“Κεσάτια” στην αγορά: Μειωμένοι τζίροι και πτώση της απασχόλησης σε λιανεμπόριο και εστίαση

“Κεσάτια” στην αγορά: Μειωμένοι τζίροι και πτώση της απασχόλησης σε λιανεμπόριο και εστίαση
Άνθρωπος περνά μπροστά από κατάστημα στο κέντρο της Αθήνας INTIME

Σημαντικές είναι οι επιπτώσεις από το βάρος της ακρίβειας και των ενεργειακών λογαριασμών στη ζήτηση με αποτέλεσμα κλάδοι όπως η εστίαση και το λιανεμπόριο να καταγράφουν στην αρχή του 2022 πτώση τζίρου και μείωση των θέσεων εργασίας.

Ασφυκτική είναι η κατάσταση στην αγορά καθώς με το “κυάλι” αναζητούνται οι πελάτες. Είναι προφανές ότι με τις τιμές στην ενέργεια στα ύψη αλλά και το ράλι τιμών σε βασικά αγαθά να είναι ασταμάτητο, τα περιθώρια για άλλες αγορές από τους πολίτες είναι στενά. Βέβαια πλήγμα δέχονται και τα τα κρατικά ταμεία καθώς η πτώση της ζήτησης επηρεάζει την εικόνα των εσόδων από ΦΠΑ κι άλλους έμμεσους φόρους. Είναι ενδεικτικό τον Ιανουάριο καταγράφηκε υστέρηση 224 εκατ. ευρώ στα κρατικά ταμεία.

Βέβαια το οικονομικό επιτελείο την αποδίδει σε συγκυριακά αίτια και υποστηρίζει ότι για τον Φεβρουάριο η εικόνα είναι καλύτερη με τις πρώτες 15 μέρες να “γράφουν” υπέρβαση 500 εκατ. ευρώ. Ωστόσο για το Φεβρουάριο έχουν μετατεθεί μια σειρά από πληρωμές, π.χ. από τέλη κυκλοφορίας, έως καταβολές ΦΠΑ (λόγω της κακοκαιρίας “Ελπίς”) που ενδεχομένως να δίνουν ώθηση στις εισπράξεις του κρατικού ταμείου. Παραμένει όμως η απειλή στη ζήτηση, λόγω των συσσωρευμένων αναγκών για πληρωμές φόρων κτλ και βέβαια της ακρίβειας,

Ο Ιανουάριος

Πάντως τον Ιανουάριο η εικόνα ήταν έντονα πτωτική στις πωλήσεις με μείωση που κυμάνθηκε, ανάλογα με τον κλάδο και το μέγεθος της επιχείρησης από 15% έως και 40%. Έτσι στην εστίαση με βάση εκτιμήσεις της αγοράς η πτώση σε σχέση με το 2019 ήταν στο 30-40%, με την κατάσταση να έχει αρχίσει να βελτιώνεται μετά και την άρση των απαγορεύσεων για τη μουσική κτλ.

Στα σούπερ μάρκετ, τον Ιανουάριο, καταγράφεται πτώση πωλήσεων 3,4% συγκριτικά με τον αντίστοιχο μήνα πέρυσι, περίοδο κατά την οποία η αγορά του λιανεμπορίου λειτουργούσε με περιορισμούς ενώ συγκριτικά με την περίοδο της κανονικότητας ο ρυθμός ανάπτυξης παραμένει διψήφιος. Αυτό προκύπτει από την ανάλυση των στοιχείων της Nielsen IQ σε μια περίοδο που όπως τονίζεται οι καταναλωτές δοκιμάζονται από τις αυξήσεις στην ενέργεια και βασικά αγαθά.

Ιδιαίτερη αξία έχουν και οι καταγραφές ενός από του leader του λιανεμπορίου, Ομίλου JUMBO. Με βάση όσα ανέφερε χθες, οι πωλήσεις του κατά τον Ιανουάριο 2022 κατέγραψαν πτώση -14,8% σε σχέση με τον αντίστοιχο περσινό μήνα. Σημειώνεται, ότι οι πωλήσεις του Ιανουαρίου 2022 συγκρίνονται με την ισχυρή ζήτηση του Ιανουαρίου του 2021 που δημιούργησαν οι περιορισμοί που επιβλήθηκαν στο τέλος του 2020 στην Ελλάδα.

Επίσης, σύμφωνα με τον Όμιλο JUMBO οι φετινές πωλήσεις επηρεάστηκαν αρνητικά από τα ακραία καιρικά φαινόμενα, την αύξηση των κρουσμάτων Covid-19 με την παραλλαγή Όμικρον, από τις αυξήσεις στην ενέργεια και στα καταναλωτικά αγαθά πρώτης ανάγκης καθώς και από τις απεργίες στα λιμάνια. Πάντως η διοίκηση του Ομίλου εκτιμά ότι σε ομαλοποιημένη βάση οι πωλήσεις για τον Ιανουάριο του 2022 θα κυμαίνονταν στα αντίστοιχα περσινά επίπεδα με τις πληθωριστικές πιέσεις να επηρεάζουν περισσότερο τις Βαλκανικές χώρες. “Η τάση που παρουσιάζει σήμερα ο Φεβρουάριος του 2022 είναι θετική ενώ κατά τον αντίστοιχο περσυνό μήνα τα 30 από τα 52 καταστήματα στην Ελλάδα παρέμειναν κλειστά. Υπενθυμίζεται ότι σε μία κάποια «κανονικότητα» τα καταστήματα στην Ελλάδα επανήλθαν τον Απρίλιο. Λαμβάνοντας υπόψη τα παραπάνω, η διοίκηση εκτιμά ότι εάν επικρατήσουν οι τρέχουσες τάσεις, οι σωρευτικές πωλήσεις για τους δύο πρώτους μήνες του 2022 μπορεί να είναι σταθερές ή και ανοδικές κατά χαμηλό μονοψήφιο ποσοστό σε σχέση με το αντίστοιχο περσινό δίμηνο” τόνισε η διοίκηση του Ομίλου.

Καμπανάκι από τους ΜμΕ

Στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις πάντως τα προβλήματα είναι πιο έντονα. Είναι ενδεικτικό ότι χτες σε δηλώσεις του στο Open ο πρόεδρος της ΓΣΕΒΕΕ Γιώργος Καββαθάς τόνισε ότι ένα στα δύο νοικοκυριά εκτιμά ότι τα οικονομικά του θα επιδεινωθούν τους επόμενους μήνες. Επίσης, ήδη ο Εμπορικός Σύλλογος Πειραιώς (ΕΣΠ), στα πλαίσιο των προσπαθειών του για τη στήριξη των επιχειρήσεων, απηύθυνε επιστολή με συγκεκριμένες προτάσεις στον Υπουργό Οικονομικών κ. Χ. Σταϊκούρα καταθέτοντας τρεις προτάσεις που μπορεί να διασφαλίσουν τη μεγαλύτερη δυνατή στήριξη των επιχειρήσεων και των δημοσίων εσόδων.

Μέτρα

Όπως σημειώνει ο ΕΣΠ ότι δράσεις αυτές “θα δώσουν μια ανάσα στον εμπορικό κόσμο και θα έχουν ελάχιστο δημοσιονομικό αποτύπωμα”. Τονίζει, δε, ότι η πλειονότητα των επιχειρήσεων έχει υποστεί βαρύ οικονομικό πλήγμα ιδιαίτερα λόγω της υγειονομικής κρίσης, ενώ οι πρώτοι μήνες της νέας χρονιάς, σαν συνέχεια του τελευταίου τριμήνου του προηγούμενου έτους, κινούνται πολύ χαμηλότερα του αναμενόμενου, όπως αποδεικνύουν και τα επίσημα στοιχεία. Παράλληλα αναφέρεται ότι “η ενεργειακή κρίση πιέζει την ρευστότητα νοικοκυριών και επιχειρήσεων και η πλειονότητά τους αδυνατεί να εξυπηρετήσει με συνέπεια τις ασφαλιστικές και φορολογικές τους υποχρεώσεις.”

Στο πλαίσιο αυτό ο ΕΣΠ προτείνει::

1) Δεδομένου ότι στις 31 Μαρτίου εκπνέει η προθεσμία για την εφάπαξ εξόφληση της ενίσχυσης που έλαβαν επιχειρήσεις μέσω της Επιστρεπτέας Προκαταβολής, θεωρούμε απαραίτητο να δοθεί μια ακόμη ευκαιρία με μια τρίμηνη παράταση, που θα δώσει τη δυνατότητα σε περισσότερους επιχειρηματίες να αποπληρώσουν την ενίσχυση.

2) Στο ίδιο πλαίσιο, θεωρούμε αναγκαίο να δοθεί δίμηνη παράταση για την εξυπηρέτηση των ρυθμίσεων που λήγουν τέλος Φεβρουαρίου, ώστε με το «ζέσταμα» της αγοράς την περίοδο του Πάσχα να μπορέσουν να ανταπεξέλθουν στις υποχρεώσεις τους και

3) Οι κρατικές ενισχύσεις που δόθηκαν για την αντιμετώπιση των συνεπειών της κρίσης της πανδημίας να μην αποτελούν φορολογητέο εισόδημα.”

Μάλιστα ο ΕΣΠ σημειώνει ότι πολλοί έμποροι είναι σε “εξαιρετικά δύσκολη οικονομική κατάσταση” και γιαυτό θα πρέπει η κυβέρνηση να κινηθεί ώστε να μην συσσωρευτούν και νέες οφειλές , “που δεν μπορούν να εξυπηρετηθούν και που θα έχουν καταστροφικές συνέπειες στην εθνική οικονομία και την απασχόληση,».

Η απασχόληση

Υπενθυμίζεται με βάση τα στοιχεία του Πληροφοριακού Συστήματος «ΕΡΓΑΝΗ» που δημοσιοποίησε χθες το Υπουργείο Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων ο μεγαλύτερος εργοδότης στη χώρα είναι το λιανικό εμπόριο, καθώς απασχολεί το 13,46% του συνόλου των εργαζομένων. Ακολουθούν η εστίαση (10,94%), το χονδρικό εμπόριο (9,52%), η εκπαίδευση (4,63%) και η βιομηχανία τροφίμων (4,42%).

Μάλιστα, από τα στοιχεία του Π.Σ. «ΕΡΓΑΝΗ» για τον Ιανουάριο, προκύπτει αρνητικό ισοζύγιο ροών μισθωτής απασχόλησης. Συγκεκριμένα, κατά τον περασμένο μήνα οι αναγγελίες πρόσληψης ανήλθαν σε 137.983, ενώ οι αποχωρήσεις σε 163.787 (71.697 οικειοθελείς αποχωρήσεις και 92.090 καταγγελίες συμβάσεων αορίστου χρόνου ή λήξεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου). Συνεπώς το ισοζύγιο του Ιανουαρίου ήταν αρνητικό κατά 25.804 θέσεις εργασίας.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στην έκθεση, το αρνητικό ισοζύγιο οφείλεται κατά το μεγαλύτερο μέρος (12.664 θέσεις) στον κλάδο της εστίασης, ενώ αρνητικό κατά 5.071 θέσεις ήταν και το ισοζύγιο στο λιανικό εμπόριο.

Οι εξελίξεις αυτές αποδίδονται στα περιοριστικά μέτρα που ελήφθησαν τον Ιανουάριο για την προστασία της δημόσιας υγείας από την πανδημία, στο κλίμα αβεβαιότητας που επικράτησε εκείνη την περίοδο αναφορικά με την εξέλιξη της νόσου αλλά και στην εποχικότητα των θέσεων εργασίας που χαρακτηρίζει κάθε χρόνο την περίοδο μετά τις γιορτές.

Συνολικά πάντως αύξηση της απασχόλησης και της επιχειρηματικότητας καταγράφει η ετήσια έκθεση για το 2021, παρά την πανδημία και τις επιπτώσεις της στην οικονομία.

Συγκεκριμένα, το 2021 οι εργαζόμενοι με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθαν σε 2.163.610, έναντι 2.051.025 το 2020 (αύξηση κατά 112.585 ή 5,49%). Αντίστοιχα οι επιχειρήσεις που απασχολούσαν εργαζόμενους με σχέση εργασίας ιδιωτικού δικαίου το έτος 2021 ήταν 291.808, έναντι 279.329 το 2020.

Σημειώνεται ότι από την ετήσια έκθεση του “ΕΡΓΑΝΗ” προκύπτει ακόμη ότι:

•Περισσότεροι από 7 στους 10 (71,81%) εργάζονταν πάνω από 35 ώρες την εβδομάδα, ποσοστό ελαφρώς υψηλότερο από το 2020 (ήταν 69,54%).

•Ο μέσος όρος των μικτών μηνιαίων αποδοχών αυξήθηκε την προηγούμενη χρονιά κατά 12,27%. Συγκεκριμένα το συνολικό κονδύλι των μισθών διαμορφώθηκε σε 2,4 δισ. μηνιαίως, από 2,1 δισ. το 2020, αύξηση που οφείλεται τόσο στην άνοδο του πλήθους των εργαζομένων όσο και στη βελτίωση των αποδοχών.

•Η μεγαλύτερη ηλικιακή ομάδα περιλαμβάνει τους εργαζόμενους από 30-44 ετών (41,66%) και η επόμενη είναι η ομάδα 45-64 ετών (37,23%).

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα