Ο οίκος DBRS έδωσε επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα
Στην αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας στη βαθμίδα BBB (low) προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης DBRS. Η σημασία της απόφασης και τα "καμπανάκια".
- 08 Σεπτεμβρίου 2023 23:28
Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS έδωσε την επενδυτική βαθμίδα στα ελληνικά ομόλογα, αναβαθμίζοντας το αξιόχρεό τους στην κατηγορία ΒΒΒ (low) με σταθερές προοπτικές από ΒΒ (high) με σταθερές προοπτικές.
Είναι ο πρώτος από τους τέσσερις αναγνωρισμένους από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα οίκους, ο οποίος δίνει στην Ελλάδα ξανά την επενδυτική βαθμίδα μετά από 13 χρόνια.
Είχε προηγηθεί στις 4 Αυγούστου η γερμανική Scope Ratings (μη αναγνωρισμένη από την ΕΚΤ), η οποία αναβάθμισε το ελληνικό αξιόχρεο σε ΒΒΒ-, ενώ επίσης άλλαξε το outlook από θετικό σε σταθερό. Πριν την Scope, σε ανάλογη κίνηση είχε προβεί ο ιαπωνικός οίκος R&I.
Μετά την DBRS, ακολουθεί στις 15 Σεπτεμβρίου η Moody’s η οποία όμως κρατά την Ελλάδα τρεις βαθμίδες μακριά από την επενδυτική βαθμίδα (Ba3 με θετικές προοπτικές). Οι άλλοι δύο οίκοι διατηρούν τη χώρα ένα “σκαλί” μακριά από την επενδυτική βαθμίδα (investment grade), με τον S&P να προχωρά σε αξιολόγηση στις 20 Οκτωβρίου και τη Fitch την 1η Δεκεμβρίου.
Η βάση της απόφασης της DBRS
Όπως αναφέρει ο οίκος αξιολόγησης παρά τις δύσκολες οικονομικές συνθήκες του 2022, η ελληνική οικονομία επέδειξε αντοχές, παρουσιάζοντας ρυθμούς ανάπτυξης ύψους 5,9% και με συνεχείς βελτιώσεις στην αγορά εργασίας, υποστηριζόμενη από την ισχυρή κατανάλωση, τις επενδύσεις και την ανάκαμψη του τουριστικού κλάδου.
Όπως τονίζεται, η βελτιωμένη πιστοληπτική ικανότητα αντικατοπτρίζει επίσης την ενίσχυση της οικονομίας, σε συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Ένωση (ΕΕ) και τους θεσμούς της Ευρωζώνης. Έτσι, η Ελλάδα συνεχίζει να επωφελείται από ισχυρή στήριξη και χρηματοδότηση σε περιόδους κρίσεων, ιδίως με τα νέα εργαλεία και μέσα του ευρωσυστήματος.
Η έκθεση κάνει, μάλιστα, αναφορά και στις πολιτικές εξελίξεις και την έκβαση των εκλογών, επισημαίνοντας ότι η νέα κυβέρνηση διασφαλίζει τη συνέχεια της πολιτικής που ενισχύει την εφαρμογή του προγράμματος Ελλάδα 2.0, που ενισχύει την οικονομία. Η δημιουργία ισχυρής κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας φέρνει μια ακόμη περίοδο πολιτικής σταθερότητας στη χώρα, σημειώνει σχετικά.
Στην ανακοίνωσή του ο οίκος σημειώνει ότι η αναβάθμιση αντανακλά την άποψη ότι, με βάση και το εντυπωσιακό ιστορικό της Ελλάδας, οι ελληνικές Αρχές θα παραμείνουν δεσμευμένες στη δημοσιονομική υπευθυνότητα, διασφαλίζοντας ότι ο λόγος του δημόσιου χρέους θα παραμείνει σε πτωτική τάση.
Τα δημοσιονομικά
Παράλληλα, τονίζεται, ότι τα μέτρα στήριξης για την ενέργεια δεν απέτρεψαν τη δημιουργία πρωτογενούς πλεονάσματος 0,1% του ΑΕΠ το 2022, ενώ για φέτος αναμένεται πλεόνασμα 1,1% και για το 2024 2,1%.
Σε σχέση με το χρέος αναφέρεται, ότι από τα υψηλά επίπεδα του 2020, έχει μειωθεί κατά 35 ποσοστιαίες μονάδες ως ποσοστό στο ΑΕΠ, πέρυσι κατά 23 ποσοστιαίες μονάδες, επωφελούμενο από τη δημοσιονομική επανόρθωση και την ισχυρή αύξηση του ονομαστικού ΑΕΠ.
Τονίζεται, όμως, ότι το δημόσιο χρέος παραμένει το υψηλότερο στην Ευρωζώνη, αλλά η ευνοϊκή δομή και το μειωμένο κόστος των επιτοκίων μετριάζουν τους κινδύνους. Στον κρατικό προϋπολογισμό του 2023, η κυβέρνηση προβλέπει ότι ο δείκτης του δημόσιου χρέους θα συνεχίσει την πτωτική του τάση στο 162,6% το 2023, καταγράφοντας πτώση 43,8 ποσοστιαίων μονάδων από το 2020 και κάτω από τα επίπεδα του 2012.
Πάντως, έχει σημασία η αναφορά, ειδικά στη δεδομένη συγκυρία, όπου οι δαπάνες θα “φουσκώσουν” λόγω καταστροφών, ότι η σημαντική βελτίωση, όσον αφορά το δημοσιονομικό αποτέλεσμα και το χρέος ενισχύεται από την ισχυρή δέσμευση της ελληνικής κυβέρνησης στην εφαρμογή μίας συνετής δημοσιονομικής πολιτικής που ωθεί το αξιόχρεο ανοδικά. Όπερ σημαίνει ότι ο “κορσές” στις δαπάνες, παρά τις καταστροφές, θα είναι στενός, ώστε η χώρα να συνεχίσει σε ρότα αποδεκτή από τους οίκους αξιολόγησης. Πώς όμως θα γίνει κάτι τέτοιο εφικό,σε περίοδο κλιματικής κρίσης;
Η προϋπόθεση
Συγκεκριμένα, παρά το ευνοϊκό προφίλ, η DBRS Morningstar, που τις τελευταίες 15 μέρες πέρασε από “μικροσκόπιο” τα οικονομικά δεοδμένα της χώρας, με ειδικό κλιμάκιο που βρέθηκε στην Aθήνα, σημειώνει ότι η βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας βασίζεται κυρίως στην ικανότητά της να επιστρέφει και να διατηρεί πρωτογενή πλεονάσματα και σταθερούς ρυθμούς αύξησης του ονομαστικού ΑΕΠ, καθώς μακροπρόθεσμα το χρέος του επίσημου τομέα θα αντικατασταθεί με χρέος που χρηματοδοτείται από την αγορά και θα είναι ευαίσθητο σε αστάθειες.
“Το μαξιλάρι” και η σημασία του
Παράλληλα, αναφέρεται, ότι τα σημαντικά ταμειακά διαθέσιμα ύψους περίπου 35 δισεκατομμυρίων ευρώ συνεχίζουν να χρησιμεύουν ως απόθεμα ρευστότητας και να ενισχύουν την εμπιστοσύνη μεταξύ των συμμετεχόντων στην αγορά. Αυτά τα αποθεματικά, συνδυάζονται με την προληπτική στρατηγική διαχείρισης χρέους για την επίτευξη του χαμηλότερου δυνατού κόστους επιτοκίου, μειώνοντας έτσι σημαντικά τους κινδύνους αποπληρωμής και ενισχύοντας τον θετικό ποιοτικό παράγοντα στο δομικό στοιχείο «Χρέος και Ρευστότητα».
Ταυτόχρονα, κατά την άποψη της DBRS Morningstar, η δημοσιονομική ευθύνη και η βιώσιμη οικονομική ανάπτυξη είναι βασικά σε σχέση με τη βιωσιμότητα του χρέους της Ελλάδας. Η έκθεση αναφέρεται στην πρόβλεψη για πρωτογενές πλεόνασμα 1,1% φέτος με διατήρηση της πτωτικής τάσης στο χρέος.
Η ανάπτυξη
Στο αναπτυξιακό πεδίο, όπως αναφέρεται, οι επενδύσεις δίνουν ώθηση στις επιδόσεις της οικονομίας και φέτος. Η οικονομία παρέμεινε ισχυρή το 2022, σημειώνοντας αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ κατά 5,9%, χάρη και στις βελτιώσεις στην αγορά εργασίας και των μέτρων κρατικής στήριξης. Φέτος η ανάπτυξη προβλέπεται πιο χαμηλή, αν και θα ξεπεράσει το 2%, χάρη στα ισχυρά έσοδα από τον τουρισμό και την επιτάχυνση της επενδυτικής δραστηριότητας. Στο Πρόγραμμα Σταθερότητας για το 2023, η κυβέρνηση προβλέπει αύξηση του ΑΕΠ κατά 2,3% φέτος, κυρίως χάρη στις επενδύσεις.
Οι τράπεζες
Σημαντική προσπάθεια έχει γίνει επίσης για την ενίσχυση του χρηματοπιστωτικού τομέα της Ελλάδας. Ο δείκτης NPEs μειώθηκε στο 8,8% στο τέλος του πρώτου τριμήνου 2023 από 12,1% το πρώτο τρίμηνο του 2021, μειωμένος κατά 40,3 ποσοστιαίες μονάδες από την κορύφωσή του τον Ιούνιο του 2017. Η ποιότητα δε, του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών συνέχισε να βελτιώνεται. Η έκθεση επισημαίνει την αποτελεσματική διαχείριση και κατανομή των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των NPEs, με τις τράπεζες να έχουν τη δυνατότητα να αυξήσουν τις πιστώσεις προς τις ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη.
Η ποιότητα του ενεργητικού των ελληνικών τραπεζών συνέχισε να βελτιώνεται, ωθούμενη κυρίως από οργανικές κινήσεις. Στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης η Ελλάδα θα λάβει δάνεια ύψους 12,7 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 11,7 δισ. ευρώ θα διοχετευθούν μέσω των ελληνικών τραπεζών. Η DBRS Morningstar σημειώνει ότι η αποτελεσματική διαχείριση και κατανομή των κεφαλαίων του Ταμείου Ανάκαμψης από τις τράπεζες, σε συνδυασμό με τη σημαντική μείωση των NPEs που έχει σημειωθεί, τοποθετεί τις τράπεζες καλά για την αύξηση της παροχής πιστώσεων προς τις ελληνικές επιχειρήσεις, υποστηρίζοντας έτσι την οικονομική ανάκαμψη.
Ωστόσο, βασική πρόκληση παραμένει η επίλυση των ιδιωτικών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων που μεταφέρθηκαν από τους ισολογισμούς των τραπεζών στην πραγματική οικονομία και πλέον διαχειρίζονται οι εταιρείες εξυπηρέτησης πιστώσεων (servicers). Ταυτόχρονα, το δυσκολότερο μακροοικονομικό περιβάλλον και το περιβάλλον υψηλότερων επιτοκίων θα μπορούσε να επηρεάσει δυσμενώς τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών και να οδηγήσει σε νέα NPLs. Αυτό εξηγεί την αρνητική ποιοτική προσαρμογή της DBRS Morningstar στην αξιολόγηση δομικών στοιχείων «Νομισματική Πολιτική και Χρηματοπιστωτική Σταθερότητα».
Το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών
Παράλληλα, αναφέρεται, ότι οι υψηλές τιμές εισαγωγής ενέργειας οδήγησαν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών σε επιδείνωση. Η βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, η ανάκαμψη του ταξιδιωτικού ισοζυγίου και οι χαμηλότερες τιμές της ενέργειας είναι παράγοντες μετριασμού της πίεσης. Το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών διευρύνθηκε το 2020 και το 2021, φθάνοντας στο 6,6% και στο 6,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα, κυρίως λόγω της σημαντικής επιδείνωσης του ταξιδιωτικού ισοζυγίου ως αποτέλεσμα των περιορισμών της πανδημίας. Πέρυσι, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών έφτασε το 9,7% του ΑΕΠ λόγω της υψηλής εξάρτησης της Ελλάδας από τις εισαγωγές ενέργειας σε συνδυασμό με την άνοδο των τιμών της ενέργειας. Αυτό συνέβη παρά τις ισχυρές επιδόσεις των εξαγωγών ιδιαίτερα των υπηρεσιών, λόγω της ανάκαμψης των διεθνών τουριστικών ροών. Μέρος του ελλείμματος εξηγείται από διαρθρωτικούς παράγοντες που σχετίζονται με το υψηλό ενεργειακό κόστος και την πράσινη μετάβαση και κάποιοι κυκλικά χαρακτηριστικά που σχετίζονται με τη μειωμένη ζήτηση και τον επενδυτικό κύκλο.
Ο τουρισμός
Ο τουριστικός τομέας ανέκαμψε έντονα το 2022 με τις διεθνείς αφίξεις τουριστών σχεδόν το 90% των επιπέδων του 2019 και τις ταξιδιωτικές εισπράξεις το 99% της χρονιάς ρεκόρ. Ο τουρισμός συνεχίζει να έχει καλές επιδόσεις φέτος με διεθνείς αφίξεις το πρώτο εξάμηνο του έτους να ξεπερνούν τα επίπεδα του 2019 και του 2022.
Οι πυρκαγιές
Οι πρόσφατες πυρκαγιές σε ορισμένα νησιά δεν αναμένεται να έχουν σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομική δραστηριότητα ούτε στα δημόσια οικονομικά το 2023, αλλά εάν καταγραφεί υψηλή συχνότητα και επιπτώσεις θα μπορούσαν να παρεμποδίσουν τις τουριστικές ροές τα επόμενα χρόνια.
Η μακροοικονομική προσαρμογή από το 2010 και οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας του 2012 έχουν βελτιώσει την εξωτερική ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας. Οι εξαγωγικές επιδόσεις της Ελλάδας έχουν βελτιωθεί σημαντικά, με τις ελληνικές εξαγωγές αγαθών να αυξάνονται από 9% του ΑΕΠ το 2010 σε περίπου 27% το 2022. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αντιπροσωπεύουν πλέον περίπου το 50% του ΑΕΠ από 22% το 2010.
Τα τελευταία δύο χρόνια, η Ελλάδα σημείωσε σημαντική αύξηση στις εισροές άμεσων ξένων επενδύσεων (ΑΞΕ), οι οποίες κατέγραψαν υψηλό δύο δεκαετιών το 2022, φτάνοντας τα 7,2 δισ. ευρώ. Οι αυξημένες εισροές στην ΕΕ και εισροές ΑΞΕ θα αντισταθμίσουν το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών του ισοζυγίου πληρωμών.
Τα “καμπανάκια”
Ο οίκος πάντως “σπεύδει” να αναφέρει ότι πιθανοί λόγοι υποβάθμισης είναι:
– Μια παρατεταμένη δημοσιονομική αδυναμία, που θα θέσει τον δείκτη δημόσιου χρέους σε διατηρήσιμη ανοδική τροχιά
– Η ανατροπή των δομικών μεταρρυθμίσεων
– Νέα αστάθεια στον χρηματοπιστωτικό κλάδο
Kωστής Χατζηδάκης: Σημαντική εξέλιξη σε δύσκολη συγκυρία
Πάντως, ο Υπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών, Κωστής Χατζηδάκης, μετά την ανακοίνωση του οίκου DBRS Morningstar για την αναβάθμιση της ελληνικής οικονομίας στην επενδυτική βαθμίδα αφού υπογράμμισε τη σημασία της εξέλιξης έστειλε και το μήνυμα για το πόσο δύσκολη είναι η συγκυρία:
«Σε μια πολύ δύσκολη συγκυρία για την πατρίδα μας, σε μια στιγμή που η σκέψη όλων μας είναι στα θύματα των άνευ προηγουμένου φυσικών καταστροφών και τις οικογένειές τους, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας για την Ελλάδα μετά από πολλά χρόνια, είναι μια πολύ σημαντική εξέλιξη για τη χώρα μας.
Ο καναδικός οίκος αξιολόγησης DBRS Morningstar, ένας από τους τέσσερις διεθνείς οίκους που αναγνωρίζονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, δίνει στην Ελλάδα τη λεγόμενη επενδυτική βαθμίδα και με αυτόν τον τρόπο την κατατάσσει σε μια διαφορετική πλέον κατηγορία από πλευράς πιστοληπτικής αξιολόγησης. Το άλμα αυτό δεν ήταν εύκολο, αλλά ούτε και τεχνικού χαρακτήρα. Προϋπέθετε αφενός τη συστηματική προσπάθεια που έγινε τα τελευταία τέσσερα χρόνια σε οικονομικό επίπεδο και η οποία είχε επιβραβευτεί μέχρι τώρα με αλλεπάλληλες πιστοληπτικές αναβαθμίσεις. Σημαίνει επίσης περαιτέρω βελτίωση των όρων δανεισμού, περισσότερες επενδύσεις στη χώρα, ανάπτυξη και νέες θέσεις εργασίας.
Η ανακοίνωση του οίκου DBRS είναι αρκετά εύγλωττη για να γίνουν πολλά περαιτέρω σχόλια. Μιλάει τόσο για την επιτυχία της οικονομικής πολιτικής της κυβέρνησης σε διαφορετικά επίπεδα (αύξηση των επενδύσεων, των εξαγωγών, μείωση της ανεργίας, μείωση του χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ), όσο και για τον συνδυασμό της πολιτικής σταθερότητας με την υπεύθυνη οικονομική πολιτική που δημιουργεί ένα κατάλληλο κλίμα για την περαιτέρω ενδυνάμωση και ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Δουλειά μας είναι να συνεχίσουμε με σοβαρότητα τις προσπάθειές μας στο επίπεδο της δημοσιονομικής πολιτικής όσο και των διαρθρωτικών αλλαγών, για να πείθουμε τόσο τους οίκους αξιολόγησης, όσο και τις αγορές και τους επενδυτές ότι η Ελλάδα είναι μια χώρα που αξίζει κανείς να επενδύει και να ανοίγει καινούργιες δουλειές. Το οφείλουμε σε όλους τους Έλληνες πολίτες, το οφείλουμε στην πατρίδα μας» ανέφερε ο κ. Χατζηδάκης.
Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις