Στο “ζύγι” Eurostat και S&P η οικονομία
Βαρόμετρο για τις αποφάσεις των οίκων αποτελούν τα δημοσιονομικά και βέβαια οι ανακοινώσεις από την Eurostat.
- 21 Απριλίου 2023 09:34
Με τις ανακοινώσεις που αναμένονται από τη Eurostat για το έλλειμμα και το χρέος του 2022 αναμένεται να ολοκληρωθεί η δημοσιονομική εικόνα για το 2022, που είναι οδηγός για τον καθορισμό των προβλέψεων για το τρέχων έτος αλλά και για τις διαδικασίες αξιολογήσεων από τους μεγάλους οίκους.
Ήδη, σήμερα, Παρασκευή (21/4), το βράδυ η S&P αναμένεται να προχωρήσει σε ανακοινώσεις για το ελληνικό αξιόχρεο με το οικονομικό επιτελείο να εκτιμά ότι προεκλογικά είναι δύσκολο να υπάρξει σχετικό “σήμα” ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας. Βέβαια, μένει να φανεί το τι θα πράξει ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης, ο οποίος βέβαια δεν είναι ο μόνος που έχει προγραμματίσει σχετικές ανακοινώσεις.
Στις 9 Ιουνίου ο οίκος Fitch έχει άλλη μια προγραμματισμένη ανακοίνωση για την 1η Δεκεμβρίου. Υπενθυμίζεται ότι η Fitch έχει κατατάξει τη χώρα κατηγορία “ΒΒ”.
Στις 8 Σεπτεμβρίου είναι η σειρά του καναδικού οίκου DBRS. Η δεύτερη αξιολόγηση του συγκεκριμένου οίκου είναι προγραμματισμένη για τις 15 Σεπτεμβρίου. Ιδιαίτερα κομβική είναι η έκθεση της Moody’s στις 15 Σεπτεμβρίου, καθώς διατηρεί τη χώρα τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική στην κατηγορία “Ba3” σε σχέση με τους υπόλοιπους οίκους.
Επίσης η Standard & Poor’s έχει “ραντεβού” και πάλι με την ελληνική οικονομία στις 20 Οκτωβρίου, οπότε είναι προγραμματισμένη η δεύτερη έκθεση της S&P.
Τα δημοσιονομικά
Πάντως “γνώμονας” για τις αποφάσεις των οίκων αποτελούν τα δημοσιονομικά και βέβαια οι ανακοινώσεις από την Eurostat. Εκεί υπάρχει αισιοδοξία ότι θα καταγραφεί για τον προϋπολογισμό του 2022 μηδενικό έλλειμμα ή οριακό πλεόνασμα (κάτι που έχει προβλέψει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής αλλά και κυβερνητικοί παράγοντες) έναντι στόχου για έλλειμμα 1,6% του ΑΕΠ.
Εξέλιξη δημιουργεί “θετική μετενέργεια” για φέτος, όπου στόχος είναι η επίτευξη πρωτογενούς πλεονάσματος 0,7% του ΑΕΠ. Για του χρόνου, πάντως, ο δημοσιονομικός στόχος είναι φιλόδοξος, αφού σύμφωνα με την Κομισιόν ο πήχης του πρωτογενούς πλεονάσματος δεν μπορεί να τοποθετηθεί κάτω από το 2,2% του ΑΕΠ, προκειμένου να εξυπηρετούνται οι ετήσιες δαπάνες για τους τόκους.
Αυτό σημαίνει ότι η επόμενη κυβέρνηση θα πρέπει να βάλει “χαλινάρι” στις δαπάνες, όπως επιτάσσουν οι θεσμοί και άρα οι όποιες γενναιόδωρες πολιτικές που εφαρμόστηκαν με την άρση της ρήτρας διαφυγής είναι παρελθόν.
Επίσης, στο μέτωπο του δημόσιου χρέους η Ευρωπαϊκή Στατιστική υπηρεσία αναμένεται να επιβεβαιώσει το “κούρεμα” των 25 και πλέον εκατοστιαίων μονάδων του ΑΕΠ στο δημόσιο χρέος -από το 194,5% το 2021 σε 168,9% το 2022 (ή ενδεχομένως και χαμηλότερα) και στο 159,3% του ΑΕΠ το 2023- λόγω του πληθωριστικού “φουσκώματος” που είχε η οικονομία από την ακρίβεια.
Πάντως, ως σε απόλυτους αριθμούς το δημόσιο χρέος παραμένει σε δυσθεώρητα ύψη, έχοντας προστεθεί ένα μεγάλο ποσό. Από 353,4 το 2021 αυξήθηκε στα 355 δισ. ευρώ το 2022, ενώ το 2023 θα σκαρφαλώσει στα 357 δισ. ευρώ. Τα μόνα θετικά στα χαρακτηριστικά του δημόσιου χρέους είναι ότι έχει μέση διάρκεια 20 ετών, σταθερό μέσο επιτόκιο 1,4%, ενώ τα ταμειακά διαθέσιμα αντιστοιχούν στο 18% του ΑΕΠ.
Σε σχέση με τον πληθωρισμό, βέβαια, αν και υπάρχουν δείγματα αποκλιμάκωσης του Γενικού Δείκτη, οι τιμές σε τρόφιμα αναμένεται να εξακολουθούν να εντείνουν αβεβαιότητες για τα θέματα των ανισοτήτων, κάτι που αναμένεται να επιβεβαιωθεί και από την Ευρωπαϊκή Στατιστική Αρχή.
‘Ηδη, σύμφωνα με τα τελικά στοιχεία της Eurostat έπεσε στο 5,4%, έναντι 6,5% τον Φεβρουάριο. Μειωμένος ήταν ο δείκτης τιμών καταναλωτή και στην Ευρωζώνη, όπου διαμορφώθηκε στο 6,9% τον Μάρτιο σε ετήσια βάση, έναντι 8,5% τον προηγούμενο μήνα.
Σύμφωνα με τη Eurostat, η Ελλάδα καταγράφει τον Μάρτιο τον πέμπτο χαμηλότερο ρυθμό στην Ευρωζώνη, μετά το Λουξεμβούργο (2,9% σε ετήσια βάση), την Ισπανία (3,1%), την Ολλανδία (4,5%) και το Βέλγιο (4,9%), ενώ αμέσως μετά την Ελλάδα βρίσκεται η Κύπρος με τον πληθωρισμό στο 6,1% τον Μάρτιο.
Βέβαια σημειώνεται πως τον Μάρτιο, η υψηλότερη συμβολή στον ετήσιο ρυθμό πληθωρισμού της ζώνης του ευρώ προήλθε από τα τρόφιμα, το αλκοόλ και τον καπνό τα οποία είδαν άνοδο κατά 3,12 ποσοστιαίες μονάδες, ακολουθούν οι υπηρεσίες με άνοδο 2,10 π.μ. και τα τα μη ενεργειακά βιομηχανικά αγαθά, με άνοδο 1,71 ποσοστιαίων μονάδων.
Μικρή ήταν η συμβολή των τιμών στον κλάδο της ενέργειας, καθώς εκεί η αύξηση έφτασε μόλις τις 0,05 ποσοστιαίες μονάδες, ωστόσο η σύγκριση αφορά στις τιμές της ενέργειας του Μαρτίου 2021, όταν το κόστος στην Ευρώπη είχε ήδη αρχίσει να ανεβαίνει, καθώς είχε ξεκινήσει η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία.
Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις