους από την υπόλοιπη κοινότητα. Η Theranos, η οποία πλέον είναι αντιμέτωπη με την ποινική δικαιοσύνη, περιγράφεται τώρα ως εξαίρεση – ως ένα σάπιο μήλο μέσα σ’ ένα καφάσι από καλά μήλα. Σ’ ένα βίντεο της εταιρείας VC First Round Capital εμφανίζονται ιδρυτές νεοφυών επιχειρήσεων να τραγουδάνε «η Theranos δεν μας αντιπροσωπεύει / είμαστε καλύτεροι». Παρομοίως, η Zenefits, η startup ανθρώπινου δυναμικού που παραδέχθηκε ότι οι υπάλληλοί της είχε εξαπατήσει τις πολιτειακές αρχές σχετικά με την υποχρεωτική εκπαίδευσή τους, υποτίθεται ότι δεν είναι παρά η εξαίρεση στον κανόνα. Με άλλα λόγια, δεν είναι έτσι όλες οι startups – #NotAllStartups.

Κι όμως, η σχετική λίστα είναι μεγάλη. Περιλαμβάνει την WrkRiot, τη startup που έκλεισε απότομα αφότου ένας υπάλληλός της την κατηγόρησε για πλαστογράφηση εγγράφων μεταφοράς χρημάτων. Και τη Skully, την αποτυχημένη εταιρεία που κατασκεύαζε έξυπνα κράνη μοτοσικλέτας και μηνύθηκε για «δόλιες λογιστικές πρακτικές». Και τη ScoreBig, την ιστοσελίδα πώλησης εισιτηρίων την οποία έχουν πάει στα δικαστήρια μεσίτες. Και τη Rothenberg Ventures, την εταιρεία που ερευνάται αφότου τα χρήματα των επενδυτών της χρησιμοποιήθηκαν για τη χρηματοδότηση μιας άλλης νεοφυούς επιχείρησης του ιδρυτή της, Mike Rothenberg. (Η εταιρεία λέει ότι είχε ενημερώσει τους επενδυτές). Και τις Faraday Future και Hyperloop One, φιλόδοξες και καλά χρηματοδοτούμενες εταιρείες που τώρα πλήττονται από αγωγές και καταγγελίες για ψευδή στοιχεία και κακοδιαχείριση. (Η Faraday δεν έχει προβεί σε κάποιο σχόλιο ενώ η Hyperloop αρνείται την κατηγορία και έχει προβεί σε εξωδικαστικό συμβιβασμό). Και, βέβαια, περιλαμβάνει και δεκάδες μικρότερες περιπτώσεις ύποπτων λογιστικών πρακτικών και άλλων κόλπων που απλώς δεν βρέθηκαν στην πρώτη σελίδα των εφημερίδων και των περιοδικών επειδή οι επιχειρήσεις δεν ήταν τόσο γνωστές.

Κανένας κλάδος δεν έχει ανοσία στην απάτη, και όσο πιο «ζεστός» είναι ο κλάδος, τόσο περισσότεροι απατεώνες συρρέουν σ’ αυτόν. Αλλά η Silicon Valley αυτοπαρουσιάζεται πάντα ως ακραία ενάρετη – ένα μέρος όπου αλτρουιστικοί σπασίκλες ανέχονται τον καπιταλισμό προκειμένου να κάνουν τον κόσμο ένα καλύτερο μέρος. Ξαφνικά, η Valley φαντάζει τόσο λάθος και άπληστη όπως και ο υπόλοιπος κόσμος των επιχειρήσεων. Και ο αυξανόμενος αριθμός των startups που εμπλέκονται σε σκάνδαλα μοιράζονται ένα κοινό χαρακτηριστικό: το ψέμα, από το μάρκετινγκ υπερβολών μέχρι την απροκάλυπτη απάτη, φαίνεται πιο διαδεδομένο από ποτέ, τόσο πολύ ώστε να πρέπει πλέον να αναρωτηθούμε αν η ίδια η κουλτούρα των startup αποτελεί πρόβλημα.

Η απάτη δεν είναι κάτι νέο στον χώρο της τεχνολογίας, φυσικά. Οι παλαιότεροι επενδυτές θυμούνται ακόμα την περίπτωση της MiniScribe που έστελνε τούβλα μέσα σε κούτες που υποτίθεται ότι περιείχαν σκληρούς δίσκους σε μια γνωστή περίπτωση λογιστικής απογραφής – απάτης στη δεκαετία του 1980. Η δεκαετία του ’90 και οι αρχές των 2000s έφεραν τη WorldCom, την Enron, και τις dot-βόμβες. Αλλά σήμερα, περισσότερα χρήματα παίζονται γύρω από startups (73 δισεκατομμύρια δολάρια σε επιχειρηματικά κεφάλαια επενδύθηκαν σε νεοσύστατες επιχειρήσεις στις ΗΠΑ το 2016) σε σύγκριση με την εποχή της έκρηξης των dotcom (45 δισεκατομμύρια είχαν επενδυθεί στην κορύφωση του φαινομένου, σύμφωνα με την PitchBook), υπάρχει λιγότερη διαφάνεια καθώς οι εταιρείες παραμένουν πλέον εκτός χρηματιστηρίου για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα (υπάρχουν 174 μη εισηγμένες εταιρείες αξίας τουλάχιστον 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων η καθεμία) και επίσης υπάρχει μια ατελείωτη προσφορά νομικών γκρίζων ζωνών προς εκμετάλλευση καθώς η τεχνολογία εισβάλλει σε κάθε τομέα, από τη fintech και την ιατρική τεχνολογία μέχρι τα αυτοκίνητα.

Κάποιοι επενδυτές προβλέπουν περισσότερες καταστροφές. «Τι θα συμβεί αν η Theranos είναι απλώς η κορυφή του παγόβουνου;» λέει ο Roger McNamee, ένας βετεράνος venture capitalist και διευθύνων σύμβουλος της Elevation Partners. «Όλοι θεωρούν την Theranos ως μια εξαίρεση. Μπορεί να ανακαλύψουμε ότι δεν είναι καθόλου εξαίρεση». Αυτά θα ήταν εξαιρετικά άσχημα νέα γιατί χωρίς εμπιστοσύνη, το αλληλένδετο οικοσύστημα χρημάτων, προϊόντων και ανθρώπων του κλάδου της τεχνολογίας δεν μπορεί να λειτουργήσει. Και οι επενδυτές ίσως ανακαλύψουν ότι ένα …κακό μήλο μπορεί να χαλάσει όλο το καφάσι.

Το να σπας τους κανόνες σε κάνει έναν ήρωα της Silicon Valley. Αυτό είναι τέλειο, αν σπας έναν χαζό κανόνα, αλλά όχι και τόσο καλό αν σπας έναν σημαντικό κανόνα. Η μυθολογία των startup είναι γεμάτη με ιστορίες για τον ιδιοφυή Steve Jobs που έκανε ό,τι έπρεπε για να κερδίζει και τον σκληρό Larry Ellison που υπολόγιζε τα έσοδα όπως γούσταρε. Οι σημερινοί ιδρυτές αναφέρουν συχνά την περίφημη στρατηγική «ψαρέματος» της Airbnb (έστελνε ανεπιθύμητη αλληλογραφία στους ανθρώπους που διαφήμιζαν ακίνητα προς ενοικίαση στο Craigslist για να τους δελεάσει να πάνε στην Airbnb). Και μιλούν δίχως ανάσα για το πώς ο «T.K.» – ο συνιδρυτής της Uber, Travis Kalanick – έχει επανειλημμένα αγνοήσει τα νομικά εμπόδια που έχουν βρεθεί στον δρόμο του. Οι θαυμαστές βλέπουν μια επιθετική στάση και μια αποτίμηση 70 δισεκατομμυρίων δολαρίων, αγνοώντας τις παρασκηνιακές διαπραγματεύσεις της Uber με τις ρυθμιστικές αρχές σε πολλές πόλεις, επισημαίνει ο Bradley Tusk, πολιτικός σύμβουλος για την Uber.

Οι ρομαντικές ιστορίες του μοναχικού καουμπόη καθιστούν εύκολο για τους ιδρυτές τον εξορθολογισμό αμφισβητήσιμων αποφάσεων. «Όλη αυτή η αντίληψη του ‘fake it till you make it’ παρερμηνεύεται από κάποιους ως ένα κάλεσμα για να πουν ψέματα» λέει ο Jakub Kostecki, ιδρυτής της StartupFactCheck, μιας εταιρείας συμβούλων που βοηθά επενδυτές που θέλουν να ασχοληθούν με επιχειρήσεις startup. Τα τρία τέταρτα των 150 νεοφυών επιχειρήσεων σε πρώιμο στάδιο που έχει ερευνήσει έχουν παρουσιάσει στους επενδυτές παραπλανητικές ή εσκεμμένα ελλιπείς πληροφορίες, π.χ. προσδιορίζοντας ως «πελάτες» ανθρώπους που απλώς χρησιμοποιούν μια δωρεάν δοκιμή, ή αναφερόμενες σε προηγούμενα πρότζεκτ στα οποία έπαιξαν μόνο έναν μικρό ρόλο.

Ακόμα και όταν οι ψεύτες ιδρυτές πιάνονται στα πράσα, οι πρώιμοι επενδυτές μπορεί να κάνουν τα «στραβά μάτια». Ο Dave McClure, ιδρυτικό μέλος του venture fund και accelerator 500 Startups λέει ότι η παραποίηση στοιχείων δεν αποτρέπει πάντα την εταιρεία του απ’ το να επενδύσει. «Μπορείτε να βρείτε ακόμη και μια συσχέτιση μεταξύ της ‘ενδιαφέρουσας’ συμπεριφοράς και της επιτυχημένης επιχειρηματικότητας», λέει. Ένας ιδρυτής ο οποίος πρόσφατα έκανε παρουσίαση στη 500 Startups ισχυρίστηκε ότι είχε «παρακολουθήσει» ένα κολέγιο στο οποίο δεν είχε καν εγγραφεί – απλώς είχε παρακολουθήσει ορισμένες διαλέξεις. Η παραποίηση στοιχείων είναι τόσο κοινή σε πρώιμο στάδιο που είναι κάτι σχεδόν αναμενόμενο. «Ο καθένας απλά υποθέτει ότι τα ποσά της επένδυσης στον χώρο είναι πάρα πολύ μικρά, ότι η φήμη παίζει σημαντικό ρόλο, κι ότι όλες οι startup υπερβάλλουν λίγο» λέει ο Naval Ravikant, ιδρυτής και διευθύνων σύμβουλος της AngelList, μιας πλατφόρμας για επενδύσεις πρώιμου σταδίου. Η AngelList λέει ότι έχει διευκολύνει 1.100 επενδύσεις κατά τα τελευταία έξι χρόνια χωρίς περιστατικά απάτης.

Εξ ορισμού, η επιχειρηματικότητα απαιτεί την προώθηση πραγμάτων που δεν υπάρχουν ακόμα. Ακόμη κι ένας ιδρυτής με μια ισχυρή ηθική πυξίδα και μια καρδιά γεμάτη από καλές προθέσεις πρέπει να πείσει τους επενδυτές, τους μηχανικούς και τους πελάτες να πιστέψουν σ’ ένα μέλλον όπου η εντελώς υποθετική ιδέα τους θα είναι πραγματική. «Αυτό δεν αφορά το να πείσεις ότι το δικό σου προϊόν είναι καλύτερο απ’ τα υπόλοιπα, αλλά το να εξηγήσεις πώς θα είναι ο κόσμος» λέει ο Chris Bulger, διευθύνων σύμβουλος της Bulger Partners, μιας επενδυτικής τράπεζας που συμβουλεύει εταιρείες τεχνολογίας σε σχέση με εξαγορές. «Λέει ψέματα το άτομο αυτό όταν όλοι διαψεύδονται;».

Αν το όραμα ενός ιδρυτή αποδειχθεί λάθος, οι επενδυτές συχνά δεν έχουν και πολλές λύσεις στη διάθεσή τους. Από τότε που οι ιδρυτές της Google και της Facebook διαπραγματεύτηκαν μετοχικές δομές δύο βαθμίδων για να διατηρήσουν τον έλεγχο των εταιρειών τους, «hot» startups όπως οι Uber, Airbnb, Square, Snap, Palantir και WeWork έχουν εξασφαλίσει παρόμοιούς όρους φιλικούς προς τους ιδρυτές. Αν κάτι πάει στραβά, τότε …κρίμα. Και ναι, αυτό περιλαμβάνει και τους επενδυτές της Theranos: οι υπερ-μετοχές της CEO, Elizabeth Holmes, είναι αξίας 100 ψήφων ανά μετοχή.

Μερικά ιδρυτές εξελίσσονται σε ταλαντούχους CEO. Οι περισσότεροι όχι. Αυτό είναι ένα αναπόφευκτο υποπροϊόν της κουλτούρας της Silicon Valley, όπου ο καθένας φετιχοποιεί μηχανικούς, σχεδιαστές και εφευρέτες, ενώ οι μάνατζερ τυγχάνουν ελάχιστου σεβασμού. «Έχουμε μια επιδημία κακής διαχείρισης», λέει ο Phil Libin, συνεργάτης στην εταιρεία επιχειρηματικών συμμετοχών General Catalyst. «Και αυτό κάνει την κακή συμπεριφορά πιο πιθανή, επειδή οι άνθρωποι είναι νέοι και άπειροι».

Κάπως έτσι, σε ανθρώπους δίχως εμπειρία δίνονται τεράστιες ποσότητες χρημάτων και οδηγίες να περιφρονήσουν τις παραδόσεις, να σπάσουν τους κανόνες, και να θέσουν σε εφαρμογή τις …μαγικές τους ιδιότητες. Τι θα μπορούσε ενδεχομένως να πάει στραβά άραγε; «Ελπίζουμε οι επιχειρηματίες να λυγίζουν τους κανόνες, αλλά να μην τους σπάνε», λέει ο McClure. «Ξέρετε το ρητό ‘Υπάρχει μια λεπτή γραμμή μεταξύ της ιδιοφυίας και της τρέλας’; Υπάρχει πιθανώς μια λεπτή γραμμή μεταξύ της επιχειρηματικότητας και της εγκληματικής συμπεριφοράς».

Στη χειρότερη έκφανσή του, ο πολιτισμός του venture capital μπορεί να ωθήσει τους ιδρυτές να διαβούν αυτή τη γραμμή. Για να καταλάβετε τα κίνητρα των VC, πρέπει να αντιστρέψετε όλα όσα ξέρετε για την επιχείρησή. «Ζουμεροί» όροι όπως «πρόσφυση» και «μομέντουμ» είναι πιο πολύτιμοι από λειτουργικά επιχειρηματικά μοντέλα, έσοδα και κέρδη. Αλλά όλο αυτό είναι μέρος της διασκέδασης! Το venture είναι υψηλού κινδύνου και υψηλής ανταμοιβής. Δεν θα προτιμούσατε να αγοράσετε το λαχείο από το να μοχθείτε για μια βαρετή επιταγή μισθοδοσίας για το υπόλοιπο της βαρετής ζωής σας;

Για να μοιράσουν τον κίνδυνο, τα VCs κάνουν δεκάδες στοιχήματα σε κάθε κεφάλαιο. Μόνο που πρέπει να είσαι η Facebook. Γιατί λοιπόν να μην ωθήσουν τις άλλες εταιρείες να κάνουν απίστευτα υψηλές προβλέψεις; Γιατί να μην τους ενθαρρύνουν να διαφημίζουν μια «ευκαιρία αγοράς ύψους 1 τρισεκατομμυρίου δολαρίων» και «100 δισεκατομμύρια δολάρια σε έσοδα»; «Κάθε φορά που συναντώ επενδυτές μου, με ρωτούν το ίδιο πράγμα: ‘Πώς μπορούμε να ρίξουμε κι άλλο λάδι στη φωτιά;’» εξήγησε πρόσφατα ένα ιδρυτής. Βεβαίως, δημοσίως οι επενδυτές καταγγέλλουν αυτή τη συνήθεια.

Μόλις η φωτιά αρχίζει να κατακαίει, κανείς δεν θέλει πια να τη σβήσει. Αν και ορισμένες startups τηρούν τους κανόνες διαφάνειας έναντι των επενδυτών τους – και κάποιοι επενδυτές το απαιτούν αυτό – οι πιο «hot» εταιρείες έχουν αρκετή δύναμη για να θάβουν τα ενοχλητικά στοιχεία στο σκοτάδι. Οι πλούσιοι άνθρωποι που συμμετείχαν στον τελευταίο γύρο χρηματοδότησης της Uber, για παράδειγμα, δεν έλαβαν καμία οικονομική πληροφορία πέρα ​​από ένα σύνολο παραγόντων κινδύνου, σύμφωνα με δημοσιεύματα. Ομοίως, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης τρέφονται με ψήγματα πληροφοριών που προέρχονται από τις ίδιες τις εταιρείες: αμφιβόλου αξίας «ετήσια επαναλαμβανόμενα έσοδα» εδώ, ένα αόριστο ποσοστό αύξησης (από ποια βάση;) εκεί. Αν αυτό σας ακούγεται οικείο, απλά θυμηθείτε τη φούσκα της αγοράς κατοικίας τη δεκαετία του 2000, όταν οι Αμερικανοί ανέφεραν τα εισοδήματά τους για τις αιτήσεις στεγαστικών δανείων χωρίς καμία εξωτερική επαλήθευση. Δεν αποτελεί έκπληξη που οι startup πήραν κι αυτές λίγο χαλαρά το θέμα της επαλήθευσης. Οι γνωστοποιήσεις χρηματοοικονομικών στοιχείων είναι κάτι σαν τα «τα δάνεια του ψεύτη» της εταιρικής λογιστικής.

Είναι εύλογο να μην ανησυχούμε και τόσο για μια startup που δοκιμάζει τα όρια της δεοντολογίας όταν η επιχείρηση είναι μικρή, με μια ιδέα και λίγα μόνο άτομα. Υποθέτουμε ότι θα τακτοποιήσει τις υποθέσεις της προτού γίνει αρκετά μεγάλη για να προκαλέσει πραγματικά προβλήματα. Αλλά στην λεγόμενη Εποχή των Μονόκερων, οι startups μπορούν να πάνε από το μηδέν σε αποτιμήσεις 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων εν ριπή οφθαλμού. Και όλος αυτός ο ντόρος μπορεί να βοηθήσει την επιχείρηση να προσελκύσει γρήγορα πελάτες, προμηθευτές και εργαζόμενους – οι οποίοι είναι όλοι ευάλωτοι σε περίπτωση που κάτι πάει στραβά. Δεν μπορούμε να υποθέσουμε ότι μια αποτίμηση 1 δισεκατομμυρίου δολαρίων συνιστά ένδειξη ωριμότητας.

«Οι startups είναι απελπισμένες», λέει ο Sean Ellis, διευθύνων σύμβουλος της GrowthHackers, μιας startup λογισμικού συνεργασίας. «Οι ώριμες εταιρείες δεν πρόκειται να πεθάνουν αν δεν βρουν τρόπο να επιταχύνουν την ανάπτυξή τους. Οι περισσότερες startups, όμως, θα πεθάνουν, και όταν είσαι απελπισμένος κάνεις ηλίθια πράγματα». Όπως το να φτιάξεις ένα υπολογιστικό πρόγραμμα για να εξαπατάς σχετικά με τη συμμετοχή σε υποχρεωτικά προγράμματα εκπαίδευσης. Ή να «πειράζεις» τα στοιχεία τριμήνου σου. Ή να αγοράζεις τη δική σου μαγιονέζα απ’ το κατάστημα.

Τον περασμένο Μάρτιο, η Jo White, επικεφαλής της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς των ΗΠΑ, ταξίδεψε στο Stanford για να μεταφέρει ένα μήνυμα στη Silicon Valley: Προσοχή, σας παρακολουθούμε. Η Επιτροπή ανησυχεί ολοένα και περισσότερο, είπε η ίδια, με τις «εξωφρενικές αποτιμήσεις», την αμφιβόλου ακεραιότητας εταιρική διακυβέρνηση, και την έλλειψη διαφάνειας στις τεχνολογικές startup υψηλού ρίσκου.

Αλλά όταν ρώτησα επενδυτές σχετικά με την επίσκεψη της White, ελάχιστοι τη θυμούνταν καν. Σύμφωνα με την κυρίαρχη σκέψη, δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας όταν οι startups μπορούν να συγκεντρώνουν λεφτά με ευκολία. Στην τρέχουσα συγκυρία, η προσφορά χρηματοδότησης φαίνεται ατελείωτη. Η χρηματοδότηση από venture funds στις ΗΠΑ πρόκειται να φτάσει σε επίπεδα ρεκόρ φέτος, σύμφωνα με την Pitch Book. Τα κρατικά επενδυτικά κεφάλαια και οι κρατικά υποστηριζόμενοι επενδυτές στη Μέση Ανατολή και την Ασία μεγαλώνουν τα στοιχήματά τους. Η SoftBank δημιούργησε ένα τεχνολογικό fund ύψους 100 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε συνεργασία με το Ταμείο Δημοσίων Επενδύσεων της Σαουδικής Αραβίας. Ακόμα και εταιρείες της λίστας Fortune 500 είναι διατεθειμένες να τοποθετήσουν χρήμα στους αποδιοργανωτές τους, προδίδοντας έτσι την απελπισία τους. Ο αριθμός των ενεργών εταιρειών επιχειρηματικών συμμετοχών τετραπλασιάστηκε από το 2012 μέχρι το 2015, σύμφωνα με την CB Insights. Η αγορά πρώιμου σταδίου είναι εξίσου πλημμυρισμένη. Στις ΗΠΑ, ο όγκος των επενδύσεων από επενδυτές-αγγέλους αυξήθηκε κατά 37% από το 2009 μέχρι το 2014.

Ιστορικά, η Silicon Valley συγχωρεί – ή ακόμα και πανηγυρίζει – την αποτυχία. Η startup ηλεκτρονικού εμπορίου Fab.com υποσχέθηκε την παγκόσμια κυριαρχία αλλά στη συνέχεια έκανε …στάχτη 336 εκατομμύρια δολάρια που είχαν επενδυθεί σ’ αυτήν, καθώς πουλήθηκε μόλις για 15 εκατομμύρια δολάρια. Αυτό φυσικά δεν απέτρεψε κάποιους από τους επενδυτές να δώσουν εκατομμύρια στους συνιδρυτές Jason Goldberg και Bradford Shellhammer για τις επόμενες startup τους. (Ο Shellhammer απέτυχε μέσα σε λιγότερο από έναν χρόνο). Ο διευθύνων σύμβουλος της Zenefits, Parker Conrad, παραιτήθηκε εν μέσω του σκανδάλου εξαπάτησης τον Φεβρουάριο· μέσα σε λίγους μόνο μήνες, εργαζόταν σε μια νέα startup με δραστηριότητα η οποία παρέπεμπε αρκετά στη Zenefits. Βοηθάει πάντα να παρουσιάζεις την κατάρρευσή σου ως μια εμπειρία μάθησης.

Όμως, οι σχεδόν καθημερινές αποκαλύψεις ψεύδους και απάτης επιβάλλουν περισσότερο σκεπτικισμό προς αυτούς που διαστρεβλώνουν την πραγματικότητα. Αν η Αμερική πάψει να εμπιστεύεται τη Silicon Valley, οι startups θα χάσουν την ελευθερία να καινοτομούν, θα δυσκολευτούν να πείσουν πελάτες, επενδυτές και εν δυνάμει εργαζομένους να συνεργαστούν μαζί τους, ενώ και η επιπρόσθετη ρύθμιση θα μπορούσε να τις ωθήσει εκτός αγοράς.

Η απερισκεψία και η έλλειψη ακρίβειας σε σχέση με την χρηματοοικονομική πραγματικότητα μιας εταιρείας είναι συχνά ένδειξη μιας οικονομικής φούσκας που πρόκειται να σκάσει – βλέπε τις dot-βόμβες και την Enron στα τέλη του 2000 και τις τράπεζες στην κρίση των subprime το 2007. Τα σκάνδαλα δεν προκαλούν υφέσεις, αλλά συμβάλλουν στην εμφάνισή τους. Όπως προειδοποίησε η White το κοινό της στο Stanford: «Ποιος χάνει όταν αποκαλύπτεται η αλήθεια σε περιπτώσεις τεχνητά μεγεθυμένων αποτιμήσεων; Νομίζω ότι χάνουμε όλοι μας».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΑΚΟΜΑ ΣΤΟ FORTUNEGREECE:

Αυτοί είναι οι πρωταθλητές των ελληνικών εξαγωγών
Snap Inc: Μια είσοδος στη Wall Street «πολύ μεγάλη για να αποτύχει»
Μπορεί το YouTube να αντικαταστήσει την τηλεόραση;

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα