Ρύθμιση 120 δόσεων: Τα ευεργετήματα, η παραγραφή οφειλών και η καταβολή της πρώτης δόσης
Στην τελική της ευθεία μπήκε και επίσημα η πολυαναμενόμενη ρύθμιση οφειλών προς την εφορία που αφορά πάνω από 4 εκατομμύρια φορολογούμενους. Αναλυτικά όλα τα στοιχεία που πρέπει να γνωρίζουμε.
- 07 Μαΐου 2019 07:12
Η υποβολή αιτήσεων, για την ρύθμιση των 120 δόσεων, αναμένεται να ξεκινήσει από τις 14 Μαΐου για τα φυσικά και από τις 16 Μαΐου για τα νομικά πρόσωπα και η περίοδος υποβολής αιτήσεων λήγει στις 26 Ιουνίου. Για να ενεργοποιηθεί η ρύθμιση θα πρέπει μέσα σε τρεις ημέρες μετά την υποβολή της αίτησης να πληρωθεί η πρώτη δόση.
Δυνατότητα προεξόφλησης εντός της ρύθμισης με διαγραφή του συνόλου των προσαυξήσεων για το υπόλοιπο της οφειλής επιτόκιο σε 5% για οφειλές που ρυθμίζονται με εισοδήματα πάνω από 10.000 ευρώ και επιπλέον 2% για εκπρόθεσμη δόση, προβλέπει μεταξύ άλλων η ρύθμιση των 120 δόσεων για την εφορία.
Στο κείμενο της ρύθμισης που ενσωματώθηκε στο νομοσχέδιο που κατατέθηκε χθες το απόγευμα στην Βουλή διευκρινίζεται ότι ακόμη και μετά την ένταξη σε ρύθμιση (προφανώς για μεγάλες και παλιές οφειλές) το δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα να ζητά προσημείωση ακινήτου του οφειλέτη ή εγγυητή του.
Ο συντελεστής με βάση τον οποίο θα ορίζεται το ελάχιστο ετήσιο ποσοστό εξόφλησης της οφειλής κλιμακώνεται από το 4% για τα πρώτα 5000 ευρώ πάνω από τα 10000 ευρώ και στην συνέχεια αυξάνεται κατά 2% για κάθε επιπλέον 5000 εισοδήματος μέχρι και το 25% που θα ισχύει για εισοδήματα από 100.000 και πάνω περιορίζοντας σαφώς τον ανώτερο αριθμό δόσεων.
Η ένταξη στην ρύθμιση ισοδυναμεί με άπαξ απαλλαγή ποσοστού δέκα τοις εκατό(10%) από τους τόκους και προσαυξήσεις εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης για υπαγωγή, σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, για τα φυσικά και νομικά πρόσωπα ή οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα και σε έως τριάντα (30) δόσεις, για τα νομικά πρόσωπα ή οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα, κατόπιν αίτησης του οφειλέτη, εφόσον έχουν καταστεί ληξιπρόθεσμες έως και την 31.12.2018 και έχουν καταχωριστεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων/Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση, ως ακολούθως:
Α. Φυσικά πρόσωπα:
α. Για οφειλέτες φυσικά πρόσωπα με συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ. χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα (ατομικό, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, πραγματικό) του οφειλέτη κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, ως εξής: το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως αυτός ορίζεται στο επόμενο εδάφιο.
Για τμήμα εισοδήματος:
α) από 10.000,01 ευρώ έως 15.000 ευρώ με συντελεστή τέσσερα τοις εκατό (4%),
β) από 15.000,01 ευρώ έως 20.000 ευρώ με συντελεστή έξι τοις εκατό (6%),
γ) από 20.000,01 ευρώ έως 25.000 ευρώ με συντελεστή οκτώ τοις εκατό (8%),
δ) από 25.000,01 ευρώ έως 30.000 ευρώ με συντελεστή δέκα τοις εκατό (10%),
ε) από 30.000,01 ευρώ έως 50.000 ευρώ με συντελεστή δώδεκα τοις εκατό (12%),
στ) από 50.000,01 ευρώ έως 75.000 ευρώ με συντελεστή δεκαπέντε τοις εκατό (15%),
ζ) από 75.000,01 ευρώ έως 100.000 ευρώ με συντελεστή είκοσι τοις εκατό (20%),
η) πάνω από 100.000 με συντελεστή είκοσι πέντε τοις εκατό (25%).
Ο ανωτέρω συντελεστής μειώνεται κατά μία ποσοστιαία μονάδα, ανάλογα με τον αριθμό των εξαρτώμενων τέκνων του οφειλέτη, , ως εξής:
αα) κατά μία (1) μονάδα για ένα τέκνο,
ββ) κατά δύο (2) μονάδες για δύο τέκνα,
γγ) κατά τρεις (3) μονάδες για τρία τέκνα και άνω.
Το προκύπτον άθροισμα των γινομένων των τμημάτων του εισοδήματος με τους αντίστοιχους συντελεστές αναγόμενο σε μηνιαία βάση διαιρεί το ποσό της ρυθμιζόμενης οφειλής. Το πλήθος των δόσεων προκύπτει από το ακέραιο μέρος του πηλίκου της διαίρεσης αυτής, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2.
β. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Σε περίπτωση που ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης φορολογίας εισοδήματος κατά το φορολογικό έτος 2017, χορηγείται το μέγιστο πλήθος δόσεων, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2. Στην αίτηση υπαγωγής αναγράφονται το έτος ή τα έτη εντός της ανωτέρω πενταετίας για τα οποία ο οφειλέτης δεν είχε υποχρέωση υποβολής δήλωσης.
Λιγότερες δόσεις, λιγότερες προσαυξήσεις
Σύμφωνα με το κείμενο του νόμου εάν ο οφειλέτης επιλέξει πριν από την υπαγωγή της οφειλής του στη ρύθμιση να καταβάλει την οφειλή του σε μικρότερο πλήθος δόσεων από αυτό που προτείνεται από τη Φορολογική Διοίκηση, δικαιούται μείωσης των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε συνάρτηση με το ποσοστό απομείωσης του πλήθους δόσεων που επιλέγεται από τον φορολογούμενο, το οποίο υπολογίζεται στην πλησιέστερη ακέραιη μονάδα, ως εξής:
α) για ποσοστό απομείωσης δόσεων είκοσι τοις εκατό (20%), χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό δεκαπέντε τοις εκατό (15%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
β) για ποσοστό απομείωσης δόσεων τριάντα τοις εκατό (30%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό είκοσι πέντε τοις εκατό (25%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
γ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων σαράντα τοις εκατό (40%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
δ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων πενήντα τοις εκατό (50%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό σαράντα πέντε τοις εκατό (45%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
ε) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εξήντα τοις εκατό (60%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό πενήντα πέντε τοις εκατό (55%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
στ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων εβδομήντα τοις εκατό (70%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εβδομήντα πέντε τοις εκατό (75%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
ζ) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ογδόντα τοις εκατό (80%) χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση
η) για ποσοστό απομείωσης δόσεων ενενήντα τοις εκατό (90%), χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%), συμπεριλαμβανομένου του 10% που εξασφαλίζεται αυτόματα από την ένταξη στην ρύθμιση.
θ) σε περίπτωση που ο οφειλέτης εξοφλήσει εφάπαξ την οφειλή του, χορηγείται απαλλαγή τόκων και προσαυξήσεων κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%).
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.
Εταιρίες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα
Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα: Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα,συμπεριλαμβανομένων των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, με συνολικό εισόδημα (φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο,) κατά το φορολογικό έτος 2017 μέχρι δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους σε έως και εκατόν είκοσι (120) δόσεις, υπό του περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2. Για τους ως άνω οφειλέτες με εισόδημα άνω των δέκα χιλιάδων (10.000) ευρώ, ο αριθμός των δόσεων καθορίζεται από τη Φορολογική Διοίκηση με βάση το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του νομικού προσώπου/ουτότητας κατά το φορολογικό έτος 2017 και το ύψος της ρυθμιζόμενης οφειλής, ως εξής: το συνολικό εισόδημα του φορολογικού έτους 2017 πολλαπλασιάζεται τμηματικά με προοδευτικά κλιμακωτό συντελεστή, όπως ισχύει και για τα φυσικά πρόσωπα .
Ο αριθμός των δόσεων και η απομείωση των προσαυξήσεων ακολουθεί επίσης το κανόνα λιγότερες δόσεις λιγότερες προσαυξήσεις που θα ισχύσει για τα φυσικά πρόσωπα . Αν οι ανωτέρω οφειλέτες έχουν προβεί σε διακοπή εργασιών, ως συνολικό εισόδημα για τον υπολογισμό του αριθμού των δόσεων λαμβάνεται υπόψη το συνολικό εισόδημα, φορολογούμενο ή απαλλασσόμενο, του φορολογικού έτους διακοπής εργασιών. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017.
Νομικά πρόσωπα
Γ. Νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα: Για οφειλέτες νομικά πρόσωπα ή νομικές οντότητες κερδοσκοπικού χαρακτήρα χορηγείται δυνατότητα ρύθμισης των οφειλών τους, σε έως δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις και κατ’ εξαίρεση σε έως τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις εφόσον πρόκειται για οφειλές που βεβαιώνονται από έκτακτη αιτία ή φόρους που καταβάλλονται εφάπαξ, με ταυτόχρονη απαλλαγή από προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής που τις επιβαρύνουν κατά την ημερομηνία της αίτησης υπαγωγής, σε συνάρτηση με το πλήθος των δόσεων που επιλέγονται, υπό τον περιορισμό του ελάχιστου ποσού μηνιαίας δόσης της παρ. 2.
Ειδικότερα:
α. Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως δεκαοκτώ δόσεις: αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή καταβάλλεται εφάπαξ,
β) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως έξι (6) μηνιαίες δόσεις,
γ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
δ) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως δεκαέξι (16) μηνιαίες δόσεις,
Για οφειλές που ρυθμίζονται σε έως τριάντα δόσεις:
αα) χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%), εφόσον η οφειλή αταβάλλεται εφάπαξ,
– χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα πέντε τοις εκατό (85%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δύο (2) έως έξι (6) μηνιαίες δόσεις,
– χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε επτά (7) έως δώδεκα (12) μηνιαίες δόσεις,
– χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκατρείς (13) έως δεκαοκτώ (18) μηνιαίες δόσεις,
– χορηγείται απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%), συμπεριλαμβανομένου του ποσοστού του πρώτου εδαφίου της παρ. 1, εφόσον η οφειλή καταβάλλεται σε δεκαεννέα (19) έως είκοσι τέσσερις (24) μηνιαίες δόσεις.
Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθμισης την εφάπαξ εξόφληση του υπολοίπου αριθμού των δόσεων των ρυθμισμένων οφειλών ή τη μετάπτωση σε μικρότερο αριθμό δόσεων, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναπομείναντος ποσού των προσαυξήσεων και τόκων εκπρόθεσμης καταβολής, σε ποσοστό ίσο με αυτό που αντιστοιχεί στον αριθμό των μηνιαίων δόσεων που τελικά διαμορφώνεται σύμφωνα με τα οριζόμενα στα προηγούμενα εδάφια της παρούσας περίπτωσης.
γ. Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές του ίδιου οφειλέτη που μπορούν να ρυθμίζονται, άλλες ως δεκαοκτώ (18) και άλλες έως τριάντα (30) μηνιαίες δόσεις, αυτές ρυθμίζονται διακριτά.
δ. Για την υπαγωγή στη ρύθμιση είναι απαραίτητη η υποβολή των δηλώσεων φορολογίας εισοδήματος της τελευταίας πενταετίας με τελευταίο έτος το φορολογικό έτος 2017. Το ελάχιστο ποσό μηνιαίας δόσης της ρύθμισης ορίζεται σε τριάντα (30) ευρώ.
Με την υπαγωγή στο πρόγραμμα ρύθμισης, συμπεριλαμβανομένης και της εφάπαξ καταβολής και υπό την προϋπόθεση της τήρησης αυτού, δεν υπολογίζονται τα πρόστιμα των άρθρων 57 του Κ.Φ.Δ. και 6 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Σε περίπτωση που υφίστανται οφειλές που υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος μέρους και είναι βεβαιωμένες σε περισσότερες της μίας Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικού Κέντρου ή Τελωνείου, αυτές ρυθμίζονται ανά υπηρεσία. Στη ρύθμιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των ληξιπρόθεσμων έως και 31.12.2018 οφειλών που έχουν καταχωρισθεί στα βιβλία εισπρακτέων εσόδων των Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικών Κέντρων και Τελωνείων μέχρι την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή σε ρύθμιση και δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόμιμο τρόπο με αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή άλλη ρύθμιση τμηματικής καταβολής βάσει νόμου ή δικαστικής απόφασης ή προσωρινής διαταγής. Επιβαρύνσεις εκπρόθεσμης καταβολής κατά την υπαγωγή σε ρύθμιση Βασικές οφειλές που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων και προσαυξήσεων εκπρόθεσμης καταβολής, από την ημερομηνία υπαγωγής τους σε ρύθμιση επιβαρύνονται με τόκο που ανέρχεται σε πέντε εκατοστιαίες μονάδες (5%), ετησίως υπολογισμένο. Κατ' εξαίρεση, βασικές συνολικές οφειλές μέχρι τρεις χιλιάδες (3.000) ευρώ ανά Υπηρεσία που υπάγονται σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος δεν επιβαρύνονται πλέον με προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, εφόσον ο οφειλέτης είναι φυσικό πρόσωπο και το συνολικό εισόδημά του δεν υπερβαίνει τις δέκα χιλιάδες (10.000) ευρώ.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση που ανέρχεται σε δύο εκατοστιαίες μονάδες (2%).
Οφειλές που υπάγονται στη ρύθμιση προαιρετικά
Στη ρύθμιση του παρόντος μέρους δύνανται επίσης να υπαχθούν, μετά από επιλογή του οφειλέτη, και οφειλές της παρ. 1 του άρθρου 98, οι οποίες κατά την ημερομηνία της αίτησης τελούν σε αναστολή πληρωμής από οποιαδήποτε αιτία ή έχουν υπαχθεί σε ρύθμιση κατά τις διατάξεις της υποπαρ. Α.2 της παρ. Α του άρθρου πρώτου του ν. 4152/2013 (Α’ 107), του άρθρου 43 του ν. 4174/2013 (Α’; 170) ή ρύθμιση κατά τις διατάξεις της παρ. 5 του πέμπτου άρθρου του ν. 2275/1994 (Α’ 238), η οποία είναι σε ισχύ.
Λοιπά στοιχεία της ρύθμισης
Η ρύθμιση χορηγείται ανά οφειλέτη και για τις οφειλές που έχει ευθύνη καταβολής. Τα αλληλεγγύως ευθυνόμενα πρόσωπα για οφειλές νομικών προσώπων υπάγονται για τις οφειλές αυτές στο πρόγραμμα ρύθμισης που δύναται να χορηγηθεί στα νομικά πρόσωπα. Η αίτηση για την υπαγωγή σε πρόγραμμα ρύθμισης του παρόντος μέρους υποβάλλεται ηλεκτρονικά στη Φορολογική Διοίκηση μέχρι την 28.6.2019. Μόνο σε περιπτώσεις που υφίσταται τεχνική αδυναμία διαδικτυακής υποστήριξης, η υποβολή αίτησης διενεργειται στην υπηρεσία (Δ.Ο.Υ./Ελεγκτικό Κέντρο/Επιχειρησιακή Μονάδα Είσπραξης/Τελωνείο) ο Προϊστάμενος της οποίας είναι αρμόδιος για την επιδίωξη είσπραξης της οφειλής. Η ανωτέρω προθεσμία δύναται να παρατείνεται με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών.
Καταβολή πρώτης δόσης
Για την υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος μέρους πρέπει να καταβληθεί η πρώτη δόση εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα των επόμενων μηνών από την ημερομηνία αίτησης υπαγωγής στη ρύθμιση. Η καταβολή διενεργειται με τη χρήση μοναδικού κωδικού πληρωμής ρύθμισης (Ταυτότητα Ρύθμισης Οφειλής -Τ.Ρ.Ο.) στους φορείς είσπραξης ή στις Δ,Ο.Υ./Ελεγκτικά Κέντρα, όπου αυτό προβλέπεται. Ειδικά για τις τελωνειακές οφειλές που υπάγονται σε ρύθμιση η καταβολή διενεργειται με τη χρήση Ταυτότητας Πληρωμής είτε στο αρμόδιο Τελωνείο είτε ηλεκτρονικά. Κατ’ εξαίρεση, με την υποβολή από τον οφειλέτη αιτήματος περί υπαγωγής στη ρύθμιση του παρόντος μέρους, τα αποδιδόμενα ποσά από συμψηφισμούς του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974, από παρακρατήσεις αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 και από μέτρα αναγκαστικής είσπραξης λαμβάνονται υπόψη και για την κάλυψη της πρώτης δόσης της ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται εντός της ανωτέρω προθεσμίας και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Απώλεια ρύθμισης
Η ρύθμιση απόλλυται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής της με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλει δύο (2) συνεχόμενες μηνιαίες δόσεις της ρύθμισης ή καθυστερήσει τηνκαταβολή των δύο (2) τελευταίων δόσεων της ρύθμισης για το αντίστοιχο χρονικό διάστημα,
β) δεν υποβάλλει τις προβλεπόμενες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος και του φόρου προστιθέμενης αξίας, καθ’ όλο το διάστημα της ρύθμισης των οφειλών του και μέχρι την εξόφλησή της, εντός τριών (3) μηνών το αργότερο από την παρέλευση της προθεσμίας υποβολής τους ή εντός τριών (3) μηνών από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία υποβολής έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
γ) δεν εξοφλήσει ή τακτοποιήσει κατά νόμιμο τρόπο τις οφειλές του, καθ' όλη τη διάρκεια της ρύθμισης του παρόντος μέρους, εντός διμήνου από τη λήξη προθεσμίας καταβολής τους ή εντός διμήνου από την ημερομηνία αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση του παρόντος, εφόσον η προθεσμία καταβολής τους έχει παρέλθει πριν την υπαγωγή σε αυτή.
δ) υποπέσει σε παραβάσεις των περ. ι΄, ια’, ιβ’, ιε’ ή ιστ’ της παρ. 1 του άρθρου 54 ή της παρ. 1 του άρθρου 58Α του ν. 4174/2013 καθ' υποτροπή. Ως υποτροπή νοείται η διαπίστωση με την έκδοση πράξης επιβολής προστίμου εκ νέου διάπραξης οποιοσδήποτε παράβασης εκ των ως άνω αναφερομένων από την ένταξη του φορολογούμενου στη ρύθμιση και εφεξής.
Ευεργετήματα από την υπαγωγή στη ρύθμιση
Η υπαγωγή και συμμόρφωση στη ρύθμιση παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήματα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενημερότητας, σύμφωνα με τα οριζόμενα στις διατάξεις του άρθρου 12 του ν. 4174/2013,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Κατά το χρονικό διάστημα ισχύος της ρύθμισης αναστέλλεται η παραγραφή του ποινικού αδικήματος, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισμών του άρθρου 113 του Ποινικού Κώδικα
γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών μέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης επί κινητών ή ακινήτων. Η αναστολή αυτή δεν ισχύει για κατασχέσεις που έχουν επιβληθεί στα χέρια τρίτων ή έχουν εκδοθεί οι σχετικές παραγγελίες, τα αποδιδόμενα όμως ποσά από αυτές λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις. Αν ο οφειλέτης απολέσει το ευεργέτημα της ρύθμισης, τα μέτρα που έχουν ανασταλεί συνεχίζονται.
Δικαιώματα του Δημοσίου Το Δημόσιο διατηρεί το δικαίωμα και μετά τη συμμόρφωση του οφειλέτη στη ρύθμιση τμηματικής καταβολής που του χορηγήθηκε:
α) να εγγράφει υποθήκες σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη,
β) να μην χορηγεί αποδεικτικό ενημερότητας για μεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εμπραγμάτου δικαιώματος επ’ αυτού στα πρόσωπα της προηγούμενης υποπερίπτωσης, ακόμη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισμένη, σύμφωνα με τα οριζόμενα στο άρθρο 12 του ν. 4174/2013,
γ) να προβαίνει σε συμψηφισμό των χρηματικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δημοσίου και μέχρι του ύψους των οφειλών, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε.
Πίστωση ποσών από παρακράτηση ή συμψηφισμό ή πράξεις εκτέλεσης Τα ποσά που εισπράττονται κατά τη διάρκεια της ρύθμισης από την παρακράτηση ποσοστού απαίτησης του οφειλέτη λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενημερότητας και βεβαίωσης οφειλής του άρθρου 12 του ν. 4174/2013 ή κατόπιν συμψηφισμού του άρθρου 83 του ν.δ. 356/1974 καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Ομοίως, τα αποδιδόμενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαμβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθμισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείμενες διατάξεις.
Παραγραφή οφειλών
Η παραγραφή των οφειλών για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθμιση αναστέλλεται καθ’ όλη τη διάρκεια ισχύος της ρύθμισης και δεν συμπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη αυτής.
Εξαιρέσεις
Εξαιρούνται και δεν υπάγονται στη ρύθμιση:
α) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε νομοθετική ρύθμιση κατά τις διατάξεις των άρθρων 1 έως 17 του ν. 4321/2015 (Α’32) ή του άρθρου 51 του ν. 4305/2014 (Α’237), η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.
β) Οφειλές που έχουν υπαχθεί σε σύμβαση/ρύθμιση με τη Φορολογική Διοίκηση, σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4469/2017 (Α’ 62) και η οποία ρύθμιση απωλέσθη μετά την κατάθεση του παρόντος νόμου.
γ) Οφειλέτες που κατά το χρόνο υπαγωγής έχουν καταδικαστεί με αμετάκλητη δικαστική απόφαση για φοροδιαφυγή ή λαθρεμπορία
δ) Οφειλές, οι οποίες δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με τις διατάξεις που αφορούν σε ανάκτηση κρατικών ενισχύσεων που χορηγήθηκαν με τη σύσταση ειδικών αφορολόγητων αποθεματικών ή που δεν δύνανται να ρυθμίζονται σύμφωνα με άλλες διατάξεις.