Τα ομόλογα τραβούν την ανηφόρα – Εκτόξευση των αποδόσεων εν μέσω πολιτικής και οικονομικής “τρικυμίας” στην ΕΕ

Τα ομόλογα τραβούν την ανηφόρα – Εκτόξευση των αποδόσεων εν μέσω πολιτικής και οικονομικής “τρικυμίας” στην ΕΕ
Χρηματιστήριο iStockphoto

Μετά την εκτόξευση του κόστους πρώτων υλών και της ενέργειας έρχεται και η εκτίναξη του κόστους χρηματοδότησης, που αναπόφευκτα “φρενάρει” επενδυτικά σχέδια και εντείνει την πίεση για αναθεωρήσεις προϋπολογισμών για μεγάλα έργα.

Την ανιούσα έχουν πάρει οι αποδόσεις των ελληνικών ομολόγων ακολουθώντας την γενικότερη τάση που επικρατεί για όλους τους κρατικούς τίτλους της Ευρωζώνης. Η άνοδος των επιτοκίων από τις κεντρικές τράπεζες λόγω πληθωρισμού, αλλά και η ανησυχία για την ύφεση σε συνδυασμό με τις “αναταράξεις” που φέρνει η γεωπολιτική κρίση στις εσωτερικές πολιτικές ισορροπίες κρατών μελών όπως η Ιταλία έχει οδηγήσει τα επιτόκια των 10ετών ομολόγων στα ύψη.

Η Ιταλία

Έτσι, η απόδοση του ελληνικού 10ετούς ομολόγου εκτινάχθηκε χθες 4,480%, όντας μια “ανάσα” από το ψυχολογικό όριο του 4,5%. Υπενθυμίζεται ότι και τον Ιούνιο του 2022 το επιτόκιο έφτασε έως το 4,7% εν μέσω της ιταλικής πολιτικής κρίσης. Και βέβαια οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, εν όψει των εκλογών της Κυριακής με τη διαφαινόμενη άνοδο αντισυστημικών δυνάμεων παίζουν καταλυτικό ρόλο δημιουργώντας περιβάλλον που “ξυπνά” μνήμες από τα μνημονιακά χρόνια. Υπενθυμίζεται ότι το 2017 – 2018 καταγραφόταν αποδόσεις της τάξης του 4,7%.

Βέβαια σε υψηλό 10ετίας βρίσκεται και η απόδοση των γερμανικών ομολόγων καθώς αναμένονται κι άλλες αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ για την αναχαίτιση του υψηλού πληθωρισμού (9,1% στην Ευρωζώνη). Σήμερα το βασικό επιτόκιο της ΕΚΤ βρίσκεται στο 1,25%, έχοντας αυξηθεί κατά 75 μονάδες βάσης τον Σεπτέμβριο.

Τι σημαίνει για την οικονομία

Ανοδική, πάντως, είναι και η απόκλιση, για το ελληνικό 10ετές, των spreads, (η διαφορά με τις αποδόσεις των γερμανικών ομολόγων), που βρίσκονται στο επίπεδο των 260 μονάδων βάσης εντείνοντας την ανησυχία για όξυνση της “ασυμμετρίας” μεταξύ της περιφέρειας της ΕΕ και του σκληρού ευρωπαϊκού πυρήνα.Πρακτικά, βέβαια, λόγω του ότι η χώρα έχει την “πολυτέλεια” να μην πιέζεται να βγει στις αγορές, η εκτόξευση αυτή των αποδόσεων, δεν έχει απτό αποτέλεσμα στο προφίλ του χρέους,

Ωστόσο η συνέχιση μιας τέτοιας εικόνας για τις αποδόσεις δημιουργεί, γενικότερα, αρνητικό περιβάλλον για την οικονομία αλλά και για τις προσπάθειες π.χ. εκδόσεων εταιρικών ομολόγων αλλά καθιστά και την όλη προσπάθεια της χρηματοδότησης της ανάπτυξης πιο δύσκολη. ‘Ετσι, π.χ. μετά την εκτόξευση του κόστους πρώτων υλών και της ενέργειας, που οδηγεί σε πίεση για αναθεωρήσεις προϋπολογισμών για μεγάλα έργα, ενταγμένα π.χ. στο Ταμείο Ανάκαμψης, προστίθεται και μια άλλη παράμετρος κινδύνου, αυτή του κόστους χρήματος.

Η ΕΚΤ

Βέβαια η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα έχοντας προβλέψει αυτές τις εξελίξεις κι εν όψει νέας αύξησης των επιτοκίων έχει διαμορφώσει ένα νέο εργαλείο, το λεγόμενο TPI, το οποίο αποσκοπεί στην άμβλυνση των αποκλίσεων στις ομολογιακές αποδόσεις των κρατών – μελών και στην «προστασία» των πιο ευάλωτων χωρών. Ωστόσο η λειτουργία του TPI συνοδεύεται με συγκεκριμένες – αυστηρές δεσμεύσεις και προϋποθέσεις, που ξυπνούν και πάλι μνημονιακές μνήμες.

Στις ΗΠΑ

Σήμερα, πάντως, έρχεται η σειρά της αμερικανικής κεντρικής τράπεζας (Federal Reserve) να προχωρήσει σε νέα παρέμβαση, με τους αναλυτές να περιμένουν μια αύξηση της τάξης τουλάχιστον των 75 μονάδων βάσης. Αυτό σημαίνει ότι το επιτόκιο στις ΗΠΑ θα φτάσει στο 3% – 3,25%, όντας υπερδιπλάσια της Ευρωζώνης. Άρα δημιουργείται προϋπόθεση “φυγής” κεφαλαίων από την ΕΕ προς την άλλη πλευρά του Ατλαντικού δημιουργώντας βέβαια αρνητικές προϋποθέσεις στην προσπάθεια για ανάπτυξη αλλά και στην ισορροπία ευρώ – δολαρίου.

Βέβαια την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να προχωρήσει σε περαιτέρω αυξήσεις των βασικών της επιτοκίων τους επόμενους μήνες ξεκαθάρισε, χθες, η επικεφαλής της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, μιλώντας σε εκδήλωση στη Φρανκφούρτη. Τόνισε δε ότι ίσως χρειαστεί η αύξηση να γίνει σε σημείο που να περιορίζει την ανάπτυξη, προκειμένου να μειώσει τη ζήτηση και να καταπολεμήσει τον απαράδεκτα υψηλό πληθωρισμό. «Αναμένουμε περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων σε αρκετές από τις επόμενες συνεδριάσεις» του Διοικητικού Συμβουλίου, δήλωσε χαρακτηριστικά η επικεφαλής της ΕΚΤ, σύμφωνα με το Reuters. «Αν υπάρξουν ενδείξεις ότι ο υψηλός πληθωρισμός απειλεί να εκτροχιάσει τις προσδοκίες, τότε το επιτόκιο θα γίνει περιοριστικό» είπε χαρακτηριστικά στην ομιλία της. Πάντως, η Λαγκάρντ απέφυγε να κάνει αναφορά στο εύρος των επικείμενων αυξήσεων, διευκρινίζοντας ότι «ο ρυθμός αύξησης των επιτοκίων στο μέλλον θα καθορίζεται κάθε μήνα, με βάση τα στοιχεία που έχουμε για την οικονομία».

«Δεν θα επιτρέψουμε αυτή η περίοδος υψηλού πληθωρισμού να επηρεάσει την οικονομική συμπεριφορά και να δημιουργήσει ένα χρόνιο πρόβλημα», ανέφερε η πρόεδρος της ΕΚΤ, αναγνωρίζοντας ότι η άνοδος των τιμών στην Ευρωζώνη «αποδείχθηκε πολύ υψηλότερη και πιο επίμονη από ό,τι αρχικά αναμενόταν».

Καμπανάκι για τον πληθωρισμό

Προειδοποίησε, ακόμη, για τον κίνδυνο η αύξηση των τιμών να οδηγήσει σε ένα σπιράλ μισθών-τιμών που θα εδραίωνε τον πληθωρισμό σε έναν φαύλο κύκλο που θα ήταν δύσκολο να σπάσει. Όπως πρόσθεσε, οι προσδοκίες των καταναλωτών για τον πληθωρισμό αυξάνονται ραγδαία, ενώ η ευρωζώνη μετατοπίζεται από ένα περιβάλλον χαμηλού πληθωρισμού σε ένα εξαιρετικά υψηλού, κάτι που συνιστά κίνδυνο για τις πιο μακροπρόθεσμες προσδοκίες.

Είναι χαρακτηριστικό ότι η Τράπεζα Διεθνών Διακανονισμών (BIS), ο διεθνής οργανισμός που παρέχει συμβουλευτικές χρηματοοικονομικές υπηρεσίες στις κεντρικές τράπεζες, προτρέπει τις μεγάλες οικονομίες να συνεχίσουν τις “επιθετικές” αυξήσεις των επιτοκίων παρά την αυξανόμενη απειλή ύφεσης και τη μεταβλητότητα στην αγορά συναλλάγματος. Στην τριμηνιαία έκθεσή της, η BIS αναγνωρίζει ότι αυξάνονται τόσο ο κίνδυνος ύφεσης όσο και ο κίνδυνος του χρέους, ωστόσο επισημαίνει ότι η τιθάσευση του αυξανόμενου παγκοσμίως πληθωρισμού παραμένει πρωταρχικής σημασίας στόχος, όπως μεταδίδει το Reuters. “Είναι σημαντικό να δράσουμε εγκαίρως και δυναμικά”, σημειώνει ο επικεφαλής του Νομισματικού και Οικονομικού Τμήματος της BIS, Κλαούντιο Μπόριο.

Όπως εξήγησε, αυτό που καθιστά ιδιαίτερα περίπλοκη την τρέχουσα συγκυρία είναι ότι για πρώτη φορά, τουλάχιστον από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, που οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής προσπαθούν να αντιμετωπίσουν τον καλπάζοντα πληθωρισμό σε μια περίοδο που ξεσπούν ήδη κρίσεις χρέους και που εγείρονται σοβαρές ανησυχίες για την υπερθέρμανση των αγορών. Επιπλέον, πρόσθεσε ότι οι προβλέψεις για την ανάπτυξη συνεχίζουν να αναθεωρούνται επί τα χείρω, την ώρα που οι προβλέψεις για τον πληθωρισμό ολοένα αυξάνονται.

Η ύφεση

Την ίδια ώρα, σχεδόν αναπόφευκτη θεωρούν οι οικονομολόγοι τη διολίσθηση της οικονομίας της Ευρωζώνης, καθώς ο κίνδυνος ύφεσης έχει φτάσει στο υψηλότερο επίπεδο από τον Ιούλιο του 2020. Ο πληθωρισμός που ήδη «καυτηριάζει» την οικονομία και οι ανησυχίες για την ενεργειακή επάρκεια τον χειμώνα «σπρώχνουν» σε ύφεση την οικονομική δραστηριότητα. Ειδικότερα, οικονομολόγοι του Bloomberg εκτιμούν στο 80% την πιθανότητα δύο συνεχόμενων τριμήνων συρρίκνωσης τους επόμενους 12 μήνες. Σε προηγούμενη έρευνα του πρακτορείου, οι οικονομολόγοι έβλεπαν στο 60% αυτή την πιθανότητα.

Η Γερμανία, η μεγαλύτερη οικονομία του μπλοκ και μεταξύ των πιο εκτεθειμένων σε περικοπές στον εφοδιασμό φυσικού αερίου, είναι πιθανό να συρρικνωθεί ήδη από αυτό το τρίμηνο. Στο μεταξύ, νοικοκυριά και επιχειρήσεις στην Ευρώπη προετοιμάζονται για το ενδεχόμενο κατανάλωση ενέργειας με το δελτίο μετά τη μείωση των αποστολών φυσικού αερίου στην περιοχή από τη Ρωσία.

Παράλληλα, ήδη αντιμετωπίζουν υψηλά ποσοστά πληθωρισμού και άλλα προβλήματα στην εφοδιαστική αλυσίδα. Οι επιχειρηματικές έρευνες δείχνουν ότι η δραστηριότητα συρρικνώνεται από τον Ιούλιο, με ελάχιστα σημάδια βελτίωσης βραχυπρόθεσμα. Ο πληθωρισμός αναμένεται να κορυφωθεί στο 9,6% τους τελευταίους τρεις μήνες του έτους, σχεδόν πέντε φορές δηλαδή τον στόχο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας- ο στόχος είναι στο 2%. Οι οικονομολόγοι δεν εκτιμούν ότι ο πληθωρισμός θα πλησιάσει τον στόχο του 2% μέχρι το 2024. Πάντως οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας εκτιμούν ότι η οικονομία της Ευρωζώνης θα μείνει στάσιμη και δεν θα συρρικνωθεί.

Ωστόσο, κρούουν όλο και περισσότερο τον κώδωνα του κινδύνου για την ανάπτυξη και τις προοπτικές για τον πληθωρισμό της περιοχής. Η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, και οι συνάδελφοί της έχουν δικαιολογήσει τις μεγαλύτερες αυξήσεις ως ένδειξη της αποφασιστικότητάς τους να δαμάσουν την αύξηση των τιμών, αν και οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι ο χρόνος τους τελειώνει. Οι οικονομολόγοι του Bloomberg προβλέπουν ότι η ΕΚΤ θα διακόψει νωρίτερα τον κύκλο αύξησης των επιτοκίων, αλλά θα ανεβάσει τα επιτόκια υψηλότερα στο 2% για το επιτόκιο καταθέσεων έως τον Φεβρουάριο. Πάνω από τους μισούς αναμένουν αύξηση κατά 75 μονάδες βάσης στην επόμενη συνεδρίαση πολιτικής της ΕΚΤ τον Οκτώβριο

Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις

Ροή Ειδήσεων

Περισσότερα