Οι μηδενικές τιμές στις ΑΠΕ, τα “απόνερα” στα τιμολόγια και οι “ριπές” ενεργειακής δημοκρατίας
Διαβάζεται σε 16'Απέναντι στο “γόρδιο” δεσμό της ενέργειας βρίσκεται η κυβέρνηση, με δεδομένο το χρηματιστηριακό τρόπο τιμολόγησης, προσπαθώντας αφενός να κρατήσει το ενδιαφέρον για επενδύσεις στις ΑΠΕ, να βρει ισορροπίες σε χωροταξικά θέματα αλλά και να περάσει τον τελικό καταναλωτή ένα σχετικό μέρισμα από τα οφέλη της πράσινης ενέργειας.
- 30 Οκτωβρίου 2024 07:56
Βασικό χαρακτηριστικό της αγοράς ενέργειας, που δημιουργεί “εστίες” προβληματισμού για τη βιωσιμότητα των έργων αλλά και για την “ασυμμετρία” που καταγράφεται με τις χρεώσεις στον τελικό καταναλωτή είναι οι μηδενικές τιμές ή σχεδόν μηδενικές. Από την άλλη, οι καταναλωτές βλέπουν έντονη μεταβλητότητα στα τιμολόγιά τους, ενώ έχουν να αντιμετωπίσουν προβλέψεις για “ακριβό” ρεύμα για μια ακόμη διετία, παρά την άνοδο της διείσδυσης των ΑΠΕ στο μίγμα παραγωγής και τα προαναφερθέντα φαινόμενα των μηδενικών τιμών, που ωστόσο εκτοξεύονται τις ώρες αιχμής, το μεσημέρι και το βράδυ, λόγω του χρηματιστηριακού τρόπου διαπραγμάτευσης, με “βάση” τη λεγόμενη “οριακή τιμή”, που προσφέρεται καλύπτοντας τη ζήτηση, είτε από θερμικές μονάδες φυσικού αερίου και λιγνιτών, από εισαγωγές ή τα υδροηλεκτρικά.
Mε δεδομένο το πλαίσιο της ΕΕ η κυβέρνηση προσπαθεί, αφενός να κρατήσει το ενδιαφέρον για επενδύσεις στις ΑΠΕ, να βρει ισορροπίες σε χωροταξικά θέματα αλλά και να περάσει τον τελικό καταναλωτή ένα σχετικό μέρισμα από τα οφέλη της πράσινης ενέργειας.
Οι μηδενικές τιμές
Να σημειωθεί ότι τις Κυριακές 13 και 20 Οκτωβρίου οι τιμές καταγράφηκαν μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές ακόμη και κατά τις βραδινές ώρες στο Χρηματιστήριο Ενέργειας, ενώ την 28η Οκτωβρίου το κόστος ανά MWh ήταν στο 1 ευρώ για δύο ώρες για να εκτοξευθεί στα 145,90 ευρώ στις 4 το απόγευμα, σημειώνοντας ποσοστιαία αύξηση 14.590%.
Αξίζει, επίσης, να επισημάνουμε ότι σύμφωνα με τα στοιχεία του ευρωπαϊκού οργανισμού των διαχειριστών συστημάτων ηλεκτρικής ενέργειας ENTSO-e, η Ελλάδα το πρώτο τρίμηνο του 2024 είχε για 33 ώρες μηδενικές ή σχεδόν μηδενικές (κάτω από 1 € /MWh) τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στη χονδρεμπορική αγορά της επόμενης μέρας (DAM), εκ των οποίων οι 31 ώρες ήταν τον Μάρτιο. Την ίδια περίοδο του 2023 αυτό συνέβη για 10 ώρες, ενώ το πρώτο τρίμηνο του 2022 κάτι τέτοιο δεν συνέβη ποτέ.
Τα στοιχεία για την αγορά και τις ΑΠΕ το 2024
Συνολικά, δε, αποκλιμάκωση των τιμών χονδρικής ρεύματος, συνοδευόμενη από μεγάλη αύξηση της παραγωγής ΑΠΕ, χαρακτήρισε την ευρωπαϊκή αγορά ηλεκτρικής ενέργειας το β’ τρίμηνο του 2024, με το φαινόμενο ωστόσο των αρνητικών τιμών να γίνεται συχνότερο.
Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έκθεση τριμήνου της ΕΕ για την αγορά ηλεκτρισμού, η μέση τιμή στη χονδρική αγορά διαμορφώθηκε στα 60 ευρώ/MWh, υποχωρώντας κατά 33% σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2023 και 11% συγκριτικά με το πρώτο τρίμηνο του 2024.
Σε ότι αφορά τις τιμές λιανικής, διαμορφώθηκαν κατά μέσο όρο στα 239 ευρώ/MWh, καταγράφοντας ετήσια μείωση 8% και 3% σε σχέση με το α’ τρίμηνο. Έτσι, το πρώτο εξάμηνο του 2024, η μέση λιανική τιμή ήταν στα 243 ευρώ/MWh, 10% χαμηλότερα από την ίδια περίοδο το 2023.
Η πτωτική αυτή τάση στη χονδρική είχε ως αποτέλεσμα οι ώρες που καταγράφηκαν αρνητικές τιμές να αυξηθούν σημαντικά. Συγκεκριμένα, κατά το τρίμηνο αυτό έφτασαν τις 4.166 ώρες, με μια άνοδο 189% σε σχέση με το 2023. Οι περισσότερες καταγράφηκαν τον Μάιο (1.573), στο μεγαλύτερο μέρος των ευρωπαϊκών αγορών. Όπως σημειώνει η Κομισιόν, σηματοδοτούν την ανάγκη για ευελιξία, περισσότερες διασυνδέσεις και κίνητρα για λύσεις απόκρισης ζήτησης και αποθήκευσης ενέργειας.
Υπενθυμίζεται, δε, ότι οι αρνητικές τιμές στην Αγορά Επόμενης Ημέρας επιδεινώνουν τα έσοδα των μονάδων ΑΠΕ σε συμβάσεις Feed-in-Premium (Συμβάσεις Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης – ΣΕΔΠ).
Μάλιστα ακόμα και όταν υπάρξουν μηδενικές (και όχι αρνητικές) τιμές για τουλάχιστον 2 ώρες, αναστέλλεται η καταβολή λειτουργικής ενίσχυσης από τον Ειδικό Λογαριασμό ΑΠΕ (ΕΛΑΠΕ) για τις μονάδες με συμβάσεις Λειτουργικής Ενίσχυσης Διαφορικής Προσαύξησης (ΣΕΔΠ) (δηλαδή αποζημιώνεται και από τις αγορές ενέργειας και από τον Διαχειριστή Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και Εγγυήσεων Προέλευσης – ΔΑΠΕΕΠ), με αποτέλεσμα να προκύπτει πρόβλημα αποζημίωσης και βιωσιμότητας των εν λόγω μονάδων, που αποτελούν το 50% περίπου του εν λειτουργία εγχώριου «πράσινου» χαρτοφυλακίου.
Παράλληλα, οι μηδενικές και οι αρνητικές τιμές ενέργειας στην Αγορά Επόμενης Ημέρας επιδεινώνουν τις εισροές του ΕΛΑΠΕ και, κατά συνέπεια, το ισοζύγιό του. Πάντως, ο πολλαπλασιασμός των μηδενικών τιμών συμβάλει στην περαιτέρω αποκλιμάκωση της μέσης χονδρεμπορικής τιμής στην αγορά επόμενης ενέργειας, γεγονός που εν γένει δύναται να αποβεί σε όφελος του τελικού καταναλωτή.
Τα μηνύματα για τη χονδρική
Ωστόσο το φαινόμενο αυτό των “απόνερων” των μηδενικών τιμών δεν είναι διαρκές και κυρίως εμφανίζεται περιόδους με χαμηλή ζήτηση και υψηλή παραγωγή από αιολικά, κυρίως, αλλά και φωτοβολταϊκά, δηλαδή το φθινόπωρο και την άνοιξη. Δεν μπορεί όμως να “κουρέψει” σε μόνιμη βάση την τιμή στη χονδρεμπορική αγορά αλλά και να διαμορφώσει ένα πλαίσιο ασφαλούς προβλεψιμότητας, καθώς η έλλειψη υποδομών αποθήκευσης ενισχύει τη λεγόμενη “στοχαστικότητα” των ΑΠΕ, δηλαδή τις αυξομειώσεις στην συμμετοχή στο εθνικό μείγμα παραγωγής.
‘Ετσι, δεν είναι τυχαίο ότι εν όψει χειμώνα στην Ευρώπη, τις τελευταίες εβδομάδες, η άνοδος των τιμών του φυσικού αερίου, που είναι και το βασικό καύσιμο για τις θερμικές μονάδες, που εξασφαλίζουν ευστάθεια στο σύστημα, εν μέσω προβλέψεων για αύξηση της ζήτησης στην Ευρώπη, δημιουργεί ανατιμητικές πιέσεις για τη χονδρική ρεύματος για τον επόμενο μήνα.
Έτσι, οι τιμές για τα γερμανικά futures το Νοέμβρη κινούνται στα 92,5 ευρώ η μεγαβατώρα, όταν τον Οκτώβρη (18/10) γίνονταν συναλλαγές στα 86,6 ευρώ. Για την Ουγγαρία που επηρεάζει και τη δική μας αγορά λόγω της σύνδεσής της με το «βαλκανικό διάδρομο», τα futures month δείχνουν 112 ευρώ, έναντι συναλλαγών στα 100 ευρώ για τον τρέχοντα μήνα. Στη Ρουμανία,, οι τιμές για το Νοέμβρη κινούνται στα 177 ευρώ έναντι 88 ευρώ τις τελευταίες μέρες. Ανάλγη εικόνα και στην Ιταλία, όπου τα προθεσμιακά συμβόλαια για τον επόμενο μήνα δείχνουν τιμές 124 ευρώ η μεγαβατώρα (από 113 ευρώ στις 18/10), 125 ευρώ για το Δεκεμβρη και το Γεναρη και 128 ευρώ για το Φλεβάρη.
Σε ό,τι δε, αφορά την Ελλάδα, οι τιμές στα παράγωγα για τον Νοέμβρη κινούνται πέριξ στα 116 ευρώ, έναντι 104 ευρώ τον Οκτώβρη, πάντα για τις ίδιες ημερομηνίες (18/10), ώστε να είναι συγκρίσιμα τα μεγέθη. Να σημειωθεί ότι στο πεδίο του φυσικού αερίου, το συμβόλαιο παράδοσης του φυσικού αερίου για τον Νοέμβρη (TTF), έχει καταγράψει άνοδο εσχάτως που ξεπερνά το 22%.
Προφανώς οι ενδεχόμενες αυξήσεις στη χονδρική Νοεμβρίου δεν σημαίνει ότι αναγκαστικά θα αποτυπωθούν και στα τιμολόγια λιανικής του Δεκεμβρίου, ωστόσο παραπέμπουν σε μια “τάση”.
Οι τιμές
Να σημειωθεί ότι με βάση τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύτηκαν πρόσφατα, η Ελλάδα βρίσκεται μεταξύ των χωρών με την τελική τιμή ενέργειας χαμηλότερα από τον μέσο όρο των 27 χωρών της ΕΕ. Ειδικότερα, με βάση τα σχετικά στοιχεία που αφορούν στο πρώτο εξάμηνο του 2024 η Ελλάδα βρίσκεται στην 18η θέση της λίστας των 27. Στο ίδιο διάστημα οι μέσες τιμές οικιακής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ε.Ε. κατέγραψαν μικρή άνοδο σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023, από 28,3 ευρώ ανά 100 KWh σε 28,9 ευρώ ανά 100 KWh.
Παρά τις μειώσεις στο κόστος της ενέργειας, της προμήθειας και των υπηρεσιών δικτύου (-2% σε σύγκριση με το δεύτερο εξάμηνο του 2023), οι συνολικές τιμές αυξήθηκαν ελαφρά (+2%), καθώς οι κυβερνήσεις μείωσαν τις επιδοτήσεις, τα επιδόματα και τις φορολογικές περικοπές για τους καταναλωτές (συνολικοί φόροι αυξήθηκε κατά 16%, από το δεύτερο εξάμηνο του 2023). Σε σύγκριση με το πρώτο εξάμηνο του 2023 (29,4 ευρώ ανά 100 kWh), οι τιμές παρουσίασαν μικρή πτώση.
Οι υψηλότερες τιμές ηλεκτρικής ενέργειας, συμπεριλαμβανομένων των φόρων, για τους οικιακούς καταναλωτές το πρώτο εξάμηνο του 2024 εντοπίζονται στη Γερμανία (39,5 ευρώ ανά 100 KWh), ακολουθούμενη από την Ιρλανδία (37,4 ευρώ ανά 100 KWh) και τη Δανία με 37,1 ευρώ ανά 100 KWh.
Στην Ελλάδα η τιμή διαμορφώθηκε στα 21,5 ευρώ ανά 100 KWh ενώ χωρίς τους φόρους η τιμή ήταν στα 18,3 ευρώ ανά 100 KWh. Όμως αυτό αφορά, κύρια, τον οικιακό καταναλωτή, που έχει και ως “ανάχωμα” επιδοτήσεις, ενώ οι βιομηχανικοί αντιμετωπίζουν τιμές ανάλογες, μεν, αλλά με τους ανταγωνιστές τους να έχουν ως “σύμμαχο” τις κρατικές ενισχύσεις, αντιμετωπίζουν ζητήματα βιωσιμότητας.
Να σημειωθεί ότι η Ουγγαρία είναι η πιο φθηνή με τιμή κάτω από τα 20 ευρώ ανά 100 KWh ενώ στην ίδια άκρη της κλίμακας βρίσκονται και τα νοικοκυριά στη Βουλγαρία με 11,9 ευρώ ανά 100 KWh όπως και στη Μάλτα με 12,6 ευρώ ανά 100 KWh.
Οι επόμενες κινήσεις
Τούτων δοθέντων, η κυβέρνηση επιχειρεί το επόμενο διάστημα, να απαντήσει στις νέες προκλήσεις που καταγράφονται στην αγορά ενέργειας, προωθώντας αλλαγές στη λιανική αγορά, κύρια, αφήνοντας τη βιομηχανία, όπως αναφέρουν στελέχη της “εκτός”.
Ουσιαστικά η κυβέρνηση επιχειρεί, να προωθήσει την αναμόρφωση του μηχανισμού για τις έκτακτες κρίσεις, με έννοια κύρια τον οικιακό καταναλωτή, θέλοντας να “χτίσει” τη λιανική σε μια νέα βάση, όπου θα γίνεται βέλτιστη χρήση του φτηνού “πράσινου’ ρεύματος, με την έλευση, σταδιακά, των “έξυπνων” μετρητών, αλλά και θα “ενεργοποιείται” ο πολίτης – καταναλωτής στο να αναζητά βέλτιστες λύσεις στην αγορά, ως προς την επιλογή τιμολογίου.
Κλείνοντας, πάντως, χθες τη συζήτηση για το πολυνομοχέδιο του ΥΠΕΝ ο κ. Σκυλακάκης, και απαντώντας στην κριτική της Αντιπολίτευσης, η οποία αμφισβήτησε την αποτελεσματικότητα των στόχων του νομοσχεδίου και έκανε λόγο για έλλειψη ενεργειακής δημοκρατίας, ο Υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας αντέτεινε ότι “πραγματική ενεργειακή δημοκρατία υπάρχει όταν επιτυγχάνουμε χαμηλές τιμές”.
“Εμάς δεν μας ενδιαφέρουν οι επιχειρηματίες. Μας ενδιαφέρουν οι καταναλωτές και πως θα εξασφαλίσουμε χαμηλές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στους παρόχους. Υιοθετούμε κύκλους, εν γένει, στη πράσινη ανάπτυξη. Πάμε με σωφροσύνη να αμβλύνουμε τα προβλήματα που υπάρχουν στην ενεργειακή αγορά και να εξασφαλίσουμε χαμηλές τιμές”, τόνισε ο κ. Σκυλακάκης και συμπλήρωσε:
“Η μεγαλύτερη αλλαγή που γίνεται με το νομοσχέδιο είναι ότι εμείς λέμε στους επενδυτές, ελάτε χωρίς επιδοτήσεις. Κάντε αποθήκευση, βάλτε μπαταρίες. Έτσι θα πέσουν οι τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας”. Έμφαση έδωσε ο κ. Σκυλακάκης, στη τροπολογία που θα κατατεθεί την ερχόμενη Πέμπτη, η οποία θα ρυθμίζει το ζήτημα των τηλεθερμάνσεων στη Δυτική Μακεδονία, τονίζοντας ότι “κανένα κόμμα δεν έχει φέρει καμία πραγματική εναλλακτική πρόταση και δεν υπάρχει μέχρι αυτή τη στιγμή, εναλλακτική λύση από το φυσικό αέριο”.
Όπως τόνισε, από το βήμα της επιτροπής Παραγωγής και Εμπορίου. πραγματική ενεργειακή δημοκρατία υπάρχει όταν επιτυγχάνονται χαμηλές τιμές για τους καταναλωτές:
“Αν έχουν υψηλές τιμές, τότε προφανώς δεν υπάρχει κάτι το δημοκρατικό. Το net metering που πλέον καταργείται στέλνει το λογαριασμό στους καταναλωτές. Μπορούσε να λειτουργήσει στην πρώτη φάση της μετάβασης όσο οι ΑΠΕ δεν είχαν την πλειοψηφία της παραγωγής. Οι τιμές δεν ακολουθούσαν τότε τη καμπύλη την τωρινή και πράγματι ήταν ένας εύκολος και γρήγορος τρόπος για τη διείσδυσή τους. Όταν περνάς το 50% ΑΠΕ, και εμείς περνάμε το 60% σήμερα, τότε δημιουργείται το φαινόμενο των πολύ χαμηλών τιμών το μεσημέρι και με το net metering στέλνεις ακριβό λογαριασμό στον καταναλωτή”, εξήγησε.
ΑΠΕ και βίαιοι κύκλοι
Σε σχέση με την αγορά των ΑΠΕ εν γένει, ο υπουργός είπε ότι “θα έχουν βίαιους κύκλους, τους οποίους θα πρέπει να απαλύνουμε”.
“Όμως, οι κύκλοι αυτοί είναι εγγενείς στην πράσινη μετάβαση και οφείλονται στο σχεδόν μηδενικό οριακό κόστος. Συνεπώς, πρέπει να τους αμβλύνουμε, αλλά μην ξεχνάμε ότι σημαίνουν πολύ χαμηλές τιμές για τους καταναλωτές. Θα πρέπει να κινηθούμε σε μια μέση οδό για αυτό και το νομοσχέδιο ανταποκρίνεται στην ανάγκη των επενδυτών να έχουν περισσότερο χρόνο. Μειώνουμε 70% τις εγγυητικές επιστολές και επιταχύνουμε την αποθήκευση. Οι μπαταρίες χωρίς επιδοτήσεις είναι το κλειδί αυτού του νομοσχεδίου”, πρόσθεσε ο κ. Σκυλακάκης, εκτιμώντας ότι με το συνδυασμό μεγάλων ποσοτήτων ΑΠΕ και μπαταριών θα πέσουν οι τιμές.
Μιλώντας για το ενεργειακό κόστος, ο υπουργός είπε ότι η Ελλάδα έχει χαμηλότερες λιανικής από το μέσο όρο Ε.Ε. “Στη χονδρική είμαστε ακριβοί από το 2015 γιατί είχαμε το λιγνίτη και σήμερα είναι απολύτως απαγορευτικός σε όρους κόστους”.
Καθώς η λύση είναι περισσότερες ΑΠΕ, ο κ. Σκυλακάκης δήλωσε ότι “την περίοδο ως το 2019 παραλάβαμε μια TWh ανανεώσιμης παραγωγής ετησίως, πλέον έχουμε αύξηση στις 2 TWh και πάμε ολοταχώς για 2,5-3 TWh. Αυτό μας έχει βοηθήσει να κρατήσουμε την τιμή σε λογικά επίπεδα. Το μοντέλο του ΕΣΕΚ δεν πιάνει αυτή τη δυναμική. Οι τιμές θα είναι χαμηλότερες από ότι προβλέπει”, επανέλαβε.
Νέα τιμολόγια
Ήδη, επανειλημμένα, σε συνεντεύξεις του, ο υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας Θεόδωρος Σκυλακάκης έχει δώσει το στίγμα για την αλλαγή, από το σημερινό σύστημα με το νυχτερινό ρεύμα σε ένα νέο διζωνικό τιμολόγιο, όπου τις μεσημεριανές ώρες και το Σαββατοκύριακο, το ρεύμα θα είναι πιο φτηνό. Συγκεκριμένα, ο κ. Σκυλακάκης έχει εξηγήσει ότι το σύστημα με το νυχτερινό τιμολόγιο, δεν ανταποκρίνεται πλέον στα δεδομένα της αγοράς, δεδομένου ότι τις ώρες εκείνες το ρεύμα είναι πια ακριβότερο. Η όλη μετάβαση, βέβαια, κρίνεται από την αντικατάσταση των αναλογικών μετρητών, που επιτρέπουν την ύπαρξη δύο ζωνών, με τους “ψηφιακούς και έξυπνους” μετρητές.
«Αυτό, νομίζω, μέχρι την αρχή του χρόνου θα μπορέσουμε να το εισάγουμε» πρόσθεσε ο υπουργός. «Θα περάσουμε από το λεγόμενο νυχτερινό ρεύμα σε ένα διζωνικό τιμολόγιο. Έχουμε αυτή τη στιγμή ένα απομεινάρι του παλιού ηλεκτρικού συστήματος, που όταν δεν υπήρχε ζήτηση το βράδυ έδινε η τότε ΔΕΗ το νυχτερινό τιμολόγιο. Τώρα το βράδυ είναι η πιο ακριβή ώρα της ημέρας, και οι πιο φθηνές είναι τα μεσημέρια, όταν δουλεύουν τα φωτοβολταϊκά, και τα Σαββατοκύριακα, προπαντός τις Κυριακές.
Έχει λοιπόν νόημα να μετακινήσουμε τη ζήτηση εκεί που υπάρχει η φθηνή τιμή, γιατί αυτό θα επιτρέψει να είναι φθηνότερα τα τιμολόγια που θα δίνουν οι πάροχοι. Έχουμε αυτή τη στιγμή αναλογικούς μετρητές, που δεν είναι «έξυπνοι», αλλά έχουν δύο ζώνες. Με αυτό το δεδομένο, θα πάμε σε δύο ζώνες, μία τις μεσημεριανές ώρες και τα Σαββατοκύριακα -όλο το Σαββατοκύριακο. Αυτό, νομίζω, μέχρι την αρχή του χρόνου θα μπορέσουμε να το εισάγουμε» δήλωσε ο Θεόδωρος Σκυλακάκης.
Τα πράσινα τιμολόγια
Παράλληλα επί τάπητος είναι και η διαδικασία για την επόμενη μέρα των πράσινων τιμολογίων. Συγκεκριμένα, το χρονικό εύρος, με βάση τη νομοθεσία, για τα ειδικά πράσινα τιμολόγια, τα οποία θεσμοθετήθηκαν από το υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας, προκειμένου να μεταπέσουν από την 1η Ιανουαρίου που η αγορά μπήκες στο νέο καθεστώς με τα πολύχρωμα τιμολόγια, όσοι καταναλωτές δεν επέλεξαν άλλο τύπο τιμολογίου, δηλαδή κυμαινόμενο (κίτρινο) και σταθερό (μπλε), εκπνέει.
Έτσι, επί τάπητος, στο υπουργείο Ενέργειας βρίσκονται προτάσεις για την επόμενη μέρα στο φόντο αντιδράσεων από προμηθευτές για το ενδεχόμενο υποχρεωτικής μετάβασης σε σταθερά – μπλε.
Πάντως, ένεκα και του ιστορικού του καλοκαιριού αλλά και των αδυναμιών της ΕΕ για ένα επαρκή μηχανισμό ‘’άμυνας” σε κρίσεις, καταγράφεται στροφή στα σταθερά τιμολόγια ρεύματος. Ωστόσο, δεν είναι πολλοί οι καταναλωτές με ενεργή καταναλωτική συνείδηση και οξυμένα τα “ενεργειακά ανακλαστικά”, που αναζητούν με δυναμικό τρόπο προσφορές ή τις βέλτιστες λύσεις, πέρα από το “πράσινο” όπου μετέπεσαν μετά το πέρας του 2023.
Είναι χαρακτηριστικό ότι οι λεγόμενο “αδρανείς” πελάτες εκτιμώνται σε 4-5 εκατομμύρια, καθώς από τα συνολικά 7 εκατομμύρια των παροχών στη χαμηλή τάση, ένα ποσοστό 70% εκτιμάται ότι έχει παραμείνει στο πράσινο.
Στο φόντο αυτό με έμμεσο τρόπο ο υπουργός Ενέργειας Θόδωρος Σκυλακάκης και μέχρι να διαμορφωθεί η επόμενη μέρα για τα “πράσινα” τιμολόγια αναφέρει πυκνά τα πλεονεκτήματα των σταθερών τιμολογίων, μειώνοντας την “ένταση” των αναφορών του για την ανάγκη ο καταναλωτής να έχει “ανακλαστικά” και μέσα από την αναζήτηση στον ανταγωνισμό να αλλάζει προμηθευτή ρεύματος.
Πάντως, όπως έχει πει ο υπουργός σε τηλεοπτική του συνέντευξη «θα πρέπει να περιμένουμε ενάμιση μήνα για να δούμε τι θα γίνει με τα πράσινα τιμολόγια. Θα δούμε τις επόμενες εβδομάδες πώς θα αντιμετωπίσουμε τη λήξη του πράσινου τιμολογίου στο τέλος του έτους». Εχει, δε, κάνει λόγο και για αλλαγές που θα φέρει η είσοδος των πορτοκαλί τιμολογίων τα οποία προς το παρόν αφορούν μόνο τις επιχειρήσεις και αυτό γιατί σήμερα τηλεμετρητές, πέραν της Υψηλής Τάσης, διαθέτουν περίπου 600.000 συνδέσεις κυρίως στη Μέση Τάση και ορισμένοι επαγγελματικοί πελάτες στη Χαμηλή Τάση στα 25 KVA.
Ο τηλεμετρητής και η δυναμική τιμολόγηση δίνουν στον καταναλωτή την ευχέρεια να “βλέπει” τη διαμόρφωση των τιμών στη χονδρική αγορά και να προσαρμόζει ανάλογα την κατανάλωσή του, αν βέβαια μπορεί να προσαρμόσει ανάλογα και τη χρήση του ρεύματος. Η τιμολόγηση μπορεί να γίνεται με βάση τις τιμές χονδρικής ανά 15λεπτο, ανά 30 λεπτά ή ανά ώρα, με τους περισσότερους εκπροσώπους εταιριών προμήθειας να προτιμούν την ανά ώρα τιμολόγηση.
Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του ΔΕΔΔΗΕ, πέραν των 600.000 τηλεμετρητών που ήδη είναι εγκατεστημένοι, ως το τέλος του χρόνου θα έχουν τοποθετηθεί επιπλέον 50.000, ενώ το 2025 στόχος είναι να εγκατασταθούν ακόμα 300.000 μετρητές. Δεδομένου δε ότι οι περισσότερες καταναλώσεις, που διαθέτουν σήμερα τηλεμέτρηση συν αυτές που θα προστεθούν τον επόμενο χρόνο αφορούν κυρίως επιχειρήσεις και δημόσια κτίρια, εκτιμάται ότι το 55-60% της κατανάλωσης ρεύματος θα μπορούσε να ενταχθεί στη δυναμική τιμολόγηση ως το τέλος του 2025.
Σε ό,τι αφορά τα νυχτερινά τιμολόγια, με τον αριθμό τους να περιορίζεται περί το 1,5 εκατ. μετρητές, θα υπάρχουν δύο ζώνες τιμολόγησης. Αναφερόμενος στο θέμα ο κ. Σκυλακάκης είπε: «Έχουμε αυτή τη στιγμή ένα απομεινάρι του παλιού ηλεκτρικού συστήματος όπου υπήρχε το νυχτερινό τιμολόγιο. Όμως τώρα το βράδυ είναι πιο ακριβή η τιμή του ρεύματος, και το μεσημέρι η πιο φθηνή λόγω των φωτοβολταϊκών. Άρα έχει νόημα να μεταφέρουμε τη ζήτηση εκεί που υπάρχει η πιο φθηνή τιμή, δηλαδή το μεσημέρι. Αντί να έχουμε νυχτερινό τιμολόγιο, θα πάμε σε δύο ζώνες, μία τα μεσημέρια και μία όλο το Σαββατοκύριακο. Η βασική ώρα που έχουμε φθηνές τιμές είναι από τις 10:00 μέχρι τις 15:00. Το Σαββατοκύριακο υπάρχει χαμηλή ζήτηση». Ειδικότερα, σε σχέση με το νυχτερινό τιμολόγιο που υπήρχε μέχρι τώρα, ο Θόδωρος Σκυλακάκης επισήμανε πως «το παλιό νυχτερινό τιμολόγιο δεν είχε πια οικονομικό υπόβαθρο, δεν εξοικονομούσαμε τίποτα δηλαδή πλέον. Η χονδρική τιμή τα πρωινά και τα Σαββατοκύριακα είναι πολύ φθηνότερη. Η φθηνή ζώνη θα είναι τα μεσημέρια και πολλές ώρες το Σαββατοκύριακο».