Τι σημαίνει η αναβάθμιση “έκπληξη” από τον οίκο S&P; Τα 10 σημεία “κλειδιά”
Πιο κοντά στην έκδοση νέου χρεόγραφου είναι η Ελλάδα μετά την θετική κίνηση του οίκου S&P. Βέβαια στις εκτιμήσεις του ο αμερικανικός οίκος αξιολόγησης εστιάζει στα ρίσκα του τουρισμού, του ενεργειακού κόστους αλλά και της πορείας των μεταρρυθμίσεων.
- 24 Απριλίου 2021 07:23
Σημαντικό θετικό νέο χαρακτηρίζεται από αναλυτές και την αγορά η αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας σε ΒΒ, από ΒΒ- από τον οίκο αξιολόγησης Standard & Poor’s.
Η κίνηση αυτή, που δεν αναμενόταν, μάλιστα, γίνεται με καταγραφή θετικών προοπτικών στην αξιολόγηση, θετικού outlook, όπως αναφέρεται, γεγονός που υποδηλώνει ότι ενδέχεται να προχωρήσει και σε νέα αναβάθμιση εντός των επόμενων 12-18 μηνών, εάν η ανάκαμψη της χώρας αποδειχθεί ισχυρότερη των προβλέψεων.
Τι όμως σημαίνει για την ελληνική οικονομία που από μια δίνη βαθιάς ύφεσης, μία από τις πιο έντονες στην ΕΕ, αναζητά έξοδο στο φως, η κίνηση του αμερικανικού οίκου;
1ον. Ουσιαστικά διαμορφώνεται ένα θετικό μομέντουμ για την νέα έξοδο στις αγορές, που ενδεχομένως να γίνει και πριν το Πάσχα. Άλλωστε οι ανάγκες για ενίσχυση των ταμειακών διαθεσίμων για την κάλυψη των μέτρων στήριξης είναι δεδομένη. Έτσι μένει να φανεί εάν ο Οργανισμός Διαχείρισης δημοσίου Χρέους θα επιλέξει σε αυτό το ιδιαίτερα θετικό κλίμα, τόσο λόγω της S&P, όσο και των συνεχών κινήσεων αγορών ομολόγων των κρατών της ΕΕ από την ΕΚΤ στη δευτερογενή αγορά, να προσχωρήσει, πριν αρχίσει ένας μεγάλος κύκλος εκδόσεων κρατικού χρέους από άλλα κράτη – μέλη της Ένωσης, στην έκδοση είτε μακροπρόθεσμου τίτλου, δηλαδή 10ετούς ομολόγου, είτε άλλου με πιο μικρή διάρκεια ωρίμανσης που δεν θα ξεπερνά την 5ετία ή την 7ετία. Το ποσό επίσης εκτιμάται ότι μπορεί να κινηθεί πάνω από 2,5 δισ. Υπενθυμίζεται ότι τον Ιανουάριο ο ΟΔΔΗΧ είχε προχωρήσει σε έκδοση 10ετούς και ίσως να επιλέξει επανέκδοσή του, λόγω του υψηλού ενδιαφέροντος που είχε συγκεντρώσει, αλλά και της καλής «ποιότητας» των επενδυτικών χαρτοφυλακίων που συμμετείχαν. Επίσης, το Μάρτιο έγινε η έκδοση του 30ετούς, ενώ πέρυσι τέτοια εποχή είχε γίνει και έκδοση για 7ετία με επιτόκιο 2%. Εφόσον, δε , επιλεγεί ο 7ετής τίτλος θα διαμορφωθεί και μια ενδιαφέρουσα καμπύλη εικόνα για την πορεία του ελληνικού αξιόχρεου για τη συγκεκριμένη «ωρίμανση».
2ον. Η χώρα έρχεται ένα βήμα πιο κοντά στη λεγόμενη «επενδυτική» βαθμίδα, που ωστόσο, όμως, απέχει τόσο σε απόσταση όσο και χρονικά. Η «επενδυτική» βαθμίδα ουσιαστικά σημαίνει την πλήρη αποκατάσταση της «κανονικότητας» στη σχέση με τις αγορές και αναστροφή της «ζημιάς» που έφεραν τα μνημόνια. Πλέον η χώρα απέχει δυο βαθμίδες από την εν λόγω πιστοληπτική κατάσταση, όμως δεν προβλέπεται από τους αναλυτές να γίνει κάτι εντός του τρέχοντος έτος ή ακόμη και του 2022. Σημειώνεται ότι στις 21 Μαΐου είναι η σειρά της Moody’s να αξιολογήσει την ελληνική οικονομία. Σε αυτόν τον οίκο η τρέχουσα βαθμίδα είναι στο Βa3 με σταθερές προοπτικές. Στις 16 Ιουλίου είναι η σειρά της Fitch Ratings με αξιολόγηση ΒΒ και στις 17 Σεπτεμβρίου θα είναι η σειρά του καναδικού οίκου αξιολόγησης DBRS με ΒΒ (low). Μια νέα πιστοληπτική αναβάθμιση συνδέεται με την πορεία του ΑΕΠ, του χρέους, της εκκαθάρισης των κόκκινων δανείων, την εξυγίανση του τραπεζικού κλάδου και βέβαια την υλοποίηση του πτωχευτικού δικαίου που προβλέπει βέβαια και μέτρα αναγκαστικής εκτέλεσης και πλειστηριασμούς.
3ον. Ενισχύεται η προσπάθεια της χώρας να μεγαλώσει τον φετινό κουμπαρά» του δανεισμού της. Το «σενάριο – ταβάνι» φέτος προέβλεπε 12 δισεκ. εκδόσεις χρέους. Όμως δεν αποκλείεται οι ανάγκες για χρηματοδότηση της «διασωληνωμένης» οικονομίας να οδηγήσουν σε υπερβάσεις. Γιαυτό άλλωστε και η κυβέρνηση ανοίγει άρον άρον κλάδους ώστε να «φρενάρει» ο ρυθμός δανεισμού. Άλλωστε ήδη ο συνολικός λογαριασμός είναι μεγάλος. Από τα στοιχεία, χτες της ΕΛΣΤΑΤ για τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς της Γενικής Κυβέρνησης, προκύπτει ότι στο ύψος των 341,023 δισ. ευρώ ανήλθε το δημόσιο χρέος στο τέλος του δ’ τριμήνου πέρυσι, ήταν αυξημένο κατά 9,95 δισ. ευρώ σε σχέση με τα 331,073 δισ. ευρώ το δ’ τρίμηνο 2019.
4ον. Όπως αναφέρει στην αξιολόγησή της o οίκος S&P, τα «μαξιλάρια» της κυβέρνησης είναι ιδιαίτερα χρήσιμα και από αυτά επωφελείται σημαντικά η κυβέρνηση. Ειδικότερα, όπως τονίζεται η Ελλάδα μπήκε στην πανδημία με σημαντικά δημοσιονομικά μαξιλάρια. Αυτό φαίνεται από την υποκείμενη δημοσιονομική θέση (πλεόνασμα 2% του ΑΕΠ το 2019) καθώς και από το μεγάλο μαξιλάρι ρευστότητας (περίπου 17% του ΑΕΠ το 2020), το οποίο μείωνε τις χρηματοδοτικές ανάγκες. Επιπλέον η μεταφορά των κερδών που έχουν οι ευρωπαϊκές κεντρικές τράπεζες από τα ελληνικά ομόλογα (SMP/ANFA) εκτιμάται ότι θα συνεχιστεί παρά την χειροτέρευση της εικόνας του προϋπολογισμού. Επιπρόσθετα η επιλεξιμότητα των ελληνικών τίτλων στις αγορές της ΕΚΤ είναι κλειδί ώστε να έχει η χώρα πρόσβαση σε υποφερτά επιτόκια.
5ον. Ο οίκος αναμένει ότι η κυβέρνηση θα επιταχύνει τις δομικές μεταρρυθμίσεις και τη βελτίωση του προϋπολογισμού, οδηγώντας σε πτωτική τροχιά το χρέος έναντι του ΑΕΠ. Βέβαια οι μεταρρυθμίσεις έχουν και ένα «σκληρό» πολιτικό και κοινωνικό πρόσημο όπως φαίνεται από το μέτωπο το εργασιακού, δείγμα του ότι οι αγορές αναμένουν από την κυβέρνηση δύσκολες αποφάσεις για να κρατήσουν το θετικό μομέντουμ.
6ον. Ο τουρισμός αποτελεί έναν άγνωστο «Χ». Βάσει των προβλέψεων της S&P, η ελληνική οικονομία αναμένεται να ανακάμψει από την ύφεση που προκάλεσε η πανδημία, με ρυθμό ανάπτυξης 4,9% το 2021 και να καταγράψει ισχυρή επίδοση στο διάστημα 2022-2024. Σημειώνεται, ωστόσο, πως οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι καθοδικής απόκλισης από τα μεταλλαγμένα στελέχη του κορονοϊού παραμένουν, ειδικά για τον τουρισμό, την “βαριά βιομηχανία” της Ελλάδας. Στο διάστημα, πάντως, της επόμενης τριετίας, η S&P αναμένει ότι η οικονομική ανάπτυξη της Ελλάδας θα υπερβεί τον μέσο όρο της Ευρωζώνης, ακόμη και σε όρους πραγματικού κατά κεφαλήν ΑΕΠ. Η οικονομική απόδοση αναμένεται να τροφοδοτηθεί φέτος κυρίως από την εσωτερική ζήτηση και τις εξαγωγές, ωστόσο ο οίκος δεν αναμένει πώς τα έσοδα από τον τουρισμό θα επανέλθουν στα επίπεδα του 2019 νωρίτερα από το 2024-2025.
7ον. Ο οίκος S&P αναμένει και φέτος υψηλό έλλειμμα, πάνω από τις εκτιμήσεις του προϋπολογισμού που είναι στο 3,9%. Έτσι το δημοσιονομικό έλλειμμα αναμένεται να διαμορφωθεί στο 6,9% του ΑΕΠ το 2021, από 9,7% το 2020, καθώς θα αποσύρονται κάποια προσωρινά μέτρα ανακούφισης από την πανδημίας. Για το ΔΝΤ, υπενθυμίζεται, το πρωτογενές έλλειμμα για το 2021 θα είναι στο -6%, και στο -5,3% το «βλέπει» η ΤτΕ. Επίσης η S&P, προβλέπει ότι το χρέος της γενικής κυβέρνησης, ως ποσοστό του ΑΕΠ, θα αρχίσει σταδιακά να μειώνεται από φέτος. Επίσης σημειώνει ότι η Ελλάδα έχει ένα από τα πιο ευνοϊκά προφίλ χρέους σε όρους ωρίμανσης και μέσου επιτοκιακού κόστος. Η S&P υπολογίζει, εισικά, στο 1,3% του ΑΕΠ το μέσο κόστος εξυπηρέτησης χρέους στα τέλη του 2020. Αυτό το ποσοστό είναι σημαντικά χαμηλότερο από το μέσο κόστος αναχρηματοδότησης για τις περισσότερες από τις χώρες που βαθμολογεί με ΒΒ. Η μέση ωρίμανση είναι σχεδόν 20 χρόνια και εκτιμάται ότι αυτό περιορίζει το βάρος παρά τη σημαντική αύξηση του χρέους. Μετά από την άνοδο του 2020, ο οίκος εκτιμά ότι το ακαθάριστο χρέος γενικής κυβέρνησης και ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα μειωθούν, με στήριξη από την ανάπτυξη της οικονομίας.
8ον. Ο «οίκος» επίσης αναφέρει ότι οι επιπτώσεις της πανδημίας περιπλέκουν τα σχέδια των τραπεζών για μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων, αν και τόσο το σχέδιο της ΤτΕ, όσο και ο Ηρακλής αναμένεται να επιφέρουν βελτίωση.
9ον. Επίσης τονίζει ότι η οικονομία θα δεχτεί πρόσθετη ώθηση από τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης, δείγμα του πόσο σημαντικό είναι να προχωρήσουν γρήγορα οι διαδικασίες και αποδοτικά οι εκταμιεύσεις που συνδέονται με το εν λόγω Ταμείο.
10ον. Ο οίκος αναφέρει ως «φρένο» στην πορεία της διεθνούς ανταγωνιστικότητας και των εξαγωγών το ενεργειακό κόστος.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις