“Μποναμάς” της ΕΚΤ στις ελληνικές τράπεζες
Πολλαπλά κέρδη αναμένεται να έχει για τις ελληνικές τράπεζες η δυνατότητα να αυξήσουν το χαρτοφυλάκιο των κρατικών ομολόγων που έχουν στο ενεργητικό τους, ύστερα από την απόφαση της ΕΚΤ την περασμένη Παρασκευή.
- 09 Μαρτίου 2020 06:50
Την ώρα που οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών επιχειρούν να χαρτογραφήσουν τις πρώτες επιπτώσεις που προκαλεί ο κορονοϊός στην οικονομία, είδαν με ανακούφιση την ΕΚΤ να αίρει την περασμένη Παρασκευή τον περιορισμό που τους είχε επιβάλει στις τοποθετήσεις κεφαλαίων σε ελληνικά ομόλογα.
Πρόκειται αναμφίβολα για μια απόφαση που θα επιφέρει στις ελληνικές τράπεζες ακόμη μεγαλύτερα κέρδη από το χαρτοφυλάκιο των ομολόγων τους, δίνοντας τους ταυτόχρονα την δυνατότητα να βελτιώσουν, σε μια κρίσιμη περίοδο για την πραγματική οικονομία, και την ρευστότητα τους.
Σχολιάζοντας τραπεζικά στελέχη στο News 24/7 την πρόσφατη απόφαση της ΕΚΤ επισημαίνουν ότι «το πράσινο φως στις ελληνικές τράπεζες για νέες αγορές κρατικών ομολόγων είναι εξαιρετικής σημασίας».
Και αυτό γιατί όπως εξηγούν «η άρση του πλαφόν αγοράς ελληνικών ομολόγων θα δημιουργήσει αρχικά πρόσθετα κεφαλαιακά κέρδη για τις τράπεζες, καθώς θα τους δώσει τη δυνατότητα να τοποθετήσουν μέρος της ρευστότητας τους, το οποίο ήταν μέχρι σήμερα αναγκαστικά τοποθετημένο στις αρνητικές αποδόσεις των εντόκων γραμματίων, σε ομόλογα τα οποία ως γνωστόν έχουν θετική απόδοση».
Σε πρώτη φάση, οι τράπεζες – και πάντα ανάλογα με τις συνθήκες που θα επικρατούν στις αγορές – θα έχουν τη δυνατότητα να μεταφέρουν από τα έντοκα γραμμάτια σε ομόλογα ποσό που όπως υπολογίζεται από τραπεζικά στελέχη κυμαίνεται σε 7 με 8 δισ. ευρώ. Τούτο προκύπτει αν συγκρίνει κανείς το δανεισμό του Δημοσίου με έντοκα γραμμάτια πριν το Μνημόνιο και μετά. Συγκεκριμένα στις αρχές του 2010 το Δημόσιο δανείζονταν ετησίως μέσω εντόκων γραμματίων τα οποία ανακυκλώνονταν, περίπου 7 δισ. ευρώ. Μετά τον αποκλεισμό της χώρας από τις αγορές το ποσό αυτό αυξήθηκε με αποτέλεσμα σήμερα να υπερβαίνει τα 15 δισ. ευρώ. Παρόλο που τα έντοκα γραμμάτια απευθύνονται στη μεγάλη μάζα των μικροεπενδυτών, ως εναλλακτική τοποθέτηση στις προθεσμιακές τραπεζικές καταθέσεις, κατά κύριο λόγο οι τίτλοι αυτοί παραμένουν στα χαρτοφυλάκια των πιστωτικών ιδρυμάτων.
Παράλληλα με την απόφαση της ΕΚΤ, εξηγούν οι ίδιες πηγές, «διευκολύνεται η πρόσβαση των ελληνικών τραπεζών στις αγορές και στο ευρωσύστημα ενόψει των στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO), στις οποίες προτίθεται να προχωρήσει η κεντρική τράπεζα για τη χορήγηση ρευστότητας στην οικονομία».
Σημειώνεται ότι το TLTRO, για τη συμμετοχή στο οποίο οι τράπεζες δίνουν στην ΕΚΤ κρατικά ομόλογα αλλά και άλλους τύπους τίτλων, συνιστά ρευστότητα και το ύψος της χρηματοδότησης που μπορούν να λάβουν οι τράπεζες ή το κόστος δανεισμού εξαρτώνται από το ύψος των δανείων που χορηγούν προς την πραγματική οικονομία. Γίνεται έτσι σαφές ότι τα κρατικά ομόλογα που θα έχουν στη διάθεσή τους οι τράπεζες για να δώσουν ως ενέχυρα, θα ενισχύσουν τη δυνατότητά τους να αξιοποιήσουν όλα τα εργαλεία που δίνει το ευρωσύστημα για την άντληση ρευστότητας.
Αυξημένα κέρδη στους ισολογισμούς
Πρακτικά τώρα, η απόφαση της ΕΚΤ σημαίνει ότι με δεδομένη την πρόσφατη υποχώρηση των αποδόσεων των ελληνικών ομολόγων σε ιστορικά χαμηλά, οι ελληνικές τράπεζες μπορούν να αγοράσουν ελληνικά ομόλογα σε ικανοποιητικά επίπεδα τιμών και να προσδοκούν κεφαλαιακά κέρδη όταν περάσει η αναταραχή και επανέλθουν σε ανοδική τροχιά οι τιμές των ελληνικών τίτλων.
Ταυτόχρονα και με δεδομένο ότι η ελληνική αγορά παραμένει αρκετά ρηχή και με χαμηλές ημερήσιες αξίες συναλλαγών, οι ελληνικές τράπεζες θα μπορούν να συμβάλλουν στη σταθεροποίηση της κατάστασης καθώς θα αποτελούν σε αυτή τη φάση έναν ικανό αγοραστή που θα εξισορροπεί τις πιέσεις.
Τα κέρδη από τα χαρτοφυλάκια ομολόγων έχουν ήδη δώσει βαθιές «ανάσες» στις ελληνικές τράπεζες, σε μια συγκυρία έντονης πίεσης στα έσοδα από τόκους και στην κερδοφορία τους. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των αναλυτών για το 2019 οι συστημικές τράπεζες θα ανακοινώσουν έσοδα άνω των 750 εκατ. ευρώ από trading, που είναι και το υψηλότερο ποσό εδώ και αρκετά χρόνια και θα στηρίξουν σημαντικά την κερδοφορία τους.
Υπενθυμίζεται ότι η άρση του πλαφόν στις αγορές ομολόγων είχε συζητηθεί από τον Δεκέμβριο, στη συνάντηση του πρωθυπουργού, Κυριάκου Μητσοτάκη, με την πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Κριστίν Λαγκάρντ. Η άρση του πλαφόν επένδυσης στα ελληνικά ομόλογα έρχεται με αρκετή καθυστέρηση αν ληφθεί υπόψη ότι οι συνθήκες ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών είχαν ομαλοποιηθεί από τον περασμένο Μάιο, όταν στην ουσία μηδενίστηκε ο δανεισμός τους από τον Μηχανισμό Έκτακτης Ανάγκης της Τραπέζης της Ελλάδος τον περίφημο ELA.
Βέβαια, ζητούμενο για την ελληνική οικονομία δεν αποτελεί μόνο ο δανεισμός του δημοσίου τομέα αλλά κυρίως η χρηματοδότηση του ιδιωτικού. Μετά από αρκετά χρόνια αρνητικής πιστωτικής επέκτασης το άνοιγμα της στρόφιγγας των δανείων σε επιχειρήσεις και νοικοκυριά αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για να επιστρέψει η οικονομία σε υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης.