Λαγκάρντ: Γιατί “πάγωσε” η αγορά δανείων

Διαβάζεται σε 5'
Κριστίν Λαγκάρντ
Κριστίν Λαγκάρντ AP

Στα υψηλά επιτόκια και την πολιτική της ΕΚΤ τον τελευταίο χρόνο απέδωσε η Πρόεδρος της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, την πιστωτική ασφυξία που πλήττει την ελληνική οικονομία. Τι είπε για το spread μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων – χορηγήσεων και ο ρόλος της Επιτροπής Ανταγωνισμού.

Τις συνθήκες πιστωτικής ασφυξίας, με κύρια χαρακτηριστικά την ελάχιστη και ακριβή ρευστότητα, που αντιμετωπίζουν τον τελευταίο χρόνο οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά στην Ελλάδα, επιβεβαίωσε την περασμένη εβδομάδα η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ.

Κατά την συνέντευξη τύπου που ακολούθησε την τελευταία συνεδρίαση του ΔΤ της ΕΚΤ που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα την περασμένη Πέμπτη, η κα Λαγκάρντ παραδέχθηκε ότι τα υψηλά επιτόκια είναι ο λόγος που «βούλιαξε» η ζήτηση για νέα δάνεια και ταυτόχρονα κατέστησαν οι πιο αυστηρούς τους όρους χορήγησης των δανείων.

Άλλωστε ένας από τους λόγους της απόφασης να μπει «φρένο» από την ΕΚΤ στις αυξήσεις των επιτοκίων ήταν και ο σοβαρός αντίκτυπος που έχουν επιφέρει σωρευτικά οι δέκα διαδοχικές αυξήσεις επιτοκίων τους τελευταίους δεκαπέντε μήνες στα νέα δάνεια των τραπεζών προς την πραγματική οικονομία.

Εξηγώντας το αιτιολογικό της σχετικής απόφασης της ΕΚΤ, η επικεφαλής της Ευρωτράπεζας τόνισε ότι η άντληση χρηματοδότησης έχει γίνει πιο δαπανηρή για τις τράπεζες, τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων και των ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων αυξήθηκαν ξανά τον Αύγουστο, σε 5,0% και 3,9% αντίστοιχα και η δυναμική των πιστώσεων έχει εξασθενήσει περαιτέρω.

Την ίδια στιγμή τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος δείχνουν σταθερά αρνητικούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης για τις επιχειρήσεις, καθώς οι αποπληρωμές δανείων είναι σταθερά περισσότερες από τις νέες εκταμιεύσεις, την ίδια στιγμή που τα ελληνικά επιτόκια επιχειρηματικών χορηγήσεων είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.

Άπαντες οι θεσμικοί φορείς του εγχώριου επιχειρείν, κάνουν λόγο για βρόγχο που απειλεί να πνίξει όσες επιχειρήσεις, κυρίως μεσαίες και μικρότερες, άντεξαν την υπερδεκαετή οικονομική κρίση.

Οι συνθήκες ρευστότητας καταγράφουν ακόμη μεγαλύτερη επιδείνωση από το γεγονός ότι οι στόχοι που έθεσαν οι διοικήσεις των συστημικών τραπεζών για τις νέες χορηγήσεις του 2023 είναι πλέον ανέφικτοι με τα επίσημα στοιχεία να δείχνουν ότι ο ρυθμός αύξησης των νέων επιχειρηματικών δανείων είναι από τις χειρότερες επιδόσεις στην ευρωζώνη.

Όπως εξηγούν με κάθε ευκαιρία έμπειρα τραπεζικά στελέχη, ο περιορισμός της τραπεζικής ρευστότητας προς την πραγματική οικονομία είναι αποτέλεσμα τόσο της αύξησης των επιτοκίων, που προφανώς μειώνει τη ζήτηση για δάνεια όσο και της διάθεσης των τραπεζικών διοικήσεων να αποφύγουν τα ανοίγματα υπό τον φόβο ενός νέου κύματος κόκκινων δανείων. Είναι χαρακτηριστικό ότι τον Ιούλιο 2023, ο ρυθμός αύξησης των επιχειρηματικών δανείων έπεσε στο μηδέν, ενώ τον Ιούλιο 2022 ξεπερνούσε το 10%.

Στην Επιτροπή Ανταγωνισμού το “μπαλάκι”

Μείζον ζήτημα για την ελληνική οικονομία και διαρκές σημείο τριβής της κυβέρνησης με τις διοικήσεις των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων παραμένει και το άνοιγμα της ψαλίδας μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων δανείων, με αποτέλεσμα να ακριβαίνει συνεχώς το κόστος χρήματος για τους δανειολήπτες. Όπως προκύπτει από τα επίσημα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, η διαφορά μεταξύ των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων τείνει πλέον προς τις 6 μονάδες, έχοντας ήδη παρουσιάσει υψηλό 20ετίας, σύμφωνα με πρόσφατη έκθεση του ΙΟΒΕ.

Και το συγκεκριμένο το θέμα τέθηκε όπως ήταν φυσικό στην επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ κατά τη διάρκεια συνέντευξης τύπου. Η κα Λαγκάρντ αφού παραδέχθηκε ότι η αύξηση των επιτοκίων έχει οδηγήσει σε πτώση της ζήτησης για δάνεια ενώ και τα κριτήρια δανεισμού από τις τράπεζες έχουν γίνει περισσότερο αυστηρά, απάντησε και σε ερώτηση αναφορικά με την «ψαλίδα» ανάμεσα στα επιτόκια καταθέσεων και χορηγήσεων. Συγκεκριμένα τόνισε ότι η ΕΚΤ καθορίζει το ύψος των επιτοκίων του ευρώ και δεν έχει καμία ανάμειξη στη διαμόρφωση των επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων από τις τράπεζες της κάθε χώρας. Αυτή άλλωστε είναι αρμοδιότητα άλλων αρχών για να επιληφθούν, όπως είναι η Επιτροπή Ανταγωνισμού, σημείωσε χαρακτηριστικά.

Όπως προκύπτει από τα στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Συστημικού Κινδύνου (ESRB), στο οποίο προεδρεύει η Κριστίν Λαγκάρντ, μέσα σε ένα χρόνο τα επιτόκια των επιχειρηματικών δανείων στην Ελλάδα έχουν υπερδιπλασιασθεί και η χώρα μας κατατάσσεται στη δεύτερη θέση στην ευρωζώνη με κριτήριο το ύψος των επιτοκίων σε αυτή την ιδιαίτερα σημαντική κατηγορία δανείων.

Είναι χαρακτηριστικό ότι μόνο σε τέσσερις χώρες της ευρωζώνης το επιτόκιο των επιχειρηματικών δανείων ξεπερνά το 6%, ενώ στην Ελλάδα η αύξηση των επιτοκίων από τον Ιούλιο του 2022 ήταν από τις πιο επιθετικές στην ευρωζώνη.

Την ίδια στιγμή όπως άλλωστε έχει αναδείξει και τα στοιχεία της ΤτΕ, οι ελληνικές τράπεζες έχουν, μετά τις κυπριακές, το δεύτερο μεγαλύτερο περιθώριο επιτοκίου στα επιχειρηματικά δάνεια στην ευρωζώνη γεγονός που οφείλεται στην διατήρηση των επιτοκίων καταθέσεων σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα και της αύξησης των επιτοκίων στα επιχειρηματικά δάνεια. Αυτό δεν ίσχυε τον Ιούλιο του 2022, πριν αρχίσει τις αυξήσεις επιτοκίων η ΕΚΤ, όταν υπήρχαν αρκετά εθνικά τραπεζικά συστήματα στην ευρωζώνη με μεγαλύτερα περιθώρια επιτοκίου από το ελληνικό.

Νέο ρεκόρ κερδών

Αξίζει να σημειωθεί πως οι ελληνικές συστημικές τράπεζες ετοιμάζονται να καταγράψουν ένα νέο ρεκόρ κερδών φέτος κοντά στα 4 δισ. ευρώ, το οποίο αναμένεται να σπάσει το περυσινό των 3,6 δισ. ευρώ.

Σημαντικό ρόλο στο σχηματισμό αυτών των υπερκερδών αποτελεί η διευρυνόμενη από τρίμηνο σε τρίμηνο διαφορά μεταξύ των επιτοκίων σε καταθέσεις και δάνεια, η οποία οδηγεί σε ολοένα και υψηλότερα επίπεδα τα οργανικά έσοδα των τραπεζών και σε ταυτόχρονη αύξηση κόστους χρήματος για τους πολίτες

Υπενθυμίζεται ότι στο πρώτο εξάμηνο του 2023 οι Alpha Bank, Eurobank, Εθνική Τράπεζα και Τράπεζα Πειραιώς εμφάνισαν καθαρά έσοδα από τόκους 3,9 δισ. ευρώ, ποσό αυξημένο σε ετήσια βάση κατά 60%.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα