Τράπεζες: Ανοίγουν τις κάνουλες για επιχειρηματικά και στεγαστικά δάνεια
Οι χρηματοδοτήσεις των επενδυτικών σχεδίων των επιχειρήσεων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και η υψηλή ζήτηση για στεγαστικά δάνεια πυροδοτούν την ενίσχυση της πιστωτικής επέκτασης προς την οικονομία.
- 28 Σεπτεμβρίου 2021 07:30
Σε δύο μέτωπα επικεντρώνεται η στρατηγική των εγχώριων πιστωτικών ιδρυμάτων αυτή την περίοδο καθώς από την μία βρίσκονται σε θέση μάχης προκειμένου να αποκτήσουν μερίδια στη χρηματοδότηση των επενδυτικών έργων μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης και από την άλλη επιχειρούν μεγάλη στροφή προς τη λιανική τραπεζική, λόγω της υψηλής ζήτησης κυρίως για στεγαστικά δάνεια.
Ήδη κατά την ενημέρωση που είχαν με τους διεθνείς αναλυτές με αφορμή την δημοσίευση των οικονομικών αποτελεσμάτων του πρώτου εξαμήνου οι διοικήσεις των ελληνικών τραπεζών έθεσαν τους στόχους για τις νέες εκταμιεύσεις στο β’ εξάμηνο οι οποίες υπολογίζονται άνω των 10 δις. ευρώ με την κορύφωση να τοποθετείται στο δ’ τρίμηνο του έτους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, για το β’ εξάμηνο, ο στόχος για νέες εκταμιεύσεις από την Alpha Bank είναι 2,2 δισ. ευρώ, της Eurobank 3,6 δισ. ευρώ, της Τράπεζας Πειραιώς, 3,4 δισ. και της Εθνικής Τράπεζας 3 δισ. ευρώ. Ήδη, οι τέσσερις συστημικές ξεπέρασαν τους αρχικούς στόχους κατά το πρώτο εξάμηνο, αυξάνοντας κατά περίπου 30% τους τελικούς για το 2021.
Η μεγαλύτερη μάχη θα δοθεί στα επιχειρηματικά δάνεια λόγω του μεγάλου όγκου και του χαμηλότερου κινδύνου εν όψει του Ταμείου Ανάκαμψης και των άλλων πόρων μέχρι το 2027. Συνολικά θα μοχλευθούν 32 δισ. ευρώ, από τα οποία τα 12,7 δισ. ευρώ (40%) θα είναι ο δανεισμός από τις τράπεζες. Σε αυτά περιλαμβάνονται 5 δισ. ευρώ που έχει δεσμευθεί ότι θα εισφέρει η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και άλλα 500 εκατ. ευρώ η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης, ενώ στα 6,6 δισ. ευρώ (20%) θα είναι η ίδια συμμετοχή των επιχειρήσεων. Η συμμετοχή της ΕΤΕπ και της EBRD ανεβάζει το θερμόμετρο του ανταγωνισμού μεταξύ των τραπεζών, καθώς με δεδομένο ότι οι δύο ευρωπαϊκοί χρηματοδοτικοί μηχανισμοί θα επικεντρωθούν κυρίως στις μεγάλες επιχειρήσεις, η κάνουλα της χρηματοδότησης ανοίγει και για τις μικρότερες επιχειρήσεις και η μάχη μεταξύ των τραπεζών για την προσέγγιση τους προμηνύεται σκληρή.
Σε εξέλιξη η προσέγγιση επιχειρήσεων
Ήδη, οι τράπεζες έχουν προσεγγίσει από περίπου 500 μεγάλους πελάτες η κάθε μία και έχουν κάνει παρουσιάσεις των εργαλείων χρηματοδότησης, της τιμολογιακής πολιτικής, αλλά και λύσεις για ενδιάμεση χρηματοδότηση της ίδιας συμμετοχής. Ταυτόχρονα, το πακέτο εμπλουτίζεται με προτάσεις ευρύτερης αναδιάρθρωσης χρέους και με εκδόσεις ομολόγων, αλλά και με προσφορές μη καθαρά τραπεζικών υπηρεσιών.
Οι προσδοκίες, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, δεν εξαντλούνται μόνο στις μεγάλες επιχειρήσεις, αλλά προχωρούν και στις μεσαίες επιχειρήσεις της χώρας με τζίρο από 10 έως 30 εκατ. ευρώ. Όπως εξηγούν τραπεζικά στελέχη που εμπλέκονται στενά στη διαδικασία, οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν περιορίσει κατά πολύ το κόστος δανεισμού τους μέσω και της πρόσβασης στις αγορές κεφαλαίου, κάτι που δεν ισχύει για τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις της χώρας που για πρώτη φορά θα έχουν πρόσβαση σε φθηνό δανεισμό, εξασφαλίζοντας χαμηλό κόστος κεφαλαίου για διάρκεια 12 ετών.
Από τη στιγμή που οι συστημικές τράπεζες είναι τέσσερις, η μάχη θα δοθεί για το ποια ή ποιες από αυτές θα καταστήσουν ποσοστά κοντά στο 30%. Οι ίδιες έχουν υπολογίσει ότι πέραν από τα δάνεια του Ταμείου Ανάκαμψης, η συνολική επενδυτική δραστηριότητα θα έχει θετική επίπτωση στην πραγματική οικονομία, η οποία υπολογίζεται με επιπλέον ζήτηση επιχειρηματικών δανείων 10 δισ. ευρώ μέχρι το 2024.
Μόνο για το τελευταίο τρίμηνο του έτους, όταν εκτιμάται κορύφωση της ζήτησης για επιχειρηματικά δάνεια, ο στόχος για τις νέες εκταμιεύσεις είναι τουλάχιστον 4-5 δισ. ευρώ, με το συνολικό ποσό για το β’ εξάμηνο του έτους να ανέρχεται κοντά στα 10 δισ. ευρώ.
9.000 νέα στεγαστικά δάνεια το 2021
Την ίδια στιγμή τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα αναμένεται να προχωρήσουν φέτος στην χορήγηση 9.000 περίπου στεγαστικών δανείων, αριθμός τριπλάσιος σε σχέση με τα 3.000 στεγαστικά που είχαν εκταμιευθεί το 2020.
Και οι προβλέψεις είναι αισιόδοξες καθώς για το 2022 εκτιμούν ότι οι νέες χορηγήσεις θα υπερδιπλασιαστούν και θα ξεπεράσουν τα 2 δισ. ευρώ, που σημαίνει περισσότερα από 22 χιλιάδες νέα στεγαστικά.
Όπως εκτιμούν τραπεζικά στελέχη, η αγορά ακινήτων βρίσκεται στην αρχή ενός καινούργιου κύκλου, όπου ταυτόχρονα οι τιμές ανεβαίνουν και οι αγοραστές είναι διατεθειμένοι να αγοράσουν.
Ένας βασικός λόγος είναι τα χαμηλά επιτόκια που θα συνεχίσει να συντηρεί η ΕΚΤ. Οι πολύ χαμηλές έως μηδενικές αποδόσεις στις καταθέσεις συμβάλλουν οδηγούν τους αποταμιευτές στην αναζήτηση εναλλακτικών τοποθετήσεων, με κυρίαρχη, παραδοσιακά την αγορά ακινήτων. Ένα επενδυτικό ακίνητο προσφέρει καθαρές αποδόσεις μέσω των ενοικίων της τάξης του 3% με 4% σε μ.ο. χωρίς να συνυπολογίζεται η αναμενόμενη άνοδος της αξίας του.
Έτσι ύστερα από μία δεκαετία φθίνουσας πορείας, οι τράπεζες επενδύουν και πάλι στην αγορά στεγαστικής πίστης και έχουν ξεκινήσει διαφημιστικά προγράμματα, λανσάροντας τα νέα προϊόντα, που έχουν ιδιαίτερα ελκυστικά επιτόκια που ξεκινούν από το 2,1%.
Πλέον οι τράπεζες τηρούν αυστηρά κριτήρια, χρηματοδοτούν μάξιμουμ μέχρι το 80% της αξίας του ακινήτου και όσο μεγαλύτερη είναι η ίδια συμμετοχή του δανειολήπτη τόσο καλύτερη τιμολόγηση έχει, ενώ οι τράπεζες «πριμοδοτούν» και με χαμηλότερο επιτόκιο εκείνους που επιλέγουν «πράσινα» ακίνητα.
Οι τράπεζες προσφέρουν σήμερα σταθερά και κυμαινόμενα επιτόκια κάτω από το 3%, με το σταθερό να κυμαίνεται στο 2,6% με 2,8% και το κυμαινόμενο να ξεκινά από το 2,10%. Η τιμολόγηση είναι προσωποποιημένη και ανάλογη με το προφίλ του κάθε δανειολήπτη, που έχει να κάνει με το εισόδημα του, την ίδια συμμετοχή, τη διαρκεια του δανείου.
Η έμφαση στη λιανική τραπεζική αποτελεί αντίδοτο των τραπεζών για τη δημιουργία κερδών, λόγω της συμπίεσης του επιτοκιακού περιθωρίου στην επιχειρηματική πίστη.
Ακολουθήστε το News247.gr στο Google News και μάθετε πρώτοι όλες τις ειδήσεις