“Καμπανάκι” για τη συγκέντρωση του πλούτου σε χέρια λίγων

Διαβάζεται σε 13'
“Καμπανάκι” για τη συγκέντρωση του πλούτου σε χέρια λίγων
ISTOCK

Με βάση το Ευρωβαρόμετρο, παρά τις κινήσεις για άνοιγμα της οικονομίας και θεσμικές αλλαγές, η κατάσταση στη χώρα μας, στο πεδίο του ανταγωνισμού είναι πολύ χειρότερη της μέσης ευρωπαϊκής.

“Μονοπώλια για τους λίγους στην κορυφή της πυραμίδας, ανταγωνισμός για τους πολλούς στη βάση”. Αυτό είναι ένα από τα βασικά μηνύματα της Ετήσιας Έκθεσης 2023 του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) με θέμα «Ανταγωνισμός και Μικρές Επιχειρήσεις», που παρουσιάστηκε στο αμφιθέατρο της ΓΣΕΒΕΕ το πρωί της Τετάρτης, 10 Ιουλίου.

Όπως αναφέρει η Έκθεση και προκύπτει από την εξέταση του μεριδίου των 5 μεγάλων κάθε κλάδου στο σύνολο, στην ελληνική οικονομία επικρατεί ένας βαθύτατος διχασμός. Στους κλάδους της μεγάλης βιομηχανίας δεσπόζουν μονοπώλια ή μονοπωλιακές τάσεις, ενώ στους κλάδους που κυριαρχούν οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κυριαρχούν συνθήκες ελεύθερου ανταγωνισμού.

Σύμφωνα με την Έκθεση, η δεινή εικόνα που εμφανίζει ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα αποτυπώνεται και στα ευρήματα από την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που διεξήχθη το 2022, με θέμα «Οι αντιλήψεις των πολιτών για την πολιτική ανταγωνισμού» (European Commission, 2022).

Έρευνα Ευρωβαρόμετρου

Η δεινή εικόνα που εμφανίζει ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα αποτυπώνεται και στα ευρήματα από την έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που διεξήχθη το 2022, με θέμα «Οι αντιλήψεις των πολιτών για την πολιτική ανταγωνισμού» (European Commission, 2022)».

Οι απαντήσεις από την Ελλάδα δείχνουν ότι η κατάσταση στη χώρα μας, στο πεδίο του ανταγωνισμού, είναι πολύ χειρότερη της μέσης ευρωπαϊκής.

Για παράδειγμα, στο ερώτημα «έχετε αντιμετωπίσει ποτέ προβλήματα, όπως υψηλότερες τιμές, λιγότερες επιλογές προϊόντων ή προμηθευτών ή χαμηλότερη ποιότητα, λόγω έλλειψης ανταγωνισμού στους ακόλουθους κλάδους», δόθηκαν οι ακόλουθες απαντήσεις: τον κλάδο της ενέργειας (π.χ. αέριο, ηλεκτρισμός) ανέδειξε το 41% των ερωτηθέντων (27% στην ΕΕ), το λιανικό εμπόριο τροφίμων (π.χ. σούπερ μάρκετ) το 32% των ερωτηθέντων (20% στην ΕΕ), τις τηλεπικοινωνίες και την πρόσβαση στο διαδίκτυο το 25% (18% στην ΕΕ) κ.ο.κ.

Σε άλλη ερώτηση με θέμα «ποια πιστεύετε ότι είναι τα κύρια προβλήματα σε αυτόν τον τομέα», οι απαντήσεις που δόθηκαν είναι: «Οι τιμές είναι υπερβολικά υψηλές» απάντησε το 75% στην Ελλάδα (60% σε ΕΕ), «δεν υπάρχουν αρκετές επιλογές» το 47% στην Ελλάδα (37% στην ΕΕ), «είναι δύσκολη η σύγκριση των τιμών» το 40% στην Ελλάδα (37% στην ΕΕ), «δεν υπάρχουν σημαντικές διαφορές στις τιμές για παρόμοια αγαθά ή υπηρεσίες» το 59% στην Ελλάδα (35% στην ΕΕ), «η ποιότητα των αγαθών ή των υπηρεσιών δεν είναι ικανοποιητική» το 46% στην Ελλάδα (35% στην ΕΕ) κ.ο.κ.

Σημαντικές είναι και οι αποκλίσεις μεταξύ των απαντήσεων σε Ελλάδα και ΕΕ, όπως εμφανίζονται στην έρευνα του Ευρωβαρόμετρου που πραγματοποιήθηκε το ίδιο έτος, αλλά απευθυνόταν στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις, με τίτλο «οι προσδοκίες των ΜμΕ για μια αποτελεσματική πολιτική ανταγωνισμού» (European Commission, 2022β).

Στο ερώτημα «πόσο σημαντικές πιστεύετε ότι είναι οι παρακάτω βελτιώσεις στον ανταγωνισμό», η απάντηση που συγκέντρωσε τις περισσότερες προτιμήσεις ήταν «να καταπολεμηθούν τα καρτέλ». Το 76% των ερωτηθέντων χαρακτήρισε το συγκεκριμένα μέτρο πολύ σημαντικό και το 17% αρκετά σημαντικό. Αθροιστικά, το 93% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων προκρίνει την καταπολέμηση των καρτέλ! Κι ακολουθεί η «αποτροπή κατάχρησης της δύναμης που κατέχουν στην αγορά οι παράγοντες σε διάφορους τομείς της αγοράς».

Όπως αναφέρεται, οι απαντήσεις από την Ελλάδα δείχνουν ότι η κατάσταση στη χώρα μας, στο πεδίο του ανταγωνισμού, είναι πολύ χειρότερη της μέσης ευρωπαϊκής.

Η κατάσταση των μικρών επιχειρήσεων

Σύμφωνα με την Έκθεση, ο δείκτης οικονομικού κλίματος των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων υποχώρησε σχεδόν κατά έξι μονάδες σε διάστημα ενός χρόνου (από 69,5 μονάδες στο Β΄ εξάμηνο του 2022, σε 63,9 μονάδες στο Β΄ εξάμηνο του 2023), πιστοποιώντας την επιδείνωση της θέσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων λόγω της πληθωριστικής κρίσης, αλλά και των συσσωρευμένων προβλημάτων των διαδοχικών κρίσεων, που δεν έχουν αντιμετωπιστεί.

Όπως σημειώνεται, οι εφαρμοζόμενες πολιτικές εντείνουν την ανασφάλεια των επιχειρήσεων, με χαρακτηριστικότερο παράδειγμα την εισαγωγή τεκμαρτού συστήματος φορολόγησης των ατομικών επιχειρήσεων, που αφορά άνω του 60% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Η επιδείνωση του οικονομικού κλίματος συσχετίζεται με την επιβράδυνση του ρυθμού ανάπτυξης της εθνικής οικονομίας. Η μεγάλη όμως υποχώρηση του δείκτη οικονομικού κλίματος κατά έξι μονάδες, που δεν είναι ανάλογη της οικονομικής επιβράδυνσης, αποκαλύπτει τις στρεβλώσεις του ανταγωνισμού στη χώρα μας, που εντείνονται, αντί να εξασθενούν. Αντίστοιχα, η υποχώρηση του δείκτη προσδοκιών των ΜμΕ κατά 4,1 μονάδες το δεύτερο εξάμηνο του 2023, συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο του έτους, προοιωνίζουν την είσοδο της οικονομίας σε συνθήκες στασιμότητας.

Μέτρα

Για να σταματήσει η καθοδική πορεία των ΜμΕ, απαιτούνται μέτρα μείωσης των διοικητικών βαρών, διασφάλιση προσιτών τιμών στην ενέργεια και τις πρώτες ύλες, πρόσβαση σε χρηματοδότηση, ώστε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις προσαρμογής τους στη διπλή μετάβαση (ψηφιακή και πράσινη) και εξασφάλιση ίσων όρων ανταγωνισμού.

Κύκλος εργασιών και “γεωγραφία”

Στο μεταξύ, ο κύκλος εργασιών των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων παρουσιάζει ήπια επιδείνωση το 2023, με το 57,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων να έχει ολοκληρώσει με κέρδη τη χρονιά. Σημαντικό εύρημα αποτελεί η αύξηση των επιχειρήσεων που δήλωσαν μείωση κύκλου εργασιών κατά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, ενώ παραδοσιακά η θέση των επιχειρήσεων βελτιώνεται το δεύτερο εξάμηνο κάθε έτους, λόγω της επίδρασης του τουρισμού.

Τα επιμέρους στοιχεία των δεδομένων των ερευνών οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ αποκαλύπτουν υψηλή συσχέτιση του μεγέθους της επιχείρησης με την αύξηση ή τη μείωση του κύκλου εργασιών, με εμφανές συμπέρασμα ότι οι πόροι της οικονομίας συγκεντρώνονται με αυξανόμενη ένταση στα χέρια όλο και λιγότερων φυσικών ή νομικών προσώπων.

Αποκαλύπτεται, επίσης, μια οικονομία δύο ταχυτήτων, με τις επιχειρήσεις στην Αττική και στα Νησιά του Αιγαίου να βρίσκονται σε καλύτερη θέση, με βάση την εξέλιξη του κύκλου εργασιών, συγκριτικά με τις επιχειρήσεις της Βόρειας και Κεντρικής (υπόλοιπης) Ελλάδα.

Ρευστότητα

Το 25,5% των πολύ μικρών επιχειρήσεων αντιμετωπίζει σοβαρά προβλήματα ρευστότητας, καθώς δηλώνουν μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα. Επιπρόσθετα, το 25,1 % των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων διαθέτει ρευστότητα μόλις για ένα μήνα. Τα στοιχεία, επομένως, αποκαλύπτουν ως κυρίαρχο πρόβλημα για το 50% των ΜμΕ την έλλειψη ρευστότητας.

Η αύξηση του αριθμού των επιχειρήσεων που δηλώνουν μείωση ταμειακών διαθέσιμων το δεύτερο εξάμηνο του έτους, συγκριτικά με το πρώτο εξάμηνο, αποκαλύπτει διαφοροποίηση της διασποράς των εσόδων από τον τουρισμό στο σύνολο της οικονομίας. 1 στις 3 μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις πραγματοποίησε κάποιας μορφής επένδυση, τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο εξάμηνο του 2023. Ωστόσο, η πλειονότητα των επενδύσεων ήταν μικρής κλίμακας ύψους έως 5.000 ευρώ και η χρηματοδότηση των επενδύσεων πραγματοποιήθηκε συντριπτικά με ίδια κεφάλαια.

Με βάση την Έκθεση, η διαχρονική αυτή πραγματικότητα της αυτοχρηματοδότησης των επενδύσεων αποδεικνύει ότι, ενώ οι ΜμΕ έχουν την λογική και την πρόθεση να επενδύσουν για την ανάπτυξη της επιχείρησής τους, ο αποκλεισμός τους από χρηματοδοτικά εργαλεία και από το χρηματοπιστωτικό σύστημα εγείρει εμπόδια, στερώντας ή καθυστερώντας την ανάπτυξή τους. Οι περιορισμοί αυτοί καθιστούν πιο ευάλωτες τις ΜμΕ σε ενδεχόμενες κρίσεις, ενώ στρέβλωση του ανταγωνισμού χαρακτηρίζεται και το γεγονός ότι όσες ΜμΕ αποκτούν πρόσβαση σε δανεισμό επιβαρύνονται με έως και 2,5% μεγαλύτερους τόκους συγκριτικά με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις.

Η απασχόληση

Παρά τη διαιώνιση των προβλημάτων, η απασχόληση στις μικρές και πολύ μικρές επιχειρήσεις ενισχύθηκε περαιτέρω, τόσο το πρώτο όσο και το δεύτερο εξάμηνο του 2023, με τις εκτιμήσεις να είναι θετικές και για το 2024, αφού περισσότερες από το 13% των επιχειρήσεων προβλέπουν να αυξήσουν τις θέσεις εργασίας, έναντι περίπου 3% που προβλέπει τη μείωσή τους.

Το κόστος λειτουργίας των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων αυξήθηκε μεσοσταθμικά κατά 35% το διάστημα 2021-2023. Σχεδόν 9 στις 10 επιχειρήσεις (87,8%) δήλωσαν ότι το λειτουργικό κόστος τους αυξήθηκε τα τελευταία 2 έτη, προκαλώντας αύξηση τιμών στις υπηρεσίες και τα αγαθά που εμπορεύονται. Από τα στοιχεία των ερευνών οικονομικού κλίματος της ΓΣΕΒΕΕ προκύπτει ότι σημαντικό μέρος της αύξησης του λειτουργικού κόστους των επιχειρήσεων απορροφάται από τις ίδιες, αφού οι αυξήσεις τιμών στις οποίες προέβησαν δεν ξεπερνά μεσοσταθμικά το 3,9%.

Οι υποχρεώσεις

Το ποσοστό των επιχειρήσεων με καθυστερημένες υποχρεώσεις έχει υποχωρήσει σε σχέση με τα προηγούμενα έτη, ωστόσο παραμένει ιδιαίτερα υψηλό. Δεδομένου ότι σύμφωνα με τα στοιχεία το ύψος των οφειλών για το 73,5% των επιχειρήσεων δεν ξεπερνά τις 50.000€, θεωρείται σχεδόν υποχρεωτική η εφαρμογή μιας νέας γενναίας ρύθμισης οφειλών, που θα επιτρέψει στις ΜμΕ να ξεχρεώσουν και θα ενισχύσει σημαντικά τα δημόσια, ασφαλιστικά και όχι μόνο ταμεία.

Επίσης, με βάση την Έκθεση, ο δείκτης ανασφάλειας των ΜμΕ ανήλθε στις 30,9 μονάδες τον Ιούλιο του 2023 και στις 35,7 μονάδες τον Φεβρουάριο του 2024, καταγράφοντας αύξηση 4,8 μονάδων.

Ειδικότερα, στην τελευταία έρευνα οικονομικού κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Φεβρουάριος 2024), το 16,6% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είναι πολύ πιθανό να διακόψει τη λειτουργία του στο μέλλον, ενώ το 19,1% των επιχειρήσεων δήλωσε ότι είναι αρκετά πιθανό. Αντίθετα, ο δείκτης βιωσιμότητας βελτιώθηκε, καθώς μόλις το 2,2% των επιχειρήσεων εκφράζει τον φόβο για διακοπή της δραστηριότητάς του το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα, έναντι 4,7% που ήταν τον Ιούλιο του 2023.

Τέλος, το 87,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων είναι πεπεισμένο ότι υπάρχουν ολιγοπώλια που ελέγχουν μεγάλο μέρος της αγοράς και διαμορφώνουν τις τιμές, έναντι μόλις 8,5% που πιστεύει ότι λειτουργεί ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα. Συνακόλουθα, το 83,8% των ΜμΕ θεωρεί ότι οι εφαρμοζόμενες μέχρι σήμερα πολιτικές δεν έχουν συμβάλει καθόλου στην προώθηση του υγιούς ανταγωνισμού και την αποφυγή αθέμιτων ολιγοπωλιακών πρακτικών, έναντι μόλις 11,5% των επιχειρήσεων που πιστεύει το αντίθετο.

Το μήνυμα του Γ. Καββαθά

Όπως ανέφερε στην τοποθέτηση του ο πρόεδρος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γιώργος Καββαθάς, «η Ετήσια Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το 2023, η 5 η κατά σειρά, αποτελώντας πλέον θεσμό, επιχειρεί, αξιοποιώντας πάντοτε επιστημονικά τεκμηριωμένα στοιχεία, να αποτυπώσει τις σημαντικότερες τάσεις που διαμορφώνουν το οικονομικό και κοινωνικό οικοσύστημα στο οποίο οι ΜμΕ καλούνται να λειτουργήσουν, με όρους βιωσιμότητας, καινοτομίας και ανάπτυξης. Παράλληλα, εστιάζει στις ιδιαίτερες ανάγκες και χαρακτηριστικά των μικρών επιχειρήσεων, προβαίνοντας σε προτάσεις πολιτικής για τη βέλτιστη δυνατή αξιοποίηση αλλά και διαχείρισή τους. Λαμβάνοντας υπόψιν ότι το τελευταίο χρονικό διάστημα η ακρίβεια και οι συνακόλουθες επιπτώσεις της στην έξαρση της φτώχειας, αλλά και στη διεύρυνση των ανισοτήτων μεταξύ εισοδηματικών στρωμάτων και μεταξύ μικρών και μεγάλων επιχειρήσεων, έχει αναχθεί σε ένα από τα κεντρικότερα θέματα του δημόσιου διαλόγου, το ειδικό θέμα της Ετήσιας Έκθεσης που παρουσιάζεται, θα μπορούσαμε να πούμε ότι “χτυπάει” στην καρδιά των γεγονότων, αφού πραγματεύεται τα ζητήματα ανταγωνισμού της ελληνικής οικονομίας».

Πιο συγκεκριμένα, η Έκθεση αναδεικνύει το διαχρονικό πρόβλημα του στρεβλού ανταγωνισμού στην ελληνική οικονομία, ανέφερε ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ και πρόεδρος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ. «Τα τελευταία δε χρόνια, και κυρίως μετά την κρίση του 2008 και κυρίως των πρόσφατων κρίσεων, οι τάσεις συγκεντροποίησης στην αγορά εντάθηκαν ακόμα περισσότερο. Επιπλέον, οι εφαρμοζόμενες πολιτικές δεν φαίνεται να οδήγησαν σε αποτελεσματική διευθέτηση ζητημάτων που χαρακτηρίζουν αγορές με ολιγοπωλιακή διάρθρωση, που έχουν ως συνακόλουθο την χειραγώγηση των τιμών και την στρέβλωση του ανταγωνισμού. Ειδικότερα στην περίπτωση της Ελλάδας, οι πρακτικές αθέμιτου ανταγωνισμού οδήγησαν σε σταδιακή επιδείνωση της θέσης των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων, οι οποίες καλούνται επιπλέον να αντιμετωπίσουν και τα προβλήματα που έχουν σωρεύσει κατά τη μακρά περίοδο των αλλεπάλληλων κρίσεων αλλά και τις πρόσφατες προκλήσεις του πράσινου και ψηφιακού μετασχηματισμού τους», επεσήμανε.

Πρόσθεσε, επίσης, ότι η  αντιφατική εικόνα μιας επιδεινούμενης κατάστασης των ΜμΕ στο πλαίσιο μιας γενικότερης θετικής εικόνας της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας – έστω και κάτω του προσδοκώμενου – επιβεβαιώνει περίτρανα τον μονοδιάστατο τρόπο διάχυσης της οικονομικής μεγέθυνσης και συνακόλουθα την αύξηση των στρεβλώσεων του ανταγωνισμού στην χώρα μας, και υπογράμμισε επίσης ότι το 87,3% των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων θεωρεί ότι υπάρχουν ολιγοπώλια που ελέγχουν μεγάλο μέρος της αγοράς και διαμορφώνουν τις τιμές.

«Αναδεικνύεται η αδήριτη ανάγκη για τη δημιουργία και εφαρμογή ενός ισχυρού κι αξιόπιστου ρυθμιστικού πλαισίου, με την εφαρμογή αντιμονοπωλιακών πολιτικών για τη διασφάλιση της εύρυθμης λειτουργίας της αγοράς» υπογράμμισε ο κ. Καββαθάς, επισημαίνοντας ότι το ζήτημα του ανταγωνισμού φαίνεται ότι θα μας απασχολήσει έντονα και στο μέλλον, δεδομένου ότι ο ανταγωνισμός συνιστά το επίκεντρο της ελεύθερης οικονομίας, λειτουργώντας ως καταλυτικό στοιχείο για τη μείωση των τιμών, την καινοτομία, την ενίσχυση της δημιουργικότητας και εν γένει την οικονομική ανάπτυξη, διευρύνοντας, παράλληλα, το πεδίο επιλογών για το καταναλωτικό κοινό.

Η ‘Εκθεση

Σημειώνεται ότι η Ετήσια Έκθεση του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ για το 2023 διαρθρώνεται σε τρία μέρη.

Το πρώτο μέρος αφορά στο μακροοικονομικό περιβάλλον περιγράφοντας την κατάσταση που επικρατεί στην διεθνώς αλλά και στην Ελληνική Οικονομία, με αναφορά στα βασικά μεγέθη της, το χρηματοοικονομικό περιβάλλον και τα δημόσια οικονομικά, ενώ επιχειρείται μια, κατά το δυνατό, αναλυτική και συστηματική αποτύπωση του ευρύτερου μακρο-οικονομικού περιβάλλοντος με την καταγραφή της πορείας σημαντικών οικονομικών μεγεθών.

Στο δεύτερο μέρος περιγράφεται το μικροοικονομικό περιβάλλον ενώ συστηματοποιούνται και συνοψίζονται τα ευρήματα των τακτικών Ερευνών Κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ αποτυπώνοντας την πορεία βασικών δεικτών για τις μικρές επιχειρήσεις, όπως είναι ο κύκλος εργασιών, η ζήτηση, η ρευστότητα, η επενδυτική δραστηριότητα και η βιωσιμότητα. Επίσης, γίνεται αναφορά στην εικόνα που εμφανίζει ο ανταγωνισμός στην Ελλάδα καθώς και στις επιπτώσεις που έχει στις μικρές επιχειρήσεις.

Τέλος, στο τρίτο μέρος της Ετήσιας Έκθεσης, μέσα από σειρά αυτοτελών κειμένων συνεργατών του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων, διερευνώνται πτυχές του ανταγωνισμού στην ελληνική οικονομία.

Να σημειωθεί ότι η παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεση 2023 του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών και Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) με θέμα «Ανταγωνισμός και Μικρές Επιχειρήσεις» συγκέντρωσε το ενδιαφέρον πλήθους συμμετεχόντων, συμπεριλαμβανομένων εκπροσώπων της Κυβέρνησης, των κομμάτων της Αντιπολίτευσης, της Τράπεζας της Ελλάδος, καθώς και εκπροσώπων των κοινωνικών εταίρων, της επιστημονικής και της επιχειρηματικής κοινότητας, καθώς και των μέσων μαζικής ενημέρωσης.

Τοποθετήσεις-παρεμβάσεις, κατά την διάρκεια της εκδήλωσης, έκαναν ο πρόεδρος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ και πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ, κ. Γιώργος Καββαθάς, ο Υπουργός Ανάπτυξης, κ. Τάκης Θεοδωράκος, ο πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ, κ. Νίκος Ανδρουλάκης, ο βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ, κ. Νίκος Παππάς, ο Υποδιοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ), κ. Θόδωρος Πελαγίδης, ο πρόεδρος του Επαγγελματικού Επιμελητηρίου Αθηνών (ΕΕΑ), κ. Γιάννης Χατζηθεοδοσίου, ο πρόεδρος του Βιοτεχνικού Επιμελητηρίου της Αθήνας, κ. Παύλος Ραβάνης (ΒΕΑ) και ο πρόεδρος της Εθνικής Συνομοσπονδίας και Επιχειρηματικότητας (ΕΣΕΕΕ), κ. Γιώργος Καρανίκας.

Την Ετήσια Έκθεση 2023 «Ανταγωνισμός και Μικρές Επιχειρήσεις» παρουσίασαν οι συγγραφείς της και επιστημονικά στελέχη του Ινστιτούτου, κκ. Λεωνίδας Βατικιώτης και  Δημήτρης Γιακούλας, ενώ τοποθετήσεις έκαναν και οι κκ. Λόης Λαμπριανίδης, Καθηγητής του Πανεπιστημίου Μακεδονίας και πρώην Γενικός Γραμματέας Ιδιωτικών Επενδύσεων του Υπουργείου Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γρηγόρης Ζαρωτιάδης, Καθηγητής του Τμήματος Οικονομικών Επιστημών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, Μέλος του Συμβουλίου του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και Πρόεδρος της Ένωσης Οικονομικών Πανεπιστημίων Νότιας και Ανατολικής Ευρώπης και Παρευξείνιας Ζώνης και ο Νικόλαος Λιωνής, Συνεργάτης Έρευνας και Διδασκαλίας του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και Επιστημονικός Συνεργάτης του Ινστιτούτου Εναλλακτικών Πολιτικών.

Την εκδήλωση συντόνισε ο δημοσιογράφος Ντίνος Σιωμόπουλος, ενώ Χορηγοί Επικοινωνίας ήταν οι: Ναυτεμπορική, Ημερησία, Ephilonnet και NEWS 24/7.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα