Παπαδημητρίου στο Bloomberg: Ήρθε η ώρα το ΔΝΤ να αποφασίσει για την Ελλάδα
"Είμαστε ανυποχώρητοι για τα εργασιακά", τόνισε ο υπουργός Οικονομίας, επισημαίνοντας ότι "το ΔΝΤ έχει αλλάξει πολλές φορές γνώμη. Νομίζω ότι θέλουν να συμμετάσχουν και εμείς το θέλουμε αυτό"
- 27 Νοεμβρίου 2016 15:25
Έχει έρθει η ώρα το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να αποφασίσει για την Ελλάδα, τόνισε ο υπουργός Οικονομίας Δημήτρης Παπαδημητρίου σε συνέντευξη που παραχώρησε την Κυριακή στο Bloomberg.
Ο δρόμος προς την ανάπτυξη περνά διαδοχικά από την ολοκλήρωση της αξιολόγησης, την ελάφρυνση του χρέους και μετά την εισαγωγή στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, τόνισε ο κ. Παπαδημητρίου, με το Bloomberg να επισημαίνει ότι μπήκε στο κυβερνητικό σχήμα πριν λίγες μέρες μετά από μια καριέρα στην οποία υπερασπιζόταν εναλλακτικές λύσεις για την μακροοικονομία που υιοθετεί το ΔΝΤ.
Τώρα, το Ταμείο πρέπει να αποφασίσει αν η ελληνική ανάκαμψη θα συμβεί με ή χωρίς τη συμμετοχή του, ανέφερε ο υπουργός.
“Το ΔΝΤ έχει αλλάξει γνώμη πολλές φορές. Είναι πολύ δύσκολο να γνωρίζουμε αν πράγματι θέλουν να είναι εντός ή εκτός. Νομίζω ότι θέλουν να συμμετάσχουν και εμείς το θέλουμε αυτό», δήλωσε ο κ. Παπαδημητρίου, ο οποίος, όπως επισημαίνει το Bloomberg, έζησε σχεδόν 50 χρόνια στις ΗΠΑ, έχοντας, μεταξύ άλλων, διατελέσει πρύτανης του Bard College’s Levy Economics Institute.
Σύμφωνα με το Bloomberg: “Οι ελληνικές αγορές ανασυντάχθηκαν τον τρέχοντα μήνα μετά τις προσδοκίες ότι οι πιστωτές να προχωρήσουν σε ελάφρυνση του χρέους στη συνάντηση των υπουργών Οικονομικών της ευρωζώνης στις 5 Δεκεμβρίου. Για το ΔΝΤ, για να παραμείνει στο πρόγραμμα – βασικό αίτημα χωρών όπως η Γερμανία και η Ολλανδία – πρέπει η συμφωνία που θα επιτευχθεί να κατευνάζει τις αμφιβολίες του για τη βιωσιμότητα των μεσοπρόθεσμων δημοσιονομικών στόχων στην Ελλάδα. Η οικονομία της χώρας συρρικνώθηκε κατά περίπου 1/4 μετά την έναρξη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης το 2008”.
“Ανυποχώρητοι για τα εργασιακά”
Οι εκπρόσωποι των Ευρωπαίων πιστωτών και του ΔΝΤ αναχώρησαν από την χώρα μας την Τρίτη, χωρίς να ολοκληρωθεί η αξιολόγηση. Ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Δημήτρης Τζανακόπουλος άφησε να εννοηθεί ότι το ΔΝΤ πρόβαλε εμπόδια ενώ κυβέρνηση και Ταμείο διαφωνούν στα εργασιακά, για τα οποία το ΔΝΤ θέλει να ελευθερωθούν περαιτέρω ενώ η πρώτη επιθυμεί αποκατάσταση των συλλογικής συμβάσεων.
“Είμαστε ανυποχώρητοι γιατί τελικά, αυτές οι μεταρρυθμίσεις δεν αποτελούν λόγο για οποιαδήποτε ανάπτυξη” δήλωσε ο υπουργός, υποστηρίζοντας ότι η επιμονή του Ταμείου σε αυτές έχει γίνει δογματικό θέμα για το ΔΝΤ. «Αν κοιτάξετε τις προβλέψεις που έχουν κάνει, έχουν κάνει λάθος. Και μιλάμε για πραγματικό λάθος. Ομως, αν έχεις ακολουθήσει αυτή τη διαδικασία για τόσες πολλές χώρες, είναι πολύ δύσκολο να την αλλάξεις”.
Όπως επισημαίνεται, ο πρόεδρος του Eurogroup Γερούν Ντάισελμπλουμ δήλωσε την Πέμπτη στο Bloomberg ότι έχει σημειωθεί μεγάλη πρόοδος στις συνομιλίες στην Αθήνα αλλά χρειάζονται και άλλες μεταρρυθμίσεις στα εργασιακά και τις ιδιωτικοποιήσεις. Το Eurogroup έχει έτοιμα μέτρα χαλάρωσης του χρέους “αν χρειαστεί”, για όταν το ελληνικό πρόγραμμα ολοκληρωθεί το 2018, είπε.
“Ιδιαίτερες ανάγκες”
“Στο τέλος, πάντα υπάρχει μία συμφωνία. Δεν είναι η συμφωνία που αρέσει σε όλους, αλλά πιστεύω ότι είναι μία συμφωνία με την οποία μπορεί να ζήσει κάθε πλευρά, δεδομένων των δικών τους ιδιαίτερων αναγκών», δήλωσε ο κ. Παπαδημητρίου
Ο υπουργός δήλωσε ακόμη ότι ο Αλέξης Τσίπρας τον έβαλε στην κυβέρνηση για να χαράξει μία στρατηγική ώστε η χώρα να πετύχει βιώσιμη και περιεκτική ανάπτυξη. Αυτό σημαίνει ανάπτυξη που δεν αυξάνει την ανισότητα, ενώ επίσης σημαίνει δημιουργία ενός φιλικού στην επιχειρηματικότητα περιβάλλοντος, κάτι το οποίο ο κ. Παπαδημητρίου δηλώνει ότι κάνει η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, παρά τη φήμη για το αντίθετο, επισημαίνει το Bloomberg.
«Δεν είμαι μέλος του κόμματος και για αυτό μπορώ να πω ”υπέρ των επιχειρήσεων” χωρίς να πρέπει να ανησυχώ ή να απολογηθώ για αυτό», δήλωσε ο υπουργός Οικονομίας. «Ο καθένας αναγνωρίζει ότι η επένδυση είναι το πιο σημαντικό ζήτημα, δεδομένου ότι είμαστε στην ευρωζώνη και δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα άλλο παρά να σεβαστούμε τους κανονισμούς της ευρωζώνης και της ΕΕ».