Το στοίχημα της επενδυτικής βαθμίδας στην αιχμή της πολιτικής κόντρας
Το "ιερό δισκοπότηρο" της κυβερνητικής ρητορικής, οι παράμετροι της επιστροφής της Ελλάδας σε ένα στάτους “πρώτης” ταχύτητας σε σχέση με το αξιόχρεο και η πολιτική κόντρα.
- 24 Απριλίου 2023 06:57
Σε “ιερό δισκοπότηρο” για την πολιτική ρητορική της κυβερνώσας παράταξης εξελίσσεται το θέμα της επενδυτικής βαθμίδας, που προσπαθεί να καταδείξει, ότι ο μόνος εγγυητής της ανάκτησής της, που θα σηματοδοτήσει την ολική επιστροφή της χώρας σε μια πλήρη κανονικότητα διεθνούς δανεισμού από τις αγορές, είναι η ίδια. Βέβαια, όπως φαίνεται από τη μέχρι τώρα “ακτινογραφία” που έχουν κάνει οι διεθνείς οίκοι, βασικές παράμετροι της επιστροφής της Ελλάδας σε ένα στατους “πρώτης” ταχύτητας σε σχέση με το αξιόχρεο, είναι η προσήλωση σε δημοσιονομική σταθερότητα αλλά και τα χαρακτηριστικά βιωσιμότητας των δημόσιων οικονομικών και του χρέους, αλλά και της αναπτυξιακής πορείας.
Είναι χαρακτηριστικό ότι με βάση S&P ένα από τα “συν” της όλης διαδικασίας είναι ότι “το προφίλ του Χρέους της Ελληνικής Δημοκρατίας, σε σχέση με τη λήξη και το κόστος των τόκων, παραμένει ένα από τα πιο ευνοϊκά παγκοσμίως”. Βέβαια, ως ποσοστό του ΑΕΠ, ο όγκος του χρέους παραμένει μεγάλος και γιαυτό η όποια βιωσιμότητά του εξαρτάται, πέρα από το προφίλ του (ωριμάνσεις και πληρωμές) και από την πορεία της ανάπτυξης και των πρωτογενών πλεονασμάτων.
Γιαυτό, άλλωστε, οι θεσμοί, για την τρέχουσα δεκαετία, θεωρούν ότι θα πρέπει η Ελλάδα να πετυχαίνει ολοένα ψηλότερα πρωτογενή πλεονάσματα, έτσι ώστε το 2033, οπότε και τελειώνει το “κέλυφος” πυ εξασφαλίζει μειωμένους τόκους από τα δάνεια του EFSF, να έχει ρίξει το Χρέος της στο 125,4% του ΑΕΠ. Είναι ενδεικτικό ότι από το 2027 και μετά, ως βασικό σενάριο στόχων μπαίνουν πρωτογενή πλεονάσματα άνω του 3%. Για να μην έλθει, λοιπόν, ακραία λιτότητα, θα πρέπει να διασφαλιστεί υψηλή ανάπτυξη που επιτρέπει υψηλά πλεονάσματα. Κι όλα αυτά σε μια δεκαετία όπου προβλέπεται τα επιτόκια να είναι σε επίπεδο τουλάχιστον υψηλότερα από τα σχεδόν μηδενικά των προηγούμενων χρόνων. Δηλαδή προβλέπεται με βάση όσα έχουν πει και διεθνείς οργανισμοί (π.χ, το ΔΝΤ στην τελευταία του σύνοδο) μια δύσκολη δεκαετία.
Γιαυτό άλλωστε στις προβλέψεις της και σε πραγματικούς όρους, πέρα από τον πληθωρισμό, η Κομισιόν εκτιμά ότι η ελληνική οικονομία θα κινείται με ρυθμό ανάπτυξης μέχρι το 1% στο δεύτερο μισό της δεκαετίας. Βέβαια με βάση τις εκτιμήσεις της S&P, η ελληνική οικονομία θα κινηθεί με πιο μεγάλο ρυθμό, δηλαδή, με 2,5% φέτος, 2,4% το 2024, με 2,9% το 2025 και 3,1% το 2026.
Όπως σημειώνεται, επίσης, από την S&P, η ελληνική οικονομία θα μπορούσε να αναβαθμιστεί εντός των επόμενων 12 μηνών στην περίπτωση που διατηρηθεί η δημοσιονομική πειθαρχία. Επίσης σημειώνεται ότι μια αναβάθμιση εξαρτάται και από την προώθηση των δομικών μεταρρυθμίσεων από την επόμενη κυβέρνηση, ενισχύοντας την ανταγωνιστικότητα της χώρας.
Στο φόντο αυτό και με βάση όσα προκύπτουν από κύκλους διεθνών αναλυτών η όποια αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου στην κατηγορία επενδυτική τοποθετείται, το νωρίτερο, προς το τέλος της επόμενης χρονιάς καθώς αναμένεται να συνεκτιμήσει και τα όποια πολιτικά ρίσκα προκύψουν από τις εκλογές.
Σε κάθε περίπτωση στα συν της χώρας είναι η εκπεφρασμένη άποψη των βασικών δύο μονομάχων για δημοσιονομική προσήλωση στις δεσμεύσεις έναντι των Βρυξελλών. Ο μεν ΣΥΡΙΖΑ το έχει καταδείξει στο κυβερνητικό του παρελθόν ενώ η τωρινή ηγεσία του Υπ. Οικονομικών έχει τονίσει με κάθε τρόπο ότι έχει βασικό στόχο τη δημοσιονομική σταθερότητα παρά τον “πακτωλό” οριόντιων παροχών το προηγούμενο διάστημα που έχουν δημιουργήσει “δυσφορία” στις Βρυξέλλες.
Στα θετικά είναι, βέβαια, ότι η Ελλάδα, μέσα από τη συμφωνία που έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση, έχει ένα μακρύ διάστημα “ασφάλειας” για το χρέος, έως και το 2032, χωρίς να έχει κίνδυνο για ένα πιστωτικό γεγονός, αλλά και με δανειακές ανάγκες χαμηλές αφού π.χ. για το 2023 δεν ξεπερνούν τα 7 δισ. ευρώ.
Όλα αυτά καταδεικνύουν, ότι πέρα από τις πολιτικές τριβές το θέμα ανάκτησης της επενδυτικής βαθμίδας είναι κάτι που σίγουρα ξεπερνά το αν η παρούσα κυβέρνηση έχει μονοσήμαντα τα κατάλληλα διπσιτευτήρια. Γιαυτό άλλωστε και η Αξιωματική Αντιπολίτευση θέλησε να αποδομήσει την προσπάθεια “μονοπώλησης” του “Know how” επιστροφής στις αγορές με αφορμή τα όσα ανέφερε την περασμένη Παρασκευή η S&P.
Η κόντρα
“Από το 2019 μέχρι σήμερα ο κ. Μητσοτάκης έχει υποσχεθεί αμέτρητες φορές την επενδυτική βαθμίδα μέσα στη θητεία του. Η θητεία του τελειώνει και η επενδυτική βαθμίδα δυστυχώς για τη χώρα, δεν ήρθε ποτέ. Το συμπέρασμα είναι ένα: Μητσοτάκης και επενδυτική βαθμίδα είναι έννοιες ασύμβατες. Οι μόνες λέξεις που είναι συμβατές με τη πολιτική του είναι η αναποτελεσματικότητα και οι κούφιες υποσχέσεις”.
“Το ποιος εργάζεται για τη δυναμική ανάπτυξη της οικονομίας και ποιος εγκλώβισε τη χώρα στην ύφεση και την υπερφορολόγηση είναι γνωστό” απάντησε η Νέα Δημοκρατία. “Ένα είναι σίγουρο όμως: Κλείνοντας τις τράπεζες με την προοδευτική συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-Βαρουφάκη θα έρθει σίγουρα η επενδυτική βαθμίδα” πρόσθεσε η Πειραιώς.
“Την επενδυτική βαθμίδα θα τη φέρει η επόμενη κυβέρνηση Τσίπρα, όπως έφερε και την έξοδο της χώρας από τα μνημόνια”, αντέτεινε η Κουμουνδούρου.
“Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ρύθμισε το χρέος, άφησε 37 δισ. στα δημόσια ταμεία, αναβάθμισε την ελληνική οικονομία και έδωσε τη δυνατότητα να ξαναβγεί η χώρα στις αγορές. Η κυβέρνηση Μητσοτάκη για την οικονομία έταξε ένα πράγμα το 2019: Επενδυτική βαθμίδα. Και τελικά άφησε το δημόσιο χρέος 44 δισ. μεγαλύτερο. Το ιδιωτικό 40 δισ. μεγαλύτερο, το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών 10 φορές μεγαλύτερο και την επενδυτική βαθμίδα όνειρο απατηλό” επεσήμανε στην ανακοίνωσή του ο ΣΥΡΙΖΑ.
Οι ημερομηνίες
Μετά την S&P, στις 9 Ιουνίου ο οίκος Fitch έχει άλλη μια προγραμματισμένη ανακοίνωση για την 1η Δεκεμβρίου. Υπενθυμίζεται ότι η Fitch έχει κατατάξει τη χώρα κατηγορία «ΒΒ».
Στις 8 Σεπτεμβρίου είναι η σειρά του καναδικού οίκου DBRS. Η δεύτερη αξιολόγηση του συγκεκριμένου οίκου είναι προγραμματισμένη για τις 15 Σεπτεμβρίου. Ιδιαίτερα κομβική είναι η έκθεση της Moody’s. στις 15 Σεπτεμβρίου, καθώς διατηρεί τη χώρα τρεις βαθμίδες χαμηλότερα από την επενδυτική στην κατηγορία «Ba3» σε σχέση με τους υπόλοιπους οίκους. Επίσης η Standard & Poor’s έχει “ραντεβού” και πάλι με την ελληνική οικονομία στις 20 Οκτωβρίου, οπότε είναι προγραμματισμένη η δεύτερη έκθεση της S&P.
Το κέρδος και το στοίχημα
Πάντως πέρα από την προεκλογική ρητορική και τις ένθεν κακείθεν κινήσεις εντυπώσεων, η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, όσο κι αν στην κοινωνία φαίνεται κάτι μακρινό, αποφέρει σημαντικά κέρδη. Συγκεκριμένα, με βάση εκτιμήσεις, στα 900 εκατ. με 1 δισ. ευρώ υπολογίζεται ότι μπορεί να φτάσει το ετήσιο δημοσιονομικό όφελος, καθώς το δημόσιο, θα μπορέσει να “ανασάνει” μειώνοντας τα έντοκα και ενδεχομένως την ανάγκη τήρησης ενός τόσο μεγάλου “μαξιλιαριού” ρευστότητας. Επίσης, ενδεχομένως αλλά όχι σίγουρα, μπορεί να διασφαλίσει χαμηλότερα επιτόκια δανεισμού για το ελληνικό δημόσιο, αλλά . Και βέβαια έγκειται στην πολιτική της κυβέρνησης που θα προκύψει από τις εκλογές, στο πού και πώς θα αξιοποιηθούν τα χρήματα αυτά.
Ουσιαστικά, αποτελεί διακύβευμα το πώς θα γίνει η διαχείριση αυτού του ποσού, ώστε, όπως τονίζουν γνώστες των εξελίξεων, να υπάρξουν αναπτυξιακά οφέλη, να μεγαλώσει η “πίτα” της οικονομίας και να αυξηθεί ο “παρονομαστής” του χρέους, δηλαδή το ΑΕΠ. ‘Ετσι, όπως τονίζεται, θα “πιάσει” τόπο η αναβάθμιση και θα διευκολυνθεί η ύπαρξη ανοιχτού διαύλου επικοινωνίας με τους επενδυτές.
Βέβαια, τονίζεται, ότι η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας δε σημαίνει “χαλάρωση” του “λουριού” της δημοσιονομικής πειθαρχίας καθώς ήδη το μήνυμα για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες παραπέμπει σε “σφιχτές” πολιτικές για πλεονάσματα, που ούτως ή άλλως είναι απαραίτητα για την διασφάλιση της βιωσιμότητας του χρέους. Γιαυτό η στήριξη της ανάπτυξης, όπως σημειώνεται, κι όχι άκριτες παροχές είναι το κλειδί και για τα υγιή δημοσιονομικά. “Εάν τροφοδοτούμε την ανάπτυξη διασφαλίζουμε έσοδα. Π.χ με 1 δισεκ. αύξηση του ΑΕΠ έχουμε 350 εκ δημόσια έσοδα” αναφέρουν γνώστες των δημοσιονομικών δεδομένων που σημειώνουν ότι η ανάπτυξης είναι ο μόνος δρόμος για την διασφάλιση της ισορροπίας τόσο για το δυσθεώρητο χρέος όσο και για τα δημοσιονομικά.
Το Χρηματιστήριο
Επίσης, και το Χρηματιστήριο, βασικός μοχλός της οικονομίας θα ωφεληθεί. Όπως σημείωσε και ο CEO του Χ.Α., κ. Γιάννος Κοντόπουλος, σε πρόσφατη παρουσίαση σε δημοσιογράφους, η αναβάθμιση του Χ.Α. προϋποθέτει και την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδα από την Ελλάδα. Ωστόσο, όπως εκτιμάται, το Χ.Α. θα μπορούσε να προβιβαστεί στις ανεπτυγμένες αγορές στα τέλη του 2024 έως τα μέσα του 2025, ενώ το καλοκαίρι του 2024 αναμένεται οι οίκοι να θέσουν το Χ.Α. σε “watch list για αναβάθμιση”, το οποίο και θα αποτελέσει σημαντικό “σήμα” για την ενίσχυση των θέσεων των επενδυτών στις ελληνικές μετοχές, προσβλέποντας σε αυτό το ορόσημο. Για να αναβαθμίσουν οι οίκοι το Ελληνικό Χρηματιστήριο στην κατηγορία των ανεπτυγμένων αγορών, ένα κύριο κριτήριό τους είναι και η άποψη των επενδυτών εάν όντως αποτελεί για αυτούς μια ανεπτυγμένη αγορά.
Ακολουθήστε το News 24/7 στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις