Ο δύσκολος χειμώνας της ακρίβειας

Διαβάζεται σε 13'
Ακρίβεια
Ακρίβεια ISTOCK

Μεγάλη η πρόκληση εν όψει χειμώνα για τη διαχείριση του κύματος ακρίβειας που από το 2021 έχει “σαρώσει” οικογενειακούς προϋπολογισμούς, την ώρα που η γεωπολιτικη ανάφλεξη και τα ενεργειακά απόνερα ανοίγουν το δρόμο για νέο ανοδικό σπιράλ των τιμών.

Σε ενέργεια και τρόφιμα παραμένουν ενεργές οι εστίες “ανάφλεξης” ενός νέου πληθωριστικού σπιράλ, προϊόντος του χειμώνα, εντείνοντας τις ανησυχίες για τις “αντοχές” των νοικοκυριών μετά από το εξαντλητικό “ράλι”, επί δυο χρόνια των τιμών, που, ήδη, βέβαια έχουν κατοχυρώσει υψηλά επίπεδα.

Χαρακτηριστικό το “καμπανάκι” που έκρουσε το ΙΟΒΕ στην τριμηνιαία έκθεσή του για την Ελληνική Οικονομία που παρουσιάστηκε στις 19/10/2023. Όπως αναφέρει το Ινστιτούτο, “ο πληθωρισμός διατηρείται σε υψηλά επίπεδα, παρά την σημαντική αποκλιμάκωση που έχει καταγραφεί από πέρυσι. Η συνεχιζόμενη απόκλιση του πληθωρισμού από το επίπεδο στόχου στις περισσότερες χώρες, αυξάνει την πιθανότητα το κόστος χρήματος να παραμείνει υψηλό παγκοσμίως για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. Αν και το ενδεχόμενο ομαλής προσγείωσης των Ευρωπαϊκών οικονομιών παραμένει το πιθανότερο, η ανάγκη για σφιχτότερη νομισματική και δημοσιονομική πολιτική σε συνδυασμό με την αυξανόμενη γεωπολιτική ένταση διατηρούν τον κίνδυνο μιας απότομης πτώσης στην οικονομική δραστηριότητα” σημειώνει το ΙΟΒΕ βάζοντας στο “κάδρο” και τα “απόνερα” που φέρνει η νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών και δη της ΕΚΤ, που συνεδριάζει την Τετάρτη στην Αθήνα.

Σύμφωνα με την έκθεση ο ρυθμός μεταβολής του Γενικού Δείκτη Τιμών Καταναλωτή διαμορφώθηκε στο 3,8% το α’ οκτάμηνο φέτος, από άνοδο 9,9% ένα έτος πριν. Η ενίσχυση των τιμών οφείλεται κυρίως στη θετική επίδραση της εγχώριας ζήτησης. Μάλιστα το ΙΟΒΕ εκτιμά ότι οι τιμές θα διατηρηθούν σε ηπιότερη ανοδική τροχιά στο σύνολο του τρέχοντος έτους, στην περιοχή του 4,3%, λόγω κυρίως της ανθεκτικότητας της καταναλωτικής ζήτησης. Για το 2024, ο Γενικός Δείκτης Τιμών Καταναλωτή προβλέπεται πως θα ενισχυθεί με ρυθμό στην περιοχή του 2,6%, λόγω κυρίως των ενεργειακών αγαθών.

Μάλιστα, κατά την παρουσίαση της Έκθεσης ο Γενικός Διευθυντής του ΙΟΒΕ, Καθηγητής Νίκος Βέττας, τόνισε ότι οι προκλήσεις του εξωτερικού περιβάλλοντος θέτουν σε κίνδυνο τη θετική δυναμική της ελληνικής οικονομίας. Μεταξύ άλλων, σε σχέση με τις εξελίξεις στο διεθνές περιβάλλον σημείωσε ότι οι γεωπολιτικές εντάσεις ενισχύονται, με νέα ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, συντήρηση του πολέμου στην Ουκρανία, αναζήτηση ευρύτερης κατεύθυνσης παγκόσμιας ισορροπίας. Παράλληλα, το διεθνές εμπόριο πιέζεται από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, το κόστος χρήματος και η αβεβαιότητα επηρεάζουν τις επενδύσεις και το κέντρο βάρους της οικονομίας μετακινείται εκτός Ευρώπης. Τέλος, σύμφωνα με τον κ. Βέττα, καταγράφεται επιμονή του δομικού πληθωρισμού, διατήρηση υψηλών κεντρικών επιτοκίων στο ορατό μέλλον, έλλειμμα στις παρεμβάσεις στην πλευρά της προσφοράς.

Η ενέργεια

Ήδη, πάντως, με νευρικές διακυμάνσεις και έντονο βαθμό αβεβαιότητας κινούνται οι ενεργειακές αγορές, ρεύματος, φυσικού αερίου και καυσίμων, στο φόντο των εξελίξεων στον ευρύτερο γεωπολιτικό χάρτη της Ευρασίας κάτι που εντείνει  την ανησυχία για το τι μέλλει γενέσθαι στη Γηραιά Ήπειρο, αλλά και στη χώρα, όπου τα τελευταία δύο χρόνια επιχειρήσεις και νοικοκυριά έχουν κυριολεκτικά “ματώσει” από την εκτόξευση των τιμών ενέργειας. Κι όλα αυτά, την ώρα που από τον Ιανουάριο μπαίνουν σε τροχιά τα νέα τιμολόγια, με την “ολική επαναφορά” της ρήτρας αναπροσαρμογής, σε πολλές από τις, προς προώθηση στην αγορά, εμπορικές προτάσεις των παρόχων.

Βασικός και πάγιος “πονοκέφαλος”, εν όψει Ιανουαρίου, είναι το γεγονός ότι παρά την άνοδο της συμμετοχής των ΑΠΕ στο εθνικό μείγμα παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, παραμένει σε υψηλό ποσοστό η χρήση του φυσικού αερίου. Καθώς, μάλιστα, η τιμή του, παρά τη μεγάλη αποθεματοποίηση, στην ΕΕ, σε μεγάλο ποσοστό εξαρτάται από γεωπολιτικές ισορροπίες αλλά και από συνδεόμενες κινήσεις ακόμη και κερδοσκοπίας, στις χρηματιστηριακές αγορές, δεν αφήνει περιθώρια εφησυχασμού. Να σημειωθεί ότι η πρόβλεψη στο προσχέδιο του Προϋπολογισμού για το 2024 είναι για τιμή στο πεδίο των 50 ευρώ/MWh, σημείο, που τις τελευταίες μέρες, συχνά, το  έχει ξεπεράσει στον Ολλανδικό Δείκτη TTF.

Σε αυτό το σκηνικό έρχεται να προστεθεί και η απόφαση της Βουλγαρίας να επιβάλλει ένα διακομιστικό τέλος της τάξης των 10,20 ευρώ/MWh για το ρωσικό αέριο που διέρχεται μέσω του εδάφους της, γεγονός. Ερώτημα είναι, με βάση και όσα αναφέρει κορυφαίος παράγων του ΥΠΕΝ, το εάν θα επηρεαστεί από την κίνηση αυτή ο εφοδιασμός της χώρας και βέβαια οι τιμές. Πάντως, όπως αναφέρει η ίδια πηγή του ΥΠΕΝ, οι τιμές που έχει τουλάχιστον η ΔΕΠΑ συμφωνήσει με την Gazprom για το ρωσικό αέριο αγωγών, είναι δεδομένη και αποτυπωμένη σε συμβάσεις κάτι που αναφέρεται ότι θα λειτουργήσει ως “επιχείρημα”  για τη μη αύξηση των τιμών παράδοσης στην Ελλάδα. Επίσης, ερώτημα είναι το χρονικό εύρος ισχύος του “εν λόγω χαρατσιού” που επέβαλε η Βουλγαρία. Επίσης,  όπως ανέφερε ο ο Βούλγαρος υπουργός, Άσεν Βασίλιεφ, απαντώντας σε σχετικές ερωτήσεις.  ο στόχος του φόρου δεν είναι να γίνει το αέριο πιο ακριβό για τους καταναλωτές της Ουγγαρίας και της Σερβίας, αλλά ούτε  η Gazprom να το προμηθεύει με ζημιά. Βέβαια, η Ελλάδα έχει σημαντική “αναφορά” σε ποσότητες ρωσικού αερίου μέσω αγωγού και μέσω LNG. Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία του ΔΕΣΦΑ ανήλθαν στο α’ εννεάμηνο του 2023 σε 42,62% επί του συνόλου (52,67 TWh) με τις ποσότητες μέσω αγωγού στις 16,18 TWh.

Με βάση, δε, παράγοντες της αγοράς τα 10,20 ευρώ/ΜWh στο φυσικό αέριο, αν επιβαρύνουν, τελικά, την τιμή που πληρώνεται από τους Έλληνες προμηθευτές, οδηγούν σε επιβαρύνσεις σε 20 ευρώ για κάθε μεγαβατώρα ρεύματος που παράγεται από φυσικό αέριο. Να σημειωθεί, δε, ότι η Ελλάδα εισάγει μέσω της Βουλγαρίας 3,5-6 δισ. κ.μ. φυσικού αερίου ετησίως.

Η κίνηση αυτή της Βουλγαρίας είναι ένα απτό δείγμα των αβεβαιοτήτων που έχει μπροστά της αγορά και βέβαια “απειλούν” τις τιμές ρεύματος στον τελικό καταναλωτή, ειδικά, από τον Ιανουάριο και μετά, οπότε και παύουν τα έκτακτα μέτρα. Πάντως, η κυβέρνηση δίνει “σήμα” για συνέχιση της “ασπίδας” προστασίας, εφόσον απαιτηθεί. Χαρακτηριστική η αναφορά του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, σε τηλεοπτική του συνέντευξη στον Αντ1 την εβδομάδα που πέρασε. “Η Ελληνική Κυβέρνηση είναι έτοιμη, όπως το έκανε και σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες όταν ξέφυγαν οι τιμές του φυσικού αερίου, να στηρίξει την ελληνική κοινωνία, τα ελληνικά νοικοκυριά, τις ελληνικές επιχειρήσεις.  Εύχομαι και ελπίζω ότι δεν θα χρειαστεί να φτάσουμε στο σημείο αυτό. Αυτή τη στιγμή η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι να σταματήσουν οι στηρίξεις στον ενεργειακό κλάδο, με εξαίρεση -το τονίζω- τους ευάλωτους” ανέφερε ο κ. Μητσοτάκης εκφράζοντας την ελπίδα “να μην χρειαστεί να ανατρέξουμε στις δημοσιονομικές μας εφεδρείες για να διαχειριστούμε μια τέτοια ενεργειακή κρίση”.

Τρόφιμα

Πέρα από την ενέργεια, και στα τρόφιμα η εικόνα προβληματίζει καθημερινά καθώς μάλιστα ήδη έχει προστεθεί και ο παράγων των γεωπολιτικών εξελίξεων που “κρατά” ψηλά τις τιμές σε καύσιμα κτλ. Συγκεκριμένα, λόγω της έντονης αβεβαιότητας που κυριαρχεί διεθνώς με αιχμή τις εξελίξεις Μέση Ανατολή οι τιμές του αργού πετρελαίου αλλά και του φυσικού αερίου έχουν πάρει “φωτιά”. Το πετρέλαιο τύπου μπρεντ κινείται στα επίπεδα, περίπου, των 90 δολαρίων ανά βαρέλι και  φυσικό αέριο, πέριξ των τα 50 ευρώ/MWh στον Ολλανδικό “κόμβο” TTF. Εάν τα σενάρια ανόδου επαληθευτούν, αναμένεται να βάλουν “εκ νέου καύσιμο” στο “μοτέρ” ακρίβειας, που ήδη “δουλεύει” στο “φουλ”. Συγκεκριμένα, με βάση την ΕΛΣΤΑΤ, αν και μπήκε “φρένο” στην ανοδική πορεία του πληθωρισμού τον Σεπτέμβριο εφέτος, καθώς καταγράφηκε αύξηση 1,6% από αύξηση 2,7% τον Αύγουστο, στα τρόφιμα και είδη διατροφής προέκυψαν περαιτέρω ανατιμήσεις της τάξης του 9,4%.

Ειδικότερα, σε βασικά είδη, που ήδη έχουν “κατοχυρώσει” υψηλά επίπεδα τιμών, σε ετήσια σύγκριση υπήρξαν οι εξής ανατιμήσεις σε ετήσια βάση το Σεπτέμβριο: Ψωμί και δημητριακά (4,8%), Κρέατα- γενικά (8,4%), Ψάρια- γενικά (4,1%), Γαλακτοκομικά και αυγά (6,7%), Έλαια και λίπη (16,1%), Φρούτα- γενικά (13,9%), Λαχανικά- γενικά (17,7%), Ζάχαρη- σοκολάτες- γλυκά- παγωτά (8,2%), Λοιπά τρόφιμα (9,1%), Καφέ- κακάο- τσάι (6%), Μεταλλικό νερό- αναψυκτικά- χυμούς φρούτων (13,9%) και Αλκοολούχα ποτά- μη σερβιριζόμενα (5,7%).

Επίσης, οι τιμές κινήθηκαν ανοδικά σε: Ένδυση και υπόδηση (6,2%), Ενοίκια κατοικιών (6,3%), Επισκευή και συντήρηση κατοικίας (3%), Στερεά καύσιμα (19,2%),

Στο “θεό” οι δαπάνες για βασικά είδη

Βέβαια, αν κοιτάξει κανείς τις τιμές σε φρέσκα είδη και έλαια εύκολα διαπιστώνει το πόσο δύσκολος είναι ο καθημερινός αγώνας των νοικοκυριών. Με βάση τα Δελτία Τιμών του ΟΚΑΑ για τα κρέατα με ημερομηνία 23/10 π.χ. στα εγχώρια Μοσχάρια 4/μορια η επικρατούσα χονδρική τιμή φτάνει φέτος στα 6,80 ευρώ φέτος, από 6,20 -6,70 το 2022 και 5-5,60 το 2021, τα χοιρινά εγχώρια μαδητά μισάδια στα 3,50 ευρώ από 3-3,40 το 2022 και 2,20 -2,35 το 2021. Πάντως σε κάποιους κωδικούς φαίνεται να παραμένουν στα περσινά επίπεδα οι τιμές των κρεάτων, όντας, βέβαια, και πάλι σε υψηλά επίπεδα σε σχέση με τα προ κρίσης επίπεδα. Αντίστοιχη είναι η εικόνα στα λαχανικά, όπου σε κάποια είδη υπάρχει μια σχετική “ανάσχεση”, όπως π.χ. η ντομάτα μια και μπαίνει η παραγωγή της Κρήτης, αλλά σε άλλα “εκτόξευση”, όπως π.χ. στα ντομτίνια, ή στα φασολάκια.  Σε γενικές γραμμές, πάντως, τα είδη πρώτης ανάγκης σε λαχανικά φρούτα  συνεχίζουν, τουλάχιστον σε επίπεδο χονδρικών τιμών (επικρατούσα τιμή όπως αναφέρει ο ΟΚΑΑ) σε επίπεδα τιμών του 2022, ενώ ερώτημα είναι το τι θα γίνει φέτος με το ελαιόλαδο, όπου οι προβολές παραπέμπουν σε τιμές στο ράφι πάνω από τα τρέχοντα επίπεδα των 13 ευρώ/λίτρο περίπου, για το έξτρα παρθένο.

Βέβαια οι ανατιμήσεις που έχουν γίνει στα είδη διατροφής, ήδη από το 2022, οδηγούν τα νοικοκυριά να δαπανούν όλο και περισσότερα στις συγκεκριμένες ανάγκες, αγοράζοντας ωστόσο λιγότερα αγαθά.

Με βάση, συγκεκριμένα, την έρευνα της ΕΛΣΤΑΤ για τους οικογενειακούς προϋπολογισμούς το 2022 (διενεργήθηκε σε δείγμα 6.196 ιδιωτικών νοικοκυριών στο σύνολο της χώρας):

   *Η μέση ετήσια δαπάνη των νοικοκυριών για αγορές ανήλθε στα 19.204,08 ευρώ (1.600,34 το μήνα), καταγράφοντας αύξηση, σε τρέχουσες τιμές 12,7% σε σχέση με το 2021.

   *Το 50% των νοικοκυριών δαπανούν περισσότερα από 1.289 ευρώ το μήνα.

   *Τα νοικοκυριά που διαμένουν σε ενοικιασμένη κατοικία δαπανούν το 17,4% του προϋπολογισμού τους, κατά μέσο όρο, για ενοίκιο.

   *Το μερίδιο της μέσης δαπάνης για είδη διατροφής και μη οινοπνευματώδη ποτά και στέγαση των νοικοκυριών του φτωχότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 58,1% των δαπανών των νοικοκυριών, ενώ το αντίστοιχο μερίδιο του πλουσιότερου 20% του πληθυσμού ανέρχεται στο 25,6%.

Η κυβέρνηση

Στο φόντο η κυβέρνηση ετοιμάζει παρεμβάσεις σε δυο επίπεδα. Το ένα έχει να κάνει με την ενέργεια και το άλλο με τα τρόφιμα. Έτσι, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης αναμένεται την επόμενη εβδομάδα πακέτο μέτρων για τη ρύθμιση της λιανικής αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας από την 1η Ιανουαρίου. Όπως προανήγγειλε τη Δευτέρα ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Παύλος Μαρινάκης κατά τη διάρκεια της ενημέρωσης των πολιτικών συντακτών έως την 1η Νοεμβρίου θα υπάρξουν ανακοινώσεις για περαιτέρω στήριξη έναντι των αυξήσεων στο ρεύμα.

«Τις επόμενες ημέρες, μέχρι τέλη του μήνα, θα έχουμε ανακοινώσεις από τον αρμόδιο Υπουργό Περιβάλλοντος και Ενέργειας, κ. Σκυλακάκη, για περαιτέρω στήριξη σε συνέχεια όλων των παρεμβάσεων που έχουν γίνει, καθ’ όλη τη διάρκεια των εισαγόμενων ανατιμήσεων και στο ρεύμα, οπότε και αυτή τη φορά θα έχουμε σχετικές ανακοινώσεις από το Υπουργείο για να μην πληρώσουν οι πολίτες, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις ενδεχόμενες ανατιμήσεις στο ρεύμα» τόνισε.

Όπως ανέφερε χαρακτηριστικά ο κ. Μαρινάκης αυτό θα γίνει «σε συνέχεια των προηγούμενων παρεμβάσεων, ώστε να μην πληρώσουν οι πολίτες περισσότερες ανατιμήσεις στο ρεύμα. Το αν οι αυξήσεις συνδέονται με το μέγεθος των διεθνών εξελίξεων δεν είναι πλήρως αποτυπωμένο, όμως η οικονομία μας έχει τη δυνατότητα, χωρίς να εκτροχιάζεται, να προσαρμόζεται προς όφελος των πολιτών».

Η δέσμη μέτρων που θα ανακοινώσει ο υπουργός Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης κινείται σε τρεις άξονες. Ο πρώτος αφορά στην ενίσχυση των νοικοκυριών μετά το τέλος των οριζόντιων επιδοτήσεων, ο δεύτερος στην αντιμετώπιση των ρευματοκλοπών και του ενεργειακού τουρισμού και ο τρίτος και η ρύθμιση της αγοράς με τα νέα τιμολόγια ρεύματος που ισχύουν από την αρχή του έτους.

Για την ακρίβεια στα τρόφιμα, ο κ. Μαρινάκης παρέπμεψε  στα  μέτρα που προωθεί το Υπουργείο Ανάπτυξης, με τις προαναγγελίες των τιμοκαταλόγων των προμηθευτών στο υπουργείο, τις αναγραφές των μειώσεων τιμών σε ειδικά ταμπελάκια,  ενώ πρόσθεσε ότι έχουμε  εντατικοποίηση ελέγχων, πρόστιμα που επιβάλλονται και εισπράττονται (πάνω από 5,5 εκ ευρώ) καθώς και πρωτοβουλίες ενίσχυσης των εισοδημάτων. Να σημειωθεί ότι κωδικοί εταιρειών είτε θα μπουν στη διαδικασία ειδικής σήμανσης από την 1η Νοεμβρίου, είτε θα ενταχθούν σε προωθητικές ενέργειες. Βέβαια, ερώτημα είναι το τι θα γίνει από τη νέα χρονιά, οπότε και η αγορά θα “χωνέψει” τα κόστη καυσίμων που έχουν ανέβει, αλλά και πιθανές επιπτώσεις από τις καταστροφές στην παραγωγή της Θεσσαλίας κτλ.

Πάντως, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος υπογράμμισε πως όλες οι παρεμβάσεις που κάνει η κυβέρνηση και οι προσωπικές δεσμεύσεις του πρωθυπουργού έχουν ως βασικό στόχο την ενδυνάμωση του εισοδήματος των πολιτών, και σίγουρα οι θετικές εξελίξεις για την ελληνική οικονομία δίνουν ώθηση για αυτές τις αλλαγές.
«Το μέγεθος των αυξήσεων αποτυπώνεται από τους επιμέρους δείκτες του πληθωρισμού. Ο πληθωρισμός βαίνει μειούμενος για αρκετούς μήνες. Είναι σημαντικό στοιχείο ότι η ελληνική οικονομία έχει έναν από τους χαμηλότερους πληθωρισμούς στην Ευρώπη. Ο πληθωρισμός στα τρόφιμα είναι ο πιο επίμονος. Ως προς την ενέργεια, η κυβέρνηση παρακολουθεί το σύνολο των εξελίξεων και επεμβαίνει για να περιορίσει τις συνέπειες, και αυτός είναι και ο λόγος των ανακοινώσεων μέχρι το τέλος του μήνα. Δεδομένο είναι ότι η ελληνική οικονομία έχει τη δυνατότητα χωρίς να εκτροχιάζεται να προσαρμόζεται», ανέφερε.

Άνοδο στον τζίρο λόγω ακρίβειας

Στο μεταξύ, με βάση τα τελευταία στοιχεία της εταιρείας αναλύσεων NielsenIQ, οι πωλήσεις στο οργανωμένο λιανεμπόριο, σε αξία αυξήθηκαν 9,2% σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή χρονική περίοδο.

Όσον αφορά πιο συγκεκριμένα στα ταχυκίνητα καταναλωτικά προϊόντα, αυτά παρουσιάζουν παρόμοια αυξητική τάση, στο +9,5%, με την ανάπτυξη αυτή να είναι καθαρά πληθωριστική, καθώς οι όγκοι πωλήσεων μειώθηκαν οριακά κατά -0,8%, σύμφωνα με την NielsenIQ. Σε σχέση με τον δείκτη τιμών καταναλωτή, ο οποίος για την ίδια χρονική περίοδο βρίσκεται στο +3,6%, η αύξηση της μέσης τιμής για τα ταχυκίνητα προϊόντα (FMCGs) είναι πολλαπλάσια υψηλότερη, στο +10,4%.

Συγκεκριμένα, παρατηρείται ότι στα τρόφιμα & ποτά η αύξηση κατά +10,9% των τιμών επέφερε μια μεγαλύτερη συγκριτικά μείωση στους όγκους, κατά 1,5%, ενώ αντίθετα η πιο μετριοπαθής αύξηση (+4,3%) των τιμών στις κατηγορίες προσωπικής υγιεινής και ομορφιάς συνδυάστηκε με αντίστοιχη αύξηση και των πωλούμενων όγκων κατά +4,5%.

Σε αυτό το έντονα πληθωριστικό περιβάλλον το μερίδιο των προϊόντων ιδιωτικής ετικέτας συνεχίζει την αυξητική του πορεία, και από το 24,4%, που ήταν στο τέλος του 2022, έφτασε το 24,8% το εννεάμηνο, με όλο και περισσότερους καταναλωτές να πιστεύουν ότι η ποιότητα των προϊόντων αυτών είναι βελτιούμενη ή και εξίσου καλή με τα επώνυμα (branded) προϊόντα.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα