Μεταπολίτευση – 50 χρόνια: Κέρδη και μεγάλες προκλήσεις για την οικονομία
Διαβάζεται σε 7'Έχοντας σήμερα ισορροπήσει σε συνέχεια θετικών περιόδων αλλά και περιόδων βαθιάς κρίσης, η οικονομία μας βρίσκεται μπροστά στην πρόκληση της ενδυνάμωσης των ρυθμών μεγέθυνσης τα επόμενα χρόνια.
- 25 Ιουλίου 2024 07:20
Ένας σημαντικός οικονομικός κύκλος του εθνικού βίου άνοιξε με την Μεταπολίτευση. Πατώντας στο πολιτικό αυτό φαινόμενο, που με δραματικό τρόπο ως καταλύτης προξένησε η Κυπριακή τραγωδία, η οικονομία της χώρας οδηγήθηκε σε μεταλλαγή επηρεαζόμενη και από τις μεγάλες παγκόσμιες εξελίξεις.
Βέβαια, ακόμα και ο ίδιος ο δρόμος για τη Μεταπολίτευση, σε ένα ποσοστό, “στρώθηκε” από τις εξελίξεις στο οικονομικό πεδίο με την πρώτη πετρελαϊκή κρίση των αρχών της δεκαετίας του ‘70, με αφετηρία και πάλι τη Μέση Ανατολή, την πληθωριστική έκρηξη κτλ.
Εκκινώντας τη πλέον μακρά περίοδο σταθερού πολιτικού βίου η χώρα και ο Ελληνισμός, έστω και με την πληγή της Κύπρου ανοικτή και τη γείτονα Τουρκία σε μια ολική επαναφορά αναθεωρητισμού, με απότοκο μια κούρσα “αιματηρών”, οικονομικά, για την Ελλάδα εξοπλισμών, μπήκε σε μια φάση καθολικής ανάπτυξης και κοινωνικής ευημερίας. Σταθμοί αναμφίβολα η ένταξη στην ΕΟΚ και την ΕΕ, που έδωσαν χαρακτηριστικά διεθνοποίησης σε μια κατά τα άλλα κλειστή περιφερειακή οικονομία. Βέβαια η όλη εξέλιξη είχε και μεγάλες αρνητικές εκφάνσεις, με την υποχρέωση, τον αφανισμό παραγωγικών κλάδων, που δεν άντεξαν το διεθνή ανταγωνισμό, την “υβριδική” χρεοκοπία του 2010.
Όπως, συγκεκριμένα, ανέφερε ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Νίκος Βέττας, με αφορμή την παρουσίαση της έκθεσης του Ινστιτούτου για πορεία της ελληνικής οικονομίας για το β’ τρίμηνο του έτους, η χώρα μπορεί μεν, 50 χρόνια, από τη Μεταπολίτευση, να έχει να επιδείξει σημαντικές προόδους, ωστόσο έχει ζητήματα ανοικτά, με κύριο το ζήτημα του παραγωγικού μοντέλου και βέβαια της δημογραφίας.
Συγκεκριμένα, ο επικεφαλής του ΙΟΒΕ, σημείωσε ότι η ελληνική οικονομία συμπληρώνει 50 χρόνια από τη μεταπολίτευση, κατά τη διάρκεια της οποίας καταγράφηκαν σημαντική πρόοδος αλλά και χαμένες ευκαιρίες. Τα εισοδήματα μεγεθύνθηκαν, οι ανισότητες μειώθηκαν, η αξία των περιουσιών αυξήθηκε, οι υποδομές βελτιώθηκαν. Η ενσωμάτωση στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς συνέβαλε στην ενίσχυση της σταθερότητας. Όμως, όπως τόνισε ο κ. Βέττας, καταγράφηκε υστέρηση του ρυθμού ανάπτυξης συγκριτικά με τις περισσότερες Ευρωπαϊκές χώρες και διευρυμένος δημόσιος δανεισμός, ενώ τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της μεγέθυνσης δεν διασφαλίζουν ισχυρή ανάπτυξη μακροπρόθεσμα.
Να σημειωθεί ότι η Έκθεση του ΙΟΒΕ, που δημοσιεύεται στη συγκυρία των 50 χρόνων από τη Μεταπολίτευση στη χώρα και το τέλος της δικτατορίας, έχει ενσκήψει στα όσα συνέβησαν. Όπως αναφέρει, “στο διάστημα από όταν επανήλθε η δημοκρατία, η οικονομία προόδευσε. Τα εισοδήματα μεγεθύνθηκαν, οι μεγάλες ανισότητες μειώθηκαν, η αξία των περιουσιών αυξήθηκε, οι υποδομές βελτιώθηκαν όπως και οι υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης. Μισός αιώνας είναι βέβαια μακρύς χρόνος και το παράδοξο θα ήταν να μην είχε υπάρξει πρόοδος, ιδίως όταν η δυναμική ανάπτυξης στην παγκόσμια οικονομία ήταν θετική και συχνά ισχυρή. Για την Ελλάδα, υπήρξε διπλή θετική επίδραση, τόσο από την ανάπτυξη των άλλων οικονομιών όσο και από την ενσωμάτωση στους ευρωπαϊκούς θεσμούς, αρχικά στην ΕΟΚ, μετέπειτα στην ευρωζώνη. Η ενίσχυση της σταθερότητας έφερε και υψηλότερη χρηματοδότηση από το εξωτερικό, ιδίως επίσημες μεταβιβάσεις από ευρωπαϊκά ταμεία και διευρυμένο δημόσιο δανεισμό.
Ασφαλώς, δεν ήταν όλες οι περίοδοι ίδιες, γενικά όμως, η οικονομία αναπτύχτηκε κυρίως με αύξηση της ιδιωτικής και δημόσιας κατανάλωσης, κατεύθυνσης των αποταμιεύσεων στα ακίνητα και λιγότερο με επενδύσεις που οδηγούσαν σε εξαγωγές. Σημαντικοί κλάδοι, στη μεταποίηση και γενικότερα σε διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά, υποχώρησαν. Ο δημόσιος τομέας μεγεθύνθηκε αλλά χωρίς να επιτευχθεί αποτελεσματική λειτουργία. Αν συγκρίνει κανείς την ανάπτυξη στο ίδιο διάστημα στις άλλες ευρωπαϊκές οικονομίες, η δική μας εμφάνισε υστέρηση συγκριτικά με σχεδόν όλες τις άλλες”.
Η εικόνα
Η εικόνα, λοιπόν, είναι μεικτή. Πρόοδος σε πολλούς τομείς και μεγέθυνση, αλλά χαμηλότερη από τις περισσότερες χώρες σύγκρισης και με ποιοτικά χαρακτηριστικά που δεν διασφαλίζουν μια ισχυρή τροχιά ανάπτυξης μελλοντικά. Υπήρξε σημαντική δημοσιονομική προσαρμογή για να επιτευχθεί η είσοδος στην ευρωζώνη, όμως η μεγάλη εισροή πόρων που ακολούθησε δεν συνοδεύτηκε από επαρκή αύξηση της παραγωγικότητας και της ανταγωνιστικότητας εξωστρεφών κλάδων.
Τα χρόνια από την υιοθέτηση του ευρώ έως το ξέσπασμα της κρίσης χρέους είναι καθρέφτης των βασικών τάσεων. Τα εισοδήματα τότε αυξήθηκαν, αλλά όχι με διατηρήσιμο τρόπο. Η εξέλιξη της κρίσης χρέους είναι επίσης χαρακτηριστική. Είχε διπλάσια διάρκεια και βάθος από ό,τι σε άλλες χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης. Εκτός από τρία προγράμματα επί 8 χρόνια, προκλήθηκε πρόσκαιρο κλείσιμο τραπεζών και έλεγχος κεφαλαιακών κινήσεων για 4 χρόνια, ενώ η επενδυτική βαθμίδα χάθηκε για 13 χρόνια.
Βέβαια, έφταιξε πως υπήρχε όχι μόνο υψηλό δημόσιο χρέος αλλά και βαθιά δίδυμα ελλείματα, δημοσιονομικό και εξωτερικού τομέα.
Όμως, ήταν η ακραία αβεβαιότητα και η έλλειψη πολιτικής συναίνεσης και καθαρής κατεύθυνσης που επιβάρυναν την κατάσταση, μετέφεραν μεγαλύτερο μέρος της αναγκαίας προσαρμογής από τις μεταρρυθμιστικές παρεμβάσεις στη λιτότητα και οδήγησαν σε μαζική από-επένδυση και φυγή ανθρώπων, εξέλιξη που υποσκάπτει τις προοπτικές ανάπτυξης και σήμερα” σημειώνει το ΙΟΒΕ και προσθέτει:
Οι προκλήσεις
Έχοντας σήμερα ισορροπήσει σε συνέχεια θετικών περιόδων αλλά και περιόδων βαθιάς κρίσης, η οικονομία μας βρίσκεται μπροστά στην πρόκληση της ενδυνάμωσης των ρυθμών μεγέθυνσης τα επόμενα χρόνια. Αυτό απαιτεί ενίσχυση της παραγωγικότητας η οποία μπορεί να γίνει με προσέλκυση νέων παραγωγικών επενδύσεων, ιδίως αυτών που θα στηρίξουν την καινοτομία, παράλληλα με την προσέλκυση ανθρώπων που θα θέλουν και θα μπορούν να συνεισφέρουν δυναμικά στην οικονομία.
Η σταθεροποίηση απλών κανόνων όσον αφορά τη σχέση δημόσιου τομέα και αγορών, η ενίσχυση και ο συνεχής εκσυγχρονισμός του εκπαιδευτικού συστήματος, είναι προϋποθέσεις ώστε η οικονομική ανάπτυξη της χώρας να είναι ισχυρή τα επόμενα χρόνια” καταλήγει το ΙΟΒΕ,
Ο Κ. Χατζηδάκης
Την κριτική ματιά στην 50ετή περίοδο της Μεταπολίτευσης του υπουργού Οικονομικών Κ. Χατζηδάκη, του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδας Γιάννη Στουρνάρα, καθώς και των εκπροσώπων των παραγωγικών τάξεων (εργαζομένων, επαγγελματoβιοτεχνών, εμπόρων) καθώς και των Προέδρων των αντίστοιχων Επιμελητηρίων παρουσιάζει το νέο, 80ό επετειακό τεύχος του Περιοδικού της Βουλής “Επί του… Περιστυλίου”.
“Η πραγματική σύγκλιση, λοιπόν, των εισοδημάτων με τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αποτελεί τη μεγάλη πρόκληση” αναφέρει ο υπουργός Οικονομικών.
Σε ανάρτησή του μάλιστα, στα social media. σημειώνει:
“Η Ελλάδα του 2024 δεν έχει καμία σχέση με την Ελλάδα του 1974. Μια Ελλάδα που οι δημοκρατικοί θεσμοί είχαν καταλυθεί, το κύρος της είχε υπονομευθεί και η Κυπριακή τραγωδία είχε αφήσει ένα ανεξίτηλο αποτύπωμα. Η ιστορία βέβαια της Μεταπολίτευσης δεν είναι ιστορία μόνο επιτυχιών. Αλλά ούτε και μόνο αποτυχιών, όπως νομίζουν ορισμένοι. Παρά τις παλινδρομήσεις, τα ενδημικά προβλήματα σε σχέση με πολιτικές και κοινωνικές αντιλήψεις, αλλά και σοβαρές διαψεύσεις στην οικονομία – ιδιαίτερα αυτή της μεγάλης οικονομικής κρίσης της περασμένης δεκαετίας- η Ελλάδα συνολικά έχει κάνει βήματα μπροστά: Στη Δημοκρατία, στους θεσμούς, στα ατομικά και κοινωνικά δικαιώματα. Είναι μια Ελλάδα που συμμετέχει ισότιμα στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Και παρά τις δυσκολίες, συνεχίζει μια ανοδική πορεία.
Τα τελευταία 5 χρόνια, ο λαός μας είπε κατ’ επανάληψη όχι στη δημαγωγία και στις ακρότητες. Και εμπιστεύτηκε μια Κυβέρνηση μετριοπαθή και ευρωπαϊκή. Έχουμε υποχρέωση απέναντι σε όλους ανεξαιρέτως τους συμπατριώτες μας να προωθήσουμε μεταρρυθμίσεις και να συγκρουστούμε, όπου απαιτείται, με καθεστηκυίες αντιλήψεις. Να ασκούμε μια νοικοκυρεμένη πολιτική που θα δημιουργεί ακόμη μεγαλύτερη ανάπτυξη και προκοπή για όλους. Να συνεχίσουμε την προσπάθεια για μια Ελλάδα πιο σύγχρονη, πιο ευρωπαϊκή! Αυτές ήταν άλλωστε οι παρακαταθήκες του Κωνσταντίνου Καραμανλή!”.