Ρόδα με αγκάθια οι ευρωπαϊκές τράπεζες

Ρόδα με αγκάθια οι ευρωπαϊκές τράπεζες

Θετικός ο απόηχος από τα αποτελέσματα των ευρωπαϊκών stress tests, στα οποία δεν συμμετείχαν οι ελληνικές τράπεζες, που έχουν τους υψηλότερους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας μετά την περσινή ανακεφαλαιοποίηση. Εντός ελέγχου τα προβλήματα στις γερμανικές, ιταλικές και βρετανικές τράπεζες. Όμως χρειάζεται να γίνουν πράγματα...

“Ναι μεν αλλά….” . Με τις τρεις αυτές λέξεις, περιγράφεται ο απόηχος των αποτελεσμάτων των τελευταίων stress tests που έγιναν σε 51 ευρωπαϊκές τράπεζες από την EBA ( Ευρωπαϊκή Τραπεζική Ομοσπονδία). Η γενική αίσθηση είναι θετική, αλλά υπάρχουν θέματα προς αντιμετώπιση που πρέπει να ληφθούν υπόψη για συγκεκριμένες περιπτώσεις (ιταλικών τραπεζών, μεταξύ άλλων). Όπως είπε χαρακτηριστικά ο πρόεδρος της Ομοσπονδίας, Andrea Enria , θέλοντας να δείξει οτι υπάρχουν και ανησυχητικά σημεία μεσα στο γενικότερο θετικό κλίμα , «δεν είναι ένα καθαρό πιστοποιητικό υγείας. Παραμένει δουλειά που πρέπει να γίνει».

Οι ελληνικές τράπεζες δεν συμμετείχαν στα συγκεκριμένα stress tests, οπότε δεν τίθεται θέμα ..τοπικό , με την έννοια του ” τι κάνουμε τώρα”. Άλλωστε, μετά την τρίτη επιτυχή ανακεφαλαιοποίηση που ολοκληρώθηκε πέρυσι, οι ελληνικές τράπεζες έχουν πλέον ξεπεράσει το σκόπελο της εξεύρεσης κεφαλαίων και οι αντίστοιχοι δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας είναι από τους υψηλότερους στην ευρωζώνη. Ήδη μάλιστα, στη φετινή χρονιά, αναμένεται να γυρίσουν σε κερδοφορία, εδραιώνοντας μια τάση που διαφάνηκε το πρώτο τρίμηνο του έτους. Αρκεί βέβαια, να επιλύσουν σοβαρά την εκκρεμότητα με τα “κόκκινα ” δάνεια….

Στη γειτονική Ιταλία, η κατάσταση δεν είναι και πολύ ρόδινη…. Ευτυχώς βέβαια, εγκρίθηκε η ανακεφαλαιοποίηση της προβληματικής Monte dei Paschi di Siena,  της τριετής μεγαλύτερης ιταλικής τράπεζας, που είχε τη χειρότερη επίδοση και στα stress test του 2014. Η Monte dei Paschi στο δυσμενές σενάριο είχε δείκτη CET1 -2,44%, γεγονός που υπονοεί ότι η τράπεζα θα ήταν αφερέγγυα.

Η διάσωση –περιλαμβανομένης τιτλοποίησης των ύψους 50 δισ. ευρώ μη εξυπηρετούμενων δανείων και μιας αύξησης κεφαλαίου 5 δισ. ευρώ έχει στόχο να βάλει τέλος στις ανησυχίες για την κεφαλαιακή της επάρκεια.

Η UniCredit, η μεγαλύτερη βάση ενεργητικού τράπεζα της Ιταλίας τελείωσε το test με 7,1% δείκτη CET1 στο δυσμενές σενάριο, το έκτο χαμηλότερο στο σύνολο των 51.

Η Intesa Sanpaolo, ο μεγαλύτερος εγχώριος δανειστής και μια από τις πιο ισχυρά κεφαλαιοποιημένες τράπεζες είχε έναν σχετικά υγιές δείκτη 10,2%

Όμως τα σκήπτρα των χειρότερων επιδόσεων δεν τα κρατούν μόνο οι ιταλικές τράπεζες. Τη μεγαλύτερη ήττα από τα stress tests είχαν οι βρετανικές τράπεζες . Η Royal Bank of Scotland είδε τον δείκτη CET1 (fully loaded) να μειώνεται από το 15,5% στο 8,1% στο δυσμενές σενάριο, η τρίτη μεγαλύτερη πτώση μεταξύ των 51 τραπεζών.

Παρ’ όλα αυτά δεν υπονοήθηκε από κάποιος ότι οποιαδήποτε από τις τράπεζες θα είναι υπό άμεση πίεση να συγκεντρώσει κεφάλαια. Η Barclays είχε δείκτη κεφαλαίων 7,3% ξεκινώντας από χαμηλότερο σημείο εκκίνησης. Ο όμιλος Lloyds ήταν στο καλύτερο ένα τρίτο με CET1 πάνω από 10%.

Η Τράπεζα της Αγγλίας εξέδωσε ανακοίνωση καλωσορίζοντας τα αποτελέσματα τα οποία είπε πως δείχνουν ότι οι βρετανικές τράπεζες θα συνέχιζαν να δανείζουν την οικονομία στο δυσμενές σενάριο.

Από τις πιο αδύναμους κρίκους της Ευρώπης εξακολουθούν να παραμένουν οι δυο μεγαλύτερες τράπεζες της Ιρλανδίας η Allied Irish Banks (ΑΙΒ) και η Bank of Ireland (ΒΟΙ) .

Η AIB ήταν η έκτη χειρότερη μεταξύ των 51 σε μεταβατική κεφαλαιακή βάση με CET1 7,39% έναντι μέσου όρου 9,2%. Η τράπεζα, την οποία το ιρλανδικό δημόσιο ελπίζει να ιδιωτικοποιήσει τα επόμενα χρόνια, ήταν η δεύτερη χειρότερη στα tests.

Η ΒΟΙ ήταν η όγδοη χειρότερη με μεταβατική κεφαλαιακή βάση 7,69% και τέταρτη χειρότερη σε μέτρηση fully loaded με CET1 6,15%.

Υψηλόβαθμος Ιρλανδός τραπεζίτης δήλωσε πως τα αποτελέσματα δεν είναι ρεαλιστικά, ειδικά για μια οικονομία όπως η Ιρλανδία που είναι σε φάση ανάκαμψης. «Κάθε κανονικός αναλυτής θα κοιτάξει τη μεθοδολογία», είπε.

H μεγάλη ανησυχία σε επίπεδο Ευρώπης αφορούσε τη Deutsche Bank

Οι δυο μεγαλύτερες τράπεζες ήταν κάτω από το μέσο όρο του 9,2%. Η Commerzbank, η δεύτερη μεγαλύτερη θα είχε δείκτη CET1 7,4% με βάση το δυσμενές σενάριο. Η Deutsche Bank έχει 7,8% αν και αποτέλεσε έκπληξη ότι το αποτέλεσμα ήταν καλύτερο από της Barclays, την βρετανική τράπεζα που έχει παρόμοιο επιχειρηματικό μοντέλο.

Το βασικό συμπέρασμα των νέων stress test, είναι ότι οι ευρωπαϊκές τράπεζες είναι σε θέση να απορροφούν καλύτερα τις οικονομικές διαταραχές σε σύγκριση με την άσκηση του 2014. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Ευρωπαϊκής Κεντρικης Τράπεζας:

● 37 τράπεζες υπό την εποπτεία της ΕΚΤ συμμετείχαν στην εν λόγω άσκηση σε επίπεδο ΕΕ με έναν ισχυρό μέσο δείκτη κεφαλαίου CET1 στο 13%.

● Υπό το δυσμενές σενάριο, η μέση μείωση του κεφαλαίου CET1 ήταν 3,9 ποσοστιαίες μονάδες. Οι μέσοι δείκτες κεφαλαίου CET1 είναι στο 9,1%, δηλαδή παραμένουν υψηλότεροι από τους δείκτες της άσκησης του 2014.

● Δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας των τραπεζών. Τα αποτελέσματα δεν θα ενσωματωθούν αυτομάτως στις αποφάσεις της Διαδικασίας Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (SREP) του 2016.

● Οι συνολικές προσδοκίες όσον αφορά το εποπτικό κεφάλαιο για τις τράπεζες της ζώνης του ευρώ θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές σταθερές σε σύγκριση με το 2015.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) δήλωσε σήμερα ότι τα αποτελέσματα της άσκησης προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων σε επίπεδο ΕΕ δείχνουν ότι η ανθεκτικότητα των τραπεζών της ζώνης του ευρώ βελτιώθηκε και οι συνολικές προσδοκίες όσον αφορά το εποπτικό κεφάλαιο θα παραμείνουν σε γενικές γραμμές σταθερές σε σύγκριση με το 2015.

Στην άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, την οποία συντόνισε η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (ΕΑΤ), συμμετείχαν 51 τράπεζες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ), μεταξύ των οποίων 37 σημαντικά πιστωτικά ιδρύματα που υπόκεινται στην άμεση εποπτεία της ΕΚΤ, τα οποίακαλύπτουν το 70% περίπου του ενεργητικού του τραπεζικού τομέα στη ζώνη του ευρώ. Τα αποτελέσματα της άσκησης δημοσιεύθηκαν σήμερα από την ΕΑΤ στον δικτυακό της τόπο. Οι 37 τράπεζες που υπόκεινται στην εποπτεία της ΕΚΤ συμμετείχαν στην άσκηση με μέσο δείκτη κεφαλαίου κοινών μετοχών της κατηγορίας 1 (Common Equity Tier 1 – CET1) στο 13%, ο οποίος είναι υψηλότερος σε σχέση με τον αντίστοιχο δείκτη 11,2% στο πλαίσιο της προηγούμενης άσκησης του 2014 σε επίπεδο ΕΕ.

Υπό το δυσμενές σενάριο, η μέση μείωση κεφαλαίου ήταν 3,9 ποσοστιαίες μονάδες, δηλαδήυψηλότερη σε σχέση με τις 2,6 ποσοστιαίες μονάδες στο πλαίσιο της άσκησης του 2014. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο γεγονός ότι για την άσκηση του 2016 χρησιμοποιήθηκε αυστηρότερη μεθοδολογία και δυσμενέστερο σενάριο το οποίο αφορούσε και πάλι ορίζοντα τριετίας και χρησιμοποιούσε στατικούς ισολογισμούς. Χάρη σε υψηλότερα επίπεδα κεφαλαίου και άλλες βελτιώσεις από το 2014 και μετά, ο τελικός μέσος δείκτης CET1 υπό το δυσμενές σενάριο ήταν ωστόσο υψηλότερος στο 9,1%, έναντι 8,6% το 2014.

Με μία εξαίρεση, όλες οι τράπεζες εμφανίζουν επίπεδα κεφαλαίου CET1 κατά πολύ υψηλότερα σε σχέση με το όριο αναφοράς 5,5% το οποίο χρησιμοποιήθηκε το 2014 υπό το υποθετικό δυσμενές σενάριο. Αυτό αντανακλά την ευρωστία του συνολικού επιπέδου κεφαλαίων των τραπεζών που συμμετείχαν στην άσκηση η οποία διενεργήθηκε από την ΕΑΤ.

«Τα αποτελέσματα αντανακλούν το γεγονός ότι τα τελευταία δύο χρόνια οι τράπεζες άντλησαν σημαντικά κεφάλαια και προχώρησαν σε περαιτέρω εξυγίανση των ισολογισμών τους», δήλωσε η Danièle Nouy, Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της ΕΚΤ. «Ο τραπεζικός τομέας είναι σήμερα πιο ανθεκτικός και μπορεί να απορροφά καλύτερα τις οικονομικές διαταραχές από ό,τιδύο χρόνια πριν.»

Υπό το δυσμενές σενάριο της άσκησης, η μείωση κεφαλαίου, η οποία ήταν κατά μέσο όρο 3,9 ποσοστιαίες μονάδες, οφείλεται σε διάφορους παράγοντες κινδύνου, όπως μεταξύ άλλων οι εξής:

● Ο πιστωτικός κίνδυνος συνέβαλε κατά μέσο όρο κατά 3,8 ποσοστιαίες μονάδες στη συνολική μείωση του κεφαλαίου CET1.

● Ο κίνδυνος αγοράς συνέβαλε κατά μέσο όρο κατά 1,1 ποσοστιαίες μονάδες, κυρίως λόγω ζημιών αναπροσαρμογής επί στοιχείων ενεργητικού που αποτιμώνται στην εύλογη αξία.

● Ο λειτουργικός κίνδυνος συνέβαλε κατά μέσο όρο κατά 0,9 της ποσοστιαίας μονάδας, λόγω των προβολών για ζημίες όσον αφορά τον κίνδυνο συμπεριφοράς, στοιχείο που ενσωματώθηκε για πρώτη φορά στην άσκηση του 2016.

Επιπλέον, ένας συνδυασμός άλλων παραγόντων επηρέασε θετικά ή αρνητικά τη μείωση κεφαλαίου, συμπεριλαμβανομένων των καθαρών τόκων-εσόδων, των εσόδων από έξοδα και προμήθειες και των διοικητικών δαπανών. Στο πλαίσιο της άσκησης ελέγχθηκαν επίσης και οιπαράγοντες που αφορούν τα έσοδα. Πιο συγκεκριμένα, οι καθαροί τόκοι-έσοδα υποβλήθηκαν σε σημαντική δοκιμασία υπό το δυσμενές σενάριο, με επίπτωση 1,3 ποσοστιαίων μονάδων σε σύγκριση με το βασικό σενάριο.

Παρόλο που δεν τίθεται θέμα επιτυχίας ή αποτυχίας των τραπεζών, η άσκηση θα συνεισφέρει με μη αυτόματο τρόπο, μεταξύ άλλων παραγόντων, στον προσδιορισμό του κεφαλαίου του Πυλώνα 2 στο πλαίσιο της συνολικής Διαδικασίας Εποπτικού Ελέγχου και Αξιολόγησης (Supervisory Review and Evaluation Process – SREP). Το κεφάλαιο του Πυλώνα 2 αποτελείται από δύο συνιστώσες: τις απαιτήσεις του Πυλώνα 2 και τις κατευθύνσεις του Πυλώνα 2. Τα αποτελέσματα της άσκησης χρησιμοποιούνται από την ΕΚΤ στις κατευθύνσεις του Πυλώνα 2, όπου λαμβάνονται επίσης υπόψη μεταξύ άλλων οι συνέπειες της υπόθεσης για στατικό ισολογισμό και οι διορθωτικές ενέργειες των διοικήσεων των τραπεζών. Για τον λόγο αυτό, οι κατευθύνσεις του Πυλώνα 2 δεν μπορούν να υπολογιστούν από τα αποτελέσματα της άσκησης. Οι αποφάσεις SREP θα ολοκληρωθούν στο τέλος του 2016 και θα αρχίσουν να ισχύουν από τις αρχές του 2017.

Η ΕΚΤ αναμένει την αδιάλειπτη συμμόρφωση των τραπεζών με τις κατευθύνσεις του Πυλώνα 2. Σε περίπτωση μη συμμόρφωσης μιας τράπεζας με τις κατευθύνσεις αυτές, η ΕΚΤ δεν θα αναλαμβάνει δράση αυτομάτως, αλλά θα εξετάζει προσεκτικά τους λόγους και τις περιστάσεις και ενδέχεται να καθορίζει βελτιωμένα εποπτικά μέτρα. Οι κατευθύνσεις του Πυλώνα 2 δεν έχουν σημασία για το όριο του μέγιστου διανεμητέου ποσού (ΜΔΠ) όσον αφορά τα κέρδη.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ

Οι μέσοι όροι σταθμίζονται με βάση τα ποσά των ανοιγμάτων σε κίνδυνο (σταθμισμένα ως προς τον κίνδυνο στοιχεία του ενεργητικού) και τα στοιχεία του 2014 αφορούν μόνο τις 37 τράπεζες που συμμετέχουν στην άσκηση του 2016.

Οι δείκτες κεφαλαίου CET1 αποτελούν το βασικό μέτρο της οικονομικής ευρωστίας μιας τράπεζας και υπολογίζονται σύμφωνα με τον ορισμό για το κεφάλαιο όπως καθορίζεται στον κανονισμό και την οδηγία σχετικά με την κεφαλαιακή επάρκεια (CRR/CRD IV), συμπεριλαμβανομένων μεταβατικών ρυθμίσεων στη διάρκεια του χρονικού ορίζοντα της άσκησης.

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα